ἰῶτα
νίψον ἀνομήματα, μὴ μόναν ὄψιν → wash the sins, not only the face | wash my transgressions, not only my face
English (LSJ)
[ῐ], τό, indecl., (Hebr.
A yôd) the letter ι, Pl.Cra.418b, Aen. Tact.31.18, Call.Gramm. ap. Ath.10.453d, etc.
2 line, stroke, on a sundial, Bull.Soc.Alex.4.83 (iii B.C.).
3 prov., of anything very small, smallest letter, jot, Ev.Matt.5.18.
German (Pape)
[Seite 1278] τό, indecl. Namen des Buchstaben ι, Callias bei Ath. X, 453 d.
French (Bailly abrégé)
(τό) :
indécl.
iota : 9ᵉ lettre de l'alphabet grec.
Étymologie: emprunt sém. ; cf. hébr. yod.
Russian (Dvoretsky)
ἰῶτα: τό indecl. иота (название буквы ι): οὐ ἰ. ἓν ἢ μία κεραία погов. NT ни одна иота и ни одна черточка, т. е. решительно ничего.
Greek (Liddell-Scott)
ἰῶτα: Καλλίας παρ’ Ἀθην. 453D, ἴδε ὑπὸ τὸ στοιχεῖον ι· - παροιμ. ἐπὶ πράγματος λίαν μικροῦ, τὸ σμικρότατον τῶν γραμμάτων (τὸ Ἐβρ. jôd), ἰῶτα ἓν... οὐ μή παρέλθῃ Εὐαγγ. κ. Ματθ. ε΄, 18.
English (Strong)
of Hebrew origin (the tenth letter of the Hebrew alphabet); "iota", the name of the eighth letter of the Greek alphabet, put (figuratively) for a very small part of anything: jot.
English (Thayer)
τό, iota (A. V. jot), the Hebrew letter, yodh י, the smallest of them all; hence equivalent to the minutest part: Matthew 5:18. (Cf. Iota.)
Greek Monolingual
και γιώτα, το (Α ἰῶτα, τὸ)
άκλ. το δέκατο γράμμα του ελλ. αλφαβήτου (ι, Ι)
αρχ.
1. (σε παροιμ. έκφρ.) για πολύ μικρό πράγμα, το πιο μικρό γράμμα («ἰῶτα ἕν... οὐ μὴ παρέλθη», ΚΔ)
2. πάπ. γραμμή ηλιακού ωρολογίου
3. σύμβολο του ονόματος Ιησούς, επειδή είναι το αρχικό γράμμα του και επειδή με το ευθύ σχήμα του συμβολίζει την ευθύτητα του Ιησού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. εγκυκλ. λ. Ι, ιώτα].
Greek Monotonic
ἰῶτα: το γράμμα γιώτα· παροιμ., λέγεται για οποιοδήποτε πολύ μικρό πράγμα, το πιο μικρό των γραμμάτων (το Εβρ. jôd), σε Καινή Διαθήκη
Frisk Etymological English
Grammatical information: n.
Meaning: the ninth letter of the alphabet (Pl. Kra. 418b).
Other forms: indecl.
Derivatives: ἰωτακισμός repetition of the i (Quint.), after σολοικισμός, ἀττικισμός etc. (Niedermann Rev. de phil. 74, 5ff.; cf Schwyzer 736 w. n. 8).
Origin: LW [a loanword which is (probably) not of Pre-Greek origin] Sem.
Etymology: From Semitic, cf. Hebr. jōdh; s. Schwyzer 140 a. 313.
Middle Liddell
the letter iota, proverb. of anything very small, the smallest letter, a jot (the Hebr. yod), NTest.
Ι, ι, ἰῶτα, τό, indecl., ninth letter of the Gr. alphabet: as numeral ι# = 10, but #22ι = 10, 000. The ι subscriptum was called ι προσγεγραμμένον, adscriptum, and was so written till the 13th century, τῶι (not τῷ), as is still done in capital letters ΤΩΙ., Changes of ι:
1. doric, ι for υ in the 3rd pl. and part. pres., as φιλέοισι ἐοῖσα for φιλέουσι, etc.; so also Μοῖσα Ἀρέθοισα for Μοῦσα, etc.:—it was added to α in some Adjs., and in the aor1 part., as μέλαις τάλαις ῥίψαις for μέλας, etc.; and in the acc. pl. fem. of 1st decl., as ταῖς νύμφαις for τὰς νύμφας.
2. Boeot. and Lacon. as σιός, σεῖος, for θεός, θεῖος.
3. ῑ easily passes into ει, whence forms like εἴλω ἴλλω, εἴλη ἴλη, εἴρην ἰρήν: ῐ was sometimes exchanged with ε, as in ἑστία, ionic ἱστίη:—often inserted to lengthen the syllable, e. g. εἰν εἰς ξεῖνος κεινός πνείω ὑπείρ διαί μεταί παραί, for ἐν, ἐς, etc. The Quantity of ι varies.
Frisk Etymology German
ἰῶτα: {iō̃ta}
Grammar: n.
Meaning: indekl. der neunte Buchstabe des Alphabets (Pl. Kra. 418b u. a.).
Derivative: Davon ἰωτακισμός ‘Wiederholung des i’ (Quint. u. a.), nach σολοικισμός, ἀττικισμός usw. (Niedermann Rev. de phil. 74, 5ff.; dazu Schwyzer 736 m. A. 8 u. Lit.).
Etymology : Aus dem Semitischen, vgl. hebr. jōdh; dazu Schwyzer 140 u. 313.
Page 1,749
Chinese
原文音譯:„îta 衣哦他
詞類次數:名詞(1)
原文字根:點
字義溯源:點,衣哦他(音譯);希臘文第八個字母,因其字形如一點,中譯為:點,源自希伯來文第十個字母:若特,或:衣哦他
出現次數:總共(1);太(1)
譯字彙編:
1) 點(1) 太5:18