δήποτε

From LSJ

ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δήποτε Medium diacritics: δήποτε Low diacritics: δήποτε Capitals: ΔΗΠΟΤΕ
Transliteration A: dḗpote Transliteration B: dēpote Transliteration C: dipote Beta Code: dh/pote

English (LSJ)

indef. Adv. (better written δή ποτε), Ion. δήκοτε, Dor. δήποκα,
A at some time, once upon a time, Od.6.162, E.Supp.1131 (lyr.); αἰεὶ δ. Th.8.73; at length, A.Ag.577.
2 εἰ δή ποτε if ever, Il.1.40.
3 with interrog., τί δή ποτε; what in the world? what or why now? καίτοι τί δή ποτε; D.4.35; πόσοι δή ποτ' εἰσὶν οἱ…; how many do you suppose? Id.20.21.
4 esp. freq. with relatives, ὅτι δή κοτε πράξαντα Hdt.6.134; ὅστις δ. ὤν Pl.Phdr.273c; ὅτι δή ποτε whatever it may be, 'so-and-so', D.21.32; ὁπόθεν δ. Id.35.6: strengthened by οὖν, ὅντινα δή ποτ' οὖν τρόπον Id.40.8; οἷος δή ποτ' οὖν v.l. in Dsc.5.10; also δή ποτ' οὖν without relat., κατὰ πρεσβείαν ἢ κατ' ἄλλην δ. χρείαν Arch.Pap.6.9 (Delos).

Spanish (DGE)

• Alolema(s): jón. δήκοτε Hdt.5.80, Herod.7.81
• Morfología: [tb. divissim δή ποτε, δή κοτε, δή ποκα]
adv.
I c. valor temp. indef.
1 gener. algún día, en algún momento ἄλλοτε δή ποτε μᾶλλον ἐρωῆσαι πολέμοιο μέλλω en algún otro momento puedo preferir apartarme de la guerra, Il.13.776, δή ποτ' Ἀριστόδαμον φαῖσ' οὐκ ἀπάλαμνον ... λόγον εἴπην dicen que una vez Aristodamo dijo una frase no sin sentido Alc.360.1, εἶπε δή κοτε μαθών τις alguien que en algún momento lo entendió dijo Hdt.l.c., cf. Il.14.234, Od.6.162, Sapph.22.15, Ar.Au.1251, αἰεὶ δ. siempre en un momento u otro Th.8.73
frec. en or. cond. εἰ δή ποτε si alguna vez ref. al pasado Il.1.40, cf. Od.19.22, Ar.Ra.242, ref. al pres. o fut. ἢν ἄρα δ. ἐδητύος ἄμμι λίπωσι si alguna vez me dejan algo de comida A.R.2.228, cf. 3.1069, εἰ δέ κεν ... δή ποτ' ... δὴ τότε si alguna vez ... entonces A.R.4.1419
insistiendo en un momento determinado del pasado antaño, una vez en otro tiempo, un día πρὶν δή ποτε S.Ai.612, ἐπειρήθην δὲ δή ποτε ... Hp.Art.47, δή κοτε ἀπιούσῃ ἐκ τοῦ ἱροῦ Hdt.6.61, ποῦ τὴν ἄνασσαν δή ποτ' οὖσαν Ἰλίου Ἑκάβην ἂν ἐξεύροιμι; ¿dónde podría encontrar a Hécuba, que fue antaño reina de Ilión? E.Hec.484, τὸν ἁβρὸν δ. ἐν Τροίᾳ πόδα mi pie, que un día en Troya fue delicado E.Tr.506, Δηὼ γὰρ κείνῃ ἐνὶ δή ποτε νάσσατο γαίῃ A.R.4.988, ἇς δή ποκ' ἀπὸ ψυχὰν ἐρύσαντο ὠδῖνες a la que un día los dolores de parto quitaron la vida, AP 7.730 (Pers.), cf. Pi.O.9.9, A.R.3.1095, 4.1131, Plu.Art.17
frec. introduciendo un relato δ. Κῦρος ἄναξ βασιλήϊον ὡς ἀνέῳξεν τύμβον AP 8.214 (Gr.Naz.), cf. Call.Lau.Pall.70, A.R.2.477, 3.997, AP 9.482 (Agath.), D.S.16.55.
2 alguna vez, a veces καί μοι δ. καὶ λοιδορίαι ... ἥδισται δοκοῦσι Aeschin.Ep.5.6, cf. Nic.Al.383, πολλάκι ... δ. unas veces ... otras Nic.Al.133, cf. Th.683.
3 por fin, finalmente, de una vez Τροίαν ἑλόντες δ. A.A.577, ὦ θεοί, γενέσθω δή ποτ' εὐτυχὲς γένος τὸ Ταντάλειον E.Hel.855, ἐπὶ χρόνον ἄφθογγος ἦν· μόγις δὲ δή κοτε ... εἶπε permaneció mudo un tiempo; finalmente con esfuerzo habló Hdt.1.116, ἵν[α] δ. τὸ πρᾶγμα πέρας λ[ά] βῃ PFam.Teb.15.41 (II d.C.).
II sin valor temp., aumenta la indefinición
1 de un pron., adj. o adv. relat. sea quien sea, sea lo que sea ὅστις δ. ὤν Pl.Phdr.273c, ὅτου δ. εἵνεκα por la razón que haya sido D.18.21, ὅτι δ. lo que sea, algo Hp.Ep.17.3, Hdt.6.134, D.21.32, Arist.Xen.979a6, ὅ τι δή κοτέ ἐστι τὸ ἐπιφαινόμενόν τοι ἐν τῷ ὕπνῳ Hdt.7.16γ, ὅ τι μοι λοιπὸν ψυχῆς, ὅ τι δ. lo que me queda del alma, sea lo que sea, AP 12.166 (Asclep.), ἐλάσας ἐπὶ τὰς Σάρδις τοῦ Κύρου στρατοῦ μοῖραν ὅσην δή κοτε ἔχων conduciendo hacia Sardes una parte -lo que tenía- de las tropas de Ciro Hdt.1.157, δώσω ὅσον τις καὶ ἄλλος πλεῖστον δ. ἔδωκε X.Cyr.3.2.26, πρὸς ἑαυτὸν ὅντινα δ. ὕμνον περαίνων Eun.VS 475, χαλκοῦ ῥίνημ' ὂ δήκοτ' ἐστί la raspadura de una moneda sea cual sea su tamaño Herod.l.c., καθ' ἥντινα δ. αἰτίαν PLond.904.22 (II d.C.), ὁπόθεν δ. de donde sea D.35.6, cf. ὁσδήποτε, ὁτιδήποτε, etc.
2 de un pron., adj. o adv. interr. τί δ.; ¿qué en general?, ¿qué, sea lo que sea? X.Mem.3.2.2, Pl.Euthphr.15a, Grg.450b, διὰ τί δὲ δ.; Hp.Flat.10, διὰ τίνα δή ποτ' αἰτίαν; ¿por qué causa, sea cual sea? Arist.Pol.1280b24, πόσοι δή ποτ' εἰσίν; ¿cuántos son en verdad? D.20.21
τί δ.; ¿por qué razón?, ¿a santo de qué? en interr. dir. o indir. D.6.7, 8.8, 10.71, Arist.de An.408a25, I.BI 5.462, Plu.2.723b, Phoc.18, Luc.IConf.16, Hes.1, DDeor.23.1, Max.Tyr.1.5, Ep.Diog.1, Eun.VS 466.

German (Pape)

[Seite 567] richtiger δή ποτε geschrieben, von Homer an überall. Bei Homer haben entschieden beide Wörter, δή und ποτέ, ihre gesonderte, ursprüngliche Bdtg, sie verschmelzen nicht in einen neuen Begriff: Odyss. 6, 162 Δήλῳ δή ποτε τοῖον Ἀπόλλωνος παρὰ βωμ ῷ φοίνικος νέον ἔρνος ἀνερχόμενον ἐνόησα: hier hebt δή das Δήλῳ hervor und ποτέ heißt »einst«; Iliad. 19, 271 οὐκ ἂν δή ποτε θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ἐμοῖσιν Ἀτρείδης ὤρινε διαμπερές; 1, 40 εἴ ποτέ τοι χαρίεντ' ἐπὶ νηὸν ἔρεψα, ἢ εἰ δή ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί' ἔκηα ταύρων ἠδ' αἰγῶν, τόδε μοι κρήηνον ἐέλδωρ, vgl. 1, 394 Δία λίσαι, εἴ ποτε δή τι ἢ ἔπει ὤνησας κραδίην Διὸς ἠὲ καὶ ἔργῳ. – Eurip. Hecub. 484 ποῦ τὴν ἄνασσαν δήποτ' οὖσαν Ἰλίου Ἑκάβην ἄν ἐξεύροιμι; – Am häufigsten nach Homer in der Frage: τί δή ποτε, was denn in aller Welt? warum denn das? Plat. Gorg. 450 b; Xen. Mem. 3, 2, 2.

French (Bailly abrégé)

ou δή ποτε;
adv.
quelque jour, quelquefois ; naguère ; εἰ δή ποτε, si jamais ; ὅ τι δή κοτε (ion.) HDT n'importe quoi enfin ; dans les interr. τί δή ποτε ; quoi enfin ?

Russian (Dvoretsky)

δήποτε: ион. δή-κοτε тж. раздельно
1 когда-то: Δήλῷ δ … Hom. когда-то в Делосе; δ. ἐν Μυκήναις … Eur. некогда в Микенах;
2 когда-либо: εἰ δ. Hom. если когда-нибудь;
3 (для выражения нетерпения) же, наконец, в конце концов: πόσοι δ. εἰσιν; Dem. сколько же их?; τί (οὖν) δ.; Xen., Plat., Dem. что же, наконец? или почему же, в конце концов?;
4 (в знач. разделит.-неопредел.) … ни было: ὅ τι δ. Her. что бы то ни было, что-либо; ὅστις δ. ὤν Plat. кто бы он ни был.

Greek (Liddell-Scott)

δήποτε: ἀόρ. ἐπίρρ. συνήθως γραφόμενον δή ποτε, Δωρ. δήποκα, κατά τινα καιρόν, κἄποτε, μίαν φοράν, Ὀδ. Ζ. 102, Αἰσχύλ. Ἀγ. 577, Εὐρ. Ἱκέτ. 1130. 2) εἰ δή ποτε, Λατ. si quando, Ἰλ. Α. 40· ὅτι δή ποτε Δημ. 524. 20· ὁπόθεν δή ποτε (διάφ. γραφ. δή ποθεν), ἔκ τινος ὁπωσδήποτε μέρους, ὁ αὐτ. 925. 5. 3) ὡς ἐρωτ., τί δή ποτε; τί συμβαίνει; λοιπόν, τί; Λατ. quidnam. Donat. Terent. Andr. 3. 4, 3 (πρβλ. γὰρ ΙΙΙ. 1)· καίτοι τί δή ποτε; jam vero quid tandem? Δημ. 50. 4· ὡσαύτως, ὅστις δήποτε, ὅ τι δ. πράξαντα Ἡρόδ. 6. 134· ὅστις δ. ὢν Πλάτ. Φαίδρ. 273C· ‒ πόσοι δή ποτε; πόσοι νομίζεις; Δημ. 463. 12. 4) ὡσαύτως, δή ποτ᾿ οὖν = Λατ. cunque, ὁ αὐτ. 1010. 15. Πρβλ. Λοβ. Φρύν. 373.

English (Strong)

from δή and ποτέ; a particle of generalization; indeed, at any time: (what-)soever.

English (Thayer)

(from δή and πότε), adverb, now at length (jam aliquando); at any time; at last, etc., just exactly; (hence, it generalizes a relative, like the Latin cumque; see Lob. ad Phryn., p. 373): ᾧ δήποτε νοσήματι, with whatsoever disease, R G, but L ὁιωδηποτουν).

Greek Monolingual

(AM δήποτε και δήποτε
Α και ιων. τ. δήκοτε και δωρ. τ. δήποκα)
αοριστολογικό μόριο που στον λόγο δεν παρουσιάζεται ποτέ αυτοτελές αλλά πάντοτε ως επίθημα στις αναφορικές αντωνυμίες όστις, οίος, οποίος, όσος και στα αναφορικά επιρρ. όπως, όπου, ότε, οπότε
π.χ. οποιοσδήποτε (=όποιος κι αν είναι), οστισδήποτε, οιονδήποτε κ.λπ., οπωσδήποτε (=όπως κι αν έχει ή κι αν είναι το πράγμα), οπουδήποτε κ.λπ.
αρχ.
1. κάποτε, σε κάποιον καιρό
2. οποθενδήποτε
από κάποιο οπωσδήποτε μέρος
3. εν τέλει, επί τέλους
4. (ως ερωτημ.) τέλος πάντων, επί τέλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δη + ποτέ].

Greek Monotonic

δήποτε: ή δήποτε, Δωρ. δή-ποκα, αόρ. επίρρ.:
1. κάποτε, σε κάποια χρονική στιγμή, μια φορά κι έναν καιρό, σε Ομήρ. Οδ., Αισχύλ. κ.λπ.
2. εἰ δή ποτε, Λατ. si quando, σε Ομήρ. Ιλ.· ὁπόθεν δή ποτε, από κάποιο οποιοδήποτε μέρος, σε Δημ.
3. ως ερωτημ., τί δή ποτε; τί συμβαίνει; quid tandem? σε ίδ.· πόσοι δή ποτε; πόσοι νομίζεις, εικάζεις; στον ίδ.

Middle Liddell

[δή, ποτε]
1. at some time, once upon a time, Od., Aesch., etc.
2. εἰ δή ποτε, Lat. si quando, Il.; ὁπόθεν δή ποτε from some quarter or other, Dem.
3. as interrog., τί δή ποτε; what in the world? quid tandem? Dem.; πόσοι δή ποτε; how many do you suppose? Dem.

Chinese

原文音譯:d»pote 得-坡-帖
詞類次數:副詞(1)
原文字根:捆綁-?這-此外
字義溯源:的確,沒有例外,無論如何,無論;一個歸納性的質詞,由(δή)*=於是)與(ποτέ)=同時)組成;其中 (ποτέ)又由(πού)=某處)與(τέ)*=雙方)組成,而 (πού)出自(πορφυρόπωλις)X*=有些)
出現次數:總共(1);約(1)
譯字彙編
1) 無論(1) 約5:4

English (Woodhouse)

added to relatives, with relatives

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)