темный

From LSJ

Russian > Greek

νύχιος, σκοτομήνιος, δυσαίθριος, πορφύρεος, πορφυροῦς, ἠλίβατος, ἀλίβατος, κατακορής, σκιώδης, καπνίας, ἐπίσκιος, ἐπάργεμος, ἀλαμπής, ἀλάμπετος, δυσήλιος, δυσάλιος, ἀχλυόεις, θολερός, ἀπύρωτος, ἄσημος, ἀνήλιος, ἀνάλιος, ἄσκοπος, ἀσαφής, κατουλάς, μελαναυγής, κατηφής, σκιοειδής, παλίνσκιος, σκιόεις, ζοφώδης, μόρφνος, ψελλός, φαιός, κυανόθριξ, πελός, πελλός, κυάνεος, ἰόεις, κυανοειδής, κυανόχροος, ψεφηνός, ἀμαυρός, ζοφερός, δνοφερός, ἀϊδνός, δνοφώδης, γνοφώδης, δυσφαής, δυσφανής, ἐρεβεννός, ζόφιος, κνεφαῖος, λυγαῖος, ὀρφναῖος, σκοταῖος, σκότιος, σκοτόεις, σκοτεινός, ἐρεμνός, ὄρφνινος, σκοτώδης, σκιερός, σκιαρός, ἀερόεις, οἶνοψ, περκνός, μελάγχροος, μελάγχρους, μέλας, κελαινός, μελάγχιμος