ἄριστον: Difference between revisions

From LSJ

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source
(T21)
(6)
Line 27: Line 27:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=ἀρίστου, τό (from [[Homer]] [[down]]);<br /><b class="num">a.</b> the [[first]] [[food]], taken [[early]] in the [[morning]] [[before]] [[work]], [[breakfast]]; [[dinner]] [[was]] called [[δεῖπνον]]. But the [[later]] Greeks called [[breakfast]]; τό [[ἀκράτισμα]], and [[dinner]] [[ἄριστον]] i. e. [[δεῖπνον]] μεσηβρινον, Athen. 1,9, 10, p. 11b.; and so in the N. T. Hence,<br /><b class="num">b.</b> [[dinner]]: ποιεῖν [[ἄριστον]] ἤ [[δεῖπνον]], to [[which]] others are invited); ἑτοιμάζειν). (B. D. [[under]] the [[word]] Smith's Bible Dictionary, Meals; Becker's [[Charicles]], [[namely]], vi. excurs. i. (English translation, p. 312 f).)  
|txtha=ἀρίστου, τό (from [[Homer]] [[down]]);<br /><b class="num">a.</b> the [[first]] [[food]], taken [[early]] in the [[morning]] [[before]] [[work]], [[breakfast]]; [[dinner]] [[was]] called [[δεῖπνον]]. But the [[later]] Greeks called [[breakfast]]; τό [[ἀκράτισμα]], and [[dinner]] [[ἄριστον]] i. e. [[δεῖπνον]] μεσηβρινον, Athen. 1,9, 10, p. 11b.; and so in the N. T. Hence,<br /><b class="num">b.</b> [[dinner]]: ποιεῖν [[ἄριστον]] ἤ [[δεῖπνον]], to [[which]] others are invited); ἑτοιμάζειν). (B. D. [[under]] the [[word]] Smith's Bible Dictionary, Meals; Becker's [[Charicles]], [[namely]], vi. excurs. i. (English translation, p. 312 f).)  
}}
{{grml
|mltxt=[[ἄριστον]], το (AM)<br />το μεσημβρινό [[φαγητό]] (σε μτγν. [[εποχή]], όταν το [[πρόγευμα]] το αποκαλούσαν «[[ἀκράτισμα]]»)<br /><b>αρχ.</b><br />το πρωινό [[φαγητό]], το [[πρόγευμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> τ. <i>αιερι</i>-<i>δ</i>-<i>τον</i> <span style="color: red;"><</span> (τοπικό) <i>άρι</i> ([[συνηρημένος]] τ. του <i>αίερι</i>, <i>ήρι</i> «[[ενωρίς]]») <span style="color: red;">+</span> μηδενισμένη [[βαθμίδα]] (-<i>δ</i>) του θ. <i>εδ</i>-(του ρ. [[εσθίω]] «[[τρώγω]]») <span style="color: red;">+</span> ([[επίθημα]]) -<i>το</i>-. Η λ. στον Όμηρο και στον Αισχύλο δηλώνει «το [[πρόγευμα]]», ενώ στην Ιωνική-Αττική σημαίνει «το μεσημεριανό [[φαγητό]]», το δε «πρωινό [[γεύμα]]» δηλώνεται με τον όρο [[ακράτισμα]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[αριστίζω]], [[αριστώ]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[αριστόδειπνον]], [[αριστοποιώ]]].
}}
}}

Revision as of 06:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄριστον Medium diacritics: ἄριστον Low diacritics: άριστον Capitals: ΑΡΙΣΤΟΝ
Transliteration A: áriston Transliteration B: ariston Transliteration C: ariston Beta Code: a)/riston

English (LSJ)

τό,

   A morning meal, breakfast, twice in Hom., ἐντύνοντ' ἄ. ἅμ' ἠοῖ Od.16.2, cf. Il.24.124; ἄριστα, δεῖπνα, δόρπα θ' αἱρεῖσθαι τρίτα A.Fr.182, cf. Ag.331: later, breakfast was called ἀκράτισμα, and ἄριστον was the midday meal, our luncheon, cf. Th.4.90, 7.81; ἄ. αἱρεῖσθαι, ποιεῖσθαι, Hdt.3.26, 6.78; ἀπ' ἀρίστου μέχρι δείλης Arist. HA619a15. [ᾱ; contr. from ᾰ (y) ερι-στον, cf. Goth. air, OHG. ēr 'early', Avest. ayar[schwa] 'day'; also ᾱ (y) ερ- in ἦρι, ἠέριος; -στο- from -d-to-, root ed- 'eat'.]

German (Pape)

[Seite 352] τό, Frühstück; verwandt ἠώς, ἦρι, αὔριον; bei den Att. das α in ἄριστον lang, bei Hom. kurz; ᾰ statt η ist Jonisch. Bei Hom., welcher das Wort zweimal hat, Iliad. 24, 124 Od. 16, 2, ist ἄριστον das erste Frühstück, was ἅμ' ἠοῖ bereitet wird; bei d. Att. ist ἄριστον das zweite Frühstück, um Mittag aus. Das erste Frühstück heißt bei den Att. ἀκράτισμα, das zweite bei Hom. δεῖ πνον. Vgl. Scholl. Aristonic. Iliad. 24, 124 Od. 16, 2 u. Lehrs Aristarch. p. 132 sqq. – Aesch. Ag. 322; Her. 1, 63; Ar. Nubb. 415.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
petit-déjeuner, repas du matin ; plus tard déjeuner, repas du milieu du jour.
Étymologie: DELG *ἀρι cf. ἔαρ, -ιστ- cf. ἐσθίω : repas du matin.
Par. ἀκράτισμα, δεῖπνον, δόρπον.

English (Autenrieth)

breakfast; in Homer taken not long after sunrise; only ἐντύνοντο ἄριστον, Ω 12, Od. 16.2.

Spanish (DGE)

-ου, τό

• Prosodia: [ᾱ-]
1 desayuno ἐντύνοντ' ἄ. ἅμ' ἠοῖ Od.16.2 (falsa etim. ad loc. en Plu.2.726d), cf. Il.24.124, ἄριστα, δεῖπνα δόρπα θ' αἰρεῖσθαι τρίτα A.Fr.182.
2 almuerzo, comida de mediodía ἐπ' ἄριστον ... κέκληκεν αὐτήν la invitó a comer Ar.Ec.348, ἀπ' ἄριστον μέχρι δείλης Arist.HA 619a15, op. δεῖπνον Hdt.7.120, X.Eq.9.11, HG 6.1.15, Arist.Metaph.1042b21, Diotog.p.76.23, IStratonikeia 256.4 (II d.C.), fig. de la eucaristía, Chrys.M.61.78, op. νήστεις: τοὺς δ' ... πόνος νήστεις πρὸς ἀρίστοισιν ... τάσσει A.A.331, cf. Arist.Pr.904b4, op. μονοσιτίη Hp.Vict.2.60
ἀρίστου τυχεῖν comer, almorzar X.Cyr.4.2.38, ἄριστον ποιεῖσθαι Hdt.6.78, Th.7.40, ἄριστον αἱρεῖν Hdt.3.26, D.H.1.55, cf. Hdt.1.63, Hp.Vict.3.68, 73, E.Cyc.214, X.HG 4.5.3, An.4.5.30, Cyr.1.2.11, Didyma 201.15 (I a.C.), Luc.Asin.17, Plu.2.64b, D.C.37.46.4.

• Etimología: Comp. de *ἄ()ερι < *H°-H2er- ‘temprano’, cf. av. ayarə, ayąn ‘día’ y del grado cero *H1d- de la raíz *ed- < *H1ed- ‘comer’. Según otros el 1er término sería un loc. *ἀρι < *αερι.

English (Strong)

apparently neuter of a superlative from the same as ἄῤῥην; the best meal (or breakfast; perhaps from eri ("early")), i.e. luncheon: dinner.

English (Thayer)

ἀρίστου, τό (from Homer down);
a. the first food, taken early in the morning before work, breakfast; dinner was called δεῖπνον. But the later Greeks called breakfast; τό ἀκράτισμα, and dinner ἄριστον i. e. δεῖπνον μεσηβρινον, Athen. 1,9, 10, p. 11b.; and so in the N. T. Hence,
b. dinner: ποιεῖν ἄριστονδεῖπνον, to which others are invited); ἑτοιμάζειν). (B. D. under the word Smith's Bible Dictionary, Meals; Becker's Charicles, namely, vi. excurs. i. (English translation, p. 312 f).)

Greek Monolingual

ἄριστον, το (AM)
το μεσημβρινό φαγητό (σε μτγν. εποχή, όταν το πρόγευμα το αποκαλούσαν «ἀκράτισμα»)
αρχ.
το πρωινό φαγητό, το πρόγευμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τ. αιερι-δ-τον < (τοπικό) άρι (συνηρημένος τ. του αίερι, ήρι «ενωρίς») + μηδενισμένη βαθμίδα (-δ) του θ. εδ-(του ρ. εσθίω «τρώγω») + (επίθημα) -το-. Η λ. στον Όμηρο και στον Αισχύλο δηλώνει «το πρόγευμα», ενώ στην Ιωνική-Αττική σημαίνει «το μεσημεριανό φαγητό», το δε «πρωινό γεύμα» δηλώνεται με τον όρο ακράτισμα.
ΠΑΡ. αρχ. αριστίζω, αριστώ.
ΣΥΝΘ. αρχ. αριστόδειπνον, αριστοποιώ].