εἴκοσι: Difference between revisions
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
(10) |
(4) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=(AM [[εἴκοσι]] και προ φωνήεντος εἴκοσιν<br />Α και επικ. [[ἐείκοσι]] και ἐείκοσιν)<br />(απόλ. αριθμητ.) [[ποσότητα]] δύο δεκάδων<br /><b>νεοελλ.</b><br />(ως ουσ. με [[άρθρο]])<br /><b>1.</b> <i>το [[είκοσι]]<br />α) η γραφική [[παράσταση]] του αριθμού<br />β) [[οτιδήποτε]] έχει τον αριθμό [[είκοσι]] (π.χ. [[θέση]], [[λαχνός]], [[δωμάτιο]])<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τα [[είκοσι]]<br />τα [[είκοσι]] έτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η πρωταρχική λ. της Ελληνικής με [[σημασία]] «[[είκοσι]]» [[είναι]] <i>Fῑκατι</i> (<b>[[πρβλ]].</b> αβ. <i>v</i><i>ī</i><i>saiti</i>, αρχ. ινδ. <i>vimśati</i>-, λατ. <i>viginti</i>) <span style="color: red;"><</span> ΙΕ τ. <i>wῑ</i>-<i>kamt</i>-<i>ĭ</i>, του οποίου το <i>wi</i>- αντιστοιχεί στο <i>di</i>-, <i>dwi</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>δύο</i>, <i>δι</i>(<i>ς</i>), λατ. <i>bis</i>) και το <i>kmt</i>-<i>ĭ</i>, [[τύπος]] δυϊκού, <span style="color: red;"><</span> (<i>d</i>)<i>kmt</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[δέκα]], [[εκατό]]). Το ιων. -αττ. [[είκοσι]] (<span style="color: red;"><</span> <i>ε</i>-(<i>F</i>)<i>ῑκοσι</i>, [[αντί]] του οποίου στον Όμηρο απαντά [[εσφαλμένος]] τ. <i>εείκοσι</i>, με σίγηση του <i>F</i> και [[συναίρεση]] του προθεματικού φωνήεντος <i>ε</i> με το <i>ῑ</i>), εμφανίζεται ως [[υστερογενής]] [[σχηματισμός]] στον οποίο το <i>ο</i> οφείλεται σε αναλογική [[επίδραση]] του τ. [[τριάκοντα]] ή σε [[άλλη]] [[απόδοση]] του <i>m</i>, ενώ το -<i>σι</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>τι</i> προήλθε με συριστικοποίηση του <i>τ</i> προ του <i>ι</i>. Τέλος, ο [[επίσης]] [[πρωταρχικός]] τ. <i>Fῑκαστος</i> <span style="color: red;"><</span> ΙΕ τ. <i>w</i><i>ī</i>-<i>kmt</i>-<i>tos</i> και το ιων. -αττ. [[εικοστός]] σχηματίστηκε αναλογικά [[προς]] το [[τριακοστός]]. | |mltxt=(AM [[εἴκοσι]] και προ φωνήεντος εἴκοσιν<br />Α και επικ. [[ἐείκοσι]] και ἐείκοσιν)<br />(απόλ. αριθμητ.) [[ποσότητα]] δύο δεκάδων<br /><b>νεοελλ.</b><br />(ως ουσ. με [[άρθρο]])<br /><b>1.</b> <i>το [[είκοσι]]<br />α) η γραφική [[παράσταση]] του αριθμού<br />β) [[οτιδήποτε]] έχει τον αριθμό [[είκοσι]] (π.χ. [[θέση]], [[λαχνός]], [[δωμάτιο]])<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τα [[είκοσι]]<br />τα [[είκοσι]] έτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η πρωταρχική λ. της Ελληνικής με [[σημασία]] «[[είκοσι]]» [[είναι]] <i>Fῑκατι</i> (<b>[[πρβλ]].</b> αβ. <i>v</i><i>ī</i><i>saiti</i>, αρχ. ινδ. <i>vimśati</i>-, λατ. <i>viginti</i>) <span style="color: red;"><</span> ΙΕ τ. <i>wῑ</i>-<i>kamt</i>-<i>ĭ</i>, του οποίου το <i>wi</i>- αντιστοιχεί στο <i>di</i>-, <i>dwi</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>δύο</i>, <i>δι</i>(<i>ς</i>), λατ. <i>bis</i>) και το <i>kmt</i>-<i>ĭ</i>, [[τύπος]] δυϊκού, <span style="color: red;"><</span> (<i>d</i>)<i>kmt</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[δέκα]], [[εκατό]]). Το ιων. -αττ. [[είκοσι]] (<span style="color: red;"><</span> <i>ε</i>-(<i>F</i>)<i>ῑκοσι</i>, [[αντί]] του οποίου στον Όμηρο απαντά [[εσφαλμένος]] τ. <i>εείκοσι</i>, με σίγηση του <i>F</i> και [[συναίρεση]] του προθεματικού φωνήεντος <i>ε</i> με το <i>ῑ</i>), εμφανίζεται ως [[υστερογενής]] [[σχηματισμός]] στον οποίο το <i>ο</i> οφείλεται σε αναλογική [[επίδραση]] του τ. [[τριάκοντα]] ή σε [[άλλη]] [[απόδοση]] του <i>m</i>, ενώ το -<i>σι</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>τι</i> προήλθε με συριστικοποίηση του <i>τ</i> προ του <i>ι</i>. Τέλος, ο [[επίσης]] [[πρωταρχικός]] τ. <i>Fῑκαστος</i> <span style="color: red;"><</span> ΙΕ τ. <i>w</i><i>ī</i>-<i>kmt</i>-<i>tos</i> και το ιων. -αττ. [[εικοστός]] σχηματίστηκε αναλογικά [[προς]] το [[τριακοστός]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''εἴκοσι:''' άκλιτο, [[είκοσι]], Λατ. [[viginti]], σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· επίσης σε Επικ. τύπο [[ἐείκοσι]], [[πριν]] από [[φωνήεν]] [[ἐείκοσιν]], στο ίδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:28, 30 December 2018
English (LSJ)
(for εἴκοσιν v. infr.), Att., Ion., also Arc., IG5(2).3.1 (Tegea), and Aeol., ib.12(2).6.21 (Lesbos):—indecl.,
A twenty, Il.2.510,748, etc.; in Hom. more freq. in Ep. form ἐείκοσι, before a vowel ἐείκοσιν, 1.309, 6.217, al.; Dor. ϝίκατι Leg.Gort.4.13, etc.; ϝείκατι Tab.Heracl.2.71; Lacon. βείκατι Hsch.; εἴκατι IG9(1).693.10 (Corc.), Theoc.4.10, 5.86. (Orig. ϝῑκατι and Εϝῑκοσι, whence ἐείκοσι in Hom.; ϝείκατι and εἴκατι are late spellings of (ϝ) ῑκατι; εἴκοσι is contr. from *εϝῑκοσι. Cf. Lat. vīginti, Skt. viṃśatis. εἴκοσιν is the only form used by Ar., whether before vowels or consonants (εἴκοσ' ἀπολογίζεται is dub. in Fr.465); also (before consonants) Herod.3.91, Phld.Piet.3, etc., but not common in Inscrr. or Pap., e.g. (before consonants) Schwyzer707 B2 (Ephesus, vi B. C.), IG2.804.155 (iv B.C.), (before a vowel) PGrenf.2.75.7 (iv A. D.); εἴκοσι ἔτη, εἴκοσι ἡμερῶν, IG12.94,49.)
German (Pape)
[Seite 727] οἱ, αἱ, τά, vor Vokalen εἴκοσιν, eigtl. Fείκοσι, viginti; ἐείκοσι, Il .16, 847, v. l. Her. 2, 121, dor. εἴκατι, Theocr. 5, 86; indecl., zwanzig, Il. 2, 510 u. Folgde.
Greek (Liddell-Scott)
εἴκοσι: ἄκλ., Ἰλ. Β. 510, 748, κτλ.· ἀλλὰ συχνότερον ἐν τῷ Ἐπ. τύπῳ ἐείκοσι, πρὸ δὲ φωνήεντος ἐείκοσιν, Ι. 123, 265, κτλ.· εἰσήχθη δὲ ὁ Ἐπ. τύπος ὑπὸ τῶν ἀντιγραφέων καὶ εἴς τινα χωρία τοῦ Ἡροδ. (2. 121, ἐν ἀρχ., 122, κτλ.)· Δωρ. ϝείκατι Πίνακ. Ἡρακλεωτ. ιβ΄, 5775, 55· «βείκατι· εἴκοσι. Λάκωνες» Ἡσύχ.· εἴκατι Ἐπιγρ. Κερκύρ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1840, Θεόκρ. 4. 10., 5. 86· γράφεται ϝείκατι (ϝίκατι) ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1511 (2). β., 1569. 39., 5774. 81, κ. ἀλλ. (Ὁ ἀρχικὸς τύπος φαίνεται ὅτι ἦτο ϝείκατι, πρβλ. Σανσκρ. vin←ati, δηλ. dvi-←ati, (ἐκ τοῦ dvi δύο, da←an δέκα). Λατ. viginti, δηλ. dui-ginti, vicies = εἰκοσάκις, Γοτθ. tvaitigjus, Παλαιο - Σκανδιν. tuttugu, Ἀγγλο - Σαξον. twentig, Παλ. Ὑψηλ. Γερμ. zueinzug, Γερμ. zwanzig· ― πρβλ. M. Müller Sc. of. Lang 1. 44.)
French (Bailly abrégé)
dev. une voy. εἴκοσιν;
(οἱ, αἱ, τά)
numéral indécl.
vingt.
Étymologie: p. *Ϝείκοσι = lat. viginti.
English (Slater)
εἴκοσι (
1 ϝει- (N. 6.58) ) twenty εἴκοσι δ' ἐκτελέσαις ἐνιαυτοὺς (P. 4.104) πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο (N. 6.58)
English (Strong)
of uncertain affinity; a score: twenty.
English (Thayer)
(or εἴκοσιν; Tdf. uses εἴκοσι ten times before a consonant, and says εἴκοσι " etiam ante vocalem fere semper in manuscripts antiquiss." Proleg., p. 98; WH everywhere εἴκοσι. cf. their Appendix, p. 148; Buttmann, 9), οἱ, αἱ, τά, twenty: Homer down.)
Greek Monolingual
(AM εἴκοσι και προ φωνήεντος εἴκοσιν
Α και επικ. ἐείκοσι και ἐείκοσιν)
(απόλ. αριθμητ.) ποσότητα δύο δεκάδων
νεοελλ.
(ως ουσ. με άρθρο)
1. το είκοσι
α) η γραφική παράσταση του αριθμού
β) οτιδήποτε έχει τον αριθμό είκοσι (π.χ. θέση, λαχνός, δωμάτιο)
2. στον πληθ. τα είκοσι
τα είκοσι έτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η πρωταρχική λ. της Ελληνικής με σημασία «είκοσι» είναι Fῑκατι (πρβλ. αβ. vīsaiti, αρχ. ινδ. vimśati-, λατ. viginti) < ΙΕ τ. wῑ-kamt-ĭ, του οποίου το wi- αντιστοιχεί στο di-, dwi- (πρβλ. δύο, δι(ς), λατ. bis) και το kmt-ĭ, τύπος δυϊκού, < (d)kmt (πρβλ. δέκα, εκατό). Το ιων. -αττ. είκοσι (< ε-(F)ῑκοσι, αντί του οποίου στον Όμηρο απαντά εσφαλμένος τ. εείκοσι, με σίγηση του F και συναίρεση του προθεματικού φωνήεντος ε με το ῑ), εμφανίζεται ως υστερογενής σχηματισμός στον οποίο το ο οφείλεται σε αναλογική επίδραση του τ. τριάκοντα ή σε άλλη απόδοση του m, ενώ το -σι < -τι προήλθε με συριστικοποίηση του τ προ του ι. Τέλος, ο επίσης πρωταρχικός τ. Fῑκαστος < ΙΕ τ. wī-kmt-tos και το ιων. -αττ. εικοστός σχηματίστηκε αναλογικά προς το τριακοστός.
Greek Monotonic
εἴκοσι: άκλιτο, είκοσι, Λατ. viginti, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· επίσης σε Επικ. τύπο ἐείκοσι, πριν από φωνήεν ἐείκοσιν, στο ίδ.