Νεμέα
νήπιοι, οἷς ταύτῃ κεῖται νόος, οὐδὲ ἴσασιν ὡς χρόνος ἔσθ᾿ ἥβης καὶ βιότου ὀλίγος θνητοῖς. ἀλλὰ σὺ ταῦτα μαθὼν βιότου ποτὶ τέρμα ψυχῇ τῶν ἀγαθῶν τλῆθι χαριζόμενος → fools, to think like that and not realise that mortals' time for youth and life is brief: you must take note of this, and since you are near the end of your life endure, indulging yourself with good things | Poor fools they to think so and not to know that the time of youth and life is but short for such as be mortal! Wherefore be thou wise in time, and fail not when the end is near to give thy soul freely of the best.
English (LSJ)
Ion. Νεμ-έη, Ep. Νεμ-είη (Hes.Th.329, Epic.Alex.Adesp.8.1), ἡ, (νέμος)
A wooded district between Argos and Corinth, Pi.O.9.87: freq. in locative Νεμέᾳ, ib.7.82, etc.; Dor. contr. Νεμῇ SIG36 B19 (Olympia, v B.C.), etc.:—Adj. Νέμειος, α, ον, Nemean, τὸν Ν. θῆρα E.HF 153; ὁ Ζεὺς ὁ Ν. Th.3.96; Νέμεος, Theoc.25.169; τοῦ Ν. λέοντος Luc.Philops.8; Νεμειαῖος, Hes.Th.327; Νεμεαῖος, Pi.N.2.4, etc.; Νεμεᾰκός, Sch.Pi.N.1.7; Νεμεήτης Ζεύς, St. Byz.; Νεμειήτης, Max. 102, 346:—poet. fem. Adj. Νεμεάς, άδος, Pi.N.3.2:—Adv. Νεμέᾱθεν, poet. νεκῠό-ηθε, from Nemea, Call.Fr.103. II Νέμεα (sc. ἱερά), τά, the Nemean games, Pi.O.13.34, SIG82.4 (Delph., iv B.C.), IG22.365, etc.; Νέμεια, ib.12.606, 3.129, etc. III Νέμειον (sc. ἱερόν), τό, temple of Nemean Zeus, in Locris, Plu.2.162c.
Greek (Liddell-Scott)
Νεμέα: Ἰων. -έη, Ἐπικ. -είη (Ἡσ. Θ. 330), ἡ, (νέμος, nemus) χώρα δασώδης μεταξὺ Ἄργους και Κορίνθου, Πίνδ., κλ.· Νεμείης ἄνθος, δηλ. τὸ σέλινον, Χρησμ. Σιβυλλ. 5. 45· ― ἐπίθ. Νέμειος, α, ον, ὁ τῆς Νεμέας, τὸν Ν. θῆρα Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 153· ὁ Ζεὺς ὁ Ν. Θουκ. 3. 96· Νέμεος, Θεόκρ. 25. 169· τοῦ Ν. λέοντος Λουκ. Φιλοψ. 8· Νεμειαῖος, Ἡσ. Θεογ. 327· Νεμεαῖος, Πίνδ. κλ.· Νεμεᾰκός, Σχολ. Πινδ.· ― Νεμεήτης Ζεὺς Στέφ. Βυζ.· Νεμειήτης Μαξίμ. π. καταρχ. 102, 346· ― ποιητ. θηλ. ἐπίθ. Νεμεάς, -άδος, Πινδ. Ν. 3. 4· ― Ἐπίρρ. Νεμέᾱσι, ἐν Νεμέᾳ Κλήμ. Ἀλ. 29· Νεμέᾱθεν, ποιητ. -ηθε, ἐκ Νεμέας, Καλλ. Ἀποσπ. 103. ΙΙ. Νέμεα, ποιητ. Νέμεια (ἐξυπακ. ἱερά), τά, οἱ ἐν Νεμέᾳ ἀγῶνες τελούμενοι κατὰ πᾶν δεύτερον καὶ τέταρτον ἔτος ἑκάστης Ὀλυμπιάδος, Dissen εἰς Πινδ. Ν. 7. 1, πρβλ. 5. 9, Θουκ. 3. 96, κτλ.· ― οἱ νικηταὶ ἐκαλοῦντο Νεμεονῖκαι, Σχόλ. εἰς Πινδ. Ν. 7. 118· ἢ Νεμεᾶται, Παυσ. 6. 13, 8. ΙΙΙ. Νέμειον, (ἐξυπακ. ἱερόν), τό, ὁ ναὸς τοῦ Νεμείου Διὸς ἐν Λοκρίδι, Πλούτ. 2. 162C.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
Némée, ville et plaine d’Argolide, où l’on célébrait les jeux Néméens.
Étymologie: νέμος.
English (Slater)
Νεμέα (-έα, -έας, -έᾳ, -έᾳ.) in the Argolis, site of a sanctuary to Zeus, in whose honour games were held. “θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν Νεμέᾳ” Herakles speaks of the Nemean lion, whose hide he wears (I. 6.48)
1 κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ τετράκις εὐτυχέων, Νεμέᾳ τ (O. 7.82) σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν (sc. Ζεύς) (O. 8.16) καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν (O. 8.57) Νεμέας κατὰ κόλπον (cf. (N. 6.44)) (O. 9.87) Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ (O. 13.98) ἅρμα δ' ὀτρύνει Χρομίου Νεμέα τ ἔργμασιν νικαφόροις ἐγκώμιον ζεῦξαι μέλος (N. 1.7) ἑπτὰ δ (sc. στεφάνοις ἔμιχθεν) ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι (v. ἀγών) (N. 2.23) ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ in Nemea's low-lying plain (N. 3.18) τίν γε μὲν Νεμέας Ἐπιδαυρόθεν τ' ἄπο δέδορκεν φάος (N. 3.84) τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη (N. 4.9) Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε (N. 4.75) ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος (v. μείς) (N. 5.44) ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἀέθλων παῖς ἐναγώνιος (N. 6.12) πεντάκις Ἰσθμοῖ στεφανωσάμενος, Νεμέᾳ δὲ τρεῖς (N. 6.20) ἀμφὶ Νεμέᾳ πολύφατον θρόον ὕμνων δόνει ἡσυχᾷ (N. 7.80) καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον (sc. ἐκράτησε) (N. 10.26) ἐν Ἰσθμῷ, Νεμέᾳ δὲ (I. 5.18) ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον, ὦ Ζεῦ, τὶν ἄωτον δεξάμενοι στεφάνων (I. 6.3) τρεῖς (sc. νίκας) ἀπ' Ἰσθμοῦ τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας (I. 6.61) Ἰσθμιάδος τε νίκας ἄποινα καὶ Νεμέᾳ ἀέθλων ὅτι κράτος ἐξεῦρε (I. 8.4)] οι Νεμέα κ [fr. 1b. 3. εἴπερ τριῶν Ἰσθμ [οῖ], Νεμλτ;έγτ;αλτ;ι δγτ;ὲ δυ [οῖν (e Σ supp. Lobel) fr. 6a. h.
English (Slater)
Νεμέα (-έα, -έας, -έᾳ, -έᾳ.) in the Argolis, site of a sanctuary to Zeus, in whose honour games were held. “θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν Νεμέᾳ” Herakles speaks of the Nemean lion, whose hide he wears (I. 6.48)
1 κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ τετράκις εὐτυχέων, Νεμέᾳ τ (O. 7.82) σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν (sc. Ζεύς) (O. 8.16) καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν (O. 8.57) Νεμέας κατὰ κόλπον (cf. (N. 6.44)) (O. 9.87) Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ (O. 13.98) ἅρμα δ' ὀτρύνει Χρομίου Νεμέα τ ἔργμασιν νικαφόροις ἐγκώμιον ζεῦξαι μέλος (N. 1.7) ἑπτὰ δ (sc. στεφάνοις ἔμιχθεν) ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι (v. ἀγών) (N. 2.23) ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ in Nemea's low-lying plain (N. 3.18) τίν γε μὲν Νεμέας Ἐπιδαυρόθεν τ' ἄπο δέδορκεν φάος (N. 3.84) τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη (N. 4.9) Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε (N. 4.75) ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος (v. μείς) (N. 5.44) ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἀέθλων παῖς ἐναγώνιος (N. 6.12) πεντάκις Ἰσθμοῖ στεφανωσάμενος, Νεμέᾳ δὲ τρεῖς (N. 6.20) ἀμφὶ Νεμέᾳ πολύφατον θρόον ὕμνων δόνει ἡσυχᾷ (N. 7.80) καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον (sc. ἐκράτησε) (N. 10.26) ἐν Ἰσθμῷ, Νεμέᾳ δὲ (I. 5.18) ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον, ὦ Ζεῦ, τὶν ἄωτον δεξάμενοι στεφάνων (I. 6.3) τρεῖς (sc. νίκας) ἀπ' Ἰσθμοῦ τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας (I. 6.61) Ἰσθμιάδος τε νίκας ἄποινα καὶ Νεμέᾳ ἀέθλων ὅτι κράτος ἐξεῦρε (I. 8.4)] οι Νεμέα κ [fr. 1b. 3. εἴπερ τριῶν Ἰσθμ [οῖ], Νεμλτ;έγτ;αλτ;ι δγτ;ὲ δυ [οῖν (e Σ supp. Lobel) fr. 6a. h.