τεός
πᾶσα γυνὴ τοῦ λύχνου ἀρθέντος ἡ αὐτή ἐστι → all women are the same in the dark, all women are the same when the lights go out
English (LSJ)
1 τεός, τεή, τεόν, Ep. for σός (your), Il.5.234, Hes.Op.27, etc.; Dor. τεός, τεά, τεόν, Pi.O.4.1, N.8.44, al., B.9.13, 16.21, and in lyr. passages of Trag., as A.Pr.163, Th.105, S.El.1091 (cj.), E.Heracl.911 (cj.); Aeol. τέος, τέα, τέον, Alc.14; Boeot. acc. pl. masc. τιώς Corinn.Supp.2.58. [τεός as one short syll. in Praxill.1 (cited by Heph. for this reason).]
2 τέος and τεός, Ion. and Dor. for τίς, τις, rare in nom. and acc., οὔτε γὰρ οὔ τεον ἔστι = nor is there a nothing, Parm.8.46; but some of the oblique cases occur in Hdt., etc., v. τέῳ, τέων, τέοισι; τέοις Xenoph.37; cf. also τέο.
German (Pape)
[Seite 1092] ion., dor., ep. = σός, tuus, dein; Hom., Hes., Pind. oft, u. Her., wie Tragg., z. B. Aesch. Prom. 162 Spt. 101 Soph. Ant. 600 O. C. 539 Eur. Heracl. 911 I. A. 1530.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
épq. et ion. c. σός, σή, σόν, ton, ta, le tien, la tienne.
Étymologie: σύ.
Russian (Dvoretsky)
τεός: эп.-ион. = σός.
Greek (Liddell-Scott)
τεός: -ή, -όν, Λατ. tuus, Ἐπικ. καὶ Ἰων. ἀντὶ σός, Ὅμ., Ἡσίοδ., Ἡρόδ.· Δωρ. τεός, ά, όν, Πίνδ., καὶ ἐν λυρικοῖς χωρίοις τῶν Τραγικ., οἷον Αἰσχύλ. Πρ. 162, Θήβ. 105, 108, Σοφ. Ο. Κ. 534, Ἠλ. 1091, Εὐρ. Ἡρακλ. 911. [τεὸς ὡς μία βραχεῖα συλλαβὴ ἐν Πραξίλλ. παρ’ Ἡφαιστ. σ. 22 Gaisf., διορθωτέον εἰς ἀλλ’ ἑὸν μετὰ Δινδ., ἢ ἀλλὰ τὸν μετὰ Bgk. (Ἀποσπ. 2)].
English (Autenrieth)
σός.
English (Slater)
τεός (-ός, -ῷ, -όν, -οῖς(ιν); -ᾷ, -άν, τεάν, -αί, -αις(ι), -αῖσιν, τεαῖσιν; -όν nom., acc., -οῖς: c. art., (O. 5.11), (P. 8.33), (P. 11.41), (I. 1.1), (I. 1.58) )
1 your (s.)
a addressing gods, heroes, simm. Ζεῦ, τεαὶ γὰρ ὧραι (O. 4.1) Παλλάς, ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεόν (O. 5.11) Αἶαν, τεόν τ' ἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν (Αἰάντειόν τ' ἐν codd., corr. Hermann) (O. 9.112) γέρας ἀμφέβαλε τεαῖσιν κόμαις (of Cyrene) (P. 5.31) Ἄπολλον, τεᾷ, Καρνήἰ, ἐν δαιτὶ (P. 5.79) Ἄπολλον, τεὸν δόμον (Wil.: τεόν τε δόμον codd.) (P. 7.10) ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν (Tricl.: τεοῖσι codd.: of Apollo) (P. 10.11) τεὰν κατ' αἶσαν (of the Muse) (N. 3.15) Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγὼν (N. 3.65) τεὰν ἀδελφεὰν ἐλάχομεν ἀγλαόγυιον Ἥβαν (of Eleithuia) (N. 7.4) ἔργμασιν ἐπιστατεῖ, Αἴγινα, τεῶν Διός τ' ἐκγόνων (N. 7.50) ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς (of Herakles) (N. 7.94) Ἑστία, εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι τεὸν ἐς θάλαμον (N. 11.3) μᾶτερ ἐμά, τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι (I. 1.1) Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι (I. 1.58) διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν (of Theia) (I. 5.6) τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων μάλιστα θυμὸν τεὸν εὔφρανας; (I. 7.2) πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέ- φανον (I. 7.50) ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων τεοῖσιν ἐμαῖς τε τιμαῖς (of Pytho) Πα. . 1. ]τεαν τε[λετ]ὰν μελίζοι (of Dionysos?) Δ. 3. . ὦ Κύπρου δέσποινα, τεὸν δεῦτ' ἐς ἄλσος fr. 122. 18. pro subs., Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν, εἰ μισθοῖο συνέθευ παρέχειν φωνὰν ὑπάργυρον, ἄλλοτ' ἄλλᾳ ταρασσέμεν your duty (P. 11.41)
b addressing victors τεαῖσι μήδεται, Ἱέρων, μερίμναισιν (O. 1.106) τεᾶς, Ἁγησίδαμε, πυγμαχίας ἕνεκεν (O. 11.12) τεὰ ἀκλεὴς τιμὰ (of Ergoteles) (O. 12.13) διὰ τεὰν δύναμιν (P. 2.20) τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν (of Arkesilas) (P. 5.10) τεᾷ φρενί (P. 5.19) πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε (P. 6.15) τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ my debt to you (P. 8.33) [[[αὖτις]] ἐγεῖραι καὶ παλαιὰν δόξαν τεῶν προγόνων (codd. contra metr.: ἑῶν Mosch., edd. vulgo: καὶ τεῶν δόξαν παλαιὰν Bergk) (P. 9.105) ] πάτραν ἵν ἀκούομεν, Τιμάσαρχε, τεὰν ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς πρόπολον ἔμμεναι (N. 4.78) τεὸς μάτρως ἀγάλλει κείνου ὁμόσπορον ἔθνος, Πυθέα (Mingarelli e Σ: Πυθέας codd.) (N. 5.43)
c in direct speech “ἀμφὶ τεαῖς, ἥρως, χερὸς ἐργασίαις ἁλίσκεται” (of Aiakos) (O. 8.42) “τεὸν οἶκον” (of Pelias) (P. 4.151) “πόσις σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στᾶξεν ἥρως” (of Polydeukes) (N. 10.81)
d addressing relatives of the victor ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν (N. 8.44)
e addressing inanimate objects τεαῖς ῥιπαῖσι κατασχόμενος (of the lyre.) (P. 1.9)
Greek Monolingual
(I)
Α
(σπάν. ιων. και δωρ. τ. ονομ. και αιτ. της αόρ. αντων.) βλ. τις.
(II)
-ή, -όν και επικ. και δωρ. τ. τεός, -ά, -όν και αιολ. τ. τέος, -α, -ον, και βοιωτ. τ. αρσ. τιός, Α
(κτητ. αντων.) βλ. σός.
Greek Monotonic
τεός: -ή, -όν, Λατ. tuus, Επικ. και Ιων. αντί σός, σε Όμηρ., Ησίοδ., Ηρόδ.· Δωρ. τεός, -ά, -όν, σε Πίνδ., και στα λυρικά χωρία των Τραγ.
Middle Liddell
τεός, ή, όν [epic and ionic for σός]
Lat. tuus, Hom., Hes., Hdt.: doric, Pind., and Trag. Chorus.