ἐπιφάνεια: Difference between revisions
(4) |
(2) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐπιφάνεια:''' [ᾰ] ἡ<br /><b class="num">I.</b> [[εμφάνιση]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> ορατή [[επιφάνεια]]· εξωτερική [[παράσταση]], [[εμφάνιση]], [[διάκριση]], σε Πλάτ. | |lsmtext='''ἐπιφάνεια:''' [ᾰ] ἡ<br /><b class="num">I.</b> [[εμφάνιση]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> ορατή [[επιφάνεια]]· εξωτερική [[παράσταση]], [[εμφάνιση]], [[διάκριση]], σε Πλάτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐπιφάνεια:''' (ᾰ) ἡ<b class="num">1)</b> (по)явление (τῶν πολεμίων Polyb.; τῶν [[θεῶν]] Plut.): ἐ. τῆς ἡμέρας Polyb. рассвет;<br /><b class="num">2)</b> чудесное явление, проявление божественной силы (ἐν ταῖς θεραπείαις Diod.);<br /><b class="num">3)</b> (тж. ἡ [[ἔξω]] ἐ. Arst. и ἡ ἐκτὸς ἐ. Polyb.) внешняя (наружная) сторона, бок ([[τρεῖς]] ἐπιφάνειαι τῆς πόλεως Polyb.);<br /><b class="num">4)</b> поверхность (ἐ. [[λεία]] Arst.; εἰς τὴν ἐπιφανειαν ἐκπίπτειν Diod.);<br /><b class="num">5)</b> воен. фланг (κατὰ τὰς ἐπιφανείας μάχεσθαι Polyb.): ἡ κατὰ [[πρόσωπον]] ἐ. Polyb. фронт;<br /><b class="num">6)</b> поверхность тела, кожа (οἱ Πυθαγόρειοι την ἐπιφάνειαν χροιὰν ἐκάλουν Arst.);<br /><b class="num">7)</b> (внешний) блеск, известность, почет (ἐ. καὶ [[δόξα]] Plut.; ἐπιφάνειαι καὶ λαμπρότητες Isocr.). | |||
}} | }} |
Revision as of 20:40, 31 December 2018
English (LSJ)
[ᾰ], ἡ,
A appearance, coming into light or view, τῆς ἡμέρας day-break, dawn, Plb.3.94.3 ; in war, sudden appearance of an enemy, Aen.Tact.31.8, Plb.1.54.2, Ascl.Tact.12.10(pl.), Onos.22.3(pl.). 2 esp. of deities appearing to a worshipper, manifestation, D.H.2.68, Plu.Them.30 ; advent, D.S.2.47 ; τὰς ὑπ' αὐτῆς (sc. Ἀρτέμιδος) γενομένας ἐναργεῖς ἐ. SIG867.35 (Ephesus,ii A.D.); a manifestation of divine power, τὰς ἐ. τᾶς Παρθένου Klio16.204 (Chersonesus, iii B.C.), cf.LXX 2 Ma.15.27, D.S.1.25. 3 the first coming of Christ, 2 Ep.Ti.1.10 ; the second, 1 Ep.Ti.6.14,al. 4 of the accession of Caligula, Inscr.Cos391. 5 appearance, aspect, οἰκετικὴ ἐ. Myro 2 J.; κατὰ τὴν ἐ., distd.fr. κατὰ τὴν ἐπίφασιν, Plb.25.3.6. II visible surface of a body, superficies, Democr.155 (pl.), Arist.Cat.5a2, Metaph.1002a4, Ph.209a8, Sens.439a31, Euc.1 Deff.,Ph.Bel.70.27, Damian.Opt. 11 ; ἡ κατὰ πρόσωπον ἐ. the front, Plb.1.22.10 ; κατὰ τὰς ἐ. μάχεσθαι to fight in front, Id.3.116.10 ; ἐ. ἡ ἐκ δεξιῶν Arr.Tact.21.3 ; αἱ τρεῖς ἐ. τῆς πόλεως its three visible sides, Plb.4.70.9 ; the surface or skin of the body, D.S.3.29, Pap. in AJP24.327, Gal.16.530, etc.; μυδῶντα τὴν ἐ. Luc.Philops.11 ; τῆς ἔνδον ἐ. τῶν ἐντέρων Gal.18(1).2. 2 outward show, fame, distinction, esp. arising from something unexpected, Pl. Alc.1.124c ; ἐ.ποιεῖν to create a sensation, Is.7.13 : in pl., Isoc.6.104, D.S.19.1 ; τὰ πρὸς ἐπιφάνειαν καὶ δόξαν ἀνήκοντα OGI763.19 (Milet., ii B.C.), cf. Arr.Epict.3.22.29.
ἐπιφάν-εια (sc. ἱερά), τά,
A sacrifices in celebration of an ἐπιφάνεια, Δημήτριος τὰ ἐ. τοῦ ἀδελφοῦ θύων Caryst.10.
German (Pape)
[Seite 998] τά, sc. ἱερά, auch ἐπιφάνια, das Fest der Erscheinung Christi, K. S. – Ein anderes Fest erwähnt Ath. XII, 542 e, τὰ ἐπιφάνεια τοῦ ἀδελφοῦ θύων. ἡ, 1) das Erscheinen, die Erscheinung, καραδοκοῦντες τὴν ἐπ. τῆς ἡμέρας Pol. 3, 94, 3; τῶν πολεμίων 1, 54, 2; a. Sp.; bes. vom Hülfe bringenden Erscheinen der Götter, D. Hal. 2, 68; Plut. u. A.; auch von der in außerordentlichen Begebenheiten sich offenbarenden göttlichen Macht u. Vorsehung, ἡ ἐν ταῖς θεραπείαις ἐπιφ. D. Sic. 1, 25, wo Wesseling zu vgl.; Plut. Them. 30 Camill. 16; bei K. S. die Erscheinung Christi. – 2) das Erscheinen von außen oder von oben, dah. die Oberfläche, Außenseite, τὴν ἐπιφάνειαν χροιὰν ἐκάλουν οἱ Πυθαγόρειοι Arist. de sens. 3; μοσχείῳ δέρματι περιείληπται τὴν ἐκτὸς ἐπιφάνειαν, die Außenseite des Schildes, Pol. 6, 23, 3; die Fläche, ὃ μῆκος καὶ πλάτος μόνον ἔχει, Eucl. u. a. Mathem.; Seite, καὶ πλευρά Pol. 6, 27, 3; τὰς τρεῖς ἐπιφανείας τῆς πόλεως, drei Seiten der Stadt, 4, 70, 9; die Front des Heeres, 3, 116, 10. – Uebertr., das äußere Ansehen, Glanz, Ehre, Plat. Alc. I, 124 c; ἐπιφάνειαι καὶ λαμπρότητες Isocr. 6, 104; Pol. 6, 43, 7 u. Sp., wie D. Sic. 19, 1; τὸ μέγεθος τῶν δικῶν – ἐπιφάνειάν τινα ἐποίησε, machte Aufsehen, Is. 17, 13. – Anschein, Schein, der ἀλήθεια entgeggstzt, Suid.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιφάνεια: ᾰ, ἡ, ἐμφάνισις, π. χ. τῆς ἡμέρας, ἡ «χαραυγή», Πολύβ. 3. 94, 3˙ ἰδίως ἡ ἀπροσδόκητος ἐμφάνισις ἐχθροῦ, ὁ αὐτ. 1. 54, 2˙ ἐπὶ θεοτήτων ἐμφανιζομένων εἰς τὸν λατρεύοντα, Διον. Ἁλ. 2. 68, Πλουτ. Θεμ. 30˙ τὰς ὑπ’ αὐτῆς (ἐνν. Ἀρτέμιδος) γινομένας ἐναργεῖς ἐπ. Ἐπιγρ. Ἐρ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 2954. 4˙ φανέρωσις τῆς Προνοίας, Διόδ. 1. 15, ἔνθα ἴδε Wessel.: ― ὅρασις, ὅραμα, Ἰουστ. Μ. Ἀπολ. 1. 5 καὶ 14˙ ἡ ἐμφάνισις τοῦ Θεοῦ, τοῦ Χριστοῦ ἢ τῶν δαιμόνων, Ἑβδ. (Β΄ Βασιλ. Ζ΄, 23, Β΄ Μακκ. Γ΄, 24. κτλ.), Ἀριστέας 30, Παύλ. Ἐπιστ. π. Τιμ. Β΄, α΄, 10. Κλήμ. Ρ. 2. 12, Κλήμ. Ἀλ. ΙΙ. 39Β. = τὰ ἐπιφάνια, Χρυσ. ΙΙ. 369D, κλ. ΙΙ. ἡ ὁρατὴ ἐπιφάνεια σώματός τινος, Ἀριστ. Κατηγ. 6, 1, Μεταφ. 2. 5. 3., 6. 2, 2, κ. ἀλλ.˙ ἐπιφάνεια δέ ἐστιν, ὃ μῆκος καὶ πλάτος μόνον ἔχει Εὐκλ. Στοιχεῖα Ι, Ε΄˙ ἡ κατὰ πρόσωπον ἐπ., τὸ μέτωπον, Πολύβ. 1. 22, 10˙ κατὰ τὰς ἐπ. μάχεσθαι, ἐν τῷ μετώπῳ, ὁ αὐτ. 3. 116, 10˙ αἱ τρεῖς ἐπ. τῆς πόλεως, αἱ τρεῖς ὁραταὶ αὐτῆς πλευραί, ὁ αὐτ. 4. 70, 9˙ ἡ ἐπιφάνεια ἤτοι ἐπιδερμὶς τοῦ σώματος, Ἀριστ. π. Αἰσθ. 3. 5, Διόδ. 3. 29, ἔνθα ἴδε τὸν Wessel. 2) τὸ κατ’ ἐπιφάνειαν, τὸ ἐξωτερικόν, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν οὐσίαν ἢ πραγματικότητα, κατὰ τὴν ἐπιφάνειαν, ἐν ἀντιθ. πρὸς τὸ τῇ ἀληθείᾳ, παρὰ τῷ Σουΐδ. 3) ἐξωτερικὴ ἐπίδειξις, φήμη, δόξα, ἰδίως προερχομένη ἔκ τινος ἀπροσδοκήτου, Πλάτ. Ἀλκ. 1. 124C, Ἰσαῖος 64. 34˙ ἐν τῷ πληθ., Ἰσοκρ. 137C, Διόδ. 19. 1.
French (Bailly abrégé)
1ας (ἡ) :
apparition ; manifestation de la puissance divine ; renom, illustration.
Étymologie: ἐπιφανής.
English (Strong)
from ἐπιφανής; a manifestation, i.e. (specially) the advent of Christ (past or future): appearing, brightness.
English (Thayer)
ἐπιφανείας, ἡ (ἐπιφανής), an appearing, appearance (Tertullian apparentia); often used by the Greeks of a glorious manifestation of the gods, and especially of their advent to help; in 2Macc. of signal deeds and events betokening the presence and power of God as helper; cf. Grimm on Maccabees, p. 60f, 75 (but especially the thorough exposition by Prof. Abbot (on φωτίσαντος in this passage); but also that illustrious return from heaven to earth hereafter to occur: ἡ ἐπιφάνεια (i. e. the breaking forth) τῆς παρουσίας αὐτοῦ, Trench, § xciv.)
Greek Monolingual
(I)
η (AM ἐπιφάνεια) επιφανής
1. η φαινομενική όψη σε αντίθεση με την πραγματικότητα («εξετάζει μόνο την επιφάνεια τών πραγμάτων»)
2. η ορατή πλευρά, το εξωτερικό κάθε αντικειμένου (α. «επιφάνεια της γης, της θάλασσας» β. «τήν κατὰ πρόσωπον ἐπιφάνειαν ἐσκέπαζον», Πολ.)
3. εκκλ. η εμφάνιση του Χριστού στους θνητούς
νεοελλ.
1. (γεωμ.) ο γεωμετρικός τόπος τών σημείων στα οποία περατούται ένα ορισμένο τμήμα του χώρου ή ειδικότερα, τα όρια στα οποία περατούται ένα στερεό σώμα
2. (νομ.) εμπράγματο δικαίωμα του ρωμαϊκού δικαίου που παρέχει στον δικαιούχο την εξουσία να έχει οικοδομή σε ξένο έδαφος, πληρώνοντας στον κύριο του εδάφους ετήσιο τέλεσμα
3. φρ. «βγήκε στην επιφάνεια» — αποκαλύφθηκε
αρχ.-μσν.
1. εμφάνιση, ερχομός, παρουσία («καραδοκοῡντες τὴν ἐπιφάνειαν τῆς ἡμέρας», Πολ.)
2. η βάπτιση του Χριστού
αρχ.
1. απροσδόκητη εμφάνιση του εχθρού («σημηνάντων τῶν σκοπῶν αὐτῷ πάλιν τὴν ἐπιφάνειαν τῶν ὑπεναντίων», Πολ.)
2. φανέρωση του Θεού στους πιστούς ή εμφάνιση της θείας πρόνοιας
(α. «θαυμάσας τὴν ἐπιφάνειαν τῆς θεοῡ», Πλούτ.
β. «τῇ τοῡ Θεοῡ μεγάλως εὐφρανθέντες ἐπιφανείᾳ», ΠΔ)
3. η δευτέρα παρουσία του Χριστού
4. άνοδος στον θρόνο
5. εξωτερική επίδειξη, λάμψη, φήμη, δόξα («ἡ ἐπιφάνεια δι’ οὐδενὸς ἄλλου σοι ἔσται ἢ δι’ ἐμοῡ», Πλάτ.)
6. (γεωμ.) η έκταση ενός σώματος κατά μήκος και πλάτος, χωρίς το βάθος («ἐπιφάνεια δέ ἐστιν ὅ μῆκος καὶ πλάτος μόνον ἔχει», Ευκλ.)
7. η επιφάνεια ή το δέρμα του σώματος, το εξωτερικό ή το βλεννογόνο.———————— (II)
τα (AM ἐπιφάνεια)
νεοελλ.-μσν.
επιφάνια
αρχ.
θυσίες που γίνονταν στη γιορτή της επιφάνειας, της φανερώσεως ενός θεού ή της νέας εμφανίσεως ενός ανθρώπου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιφάνεια (ενν. ιερά) «τα τελούμενα κατά την εορτή της επιφανείας» (< επιφανής)].
Greek Monotonic
ἐπιφάνεια: [ᾰ] ἡ
I. εμφάνιση, σε Πλούτ.
II. ορατή επιφάνεια· εξωτερική παράσταση, εμφάνιση, διάκριση, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιφάνεια: (ᾰ) ἡ1) (по)явление (τῶν πολεμίων Polyb.; τῶν θεῶν Plut.): ἐ. τῆς ἡμέρας Polyb. рассвет;
2) чудесное явление, проявление божественной силы (ἐν ταῖς θεραπείαις Diod.);
3) (тж. ἡ ἔξω ἐ. Arst. и ἡ ἐκτὸς ἐ. Polyb.) внешняя (наружная) сторона, бок (τρεῖς ἐπιφάνειαι τῆς πόλεως Polyb.);
4) поверхность (ἐ. λεία Arst.; εἰς τὴν ἐπιφανειαν ἐκπίπτειν Diod.);
5) воен. фланг (κατὰ τὰς ἐπιφανείας μάχεσθαι Polyb.): ἡ κατὰ πρόσωπον ἐ. Polyb. фронт;
6) поверхность тела, кожа (οἱ Πυθαγόρειοι την ἐπιφάνειαν χροιὰν ἐκάλουν Arst.);
7) (внешний) блеск, известность, почет (ἐ. καὶ δόξα Plut.; ἐπιφάνειαι καὶ λαμπρότητες Isocr.).