Ἀπόλλων

From LSJ
Revision as of 13:56, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)

μήτε ἐγρηγορόσιν μήτε εὕδουσι κύρτοις ἀργὸν θήραν διαπονουμένοις → weels that secure a lazy angling for men whether asleep or awake

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἀπόλλων Medium diacritics: Ἀπόλλων Low diacritics: Απόλλων Capitals: ΑΠΟΛΛΩΝ
Transliteration A: Apóllōn Transliteration B: Apollōn Transliteration C: Apollon Beta Code: *)apo/llwn

English (LSJ)

ὁ, Apollo: gen. ωνος (also ω An.Ox.3.222): acc.

   A Ἀπόλλω IG1.9, al., A.Supp.214, S.OC1091, Tr.209 (lyr.) (mostly in adjurations, νὴτὸν Ἀπόλλω, etc.), Ἀπόλλωνα Pl.Lg.624a, freq. later, Agatharch.7, etc.: voc. Ἄπολλον Alc.1, A.Th.159(lyr.), Cratin.186, etc.; Ἀπόλλων A.Ch.559; cf. Ἀπέλλων, Ἄπλουν.    II Pythag. name of a number, Porph.Abst.2.36.

Greek (Liddell-Scott)

Ἀπόλλων: ὁ, γεν. -ωνος, ἀλλὰ καὶ -ω ἐν Ἀν. Ὀξ. 3. 222: αἰτ. Ἀπόλλω Αἰσχύλ. Ἱκ. 214, Σοφ. Ο. Κ. 1091, Τρ. 209· (ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν ὅρκοις, νὴ τὸν Ἀπόλλω κτλ.) Ἀπόλλωνα Πλάτ. Νόμ. 624Α, καὶ συχν. παρὰ μεταγεν.: κλητ. Ἄπολλον Ἀλκαῖος 1, Αἰσχύλ. Θήβ. 159, Κρατῖνος ἐν «Πυτίνῃ» 7, κτλ., Ἀπόλλων Αἰσχύλ. Χο. 559. [Ἡ πρώτη συλλαβὴ εἶναι βραχεῖα ἂν καὶ ἐν ταῖς τετρασυλλάβ. πτώσεσιν ὁ Ὅμηρος λαμβάνει αὐτὴν ὡς μακράν, Ἰλ. Α. 14, 21, κ. ἀλλ.]. Ὁ Ἀπόλλων ἦν υἱὸς τοῦ Διὸς καὶ τῆς Λητοῦς, ἀδελφὸς δὲ τῆς Ἀρτέμιδος, γεννηθεὶς κατὰ μὲν τὴν Ἰλιάδα (Δ 101) ἐν Λυκίᾳ, κατὰ δὲ τοὺς Ὁμηρ. ὕμνους (Ὕμν. εἰς Ἀπόλλ. 49 κἑξ.) καὶ μετεγεν. συγγραφ. ἐν Δήλῳ· ἀπεικονίζεται δὲ ἀεὶ νεαρὸς μετὰ κυμαινομένης κόμης, Ὀδ. Τ. 86. Παρ’ Ὁμήρῳ εἶναι ὁ δοτὴρ τῆς μαντοσύνης (Ἰλ. Α. 72), παρέχει εἰς τοὺς ῥαψῳδοὺς γνῶσιν τοῦ παρελθόντος καὶ θεωρεῖται ὡς μουσηγέτης, Ἰλ. Α. 603, πρβλ. εὐλύρας, χρυσολύρας, φορμικτής: εἶναι ὡσαύτως θεὸς τῆς τοξικῆς, ὄθεν καὶ καλεῖται ἀργυρότοξος, κλυτότοξος, ἕκατος, ἑκατηβόλος, κτλ.· πρὸς δὲ καὶ τῆς ἰατρικῆς, πρβλ. Παιάν, ἰατρός, ἰατρόμαντις. Ὁ αἰφνίδιος θάνατος τῶν ἀνδρῶν ἀπεδίδετο εἰς τὰ ἀγανὰ αὐτοῦ βέλεα, ὡς ὁ τῶν γυναικῶν εἰς τὴν Ἄρτεμιν· ἐν δὲ τῇ Ἰλ. Α. 50 κἑξ. τὰ βέλη αὐτοῦ παρίστανται ὡς προξενοῦντα φοβερὸν λοιμόν. Πρβλ. Φοῖβος, Σμινθεύς, Λύκειος. Δὲν ἐταυτίσθη δὲ μετὰ τοῦ Ἡλίου, εἰ μὴ ἀργὰ μόνον, βεβαίως οὐχὶ πρὸ τῶν χρόνων τοῦ Αἰσχύλου. Λεπτομερὴς περιγραφὴ τῶν προσόντων τοῦ ἐνδόξου τούτου θεοῦ εὕρηται ἐν Πινδ. Π. 5. 85 κἑξ. Τὸ ὄνομα αὐτοῦ κατ’ Ἀρχίλ. 23 παράγεται ἐκ τοῦ ἀπόλλυμι. Αἰσχύλ. Ἀγ. 1082, Εὐρ. 781, 11 κἑξ., ἀλλ΄ ἴδε Μυλλέρου π. Δωρ. 2. 6. § 6: - Ἴδε κατάλογον τῶν ὀνομάτων αὐτοῦ καὶ ἰδιοτήτων ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. τ. 4. Πίνακ. ΙΙΙ.

French (Bailly abrégé)

ωνος (ὁ) :
Apollon, dieu de la musique, des arts et de la poésie.
Étymologie: p. Ἀπέλλων, litt. qui éloigne le mal, de ἀπέλλω.

English (Autenrieth)

<<><>>απόλλωνος: Apollo, son of Zeus and Leto, and brother of Artemis, like her bringing sudden, painless death (see ἀγανός); god of the sun and of light, Φοῖβος, λυκηγενής, of prophecy (his oracle in Pytho, Od. 8.79), Il. 1.72, Od. 8.488; but not in Homer specifically god of music and leader of the Muses, though he delights the divine assembly with the strains of his lyre, Il. 1.603; defender of the Trojans and their capital, and of other towns in the Trojan domain, Cilla, Chryse, Il. 1.37, Il. 4.507; epithets, ἀκερσεκόμης, ἀφήτωρ, διΐφιλος, ἑκατηβόλος, ἕκατος, ἑκηβόλος, ἑκάεργος, ἰήιος, λᾶοσσό<<><>>ς, παιήων, χρῦσάορος, Σμινθεύς, Φοῖβος.

English (Slater)

ᾰπόλλων (-ων, -ωνος, -ωνι, -ωνα, -ον)
   a ὑπ' Ἀπόλλωνος γλυκείας πρῶτον ἔψαυσ Ἀφροδίτας sc. Euadne (O. 6.35) δᾶμον Ὑπερβορέων Ἀπόλλωνος θεράποντα (O. 3.16) ἔννεπε δ' εὐθὺς Ἀπόλλων as Pythian oracle (O. 8.41) (Χάριτες) χρυσότοξον θέμεναι πάρα Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους (O. 14.11) χρυσέα φόρμιγξ, Ἀπόλλωνος καὶ ἰοπλοκάμων σύνδικον Μοισᾶν κτέανον (P. 1.1) Κίνυραν, τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων (P. 2.16) εἰς Ἀίδα δόμον ἐν θαλάμῳ κατέβα, τέχναις Ἀπόλλωνος sc. Koronis (P. 3.11) τότ' ἔειπεν Ἀπόλλων (P. 3.40) οὐκ ἀποδάμου Ἀπόλλωνος τυχόντος ἱέρεα χρῆσεν (P. 4.5) τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας (P. 4.66) “οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων” (P. 4.87) ἐξ Ἀπόλλωνος δὲ φορμιγκτὰς ἀοιδᾶν πατὴρ ἔμολεν, εὐαίνητος Ὀρφεύς (P. 4.176) ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ in Cyrene (P. 4.294) ὁ δ' ἀρχαγέτας Ἀπόλλων since his oracle ordered the foundation of Cyrene (P. 5.60) Ἄπολλον, τεᾷ, Καρνήἰ, ἐν δαιτὶ (Boeckh: Καρνεῖ(ε) codd.: at Cyrene) (P. 5.79) Ἐρεχθέος ἀστῶν, Ἄπολλον, οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν (i. e. the Alkmaionidai: cf. Herod., 5. 62) (P. 7.10) δμᾶθεν δὲ κεραυνῷ τόξοισί τ' Ἀπόλλωνος (sc. οἱ Γίγαντες) (P. 8.18) εὐρυφαρέτρας ἑκάεργος Ἀπόλλων (P. 9.28) Ἄπολλον (P. 10.10) Ψπερβορέων . ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει (P. 10.35) φόρμιγγ' Ἀπόλλων ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων ἁγεῖτο παντοίων νόμων (N. 5.24) μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων (παρ' Αἰγινήταις Δελφίνιος μὴν ἄγεται Δελφινίου Ἀπόλλωνος ἱερός. Σ.) (N. 5.44) κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυω- νόθε, Μοῖσαι, τὰν νεόκτιστον ἐς Αἴτναν i. e. from the temple of Apollo at Sikyon, where were held the games called Pythia (N. 9.1) ἐν Κρίσᾳ δ' εὐρυσθενὴς εἶδ Ἀπόλλων μιν πόρε τἀγλαίαν (I. 2.18) ἐν χρόνῳ δ' ἔγεντ Ἀπόλλων fr. 33b = fr. 147 Schr. ὧραι [Ἀπόλ]λωνι δαῖτα φιλησιστέφανον ἄγοντες (Pae. 1.8) [παι]ᾶνα [δι]ώξω Δηρηνὸν Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν at Abdera Πα. 2. . ἰήιε, Δάλἰ Ἄπολλον (Pae. 5.1) 1, 3, . ἔσχον Δᾶλον, ἐπεί σφιν Ἀπόλλων δῶκεν ὁ χρυσοκόμας Ἀστερίας δέμας οἰκεῖν (Pae. 5.40) κατέβαν στεφάνων καὶ θαλιᾶν τροφὸν ἄλσος Ἀπόλλωνος at Delphi Πα. . 1. πρὸ πόνων δέ κε μεγάλων Δαρδανίαν ἔπραθεν, εἰ μὴ φύλασσεν Ἀπόλλων (Pae. 6.91) Ἀπόλλωνί γ[ (Pae. 7.5) Ἄπολλο[ν Πα. 7B. 1. κλυτοὶ μάντιες Ἀπόλλωνος (Pae. 8.13) ]ἄναξ Ἄπολλον[ (Pae. 16.2) ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 2. παιηο[ν- ] Ἀπόλλωνί τε καὶ[ fr. 140b. 10. ὀρχήστ' ἀγλαίας ἀνάσσων, εὐρυφάρετῤ Ἄπολλον fr. 148. ]εν γάρ, Ἄπολλον[ fr. 215. 8. ]Ἀπόλλωνι μὲν θ[ ?fr. 333a. 4.
   b Apollo Agreus or Nomios; cf. Serv. ad Virg. Georg. 1. 14, = Hes. fr. 129. R={3}. “θήσονταί τέ νιν (sc. Ἀρισταῖον) ἀθάνατον, Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων, ἀνδράσι χάρμα φίλοις, ἄγχιστον ὀπάονα μήλων, Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν” (P. 9.64)
   c test., v. fr. 51a, fr. 55, fr. 56, fr. 100.