ἅπας: Difference between revisions
Δοῦλος πεφυκὼς εὐνόει τῷ δεσπότῃ → Hero bene cupias servitutem serviens → Sei deinem Herrn, bist du auch Sklave, wohlgesinnt
(3) |
(1) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἅπας:''' ἅ-πασα, ἅ-παν (<i>α αθροιστικό</i> και [[πᾶς]]), επιτετ. του [[πᾶς]]·<br /><b class="num">I. 1.</b> όλος μαζί, όλος, [[συνολικός]], [[ολόκληρος]]· και στον πληθ., όλοι μαζί, σε Όμηρ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> με επίθ., [[ἀργύρεος]] [[ἅπας]], όλος από [[ασήμι]], δηλ. από συμπαγή άργυρο, σε Ομήρ. Οδ.· [[ἅπαν]] [[κακόν]], [[ολοσχερής]] [[συμφορά]], σε Αριστοφ.<br /><b class="num">II.</b> στον ενικ., όπως το [[πᾶς]], ο [[καθένας]], Λατ. [[unusquisque]], [[πᾶν]], [[κάθε]] τι, Λατ. unumquodque, σε Ηρόδ., Αττ. | |lsmtext='''ἅπας:''' ἅ-πασα, ἅ-παν (<i>α αθροιστικό</i> και [[πᾶς]]), επιτετ. του [[πᾶς]]·<br /><b class="num">I. 1.</b> όλος μαζί, όλος, [[συνολικός]], [[ολόκληρος]]· και στον πληθ., όλοι μαζί, σε Όμηρ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> με επίθ., [[ἀργύρεος]] [[ἅπας]], όλος από [[ασήμι]], δηλ. από συμπαγή άργυρο, σε Ομήρ. Οδ.· [[ἅπαν]] [[κακόν]], [[ολοσχερής]] [[συμφορά]], σε Αριστοφ.<br /><b class="num">II.</b> στον ενικ., όπως το [[πᾶς]], ο [[καθένας]], Λατ. [[unusquisque]], [[πᾶν]], [[κάθε]] τι, Λατ. unumquodque, σε Ηρόδ., Αττ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἅπᾱς:''' ἅπᾱσα, [[ἅπαν]], gen. ἅπαντος, ἁπάσης, ἅπαντος (ᾰπ)<br /><b class="num">1)</b> весь, целый; сплошной: [[ἀργύρεος]] ἅ. Hom. весь из серебра; ταῦθ᾽ ἅπαντα Aesch. все это; [[ἅπαν]] γένοιτ᾽ ἂν [[ἤδη]] Arph. все может теперь случиться; εἰς ἅπαντα χρόνον Aesch. навеки, вечно;<br /><b class="num">2)</b> всякий, каждый (ἅ. [[ἀνήρ]] Her., Plat.; ἅ. τις Arph.);<br /><b class="num">3)</b> всяческий: ἐξ ἅπαντος Soph., Plut., ἐς [[ἅπαν]] Thuc. и ἅπασι Her. всячески, во всем; [[ἐναντίος]] ἅ. Plat. прямо противоположный; ἅπασ᾽ [[ἀνάγκη]] Arph. совершенно необходимо; ἅ. [[κίνδυνος]] Arph. крайняя опасность. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:52, 31 December 2018
English (LSJ)
ἅπᾱσα (also ἅπανσα SIG56.25 (Argos, v B.C.)), ἅπαν (ἅ- =
A sṃ-, cf. εἷς), strengthd. for πᾶς, quite all, the whole, and in pl.all together, freq. from Hom. downwds.; ἅπασι in all things, Hdt.1.1; τοῖσι ἅπασι 91; ἐν ἅπασι Hp.Coac.156; ἐφ' ἅπασι Ph.2.365. 2 with Adj., ἀργύρεος δὲ ἔστιν ἅ. all silver, i.e. of massive silver, Od.4.616, 15.116; ἅ. δὲ τραχὺς ὅστις ἂν νέον κρατῇ A.Pr.35; μικκός γα μᾶκος . . ἀλλ' ἅπαν κακόν Ar.Ach.909, cf. Theoc.15.19,148; ἡ ἐναντία ἅπασα ὁδός the exactly contrary way, Pl.Prt.317b. 3 with abstract Subst., all possible, absolute, ἅπασ' ἀνάγκη Ar.Th.171; σπουδή D.H.6.23; ἀτοπία Plb.39.1.7; εἰς ἅπαν ἀφικέσθαι ἀνοίας Paus. 7.15.8. 4 sts. c. Art., Hdt.3.64,al., A.Pr.483, Th.2.13. II after Hom. in sg., every one, neut. everything, Pl.Phd.108b; οὐ πρὸς [τοῦ] ἅπαντος ἀνδρός not in the power of every man, Hdt.7.153; οὐκ ἐξ ἅπαντος δεῖ τὸ κερδαίνειν φιλεῖν S.Ant.312; ἐξἅπαντος εὖ λέγει in any cause whatever, Id.OC807; σῖγα νῦν ἅπας ἔχε σίγαν Cratin.144; ἅπαν γένοιτ' ἂν ἤδη nihil non .., Ar.Th.528: with Subst., ἅπαντι λόγῳ in every matter, Cratin.231; τὸ ἅπαν, as Adv., altogether, Pl.Phdr.241b; καθ' ἅπαν as a whole, Ti.Locr.96d; ἐς ἅπαν Th.5.103; εἰς ἅπαν at all, Lib.Or.18.266; πρὸς ἅπαν Ph.2.493; ἐξ ἅπαντος Luc.Merc.Cond.41. [ᾰπᾰν Od.24.185, etc., Pi.P.2.49; but ᾰπᾱν Men.129, Metrod.57, Theoc.2.56, and Att. acc. to Hdn.Gr.2.12; ᾰπᾰν in anap., Ar.Pl.493: the use of ἅπας for πᾶς is chiefly for the sake of euphony after consonants.]
Greek (Liddell-Scott)
ἅπας: ἅπασα, ἅπαν (ἅμα, πᾶς) ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ πᾶς, ὅλος ὁμοῦ, ὁλόκληρος, καὶ κατὰ πληθ., πάντες ὁμοῦ, συχνὸν ἀπὸ τοῦ Ὁμ. καὶ ἐφεξῆς, ἐν ἅπασι, εἰς ἅπαντα, Βαλκν. ἐν Εὐρ. Φοιν. 622· ἅπασι, εἰς ὅλα τὰ πράγματα, Ἡρόδ. 1. 1., πρβλ. 91. 2) μετ’ ἐπιθέτου, ἀργύρεος δὲ ἔστιν ἅπας, ὅλος ἀργυροῦς, ὅ ἐ. ἐκ πραγματικοῦ ὄγκου ἀργύρου, Ὀδ. Δ. 616., Ο. 116· ἅπας δὲ τραχὺς ὅστις ἂν νέον κρατῇ Αἰσχύλ. Πρ. 35· μικκός γα μᾶκος.., ἀλλ’ ἅπαν κακὸν Ἀριστοφ. Ἀχ. 909· πρβλ. Θεόκρ. 15. 19, 148· ἡ ἐναντία ἅπασα ὁδός, ἡ ἀκριβῶς, ἡ ὅλως ἐναντία, Πλάτ. Πρωτ. 317Β. 3) μετ’ ἀφηρημ. οὐσιατ., ἀπόλυτος, ὁλοσχερής, ἅπασ’ ἀνάγκη Ἀριστοφ. Θεσμ. 17· σπουδὴ Διον. Ἁλ. 6. 23· ἀτοπία Πολύβ. 40. 6, 7· οὕτως, εἰς ἅπαν ἀφικέσθαι ἀνοίας Παυσ. 7. 15, 8. 4) ἐνίοτε λαμβάνει τὸ ἄρθρον, Ἡρόδ. 64 καὶ ἀλλαχοῦ, Αἰσχύλ. Πρ. 483, Θουκ. 2. 13. ΙΙ. μεθ’ Ὅμ. τὸ ἑνικὸν ἦτο ἐν ἐν χρήσει, ὡς τὸ πᾶς ἐπὶ τῆς ἐννοιας πᾶς τις, Λατ. unusquisque, καὶ τὸ οὺδέτερον ὡς τὸ πᾶν, πᾶν πρᾶγμα, unumquodque, Heind. ἐν Πλάτ. Φαίδωνι 108Β· οὕτως, οὐ πρὸς τοῦ ἅπαντος ἀνδρός, δὲν εἶναι παντὸς ἀνθρώπου, Ἡρόδ. 7. 153· οὐκ ἐξ ἅπαντος δεῖ τὸ κερδαίνειν φιλεῖν Σοφ. Ἀντ. 312· ἐξ ἅπαντος εὖ λέγει, ἐν πάσῃ περιστάσει, ὁ αὐτ. Ο. Κ. 807, πρβλ. 761· σιγάν νυν ἅπας ἔχε σιγὰν Κρατῖνος ἐν «Ὀδυσσεῦσι» 15· ἅπαν γένοιτ’ ἂν ἤδη, nihil non.., Ἀριστοφ. Θεσμ. 528· οὕτω καὶ μετ’ οὐσιαστ., ἅπαντι λόγῳ, εἰς πᾶσαν ὁμιλίαν, Κρατῖν. ἐν «Χείρωσιν» 11· τὸ ἅπαν ὡς ἐπίρρ., παντελῶς, Πλάτ. Φαῖδρ. 241Β· καθ’ ἅπαν Τίμ. Λοκρ. 96D (ἴδε ἐν λ. ἅμα, ἅπαξ): [ᾰπᾰν Ὅμ., ἀλλ’ ᾰπᾱν Πίνδ. καὶ Ἀττ., Δράκων 24. 29, 85, Α. Β. 416· ἀλλ’ -ᾰν Ἀριστοφ. Πλ. 493].
French (Bailly abrégé)
ασα, αν ; gén. ἅπαντος, άσης, αντος;
I. au sg.
1 tout à la fois, tout entier : ἐγκέφαλος δὲ ἔνδον ἅπας πεπάλακτο IL et à l’intérieur, la cervelle toute entière était broyée ; ἅπας λεώς SOPH tout le peuple ; εἰς ἅπαντα χρόνον ESCHL pour l’éternité ; ἅπασ’ ἀνάγκη AR il y a toute nécessité, nécessité absolue ; ἀργύρεος ἅπας OD tout en argent, d’argent massif ; précédé de l’art. ὁ ἅπας περίβολος THC le circuit (du Pirée) tout entier;
2 tout un chacun, chacun ; ὁ ἅπας ἀνήρ HDT ou simpl. ἅπας PLAT tout homme, chaque homme, chacun;
II. au plur. ἅπαντες, ἅπασαι, ἅπαντα tous ensemble, tous sans exception;
III. adv. au sg. et au plur. • ἐξ ἅπαντος LUC ou simpl. • ἅπασι HDT absolument, de toute manière.
Étymologie: ἀ- cop., πᾶς.
English (Slater)
ᾰπας (ἅπας, ἅπαντα; -αντες, -άντων, -αντας: ἅπασα, -ας, -αν; -αις, -ας: ἅπαν, ἅπαντι, ἅπᾰν; ἁπάντων, ἅπαντα)
1 all, every, the whole of <span class=mstonen>A adj.
1 c. def. art.
a which follows — ἅπαντα τεύχει τὰ μείλιχα θνατοῖς (O. 1.30)
b which precedes αὐτὸν μὰν ἐν εἰρήνᾳ τὸν ἅπαντα χρόνον ἐν σχερῷ ἡσυχίαν λαχόντ (N. 1.69) ἄπορα γὰρ λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν (N. 4.72)
2 without art. ἁπάντων καλῶν ἄμμορος (O. 1.84) ἐν ἅπαντι κράτει in every success (O. 10.82) ἅπαν δ' εὑρόντος ἔργον (O. 13.17) ἀφθόνητος ἔπεσσιν γένοιο χρόνον ἅπαντα (O. 13.26) στρωμνὰ δὲ χαράσσοισ' ἅπαν νῶτον κεντεῖ (P. 1.28) θεὸς ἅπαν ἐπὶ ἐλπίδεσσι τέκμαρ ἀνύεται (P. 2.49) ἅπαν νῶτον καταίθυσσον (P. 4.83) ἀμφὶ Κυράνας θέμεν σπουδὰν ἅπασαν have every care for (P. 4.276) πάτρῳ τ' ἐπερχόμενος ἀγλαίαν ἅπασαν (Bergk: ἀγλαίαν ἔδειξεν ἅπασαν codd.: ἅπασαν del. byz.) (P. 6.46) ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος (P. 9.114) ὁ χρυσὸς ἑψόμενος αὐγὰς ἔδειξεν ἁπάσας (N. 4.83) οὔ τοι ἅπασα κερδίων φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκής (N. 5.16) μυχῷ Ἑλλάδος ἁπάσας (N. 6.26) τυχεῖν δ' ἕν ἀδύνατον εὐδαιμονίαν ἅπασαν ἀνελόμενον (N. 7.56) χεῖρα · τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ' ἁπάσαις ἁνίαις full rein (I. 2.22) πίθοι τε πλῆσθεν ἅπαντες *fr. 104b. 5.*
3 quasi adv., in every respect τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν (O. 9.100) νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος (N. 8.21) παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος in full flower Θρ. 7. 7, cf. (N. 6.2) <span class=mstonen>B subs., everyone, everything ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα (O. 6.48) μία δοὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα (O. 9.106) χέρα κυκλώσαις ὑπὲρ ἁπάντων (O. 10.72) ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα (N. 7.5) θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ τελευτὰν ἁπάντων γᾶν ἐπιεσσόμενος (N. 11.16) θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες (I. 7.42) ὀλβίᾳ δ' ἅπαντες αἴσᾳ λυσίπονον τελετάν (ὄλβιοι δ' λυσιπόνων τελετᾶν coni. Wil.) fr. 131a ad Θρ. . μὴ πρὸς ἅπαντας ἀναρρῆξαι τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. <span class=mstonen>C frag. ]ἅπας[ (Pae. 10.6)
Spanish (DGE)
(ἅπᾱς) ἅπᾱσα, ἅπαν
• Prosodia: [métr. ᾰπᾰ- Od.24.185, Pi.P.2.49, en anap., Ar.Pl.493; ᾰπᾱν Men.Fr.117, Metrod.57, Theoc.2.56, Hdn.Gr.2.12]
• Morfología: [át. arc. nom. plu. hάπαντες Sol.Lg.5a, 5b; cret. nom. fem. ἅπανσα ICr.1.8.4b5 (Cnoso V a.C.)]
I en plu.
1 de pers. o dioses todos juntos, todos sin excepción, todos αἱ δὲ γυναῖκες ἀολλέες ἦλθον ἅπασαι Od.22.446, θεαὶ δ' ὀλόλυζαν ἅπασαι h.Ap.119, θεῶν κάρτιστος ἁπάντων Il.8.17, cf. 20.243, ἅ. θεοί Od.1.19, cf. Hes.Th.813, Op.115, Pl.Euthphr.9c, Δημήτηρ ... μακάρων ἀπὸ νόσφιν ἁπάντων μίμνε Deméter permanecía apartada de la comunidad de los bienaventurados, h.Cer.303, βροτῶν ... ἄριστος ἁπάντων Od.13.297, cf. Hes.Op.195, Τρῶας μὲν ἅπαντας Il.24.237, ἁπάντων τῶν πολιτῶν Pl.R.463d, cf. 338e, αἰδέσασθαι δ' ἐὰμ μὲν πατε̄̀ρ ɛ̄ι ἒ ἀδελφὸς ἒ hυε͂ς, hάπαντας Sol.Lg.5a, cf. 5b, ἡμεῖς A.Pers.785
•pron. ἅπαντες todos, todos juntos, Il.3.78, Od.3.34, E.Ba.208, Eu.Matt.24.39.
2 de cosas y abstr. todos, toda clase de ἀγλαΐαι Od.17.244, κήδεα Il.9.591, ἔργα Pl.R.618a, τέχναι Pl.R.522b, ἐπιθυμίαι Pl.Phd.82c, ὀδύναι Il.11.847, cf. Od.4.221, νόσοι A.Pr.483
•en gener. todos, todos juntos ψηφῖδες Il.21.260, cf. Od.8.284, 21.260
•frec. dif. de πᾶς sólo por motivos métricos o eufónicos νῆες ... πάσας δὲ ἐρόσσομεν εἰς ἅλα ... ἔπειτα δέ κεν ἐρυσαίμεθα νῆας ἁπάσας Il.14.81, en neutr. plu. c. pron. o adj. τὰ δὲ προπέφανται ἅπαντα Il.14.332, τούτων ἔχει αἶσαν ἁπάντων tiene una parte de todas y cada una de las de ellos (los dioses), Hes.Th.422, ἅπαντα μέγιστα cuanto hay de más importante Gorg.B 11a.13
•como pron. todo οἶδεν ἅπαντα lo sabe todo, Od.20.15, ἅπαντα ... κατέλεξε Hes.Th.627, cf. E.HF 1411, διακυβερνᾷ τὰ ψυχῆς ἅπαντα Pl.R.573d, cf. Ti.69c (cód.)
•ἅπασι en todo tipo de cosas, en todo Hdt.1.1, ἐφ' ἅπαντα Ph.2.365, ἐν ἅπασι POxy.281.13 (I d.C.), ἐν τούτοις καὶ ἐν ἅπασιν ... ὡμολόγησεν CPR 1.30.2.33 (VI d.C.), ἐφ' ἅπασιν PFlor.284.4, 14 (VI d.C.).
II en sg.
1 a)todo, completo, entero de lugares, tierras, ciudades κάλυψε δὲ χῶρον ἅπαντα cubrió totalmente el lugar, Il.23.189, διεδέρκετο νῆσον ἅπασαν Cypr.11.3, cf. A.Pers.249, Pl.Ti.25a, ἅπανσαν (χōραν) ἀφαιρῖσθαι ICr.1.8.4b.5 (Cnoso V a.C.), ὁ τόπος ἅπας Pl.Criti.118a, οἶκον ἅπαντα Od.2.48, πόλισμα A.Th.342
•ἥμισυς ... ἅπας la mitad entera Pl.Phd.104a, cf. b;
b) con palabras de tiempo todo, completo, entero ἐνιαυτός Od.14.196, 15.455, χρόνον ἐς τὸν ἅπαντα para el tiempo restante, Certamen 165, cf. A.Eu.484, 763, τὸν δι' αἰῶνος χρόνον A.A.554, ἐξ ἅπαντος τοῦ αἰῶνος Lycurg.110, ἐν ἅπαντι τῷ αἰῶνι D.Ep.2.7, D.S.1.72
•esp. en doc. de cesión, alquileres εἰς τὸν ἅπαντα χρόνον PTeb.56.17 (II a.C.);
c) de colectivos de pers. y seres vivos todo junto, todo entero, todo λαός Il.15.506, cf. LXX Ge.19.4, Eu.Luc.3.21, δῆμος Od.9.6, στρατός E.IA 1584, δοῦλος E.Ba.626;
d) de n. concr. entero, todo, por todas partes ἐγκέφαλος ἅπας πεπάλακτο Il.11.98, αἵματι δ' ἄξων νέρθεν ἅπας πεπάλακτο Il.11.535, cf. Theoc.2.57, μιν (βοῦν) διέχευαν ἅπαντα Il.7.316
•pron., Eumel.Fr.2.5.
2 de comida, bebida todo tipo de, toda clase, todo, cualquier, todo junto πόσιν καὶ βρῶσιν ἅπασαν Od.13.72, cf. 16.83, μηδ' ἐν νηυσὶν ἅπαντα βίον ... τίθεσθαι ni arriesgar en naves toda la hacienda Hes.Op.689, cf. Men.Fr.117
•de recursos en gener. νῶϊ βιήσατο μισθὸν ἅπαντα nos privó de cualquier sueldo, Il.21.451, ἐξουσίαν Eu.Luc.4.6.
3 de pers. todo, cualquier οὐ πρὸς τοῦ ἅπαντος ἀνδρός no es posible a toda persona Hdt.7.153, βασιλεὺς ἅπας Pl.Plt.259c
•ταύτην ... ἅπας φεύγει Pl.Phd.108b, σίγαν νῦν ἅπας, ἔχε σίγαν ¡a callar todo el mundo, a callar! Cratin.137
•de palabras, temas μηδ' οἱ μῦθον ἅπαντα πιφαυσκέμεν ni hay que decirle toda palabra (que sepas) Od.11.442, ἅπαντι λόγῳ en todo tema Cratin.231.
4 c. abstr. absoluto, perfecto, total, todo φιλότης Od.15.158, κίνδυνος Pi.N.8.21, ὄτλος A.Th.18, θυμός A.Eu.738, κότος A.Eu.840, 873, μέθη Pl.Lg.637d, τἀναγκαῖον A.A.902, cf. Ar.Th.171, ἐλπίς E.Heracl.451, cf. Pi.P.2.49, ἀπορία Pl.Ep.353a, ἁπάσης σκεπτοσύνης Timo 59, σπουδή D.H.6.23, ἀτοπία Plb.39.1.7, ἐς ἅπαν ἀφίκετο ἀνοίας Paus.7.15.8.
5 c. adj. u ὅστις todo entero, todo, totalmente ἀργύρεος δὲ ἔστιν ἅ. Od.4.616, 15.116, ἅ. δὲ τραχὺς ὅστις ἂν νέον κρατῇ todo dureza es el que gobierna desde hace poco A.Pr.35, ἀλλ' εἰμὶ παρὰ σοὶ νῦν ἅπας pero ahora soy totalmente tuyo E.IA 647, ἅπας ... οὐ γένοιτ' ἂν ... φίλος no sería un amigo completo E.Io 427, cf. Metrod.57, καθαρὸς ἅ. ... ὃς ἂν κτάνῃ E.Io 1334, cf. Theoc.15.20
•neutr. por atracción χὠνὴρ ὄξος ἅπαν Theoc.15.148
•c. ἐναντίος exactamente el contrario τὴν ἐναντίαν ἅπασαν ὁδόν Pl.Prt.317b, ποιεῖν ... τούτων τοὐναντίον ἅπαν Pl.Plt.310d.
III giros y usos adv. del neutro
1 totalmente, en total τὸ ἅπαν Pl.Phdr.241b, ἐς ἅπαν Th.5.103, εἰς ἅπαν Lib.Or.18.266, πρὸς ἅπαν Ph.2.493.
2 ἐξ ἅπαντος de todo, de toda cosa οὐκ ἐξ ἅπαντος δεῖ τὸ κερδαίνειν φιλεῖν S.Ant.312, ἐξ ἅπαντος εὖ λέγει S.OC 807, cf. SB 3924.37 (I d.C.), Luc.Merc.Cond.41.
• Etimología: De *sm̥- (cf. ἅμα) y πᾶς q.u.
English (Strong)
from Α (as a particle of union) and πᾶς; absolutely all or (singular) every one: all (things), every (one), whole.
English (Thayer)
(ἀπασπάζομαι) 1st aorist ἀπησπασαμην; to salute on leaving, bid farewell, take leave of: τινα, L T Tr WH. (Himerius, eclog. ex Phot. 11, p. 194.)
Greek Monotonic
ἅπας: ἅ-πασα, ἅ-παν (α αθροιστικό και πᾶς), επιτετ. του πᾶς·
I. 1. όλος μαζί, όλος, συνολικός, ολόκληρος· και στον πληθ., όλοι μαζί, σε Όμηρ. κ.λπ.
2. με επίθ., ἀργύρεος ἅπας, όλος από ασήμι, δηλ. από συμπαγή άργυρο, σε Ομήρ. Οδ.· ἅπαν κακόν, ολοσχερής συμφορά, σε Αριστοφ.
II. στον ενικ., όπως το πᾶς, ο καθένας, Λατ. unusquisque, πᾶν, κάθε τι, Λατ. unumquodque, σε Ηρόδ., Αττ.
Russian (Dvoretsky)
ἅπᾱς: ἅπᾱσα, ἅπαν, gen. ἅπαντος, ἁπάσης, ἅπαντος (ᾰπ)
1) весь, целый; сплошной: ἀργύρεος ἅ. Hom. весь из серебра; ταῦθ᾽ ἅπαντα Aesch. все это; ἅπαν γένοιτ᾽ ἂν ἤδη Arph. все может теперь случиться; εἰς ἅπαντα χρόνον Aesch. навеки, вечно;
2) всякий, каждый (ἅ. ἀνήρ Her., Plat.; ἅ. τις Arph.);
3) всяческий: ἐξ ἅπαντος Soph., Plut., ἐς ἅπαν Thuc. и ἅπασι Her. всячески, во всем; ἐναντίος ἅ. Plat. прямо противоположный; ἅπασ᾽ ἀνάγκη Arph. совершенно необходимо; ἅ. κίνδυνος Arph. крайняя опасность.