πλήν
English (LSJ)
Dor.and Aeol. πλάν SIG56.3(Argos, vB.C.), 421.7(Thermum, iii B. C.), IG9(1).333.4 (Locr., v B. C.), Berl.Sitzb.1927.158 (Cyrene), Schwyzer633.16, 19 (Eresus, ii/i B. C.): A Prep. with gen., except, save, πάντων Φαιήκων πλήν γ' αὐτοῦ Λαοδάμαντος Od.8.207; τίς ἔτλη . . π. Ἡρακλῆος; Hes.Sc.74, cf. A.Pr.914, IG12.6.108, etc.: with γε, S. El.909, etc.; ὑπεγγύους π. θανάτου liable to any punishment short of death, Hdt.5.71; ἐπιτρέψαι περὶ σφῶν αὐτῶν π. θανάτου save in respect of death, Th.4.54; σκυλεύειν τοὺς τελευτήσαντας π. ὅπλων of anything save their arms, Pl.R.469c; διαρπάσαι . . ἐπέτρεψε πλὴν ἀνδραπόδων to carry off all plunder save slaves, X.An.2.4.27. 2 later, besides, in addition to, LXX De.18.8, 29.1. B Conj.: I with single words and phrases, esp. when a neg. precedes, οὐκ ἆρ' Ἀχαιοῖς ἄνδρες εἰσὶ π. ὅδε; S.Aj.1238; οὐκ οἶδα π. ἕν Id.OC1161, E.El.752; οὐ κάτοιδα π. ἐπὶ σμικρὸν φράσαι S.El.414, cf. Amphis 13: after a question implying a neg., τί σοι πέπρακται π.τεύχειν κακά; A.Eu.125, cf. S.Ant.646: after πᾶς, etc., τὸ δ' ἄρσεν αἰνῶ πάντα π. γάμου τυχεῖν A.Eu.737; παντὶ δῆλον π. ἐμοί Pl.R.529a, cf. S.Ph. 299, Isoc.12.19, etc.; νικᾶν . . πανταχοῦ . . ἔφυν π. εἰς σέ S.Ph.1053 (πᾶς is sts. omitted, θνῄσκουσι [πάντες] π. εἷς τις Id.OT118; ἀλλ' ἔστι [πᾶσι] πλὴν σοί ib.370): freq. with ἄλλος (much like ἤ), τί οὖν μ' ἄνωγας ἄλλο π. ψευδῆ λέγειν; Id.Ph.100, cf. Aj.125, Ant.236, Ar.Pl.106, X. An.1.2.1, Pl.Prt.334b, etc.: after a Comp., ταῦτ' ἐστὶ κρείσσω π. ὑπ' Ἀργείοις πεσεῖν E.Heracl.231, cf. Pl.Min.318e, etc.; πάντα μᾶλλον π. αὐτὸς ἅψασθαι D.21.179: after a Sup., τὸ μέγιστον εἴργται π. αἱ τάξεις τοῦ φόρου X.Ath.3.5. II freq. joined with other Particles: 1 π. εἰ, π. ἐάν, ὅταν, a folld. by a Verb, π. εἴ τις κωμῳδοποιὸς τυγχάνει ὤν Pl.Ap.18d, cf. Tht.177d, D.3.18, 10.39, etc.; π. ὅταν A.Pr.260, S.El.293, etc.; π. εἰ ἄρα μή Str.7.3.8; π. ἐὰν μὴ ἐξέλθῃ Arist.HA554b2. b with Verb omitted, οὐδεὶς οἶδεν... π. εἴ τις ἄρ' ὄρνις Ar.Av.601, cf.X.HG4.2.21, etc.; π. εἰ μή, after a neg., οὐδὲν προσδεησόμεθα, π. εἰ μὴ πάρεργόν τι Pl.Plt.286d (v.l.); οὐδὲν ἂν πάθοι... π. εἰ μή που κατὰ συμβεβηκός Arist.GC323b26; οὐ δεῖ . . τοῦτο . . κινεῖσθαι, π. εἰ μὴ κατὰ σ. Id.de An.406b8, cf. APr.43a39, Thphr.CP1.10.6, D.H.4.74.—The pleon. phrase π. εἰ μή is censured by Luc.Sol.7. 2 πλὴν ἤ (where ἤ adds nothing to the sense; πλὴν εἰ is a common v.l.), οὐκ ἄλλῳ π. ἢ Προδίκῳ Ar.Nu.361, cf. 734; οὐδὲν κάκιον... πλὴν ἄρ' ἢ γυναῖκες Id.Th.532, cf. Hdt.2.111, Pl.Ap.42a (v.l. π. εἰ); also οὐ τὸν ἄνθρωπον ὑγιάζει π. ἀλλ' ἢ . . Arist.Metaph.981a18 (v.l.). 3 π. οὐ only not, πάντες προσδέχονται, π. οὐχ οἱ τύραννοι X.Hier.1.18 (v.l. ap.Ath.4.144d), cf. Lac.15.6, D.18.45, 56.23, Berl.Sitzb.l.c. 4 π. ὅτι except that... save that... καίτοι τί διαφέρουσιν ἡμῶν ἐκεῖνοι, π. ὅτι ψηφίσματ' οὐ γράφουσιν; Ar.Nu. 1429; π. ἢ ὅτι Hdt.4.189; πλήν γε ὅτι, πλήν γε δὴ ὅτι, Pl.Tht.183a, Phd.57b; after ὁμοίως, τὰ αὐτά, Plu.Pel.4, Artem.1.56. 5 π. ὅσον except or save so far as... παρήκουσι παρὰ πᾶσαν [τὴν Λιβύην]... π. ὅσον Ἕλληνες . . ἔχουσι Hdt.2.32, cf. D.H.1.23; π. ὅσα Pl.R.456a; π. καθόσον D.C.72.19; π. καθόσον εἰ Th.6.88 codd. b without a Verb, πάντων ἐρήμους, π. ὅσον τὸ σὸν μέρος save so far as thou art concerned, S.OT1509; τοὺς πολλοὺς ἀπέκτειναν π. ὅσον ἐκ τριῶν νεῶν οὓς ἐζώγρησαν except only... Th.7.23, cf. Pl.Lg.670a, 856d; ἀληθευτικός, π. ὅσα μὴ δι' εἰρωνείαν Arist.EN1124b30. III introducing a clause, mostly preceded by οὐδείς, πᾶς, ἄλλος, save that, νῦν δ' οὐδεμία πάρεστιν... π. ἥ γ' ἐμὴ κωμῆτις ἥδ' ἐξέρχεται Ar.Lys.5, cf. S.Tr.41, X.An. 1.8.20, etc.; οὐκ ἀντεξῄεσαν π. ἕως ἀκροβολισμοῦ Plb.1.18.2: without any such word preceding, only, albeit, ἀπέπεμπε κήρυκας ἐς τὴν Ἑλλάδα, π. οὔτε ἐς Ἀθήνας οὔτε ἐς Λακεδαίμονα ἀπέπεμπε Hdt.7.32, cf. S. OC1643, Th.8.70, Pl.Prt.328e, etc. 2 to break off and pass to another subject, only, however, π. γνώριζε ἄτοπος ὤν PCair.Zen.454.10 (iii B. C.), cf. Plb.1.69.14, 2.17.1, 1 Ep.Cor.11.11, Diog.Oen.8, Plu. Per.34, etc.: in late Prose, π. ἀλλά Id.Pyrrh.5, Luc.Prom.20, DMort.13.3, 20.4, etc.; π. ἀλλά γε Id.Rh.Pr.24. 3 simply for δέ, but, πολλὴν στρατιὰν ἀθροίσας, π. ἄπειρον μάχης Hdn.3.4.1; δυστυχῶν μέν, π. ἀλλ' Ἑλλήνων Hld.6.7. (Cogn. with πλησίος, πελάζω, cf. ἔμπλην.)
German (Pape)
[Seite 634] 1) als praepos. c. gen., eigtl. über, über Etwas hinaus, dah. außer, ausgenommen; Od. 8, 207; Hes. Sc. 74; ἐλεύθερος γὰρ οὔτις ἐστὶ πλὴν Διός, Aesch. Prom. 50, u. öfter; Soph. u. Eur.; u. in Prosa, wie bei Her., oft; πλὴν οὐ, 7, 32; οὐδεμία ἂν εἴη ἄλλη ἀποφυγὴ κακῶν πλἡν τοῦ ὡς βελτίστην γενέσθαι, Plat. Phaed. 107 d; πλὴν τῆς ἑβδόμης, Polit. 303 b, u. öfter; Xen. An. 2, 4, 27 u. Folgde, wie Pol. 3, 54, 4. – 2) Adv., außerdem, überdies; Her. oft u. bei den Attikern häufig; πλὴν ἐάν, πλὴν εἰ, außer wenn, außer daß, πλὴν εἴ τις τὸ ὄνομα λέγοι, Plat. Theaet. 177 d; Isocr. 4, 93; οὐδαμῶς πλὴν εἰ, 5, 5; πλὴν εἰ μὴ φήσει, nisi forte dicet, Dem. 24, 67; – πλὴν ἀλλά, jedoch aber, gleichwohl aber, bes. nach Parenthesen, aber; πλὴν ὅσον, außer insofern, Plat. Rep. V, 456 a Legg. II, 670 a; Xen. An. 3, 2, 28; auch πλὴν ὅτι, Ar. Nubb. 1428 u. A.; – πλὴν ἤ, Ar. Nubb. 734; πλὴν ἄρ' ἤ, Thesm. 532; – ἴσως παντὶ δῆλον πλὴν ἐμοί, Plat. Rep. VII, 529 a; ἶσα θεοῖσι πλὴν τὸ κατθανεῖν μόνον, ausgenommen. insofern er sterblich ist, Eur. Hec. 356; πλὴν Ἀπολλωνίδης τις ἦν, außer daß, jedoch es war ein gewisser Ap., Xen. An. 3, 1, 26; πλὴν τοξευθῆναί τις ἐλέγετο, 1, 8, 20; πάντες ἐξέλιπον πλὴν οἱ τὰ καπηλεῖα ἔχοντες, 1, 2, 24; vgl. noch πλὴν σμικρόν τί μοι ἐμποδών, Plat. Prot. 328 e; πλὴν οὔτε, ausgenommen, nur möchte, jedoch nicht, Her. 7, 32; οὐδὲν ἄλλο πλήν, = ἤ, Soph. Ai. 125, u. oft bei Arist.; auch πλήν c. inf., z. B. πλὴν λέγειν, ohne zu sagen.
Greek (Liddell-Scott)
πλήν: Δωρ. πλάν: Α. ὡς πρόθεσις μετὰ γεν. (κυρίως ἐκ τοῦ πλέον) ὡς καὶ νῦν, πάντων Φαιήκων πλήν γ’ αὐτοῦ Λαομέδοντος Ὀδ. Θ. 207· τίς ἔτλη... πλὴν Ἡρακλῆος Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 74· οὕτω παρ’ Ἡροδ. καὶ τοῖς Ἀττ. μετὰ τοῦ γε ἢ ἄνευ τοῦ γε, Αἰσχύλ. Πρ. 914, Σοφ. Ἠλ. 909, κλπ.· ὑπεγγύους πλὴν θανάτου, ὑποκειμένους εἰς πᾶσαν τιμωρίαν πλὴν τῆς θανατικῆς, Ἡρόδ. 5. 71· ἐπιτρέψαι περὶ σφῶν αὐτῶν πλὴν θανάτου Θουκ. 4. 54· σκυλεύειν τοὺς τελευτήσαντας πλὴν ὅπλων, παντὸς πράγματος ἐξαιρέσει τῶν ὅπλων των, Πλάτ. Πολ. 469C· διαρπάσαι... ἐπέτρεψε πλὴν ἀνδραπόδων, νὰ διαρπάσωσι τὰ πάντα ἐκτὸς τῶν ἀνδραπόδων, Ξεν. Ἀν. 2. 4, 27. Β. ὡς Ἐπίρρ.· Ι. μετὰ μεμονωμένων λέξεων καὶ φράσεων, μάλιστα ἡγουμένης ἀρνήσεως, οὐκ ἄρ’ Ἀχαιοῖς ἄνδρες εἰσὶ πλὴν ὅδε Σοφ. Αἴ. 1238· οὐκ οἶδα πλὴν ἓν ὁ αὐτ. ἐν Ο. Κ. 1161, πρβλ. Ἠλ. 414, Εὐρ. Ἠλ. 752, κτλ.· οὕτω προηγουμένης ἐρωτήσεως ὑπονοούσης ἄρνησιν, τί σοι πέπρακται πλὴν τεύχειν κακά; Αἰσχύλ. Εὐμ. 125, πρβλ. Σοφ. Ἀντ. 646· ― μετὰ τὸ πᾶς, πάντες, ἕκαστος, καὶ τὰ ὅμοια, τὸ δ’ ἄρσεν αἰνῶ πάντα πλὴν γάμου τυχεῖν Αἰσχύλ. Εὐμ. 737· παντὶ δῆλον πλὴν ἐμοὶ Πλάτ. Πολ. 529Α, πρβλ. Σοφ. Φιλ. 299, Ἰσοκρ. 237Α, κτλ.· νικᾶν .. πανταχοῦ .. ἔφυν πλὴν εἰς σὲ Σοφ. Φιλ. 1053· (ἀλλὰ τὸ πᾶς ἐνίοτε παραλείπεται, θνήσκουσι [πάντες] πλὴν εἷς τις Σοφ. Ο. Τ. 118· ἀλλ’ ἔστι [πᾶσι] πλὴν σοὶ αὐτόθι 370, πρβλ. Ξεν. Ἀνάβ. 1. 2, 1)· ― συχνάκις μετὰ τοῦ ἄλλος, ὅτε κεῖται σχεδὸν ὡς τὸ ἤ, quam, τί οὖν μ’ ἄνωγας ἄλλο πλὴν ψευδῆ λέγειν Σοφ. Φιλ. 100, πρβλ. Αἴ. 125, Ἀντ. 236, Ἀριστοφ. Πλ. 106, Πλάτ. Πρωτ. 334Β, κτλ. ― οὕτω καὶ μετὰ συγκριτικόν, ταῦτ’ ἐστὶ κρείσσω, πλὴν ὑπ’ Ἀργείοις πεσεῖν Εὐρ. Ἡρακλ. 231, πρβλ. Πλάτ. Μίν. 318Ε, Δημ. 572. 20, Ἄμφις ἐν «Δεξιδημίδῃ» 1, κτλ.· ― μετὰ ὑπερθετικόν, τὸ μέγιστον εἴρηται πλὴν αἱ τάξεις τοῦ φόρου Ξεν. Ἀθην. 3, 5. ΙΙ. συχνάκις συνάπτεται μετ’ ἄλλων μορίων: 1) πλὴν εἰ, πλὴν ἐάν, Λατ. nisi si, α) ἑπομένου ῥήματος, πλὴν εἴ τις κωμῳδοποιὸς τυγχάνει ὤν Πλάτ. Ἀπολ. 18D, πρβλ. Θεαίτ. 177D, Δημ. 33. 15., 141. 21, κλπ.· οὕτω πλὴν ὅταν Αἰσχύλ. Πρ. 258, Σοφ. Ἠλ. 293, κτλ.· πλὴν εἰ ἄρα μὴ Στράβ. 302· πλὴν ἐὰν μὴ ἐξέλθῃ Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 22, 12. β) τὸ ῥῆμα συχνάκις παραλείπεται, ὡς μετὰ τοῦ ὡσεί, ὡσπερεί, οὐδεὶς οἶδεν..., πλὴν εἴ τις ἄρ’ ὄρνις Ἀριστοφ. Ὄρν. 601, πρβλ. Νεφ. 734, Ξεν. Ἑλλ. 4. 2, 21, κτλ.· οὕτω, πλὴν εἰ μή, προηγουμένης ἀρνήσεως, οὐδὲν προσδεόμεθα πλὴν εἰ μὴ πάρεργόν τι Πλάτ. Πολιτικ. 286D· οὐδὲν ἂν πάθοι..., πλὴν εἰ μή που κατὰ συμβεβηκὸς Ἀριστ. π. Γεν. καὶ Φθορ. 1. 7, 5· οὐ δεῖ... τοῦτο... κινεῖσθαι πλὴν εἰ μὴ κατὰ συμ. ὁ αὐτ. π. Ψυχῆς 1. 3, 9, πρβλ. Ἀναλυτ. Πρότ. 1. 27, 4, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 1. 10, 6· ― οὕτως, οὐ τὸν ἄνθρωπον ὑγιάζει..., πλὴν ἀλλ’ ἢ κατὰ συμ. Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 1, 8. ― Τὴν πλεοναστικὴν φράσιν: πλὴν εἰ μὴ ἀποδοκιμάζει ὁ Λουκ. ἐν τῷ Σολοικ. 7. 2) πλὴν ἤ, σχεδὸν ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας καὶ τὸ πλὴν εἰ (ὅπερ ἀπαντᾷ ὡς συνήθης διάφ. γραφ.), οὐκ ἄλλως πλὴν ἢ Προδίκῳ Ἀριστοφ. Νεφ. 361, πρβλ. 733· οὐδὲν κάκιον..., πλὴν ἄρ’ ἢ γυναῖκες ὁ αὐτ. ἐν Θεσμ. 532, πρβλ. Ἡρόδ. 2. 111, Πλάτ. Ἀπολ. ἐν τέλ· 3) πλὴν οὐ, μόνον οὐχί, πάντες προσδέχονται, πλὴν οὐχ οἱ τύραννοι Ξεν. Ἱέρ. 1, 18, πρβλ. τὸν αὐτ. ἐν Λακ. 15, 6, Δημ. 241. 4., 1290. 4. 4) πλὴν ὅτι..., καίτοι τί διαφέρουσιν ἡμῶν ἐκεῖνοι, πλὴν ὅτι ψηφίσματα οὐ γράφουσιν Ἀριστοφ. Νεφ. 1429· οὕτω, πλὴν ἢ ὅτι Ἡρόδ. 4. 189· πλήν γε ὅτι, πλήν γε δὴ ὅτι Πλάτ. Θεαίτ. 183A, Φαίδων 57B· ἡγουμένου τοῦ ὁμοίως, τὰ αὐτά, Πλουτ. Πελοπ. 4, Ἀρτεμ. 1. 56. 5) πλὴν ὅσον, ἐκτὸς ὅσον, ἐκτὸς ἐφ’ ὅσον..., παρήκουσι παρὰ πᾶσαν τὴν Λιβύην..., πλὴν ὅσον Ἕλληνες... ἔχουσι Ἡρόδ. 2. 32, πρβλ. Διον. Ἁλ. 1. 23· οὕτω, πλὴν ὅσα Πλάτ. Πολ. 456A· πλὴν καθόσον Δίων Κ. 72. 19· πλὴν καθόσον εἰ Θουκ. 6. 88. β) ἄνευ ῥήματος ῥητῶς ἐκπεφρασμένου, πάντων ἐρήμους, πλὴν ὅσον τὸ σὸν μέρος, πλὴν ὅσον ἀποβλέπει εἰς σέ, Σοφ. Ο. Τ. 1509· τοὺς πολλοὺς ἀπέκτεινε, πλὴν ὅσον ἐκ τριῶν νεῶν οὓς ἐζώγρησαν Θουκ. 7. 23, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 670Α, 856D· ἀληθευτικός, πλὴν ὅσα μὴ δι’ εἰρωνείαν Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 4. 3, 28. ΙΙΙ. εἰσάγει πρότασιν, σχεδὸν ὡς τὸ πλὴν ὅτι (ἴδε ἀνωτ. Ι. 4), ἧς προηγεῖται ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τὸ οὐδείς, πᾶς, ἄλλος, νῦν δ’ οὐδεμία πάρεστιν…, πλὴν ἥ γ’ ἐμὴ κωμῆτις ἥδ’ ἐξέρχεται Ἀριστοφ. Λυσ. 5, πρβλ. Σοφ. Τρ. 41, Ξεν. Ἀν. 1. 8, 20, κτλ.· ― ἀλλὰ καὶ χωρὶς νὰ προηγῆται τοιάτη τις λέξις, ἔνθα ἑρμηνεύομεν διὰ τοῦ μόνον, ἂν καί, ἀπέπεμπε κήρυκας ἐς τὴν Ἑλλάδα, πλὴν οὔτε ἐς Ἀθήνας οὔτ’ ἐς Λακεδαίμονα ἔπεμπε Ἡρόδ. 7. 32, πρβλ. Σοφ. Ο. Ε. 1643, Θουκ. 8. 70, Πλάτ. Πρωτ. 328Ε, κελ.· ὡσαύτως, 2) ὡς παρὰ τοῖς Λατ. τὸ caeterum, χρησιμεύει ὅπως διακόψῃ τις τὸν λόγον περί τινος πράγματος καὶ ὁμιλήσῃ περὶ ἑτέρου, πλὰν δύο τὰς λοιπὰς διδυματόκους αἶγας… ἀμέλγω Θεόκρ. 5. 84, Πολύβ. 1. 69, 14., 2. 17, 1, Πλουτ. Περικλ. 34, κτλ. 3) οὕτω παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, πλὴν ἀλλά, Πλουτ. Πύρρ. 5, Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 13. 3., 20. 4, κτλ.· πλὴν ἀλλά γε Λουκ. Ρητόρ. διδάσκ. 24· ― ἐνίοτε κεῖται ἁπλῶς ἀντὶ τοῦ δέ, δυστυχῶν μέν, πλὴν ἀλλ’ Ἑλλήνων Ἡλιόδ. 6. 7.
French (Bailly abrégé)
adv. et prép.
I. excepté : οὐκ ἆρ’ Ἀχαιοῖς ἄνδρες εἰσὶ πλὴν ὅδε ; SOPH les Grecs n’ont-ils donc pas d’autres guerriers que celui-ci ? αἱ ἀρχαὶ πᾶσαι ἐκ τούτων καθίστανται πλὴν οἱ τῶν παίδων διδάσκαλοι XÉN c’est parmi ceux de cette classe qu’on prend toutes les autorités, sauf les instituteurs des enfants ; joint à des particules;
1 πλὴν εἰ, excepté si, si ce n’est que, à moins que ; πλὴν ἐάν, πλὴν ὅταν, πλὴν εἰ μή, m. sign.
2 πλὴν ἤ, si ce n’est, excepté;
3 πλὴν ὅσον, excepté seulement que ; πλὴν ὅσα, m. sign. ; πλὴν καθόσον εἰ THC m. sign. ; sans verbe excepté, seulement : πλὴν ὅσον τὸ σὸν μέρος SOPH sauf en ce qui te regarde;
4 πλὴν ὅτι, πλὴν ἢ ὅτι HDT excepté que;
5 πλὴν οὐ, si ce n’est, excepté;
6 excepté que, après οὐδείς, πᾶς, ἄλλος, etc. : οἴεσθαι δεῖ πολλά τε καὶ παντοδαπὰ καὶ ἄλλα ποιεῖν αὐτούς, πλὴν ἐμάχετο οὐδείς XÉN il faut croire qu’ils faisaient toutes sortes d’autres choses, sauf que pas un ne combattait, càd seulement pas un ne combattait ; sans οὐδείς, ἄλλος ou πᾶς, etc. : ἀπέπεμπε κήρυκας ἐς τὴν Ἑλλάδα, πλὴν οὔτε ἐς Ἀθήνας οὔτε ἐς Λακεδαίμονα ἀπέπεμπε HDT il envoya des hérauts en Grèce, toutefois (litt. excepté que) il n’en envoya ni à Athènes ni à Lacédémone ; πλὴν ἀλλά, πλὴν ἀλλὰ μή, m. sign.
II. prép. avec le gén. : excepté.
Étymologie: cf. πλέον.
English (Autenrieth)
except, w. gen., Od. 8.207†.
English (Strong)
from πλείων; moreover (besides), i.e. albeit, save that, rather, yet: but (rather), except, nevertheless, notwithstanding, save, than.
English (Thayer)
adverb (from πλέον 'more' (Curtius, § 375; Lob. Path. Element. 1:143; 2:93 (cf. Lightfoot on beyond, besides, further); it stands:
1. adverbially, at the beginning of a sentence, serving either to restrict, or to unfold and expand what has preceded: moreover, besides, so that, according to the requirements of the context, it may also be rendered but, nevertheless; (howbeit; cf. Buttmann, § 146,2): L Tr text WH; R G (see Ellicott)); πλήν ὅτι, except that, save that (examples from classical Greek are given by Passow, under the word, II:1e.; (Liddell and Scott, under the word, B. II:4)): Winer's Grammar, 508 (473); L T Tr WH (R. V. only that)).
2. as a preposition, with the genitive (first so by Homer, Odyssey 8,207; (cf. Winer s Grammar, § 54,6)), besides, except, but: Klotz ad Devar. II:2, p. 724f.
Greek Monolingual
ΝΜΑ και δωρ. τ. πλαν
Ι. (ως πρόθ. καταχρ. με γεν.) εκτός από, εξαιρέσει του... (α. «όλοι πλην ενός» β. «οἱ Ἕλληνες... πλὴν Λακεδαιμονίων», Αρρ.)
γ. «ἐλεύθερος γὰρ οὔ τις ἐστὶ πλὴν Διός», Σοφ.)
αρχ.
εκτός αυτού, επί πλέον αυτού
II. νεοελλ. σύμβολο της πράξης της αφαίρεσης (-), μείον («επτά πλην δύο»). III. (ως σύνδ.) (μσν.-αρχ.) παρά μόνο, εκτός από (α. «οὐκ οἶδα πλὴν ἕν», Σοφ.
β. «παντὶ δῆλον πλὴν ἐμοί», Πλάτ.)
αρχ.
1. φρ. α) «πλὴν εἰ» ή «πλὴν ὅταν» — εκτός αν («οὐδεὶς οἶδεν τὸν θησαυρόν τὸν ἐμὸν πλὴν εἴ τις ἄρ' ὄρνις», Αριστοφ.)
β) «πλὴν ἤ» — εκτός από, παρά μόνο («οὐδὲν κάκιον... πλὴν ἄρ' ἤ γυναῑκες», Αριστοφ.)
γ) «πλὴν ἤ ὅτι» — εκτός του ότι, παρά μόνο ότι («τί διαφέρουσιν πλὴν ὅτι ψηφίσματα γράφουσιν», Αριστοφ.)
2. δε, όμως («πολλὴν στρατιάν ἀθροίσας πλὴν ἄπειρον μάχης», Ηρωδιαν.)
3. χρησιμεύει για να διακόψει κανείς το λόγο του και να μιλήσει παρενθετικά για κάτι άλλο («πλὴν οὔτε ἀνὴρ χωρὶς γυναικὸς οὔτε γυνὴ χωρὶς ἀνδρὸς ἐν Κυρίῳ», ΚΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. πλήν (όπως και το αντίθετό της δήν) έχει προέλθει από την αιτ. ενός αμάρτυρου ονόματος, το οποίο ανάγεται στη ρίζα πελᾱ-/ πλᾱ- του επιρρ. πέλας «κοντά», με μηδενισμένο το πρώτο και απαθές το δεύτερο φωνήεν της δισύλλαβης ρίζας, οπότε η αναμενόμενη σημ. του πλήν θα ήταν «κοντά». Ανάλογη εξέλιξη από αρχική σημ. «κοντά, πλησίον» σε σημ. «εκτός από, χωρίς, παρά μόνο» παρατηρείται στην πρόθεση παρά και στο λατ. praeter «κοντά, χωρίς, εκτός»].
Greek Monotonic
πλήν: Δωρ. πλάν = πλέον·
Α. ως πρόθ. με γεν., πιο πολύ από· και ομοίως, εκτός από, πλην, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.· ὑπεγγύους πλὴν θανάτου, υποκείμενη σε κάθε τιμωρία πλην της θανατικής, σε Ηρόδ.· ἐπιτρέψαι περὶ σφῶν αὐτῶν πλὴν θανάτου, με εξαίρεση το θάνατο, σε Θουκ. Β. ως επίρρ.,
I. Με μεμονωμένες λέξεις και φράσεις όταν προηγείται άρνηση, οὐκ οἶδα πλὴν ἕν, σε Σοφ. κ.λπ.· μετά τα πᾶς, πάντες, ἕκαστος, και άλλα παρόμοια, παντὶ δῆλον πλὴν ἐμοί, σε Πλάτ.· το πᾶς μερικές φορές παραλείπεται, θνῄσκουσι (πάντες) πλὴν εἷς τις, σε Σοφ.· μετά το ἄλλος, τί ἄλλο πλὴν ψευδῆ, τί άλλο παρά ψέμματα, στον ίδ.· μετά από συγκρ. όπως το ἤ, πιο πολύ, ταῦτ' ἐστὶ κρείσσω, πλὴν ὑπ' Ἀργείοις πεσεῖν, σε Ευρ.
II. 1. συχνά συνάπτεται με άλλα μόρια·
1. πλὴν εἰ, πλὴν ἐάν, Λατ. nisi si, πλὴν εἴ τις κωμωδοποιός τυγχάνει ὤν, σε Πλάτ.· πλὴν ὅταν, σε Αισχύλ. κ.λπ.· το ρήμα συχνά παραλείπεται, όπως μαζί με τα ὡσεί, ὡσπερεί, οὐδεὶς οἶδεν, πλὴν εἴ τις ὄρνις, σε Αριστοφ.
2. πλὴνἤ, περίπου ίδιο το πλὴν εἰ, οὐκ ἄλλως πλὴν ἢ προδίκῳ, στον ίδ.
3. πλὴν οὐ, μόνο εκτός από, ἀπέπεμψε κήρυκας ἐς τὴν Ἑλλάδα, πλὴν οὐ ἐς Ἀθήνας, σε Ηρόδ.· πάντες πλὴν οὐχ οἱ τύραννοι, σε Ξεν.
4. πλὴν ὅτι, εκτός από αυτό..., πλὴν αὐτοῦ καίτοι τί διαφέρουσιν ἡμῶν ἐκεῖνοι, πλὴν ὅτι ψηφίσματ' οὐ γράφουσιν;, σε Αριστοφ.· ομοίως, πλὴν ἢ ὅτι, σε Ηρόδ.
5. πλὴν ὅσον, εκτός ή πλην όσον, στον ίδ.· πλὴν καθόσον εἰ, σε Θουκ.· χωρίς ρήμα, πάντων ἑρήμους, πλὴν ὅσον τὸ σὸν μέρος, εκτός από το μέρος που αφορά εσένα, σε Σοφ.