τετράγωνος: Difference between revisions
Ἤθη πονηρὰ τὴν φύσιν διαστρέφει → Bonae indolis venena sunt mores mali → Verdorbne Sitten sind verderblich der Natur
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{trml.*}}\n)({{.*}}$)" to "$2 $1") |
||
(33 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{LSJ1 | {{LSJ1 | ||
|Full diacritics= | |Full diacritics=τετρᾰ́γωνος | ||
|Medium diacritics=τετράγωνος | |Medium diacritics=τετράγωνος | ||
|Low diacritics=τετράγωνος | |Low diacritics=τετράγωνος | ||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=tetragonos | |Transliteration C=tetragonos | ||
|Beta Code=tetra/gwnos | |Beta Code=tetra/gwnos | ||
|Definition=[ | |Definition=[ᾰ], ον,<br><span class="bld">A</span> [[with four angles]], but usually [[square]], [[Herodotus|Hdt.]]1.178, 181, 2.124, Hp.''Fract.''13; <b class="b3">δοκοὶ τ.</b> [[squared]], Th.4.112; <b class="b3">ξύλα τετράγωνα</b> ''IG''12.313.101, 42(1).108.162, al. (Epid., iv/iii B.C.); <b class="b3">τετράγωνος ἐργασία</b>, of the Hermes-statues, Th.6.27; πρόσωπον τετραγωνότερον Arist.''Phgn.''809b16; <b class="b3">κύκλος τετράγωνος ταῖς ἐπιφανείαις</b> a [[ring]] [[with four surfaces]], the [[breadth]] of the [[outer]] and [[inner]] [[equal]] to the depth of the two sides, Ptol.''Alm.''5.1 (with the commentary of Procl.''Hyp.''6.3).<br><span class="bld">2</span> τὸ [[τετράγωνον]] a [[square]], [[Plato|Pl.]]''[[Republic|R.]]'' 510d, and freq. in Geom., but sometimes of any [[quadrilateral]], [[Aristotle|Arist.]]''[[Metaphysics|Metaph.]]''1054b2, cf. Hero *Deff.100, Procl. ''in Euc.''p.166 F.<br><span class="bld">b</span> in Tactics, [[a body of men drawn up in square]], X.''Lac.''12.1; τ. τάξις Th.4.125.<br><span class="bld">3</span> <b class="b3">τετράγωνος ἀριθμός</b> a [[square]] [[number]], i.e. a [[number]] [[made up of two equal factors]], [[Plato|Pl.]]''[[Theaetetus|Tht.]]''147e, Phld.''Sign.''1,15.<br><span class="bld">4</span> [[in quartile aspect]], Gem.2.16, Max.446, Procl.''Hyp.''1.16.<br><span class="bld">II</span> metaph., [[square]], i.e. [[perfect as a square]], χερσί τε καὶ ποσὶ καὶ νόῳ τετράγωνος τετυγμένος Simon.5.2; τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα φάναι τετράγωνον Arist.''Rh.''1411b27, cf. ''EN''1100b21.<br><span class="bld">III</span> <b class="b3">ἱμάτιον τετράγωνον</b>, of the [[χλαῖνα]] which hung [[square]], while the [[χλαμύς]] took a [[circular]] [[form]], Id.''Fr.''500; contrasted with the [[ἡμικύκλιον]] formed by the Roman [[toga]], Posidon.36 J., App.''BC'' 5.11.<br><span class="bld">2</span> <b class="b3">οἱ ἔμποροι καὶ οἱ τὴν τ. ἐργαζόμενοι</b> perhaps those who [[trade]] in the <b class="b3">ἀγορὰ τετράγωνος</b>, Durrbach ''Choix d'Inscrr. de Délos'' 138.<br><span class="bld">IV</span> Adv. [[τετραγώνως]] Philostr.''VA''7.42. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1097.png Seite 1097]] 1) viereckig, mit vier Ecken od. Winkeln; [[πυραμίς]], Her. 2, 124; [[τάξις]], Thuc. 4, 125; τὸ τετράγωνον, das Viereck, Plat. Theaet. 147 e und öfter; Sp., bes. Mathem. – Auch die Quadratzahl, Plut. Thes. 35. – Ἱμάτιον u. [[σχῆμα]] τετράγωνον, die griechische Manteltracht, im | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1097.png Seite 1097]] 1) viereckig, mit vier Ecken od. Winkeln; [[πυραμίς]], Her. 2, 124; [[τάξις]], Thuc. 4, 125; τὸ τετράγωνον, das Viereck, Plat. Theaet. 147 e und öfter; Sp., bes. Mathem. – Auch die Quadratzahl, Plut. Thes. 35. – Ἱμάτιον u. [[σχῆμα]] τετράγωνον, die griechische Manteltracht, im <span class="ggns">Gegensatz</span> der röm. toga, die ein [[ἡμικύκλιον]] bildete, vgl. Appian. Civ. 5, 11; Ath. V, 213 b. – 2) vierschrötig; zunächst von dickem, gedrungenem Wuchse, so breit wie lang, homo quadratus; auch übertr., von fester, kräftiger, unerschütterlicher Gemüthsart, Simonds. bei Plat. Prot. 344 a; [[ἄνευ]] ψόγου, Arist. eth. Nicom. 1, 10, 11, vgl. rhet. 3, 11. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><b>I.</b> [[quadrangulaire]], [[carré]] ; [[τετράγωνος]] [[τάξις]] THC, τὸ τετράγωνον XÉN troupe formée en carré (<i>cf. lat.</i> agmen quadratum) ; <i>particul.</i><br /><b>1</b> <i>t. d'arithm.</i> [[τετράγωνος]] [[ἀριθμός]] nombre carré;<br /><b>2</b> <i>t. de géom.</i> τὸ τετράγωνον PLAT le carré;<br /><b>II.</b> [[bien assis]], [[solide]], [[ferme]], [[fort]].<br />'''Étymologie:''' [[τέσσαρες]], [[γωνία]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τετράγωνος:''' (ᾰ)<br /><b class="num">1</b> [[четырехугольный]], [[квадратный]] ([[πόλις]], [[ἱρόν]] Her.): τ. [[τάξις]] Thuc. четырехугольный строй, каре;<br /><b class="num">2</b> [[четырехгранный]] ([[πυραμίς]] Her.; δοκοί Thuc.);<br /><b class="num">3</b> мат. [[возведенный во вторую степень]], [[квадратный]] ([[ἀριθμός]] Plat.);<br /><b class="num">4</b> [[солидный]], [[крепкий]] ([[ἀνήρ]] Plat., Arst.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τετράγωνος''': [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων τὰς τέσσαρας γωνίας ἴσας, ὀρθογώνιον, ἢ [[μᾶλλον]] τὸ ἰδίως τετράγωνον, τὸ ἔχον καὶ τὰς πλευρὰς ἴσας, Λατ. quadratus, Ἡρόδ. 1. 178, 181., 2. 124, Ἱππ. Ἀγμ. 761· δοκοὺς τετραγώνους Θουκ. 4. 112, κλπ.· τ. [[ἐργασία]], οἱ Ἑρμαῖ, ὁ αὐτ. 6. 27· - τὸ τετράγωνον Πλάτ. Πολ. 510D, κλπ.· ἰδίως [[σῶμα]] στρατιωτῶν παρατεταγμένον ἐν σχήματι τετραγώνῳ, Λατ. agmen quadratum, Ξεν. Λακ. 12, 1· τ. [[τάξις]] παρὰ Θουκ. 4. 125. 2) τ. ἀριθμός, δηλ. [[ἀριθμὸς]] πολλαπλασιασθεὶς ἐφ’ ἑαυτόν, Πλάτ. Θεαίτ. 147Ε, κλπ. ΙΙ. μεταφ., [[τέλειος]], ὡς τὸ τετράγωνον, χερσί τε καὶ ποσὶ καὶ νόῳ [[τετράγωνος]] τετυγμένος Σιμων. παρὰ Πλάτ. Πρωτ. 344Α· τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα [[φάναι]] τετράγωνον Ἀριστ. Ρητορ. 3. 11, 2, πρβλ. Ἠθικ. Νικ. 1. 10, 11. ΙΙΙ. [[ἱμάτιον]] τ., ἡ [[χλαῖνα]] ἥτις ἐκρέματο [[τετράγωνος]], ἐν ᾧ ἡ χλαμὺς εἶχε κυκλοτερὲς [[σχῆμα]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 458· οὕτω καὶ κατ’ ἀντιδιαστολὴν πρὸς τὸ ἡμικύκλιον, [[ὅπερ]] ἐσχημάτιζεν ἡ τῶν Ρωμαίων toga, Ποσειδών. παρ’ Ἀθην. 213Β, Ἀππ. Ἐμφυλ. 5. 11. IV. Ἐπίρρ. -νως, Φιλόστρ. 331 | |lstext='''τετράγωνος''': [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων τὰς τέσσαρας γωνίας ἴσας, ὀρθογώνιον, ἢ [[μᾶλλον]] τὸ ἰδίως τετράγωνον, τὸ ἔχον καὶ τὰς πλευρὰς ἴσας, Λατ. quadratus, Ἡρόδ. 1. 178, 181., 2. 124, Ἱππ. Ἀγμ. 761· δοκοὺς τετραγώνους Θουκ. 4. 112, κλπ.· τ. [[ἐργασία]], οἱ Ἑρμαῖ, ὁ αὐτ. 6. 27· - τὸ τετράγωνον Πλάτ. Πολ. 510D, κλπ.· ἰδίως [[σῶμα]] στρατιωτῶν παρατεταγμένον ἐν σχήματι τετραγώνῳ, Λατ. agmen quadratum, Ξεν. Λακ. 12, 1· τ. [[τάξις]] παρὰ Θουκ. 4. 125. 2) τ. ἀριθμός, δηλ. [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] πολλαπλασιασθεὶς ἐφ’ ἑαυτόν, Πλάτ. Θεαίτ. 147Ε, κλπ. ΙΙ. μεταφ., [[τέλειος]], ὡς τὸ τετράγωνον, χερσί τε καὶ ποσὶ καὶ νόῳ [[τετράγωνος]] τετυγμένος Σιμων. παρὰ Πλάτ. Πρωτ. 344Α· τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα [[φάναι]] τετράγωνον Ἀριστ. Ρητορ. 3. 11, 2, πρβλ. Ἠθικ. Νικ. 1. 10, 11. ΙΙΙ. [[ἱμάτιον]] τ., ἡ [[χλαῖνα]] ἥτις ἐκρέματο [[τετράγωνος]], ἐν ᾧ ἡ χλαμὺς εἶχε κυκλοτερὲς [[σχῆμα]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 458· οὕτω καὶ κατ’ ἀντιδιαστολὴν πρὸς τὸ ἡμικύκλιον, [[ὅπερ]] ἐσχημάτιζεν ἡ τῶν Ρωμαίων toga, Ποσειδών. παρ’ Ἀθην. 213Β, Ἀππ. Ἐμφυλ. 5. 11. IV. Ἐπίρρ. -νως, Φιλόστρ. 331. | ||
}} | }} | ||
{{eles | {{eles | ||
Line 29: | Line 32: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο / [[τετράγωνος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[σχήμα]] τετραγώνου, δηλ. αυτός που έχει [[τέσσερεις]] γωνίες ορθές και [[τέσσερεις]] πλευρές ίσες (α. «τετράγωνα [[ιστία]]» β. «δοκοὺς τετραγώνους», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[τέλειος]] όπως το [[τετράγωνο]], [[σταθερός]], [[θετικός]], [[σοβαρός]] (α. «τετράγωνη [[λογική]]» β. «[[τετράγωνο]] [[κεφάλι]]» — [[θετικός]] [[νους]], πρακτικό [[μυαλό]]<br />γ. «χερσί τε καὶ ποσὶ καὶ νόῳ [[τετράγωνος]] τετυγμένος», <b>Σιμων.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[ονομασία]] που δόθηκε σε πολλούς μυς του σώματος λόγω του σχήματός τους (α. «[[τετράγωνος]] [[μηριαίος]]» β. «[[τετράγωνος]] [[οσφυϊκός]]» γ. «[[τετράγωνος]] του άνω χείλους»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>αστρολ.</b> αυτός που αποτελεί [[τετράγωνο]] με κάποιον [[άλλο]]<br /><b>2.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) <i>ὁ Τετράγωνος</i><br />[[προσωνυμία]] του Ερμού<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <b>βλ.</b> [[τετράγωνο]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ἱμάτιον]] τετράγωνον» — η [[χλαίνη]] η οποία κρεμόταν τετράγωνη, ενώ η [[χλαμύδα]] είχε κυκλοτερές [[σχήμα]]<br />β) «[[τετράγωνος]] [[ἀριθμός]]» — [[αριθμός]] που προέρχεται από δύο ίσους παράγοντες<br />γ) «[[κύκλος]] [[τετράγωνος]] | |mltxt=-η, -ο / [[τετράγωνος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[σχήμα]] τετραγώνου, δηλ. αυτός που έχει [[τέσσερεις]] γωνίες ορθές και [[τέσσερεις]] πλευρές ίσες (α. «τετράγωνα [[ιστία]]» β. «δοκοὺς τετραγώνους», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[τέλειος]] όπως το [[τετράγωνο]], [[σταθερός]], [[θετικός]], [[σοβαρός]] (α. «τετράγωνη [[λογική]]» β. «[[τετράγωνο]] [[κεφάλι]]» — [[θετικός]] [[νους]], πρακτικό [[μυαλό]]<br />γ. «χερσί τε καὶ ποσὶ καὶ νόῳ [[τετράγωνος]] τετυγμένος», <b>Σιμων.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[ονομασία]] που δόθηκε σε πολλούς μυς του σώματος λόγω του σχήματός τους (α. «[[τετράγωνος]] [[μηριαίος]]» β. «[[τετράγωνος]] [[οσφυϊκός]]» γ. «[[τετράγωνος]] του άνω χείλους»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>αστρολ.</b> αυτός που αποτελεί [[τετράγωνο]] με κάποιον [[άλλο]]<br /><b>2.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) <i>ὁ Τετράγωνος</i><br />[[προσωνυμία]] του Ερμού<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <b>βλ.</b> [[τετράγωνο]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ἱμάτιον]] τετράγωνον» — η [[χλαίνη]] η οποία κρεμόταν τετράγωνη, ενώ η [[χλαμύδα]] είχε κυκλοτερές [[σχήμα]]<br />β) «[[τετράγωνος]] [[ἀριθμός]]» — [[αριθμός]] που προέρχεται από δύο ίσους παράγοντες<br />γ) «[[κύκλος]] [[τετράγωνος]] ταῖς ἐπιφανείαις» — [[κρίκος]] που έχει [[τέσσερεις]] επιφάνειες τών οποίων το [[πλάτος]] της εσωτερικής και της εξωτερικής [[είναι]] ίσο με το [[πλάτος]] τών δύο άλλων επιφανειών <b>(Πτολ.)</b>. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[τετραγώνως]] ΜΑ<br />σε [[σχήμα]] τετραγώνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>γωνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γωνία]]), [[πρβλ]]. [[πεντάγωνος]]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τετράγωνος:''' [ᾰ], -ον ([[γωνία]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτός που έχει [[τέσσερις]] γωνίες ίσες, [[ορθογώνιος]] ή [[τετράγωνος]], Λατ. [[quadratus]], σε Ηρόδ.· <i>δοκοὶ τετράγωνοι</i>, τετράγωνοι δοκοί, σε Θουκ.· <i>τετράγωνον</i>, <i>τό</i>, σε Πλάτ.· στρατιωτικό [[σώμα]] παρατεταγμένο σε [[σχήμα]] τετραγώνου, Λατ. [[agmen]] [[quadratum]], σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[τετράγωνος]] [[ἀριθμός]], δηλ. [[αριθμός]] πολλαπλασιαζόμενος με τον εαυτό του, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> μεταφ., [[τέλειος]], όπως το [[τετράγωνο]], σε Σιμων. [[παρά]] Πλάτ. | |lsmtext='''τετράγωνος:''' [ᾰ], -ον ([[γωνία]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτός που έχει [[τέσσερις]] γωνίες ίσες, [[ορθογώνιος]] ή [[τετράγωνος]], Λατ. [[quadratus]], σε Ηρόδ.· <i>δοκοὶ τετράγωνοι</i>, τετράγωνοι δοκοί, σε Θουκ.· <i>τετράγωνον</i>, <i>τό</i>, σε Πλάτ.· στρατιωτικό [[σώμα]] παρατεταγμένο σε [[σχήμα]] τετραγώνου, Λατ. [[agmen]] [[quadratum]], σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[τετράγωνος]] [[ἀριθμός]], δηλ. [[αριθμός]] πολλαπλασιαζόμενος με τον εαυτό του, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> μεταφ., [[τέλειος]], όπως το [[τετράγωνο]], σε Σιμων. [[παρά]] Πλάτ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
Line 42: | Line 42: | ||
{{Chinese | {{Chinese | ||
|sngr='''原文音譯''':tetr£gwnoj 帖特拉-哥挪士<br />'''詞類次數''':形容詞(1)<br />'''原文字根''':四-角的<br />'''字義溯源''':四角的,四方的,四邊的;由([[τέσσαρες]])*=四)與([[γωνία]])*=房角,角落)組成<br />'''出現次數''':總共(1);啓(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 四方的(1) 啓21:16 | |sngr='''原文音譯''':tetr£gwnoj 帖特拉-哥挪士<br />'''詞類次數''':形容詞(1)<br />'''原文字根''':四-角的<br />'''字義溯源''':四角的,四方的,四邊的;由([[τέσσαρες]])*=四)與([[γωνία]])*=房角,角落)組成<br />'''出現次數''':總共(1);啓(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 四方的(1) 啓21:16 | ||
}} | |||
{{mantoulidis | |||
|mantxt=Ἀπό τό [[τέτρα]] [[ἀντί]] [[τέσσαρα]] + [[γωνία]]. Δές γιά ἄλλα παράγωγα στή λέξη [[τετράδιον]]. | |||
}} | |||
{{elmes | |||
|esmgtx=-ον [[tetragonal]] de Hermes, en sentido místico Ἑρμῆ κοσμοκράτωρ, ἐγκάρδιε, κύκλε σελήνης, στρογγύλε καὶ τετράγωνε <b class="b3">Hermes, señor del universo, que estás en el corazón, círculo de la luna, redondo y tetragonal</b> P V 401 P VII 669 P XVIIb 2 de un trozo de natrón τῇ καθολικῇ συστάσει ἔχε νίτρον τετράγωνον <b class="b3">para la comunicación general, ten un trozo de natrón tetragonal</b> P XIII 38 | |||
}} | |||
{{lxth | |||
|lthtxt=''[[quadratus]]'', [[squared]], [[four-sided]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.112.2/ 4.112.2], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.125.2/ 4.125.2], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:6.27.1/ 6.27.1] (<i>de Hermis</i> <i>concerning the Hermae</i>). | |||
}} | |||
{{trml | |||
|trtx====[[square]]=== | |||
Arabic: مُرَبَّع; Egyptian Arabic: مربع; Asturian: cuadráu; Bulgarian: квадратен; Catalan: quadrat; Czech: čtvercový; Danish: kvadratisk; Dutch: [[vierkant]], [[vierkante]]; Esperanto: kvadrata; Farefare: wẽkɔ; Finnish: neliömäinen, neliskulmainen; French: [[carré]]; Galician: cadrado; German: [[quadratisch]]; Greek: [[τετράγωνος]]; Ancient Greek: [[τετράγωνος]], [[τετραγωνικός]], [[τετραγλώχις]]; Hungarian: négyszögletes; Icelandic: ferningslaga; Indonesian: kotak, segiempat; Irish: cearnógach; Italian: [[quadrato]]; Japanese: 四角い; Kannada: ಚೌಕ; Latin: [[quadratus]], [[quadrus]]; Malay: segi empat sama; Norman: cârré; Norwegian Bokmål: kvadratisk, firkantet, firkanta; Nynorsk: kvadratisk, firkanta; Old English: fēowerecge, fēowerecgede, fēowerscȳte, fiþerscȳte; Polish: kwadratowy; Portuguese: [[quadrado]]; Romanian: pătrat; Russian: [[квадратный]]; Scottish Gaelic: ceàrnagach; Spanish: [[cuadrado]]; Swedish: kvadratisk, fyrkantig; Telugu: చతురస్ర; Walloon: cwåré, cwårêye | |||
}} | }} |
Latest revision as of 15:29, 16 November 2024
English (LSJ)
[ᾰ], ον,
A with four angles, but usually square, Hdt.1.178, 181, 2.124, Hp.Fract.13; δοκοὶ τ. squared, Th.4.112; ξύλα τετράγωνα IG12.313.101, 42(1).108.162, al. (Epid., iv/iii B.C.); τετράγωνος ἐργασία, of the Hermes-statues, Th.6.27; πρόσωπον τετραγωνότερον Arist.Phgn.809b16; κύκλος τετράγωνος ταῖς ἐπιφανείαις a ring with four surfaces, the breadth of the outer and inner equal to the depth of the two sides, Ptol.Alm.5.1 (with the commentary of Procl.Hyp.6.3).
2 τὸ τετράγωνον a square, Pl.R. 510d, and freq. in Geom., but sometimes of any quadrilateral, Arist.Metaph.1054b2, cf. Hero *Deff.100, Procl. in Euc.p.166 F.
b in Tactics, a body of men drawn up in square, X.Lac.12.1; τ. τάξις Th.4.125.
3 τετράγωνος ἀριθμός a square number, i.e. a number made up of two equal factors, Pl.Tht.147e, Phld.Sign.1,15.
4 in quartile aspect, Gem.2.16, Max.446, Procl.Hyp.1.16.
II metaph., square, i.e. perfect as a square, χερσί τε καὶ ποσὶ καὶ νόῳ τετράγωνος τετυγμένος Simon.5.2; τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα φάναι τετράγωνον Arist.Rh.1411b27, cf. EN1100b21.
III ἱμάτιον τετράγωνον, of the χλαῖνα which hung square, while the χλαμύς took a circular form, Id.Fr.500; contrasted with the ἡμικύκλιον formed by the Roman toga, Posidon.36 J., App.BC 5.11.
2 οἱ ἔμποροι καὶ οἱ τὴν τ. ἐργαζόμενοι perhaps those who trade in the ἀγορὰ τετράγωνος, Durrbach Choix d'Inscrr. de Délos 138.
IV Adv. τετραγώνως Philostr.VA7.42.
German (Pape)
[Seite 1097] 1) viereckig, mit vier Ecken od. Winkeln; πυραμίς, Her. 2, 124; τάξις, Thuc. 4, 125; τὸ τετράγωνον, das Viereck, Plat. Theaet. 147 e und öfter; Sp., bes. Mathem. – Auch die Quadratzahl, Plut. Thes. 35. – Ἱμάτιον u. σχῆμα τετράγωνον, die griechische Manteltracht, im Gegensatz der röm. toga, die ein ἡμικύκλιον bildete, vgl. Appian. Civ. 5, 11; Ath. V, 213 b. – 2) vierschrötig; zunächst von dickem, gedrungenem Wuchse, so breit wie lang, homo quadratus; auch übertr., von fester, kräftiger, unerschütterlicher Gemüthsart, Simonds. bei Plat. Prot. 344 a; ἄνευ ψόγου, Arist. eth. Nicom. 1, 10, 11, vgl. rhet. 3, 11.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
I. quadrangulaire, carré ; τετράγωνος τάξις THC, τὸ τετράγωνον XÉN troupe formée en carré (cf. lat. agmen quadratum) ; particul.
1 t. d'arithm. τετράγωνος ἀριθμός nombre carré;
2 t. de géom. τὸ τετράγωνον PLAT le carré;
II. bien assis, solide, ferme, fort.
Étymologie: τέσσαρες, γωνία.
Russian (Dvoretsky)
τετράγωνος: (ᾰ)
1 четырехугольный, квадратный (πόλις, ἱρόν Her.): τ. τάξις Thuc. четырехугольный строй, каре;
2 четырехгранный (πυραμίς Her.; δοκοί Thuc.);
3 мат. возведенный во вторую степень, квадратный (ἀριθμός Plat.);
4 солидный, крепкий (ἀνήρ Plat., Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
τετράγωνος: [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων τὰς τέσσαρας γωνίας ἴσας, ὀρθογώνιον, ἢ μᾶλλον τὸ ἰδίως τετράγωνον, τὸ ἔχον καὶ τὰς πλευρὰς ἴσας, Λατ. quadratus, Ἡρόδ. 1. 178, 181., 2. 124, Ἱππ. Ἀγμ. 761· δοκοὺς τετραγώνους Θουκ. 4. 112, κλπ.· τ. ἐργασία, οἱ Ἑρμαῖ, ὁ αὐτ. 6. 27· - τὸ τετράγωνον Πλάτ. Πολ. 510D, κλπ.· ἰδίως σῶμα στρατιωτῶν παρατεταγμένον ἐν σχήματι τετραγώνῳ, Λατ. agmen quadratum, Ξεν. Λακ. 12, 1· τ. τάξις παρὰ Θουκ. 4. 125. 2) τ. ἀριθμός, δηλ. ἀριθμὸς πολλαπλασιασθεὶς ἐφ’ ἑαυτόν, Πλάτ. Θεαίτ. 147Ε, κλπ. ΙΙ. μεταφ., τέλειος, ὡς τὸ τετράγωνον, χερσί τε καὶ ποσὶ καὶ νόῳ τετράγωνος τετυγμένος Σιμων. παρὰ Πλάτ. Πρωτ. 344Α· τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα φάναι τετράγωνον Ἀριστ. Ρητορ. 3. 11, 2, πρβλ. Ἠθικ. Νικ. 1. 10, 11. ΙΙΙ. ἱμάτιον τ., ἡ χλαῖνα ἥτις ἐκρέματο τετράγωνος, ἐν ᾧ ἡ χλαμὺς εἶχε κυκλοτερὲς σχῆμα, ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 458· οὕτω καὶ κατ’ ἀντιδιαστολὴν πρὸς τὸ ἡμικύκλιον, ὅπερ ἐσχημάτιζεν ἡ τῶν Ρωμαίων toga, Ποσειδών. παρ’ Ἀθην. 213Β, Ἀππ. Ἐμφυλ. 5. 11. IV. Ἐπίρρ. -νως, Φιλόστρ. 331.
Spanish
English (Strong)
from τέσσαρες and γωνία; four-cornered, i.e. square: foursquare.
English (Thayer)
τετραγον (from τέτρα, which see, and γωνος (i. e. γωνία)), quadrangular, square; (A. V. four-square) (Vulg. in quadro positus): Sept.; Herodotus, Plato, Aristotle, Polybius, Plutarch, others.)
Greek Monolingual
-η, -ο / τετράγωνος, -ον, ΝΜΑ
1. αυτός που έχει σχήμα τετραγώνου, δηλ. αυτός που έχει τέσσερεις γωνίες ορθές και τέσσερεις πλευρές ίσες (α. «τετράγωνα ιστία» β. «δοκοὺς τετραγώνους», Θουκ.)
2. μτφ. τέλειος όπως το τετράγωνο, σταθερός, θετικός, σοβαρός (α. «τετράγωνη λογική» β. «τετράγωνο κεφάλι» — θετικός νους, πρακτικό μυαλό
γ. «χερσί τε καὶ ποσὶ καὶ νόῳ τετράγωνος τετυγμένος», Σιμων.)
νεοελλ.
ονομασία που δόθηκε σε πολλούς μυς του σώματος λόγω του σχήματός τους (α. «τετράγωνος μηριαίος» β. «τετράγωνος οσφυϊκός» γ. «τετράγωνος του άνω χείλους»)
αρχ.
1. αστρολ. αυτός που αποτελεί τετράγωνο με κάποιον άλλο
2. (το αρσ. ως κύριο όν.) ὁ Τετράγωνος
προσωνυμία του Ερμού
3. το ουδ. ως ουσ. βλ. τετράγωνο
4. φρ. α) «ἱμάτιον τετράγωνον» — η χλαίνη η οποία κρεμόταν τετράγωνη, ενώ η χλαμύδα είχε κυκλοτερές σχήμα
β) «τετράγωνος ἀριθμός» — αριθμός που προέρχεται από δύο ίσους παράγοντες
γ) «κύκλος τετράγωνος ταῖς ἐπιφανείαις» — κρίκος που έχει τέσσερεις επιφάνειες τών οποίων το πλάτος της εσωτερικής και της εξωτερικής είναι ίσο με το πλάτος τών δύο άλλων επιφανειών (Πτολ.).
επίρρ...
τετραγώνως ΜΑ
σε σχήμα τετραγώνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -γωνος (< γωνία), πρβλ. πεντάγωνος].
Greek Monotonic
τετράγωνος: [ᾰ], -ον (γωνία)·
I. 1. αυτός που έχει τέσσερις γωνίες ίσες, ορθογώνιος ή τετράγωνος, Λατ. quadratus, σε Ηρόδ.· δοκοὶ τετράγωνοι, τετράγωνοι δοκοί, σε Θουκ.· τετράγωνον, τό, σε Πλάτ.· στρατιωτικό σώμα παρατεταγμένο σε σχήμα τετραγώνου, Λατ. agmen quadratum, σε Ξεν.
2. τετράγωνος ἀριθμός, δηλ. αριθμός πολλαπλασιαζόμενος με τον εαυτό του, σε Πλάτ.
II. μεταφ., τέλειος, όπως το τετράγωνο, σε Σιμων. παρά Πλάτ.
Middle Liddell
τετρά-˘γωνος, ον, γωνία
I. with four equal angles, rectangular or square, Lat. quadratus, Hdt.; δοκοί τ. squared beams, Thuc.:— τετράγωνον, ου, a square, Plat.: a body of men drawn up in square, Lat. agmen quadratum, Xen.
2. τ. ἀριθμός a square number, i. e. a number multiplied into itself, Plat.
II. metaph. square, i. e. perfect, Simon. ap. Plat.
Chinese
原文音譯:tetr£gwnoj 帖特拉-哥挪士
詞類次數:形容詞(1)
原文字根:四-角的
字義溯源:四角的,四方的,四邊的;由(τέσσαρες)*=四)與(γωνία)*=房角,角落)組成
出現次數:總共(1);啓(1)
譯字彙編:
1) 四方的(1) 啓21:16
Mantoulidis Etymological
Ἀπό τό τέτρα ἀντί τέσσαρα + γωνία. Δές γιά ἄλλα παράγωγα στή λέξη τετράδιον.
Léxico de magia
-ον tetragonal de Hermes, en sentido místico Ἑρμῆ κοσμοκράτωρ, ἐγκάρδιε, κύκλε σελήνης, στρογγύλε καὶ τετράγωνε Hermes, señor del universo, que estás en el corazón, círculo de la luna, redondo y tetragonal P V 401 P VII 669 P XVIIb 2 de un trozo de natrón τῇ καθολικῇ συστάσει ἔχε νίτρον τετράγωνον para la comunicación general, ten un trozo de natrón tetragonal P XIII 38
Lexicon Thucydideum
quadratus, squared, four-sided, 4.112.2, 4.125.2, 6.27.1 (de Hermis concerning the Hermae).
Translations
square
Arabic: مُرَبَّع; Egyptian Arabic: مربع; Asturian: cuadráu; Bulgarian: квадратен; Catalan: quadrat; Czech: čtvercový; Danish: kvadratisk; Dutch: vierkant, vierkante; Esperanto: kvadrata; Farefare: wẽkɔ; Finnish: neliömäinen, neliskulmainen; French: carré; Galician: cadrado; German: quadratisch; Greek: τετράγωνος; Ancient Greek: τετράγωνος, τετραγωνικός, τετραγλώχις; Hungarian: négyszögletes; Icelandic: ferningslaga; Indonesian: kotak, segiempat; Irish: cearnógach; Italian: quadrato; Japanese: 四角い; Kannada: ಚೌಕ; Latin: quadratus, quadrus; Malay: segi empat sama; Norman: cârré; Norwegian Bokmål: kvadratisk, firkantet, firkanta; Nynorsk: kvadratisk, firkanta; Old English: fēowerecge, fēowerecgede, fēowerscȳte, fiþerscȳte; Polish: kwadratowy; Portuguese: quadrado; Romanian: pătrat; Russian: квадратный; Scottish Gaelic: ceàrnagach; Spanish: cuadrado; Swedish: kvadratisk, fyrkantig; Telugu: చతురస్ర; Walloon: cwåré, cwårêye