διά

From LSJ
Revision as of 19:51, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_1)
Sophocles, Antigone, 883
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διά Medium diacritics: διά Low diacritics: δια Capitals: ΔΙΑ
Transliteration A: diá Transliteration B: dia Transliteration C: dia Beta Code: dia/

English (LSJ)

poet. διαί (Aeol. ζά, q.v.), Prep. governing gen. and acc.— Rad. sense,

   A through; never anastroph. [Prop. δῐᾰ: but Hom. uses ῑ at the beginning of a line, Il.3.357, 4.135, al.: also ᾱ, metri gr., freq. in Hom., for which A. uses διαί in lyr., Ag.448, al.]    A WITH GEN.    I of Place or Space:    1 of motion in a line, from one end to the other, right through, in Hom. freq. of the effect of weapons, διὰ μὲν ἀσπίδος ἦλθε . . ἔγχος καὶ διὰ θώρηκος . . Il. 3.357; δουρὶ βάλεν Δάμασον κυνέης διά 12.183; δι' ὤμου . . ἔγχος ἦλθεν 4.481; in Prose, τιτρώσκειν διὰ τοῦ θώρακος X.An.1.8.26; διὰ τοῦ ὀρόφου ἐφαίνετο πῦρ ib.7.4.16: also of persons, διὰ Σκαιῶν πεδίονδ' ἔχον ὠκέας ἵππους out through the Scaean gate, Il.3.263; δι' ἠέρος αἰθέρ' ἵκανεν quite through the lower air even to the ether, Il.14.288, cf. 2.458; διὰ Τρώων πέτετο straight through them, 13.755; δι' ὄμματος . . λείβων δάκρυον S.OC1250, etc.: also in Compos. with πρό and ἐκ, v. διαπρό, διέκ: in adverbial phrases, διὰ πασῶν (sc. χορδῶν), v. διαπασῶν: διὰ πάσης throughout, Th.1.14; διὰ κενῆς idly, Id.4.126, etc. (cf.111.1.c).    2 of motion through a space, but not in a line, throughout, ouer, ἑπόμεσθα διὰ πεδίοιο Il.11.754; δι' ὄρεσφι 10.185, al.; ὀδύνη διὰ χροὸς ἦλθε through all his frame, 11.398; τεῦχε βοὴν διὰ ἄστεος Od.10.118; δι' ὁμίλου Il.6.226, etc.; θορύβου διὰ τῶν τάξεων ἰόντος X.An.1.8.16, cf. 2.4.26, etc.; later, in quoting an authority, ἱστορεῖ δ. τῆς δευτέρας in the course of .., Ath.10.438b.    3 in the midst of, Il.9.468; κεῖτο τανυσσάμενος δ. μήλων Od.9.298; between, δ. τῶν πλευρέων ταμόντα Hp.Morb.2.61: hence, of pre-eminence, ἔπρεπε καὶ δ. πάντων Il.12.104; τετίμακε δι' ἀνθρώπων Pi.I.4(3).37; εὐδοκιμέοντι δ. πάντων Hdt.6.63, cf. 1.25, etc.    4 in Prose, sts. of extension, along, παρήκει δ. τῆσδε τῆς θαλάσσης ἡ ἀκτή Id.4.39 (but πέταται δ. θαλάσσας across the sea, Pi.N.6.48); λόφος, δι' οὗ τὸ σταύρωμα περιεβέβληντο X.HG7.4.22.    5 in Prose, of Intervals of Space, δ. τριήκοντα δόμων at intervals of thirty layers, i. e. after every thirtieth layer, Hdt.1.179; δ. δέκα ἐπάλξεων at every tenth battlement, Th.3.21; cf. infr. 11.3: of a single interval, δ. πέντε σταδίων at a distance of five stades, Hdt.7.30, cf. 198; δ. τοσούτου μᾶλλον ἢ δ. πολλῶν ἡμερῶν ὁδοῦ at so short a distance, etc., Th.2.29; δ. πολλοῦ at a great distance apart, Id.3.94; δ. πλείστου Id.2.97; δι' ἐλάσσονος Id.3.51; ὕδατα δ. μακροῦ ἀλόμενα Hp.Aër.9, etc.    II of Time,    1 of duration from one end of a period to the other, throughout, δ. παντὸς [τοῦ χρόνου] Hdt.9.13; δι' ὅλου τοῦ αἰῶνος Th.1.70; δι' αἰῶνος S.El.1024; δι' ἡμέρας ὅλης Ar.Pax 27; δι' ὅλης τῆς νυκτός X.An.4.2.4, etc.: without an Adj., δι' ἡμέρης all day long, Hdt.1.97; δ. νυκτός Th.2.4, X.An.4.6.22 (but δ. νυκτός in the course of the night, by night, Act.Ap.5.19, PRyl.138.15 (i A. D.), etc.); δ. νυκτὸς καὶ ἡμέρας Pl.R.343b; δι' ἐνιαυτοῦ, δι' ἔτους, Ar.Fr.569.8, V.1058; δ. βίου Pl.Smp.183e, etc.; δ. τέλους from beginning to end, A.Pr.275, Pl.R.519c, etc.: with Adjs. alone, δ. παντός continually, A.Ch.862 (lyr.), etc.; δι' ὀλίγου for a short time, Th.1.77; δ. μακροῦ E.Hec.320; ὁ δ. μέσου χρόνος Hdt. 8.27.    2 of the interval which has passed between two points of Time, δ. χρόνου πολλοῦ or δ. πολλοῦ χρ. after a long time, Id.3.27, Ar.Pl.1045; δ. μακρῶν χρόνων Pl.Ti.22d: without an Adj., δ. χρόνου after a time, S.Ph.758, X.Cyr.1.4.28, etc.; δι' ἡμερῶν after several days, Ev.Marc.2.1; and with Adjs. alone, δι' ὀλίγου Th.5.14; οὐ δ. μακροῦ Id.6.15,91; δ. πολλοῦ Luc.Nigr.2, etc.: with Numerals, δι' ἐτέων εἴκοσι Hdt.6.118, cf. OGI56.38 (iii B. C.), etc.: but δ. τῆς ἑβδόμης till the seventh day, Luc.Hist.Conscr.21: also distributively, χρόνος δ. χρόνου προὔβαινε time after time, S.Ph.285; ἄλλος δι' ἄλλου E.Andr.1248.    3 of successive Intervals, δ. τρίτης ἡμέρης every other day, Hdt.2.37; δ. τρίτου ἔτεος ib.4, etc.; δ. πεντετηρίδος every four years (with inclusive reckoning), Id.3.97; δι' ἔτους πέμπτου, of the Olympic games, Ar.Pl.584 (but δι' ἑνδεκάτου ἔτεος in the course of the eleventh year, Hdt.1.62).    III causal, through, by,    a of the Agent, δι' ἀλλέλων or -ου ἐπικηρυκεύεσθαι, ποιεῖσθαι, by the mouth of .., Id.1.69,6.4, cf. 1.113; δι' ἑρμηνέως λέγειν X.An.2.3.17, etc.; τὸ ῥηθὲν ὑπὸ Κυρίου δ. τοῦ προφήτου Ev.Matt.1.22; δι' ἑκόντων ἀλλ' οὐ δ. βίας ποιεῖσθαι Pl.Phlb.58b; πεσόντ' ἀλλοτρίας διαὶ γυναικός by her doing, A.Ag.448 (lyr.); ἐκ θεῶν γεγονὼς δ. βασιλέων πεφυκώς X.Cyr.7.2.24; δι' ἑαυτοῦ ποιεῖν τι of oneself, not by another's agency, ib.1.1.4, etc.; but also, by oneself alone, unassisted, D.15.14, cf. 22.38.    b of the Instrument or Means, δ. χειρῶν by hand (prop. by holding between the hands), δι' ὁσίων χ. θιγών S. OC470; also δ. χερῶν λαβεῖν, δ. χειρὸς ἔχειν in the hand, Id.Ant. 916, 1258 (but τὰ τῶν ξυμμάχων δ. χειρὸς ἔχειν to keep a firm hand on, Th.2.13); δ. στέρνων ἔχειν S.Ant.639; ἡ ἀκούουσα πηγὴ δι' ὤτων Id.OT1387; δ. στόματος ἔχειν X.Cyr.1.4.25; δ. μνήμης ἔχειν Luc.Cat.9; αἱ δ. τοῦ σώματος ἡδοναί X.Mem.1.5.6; δ. λόγων συγγίγνεσθαι to hold intercourse by word, Pl.Plt.272b; δ. λόγου ἀπαγγέλλειν Act.Ap.15.27; δι' ἐπιστολῶν 2 Ep.Cor.10.9, POxy. 1070.15 (iii A. D.).    c of Manner (where διά with its Noun freq. serves as an Adv.), δ. μέθης ποιήσασθαι τὴν συνουσίαν Pl.Smp.176e; παίω δι' ὀργῆς through passion, in passion, S.OT807; δ. τάχους, = ταχέως, Id.Aj.822, Th.1.63 (but δ. ταχέων ib.80, al.); δ. σπουδῆς in haste, hastily, E.Ba.212; δι' αἰδοῦς with reverence, respectfully, ib.441; δ. ψευδῶν ἔπη lying words, Id.Hel.309; αἱ δ. καρτερίας ἐπιμέλειαι long-continued exertions, X.Mem.2.1.20; δι' ἀκριβείας, δ. πάσης ἀκρ., Pl.Ti.23d, Lg.876c; δ. σιγῆς Id.Grg.450c; δ. ξυμφορῶν ἡ ξύμβασις ἐγένετο Th.6.10; οὐ δι' αἰνιγμάτων, ἀλλ' ἐναργῶς γέγραπται Aeschin.3.121; δι' αἵματος, οὐ δ. μέλανος τοὺς νόμους ὁ Δράκων ἔγραψεν Plu.Sol.17: also with Adjs., δ. βραχέων, δ. μακρῶν τοὺς λόγους ποιεῖσθαι, Isoc.14.3, Pl.Grg.449b; ἀποκρίνεσθαι δ. βραχυτάτων ibid. d; cf. infr. IV.    2 in later Prose, of Material out of which a thing is made, κατασκευάζειν εἴδωλα δι' ἐλέφαντος καὶ χρυσοῦ D.S.17.115; θυσίαι δι' ἀλφίτου καὶ σπονδῆς πεποιημέναι Plu.Num.8; βρώματα δ. μέλιτος καὶ γάλακτος γιγνόμενα Ath.14.646e; οἶνος δ. βουνίου Dsc. 5.46.    IV διά τινος ἔχειν, εἶναι, γίγνεσθαι, to express conditions or states, ἀγὼν διὰ πάσης ἀγωνίης ἔχων extending through every kind of contest, Hdt.2.91; δι' ἡσυχίης εἶναι Id.1.206; δι' ὄχλου εἶναι to be troublesome, Ar.Ec.888; δ. φόβου εἶναι Th.6.59; δι' ἀπεχθείας γίγνεσθαι X.Hier.9.2; ἡ ἐπιμέλεια δ. χάριτος γίγνεται ibid.; δ. μιᾶς γνώμης γίγνεσθαι Isoc.4.138.    b with Verbs of motion, δ. μάχης ἐλεύσονται will engage in battle, Hdt.6.9; ἐλθεῖν Th.4.92; δ. παντὸς πολέμου, δ. φιλίας ἰέναι τινί, X.An.3.2.8; δ. δίκης ἰέναι τινί go to law with... S.Ant.742, cf. Th.6.60; δ. τύχης ἰέναι S.OT773; δι' ὀργῆς ἥκειν Id.OC905; ἐμαυτῷ δ. λόγων ἀφικόμην I held converse with myself, E.Med.872; δ. λόγων, δ. γλώσσης ἰέναι come to open speech, Id.Tr.916, Supp.112; δ. φιλημάτων ἰέναι come to kissing, Id.Andr. 416; δ. δικαιοσύνης ἰέναι καὶ σωφροσύνης Pl.Prt.323a, etc.; δ. πυρὸς ἰέναι (v. πῦρ): in pass. sense, δι' ἀπεχθείας ἐλθεῖν τινι to be hated by... A.Pr.121 (anap.).    c with trans. Verbs, δι' αἰτίας ἔχειν or ἄγειν τινά hold in fault, Th.2.60, Ael.VH9.32; δι' ὀργῆς ἔχειν τινά Th.2.37, etc.; δ. φυλακῆς ἔχειν τι Id.7.8; δι' οἴκτου ἔχειν τινά, δι' αἰσχύνης ἔχειν τι, E.Hec.851, IT683; δ. πένθους τὸ γῆρας διάγειν X.Cyr.4.6.6; δι' οὐδενὸς ποιεῖσθαί τι S.OC584.    B WITH Acc.    I of Place, only Poet., in same sense as διά c. gen.:    1 through, ἓξ δὲ δ. πτύχας ἦλθε . . χαλκός Il.7.247; ἤϊξε δ. δρυμὰ . . καὶ ὕλην 11.118, cf. 23.122, etc.; δ. τάφρον ἐλαύνειν across it, 12.62; δ. δώματα ποιπνύοντα 1.600; ἐπὶ χθόνα καὶ δ. πόντον βέβακεν Pi.I.4(3).41; φεύγειν δ. κῦμ' ἅλιον A.Supp.14 (anap.).    2 through, among, in, οἴκεον δι' ἄκριας Od.9.400; ἄραβος δὲ δ. στόμα γίγνετ' ὀδόντων Il.10.375 (but μῦθον, ὃν . . δ. στόμα . . ἄγοιτο through his mouth, 14.91; so δ. στόμα ὄσσαν ἱεῖσαι Hes.Th.65; ἀεὶ γὰρ ἡ γυνή σ' ἔχει δ. στόμα Ar.Lys.855); δ. κρατερὰς ὑσμίνας Hes.Th.631; νόμοι δι' αἰθέρα τεκνωθέντες S.OT867 (lyr.).    II of Time, also Poet., δ. νύκτα Il.2.57, etc.; δ. γλυκὺν ὕπνον during sweet sleep, Mosch.4.91.    III causal:    1 of persons, thanks to, by aid of, νικῆσαι δ . . . Ἀθήνην Od.8.520, cf. 13.121; δ. δμῳὰς . . εἷλον 19.154; δ. σε by thy fault or service, S.OC1129, Ar.Pl.145, cf. 160,170: in Prose, by reason of, on account of, δ' ἡμᾶς Th.1.41, cf. X.An.7.6.33, D.18.249; οὐ δι' ἐμαυτόν And.1.144; so εἰ μὴ διά τινα if it had not been for .., εἰ μὴ δι' ἄνδρας ἀγαθούς Lys.12.60; Μιλτιάδην εἰς τὸ βάραθρον ἐμβαλεῖν ἐψηφίσαντο, καὶ εἰ μὴ δ. τὸν πρύτανιν ἐνέπεσεν ἄν Pl.Grg.516e, cf. D.19.74; εἰ μὴ δ. τὴν ἐκείνου μέλλησιν Th.2.18, cf. Ar.V.558; πλέον' ἔλπομαι λόγον Ὀδυσσέος ἢ πάθαν γενέσθαι δι' Ὅμηρον Pi.N.7.21.    2 of things, to express the Cause, Occasion, or Purpose, δι' ἐμὴν ἰότητα because of my will, Il.15.41; Διὸς μεγάλου δ. βουλάς Od.8.82; δι' ἀφραδίας for, through want of thought, 19.523; δι' ἀτασθαλίας 23.67; δι' ἔνδειαν by reason of poverty, X. An.7.8.6; δ. καῦμα, δ. χειμῶνα, ib.1.7.6; δι' ἄγνοιαν καὶ ἀμαθίαν Pl. Prt.360b, etc.: freq. also with neut. Adjs., δ. τί; wherefore?; δ. τοῦτο, δ. ταῦτα on this account; δι' ὅ, δι' ἅ on which account; δ. πολλά for many reasons, etc.    3 = ἕνεκα, to express Purpose, δἰ ἀχθηδόνα for the sake of vexing, Th.4.40, cf. 5.53; δ. τὴν τούτου σαφήνειαν with a view to clearing this up, Pl.R.524c, cf. Arist.EN 1172b21; αὐτή δι' αὑτήν for its own sake, Pl.R.367b, etc.    C WITHOUT CASE as Adv. throughout, δ. πρό (v. supr. A.I.I); δ. δ' ἀμπερές Il.11.377.    D IN COMPOS.:    I through, right through, of Space, διαβαίνω, διέχω, διιππεύω.    II in different directions, as in διαπέμπω, διαφορέω; of separation, asunder, διαιρέω, διαλύω; of difference or disagreement, at variance, διαφωνέω, διαφέρω; or simply mutual relation, one with another, διαγωνίζομαι, διάδω, διαθέω, διαπίνω, διαφιλοτιμέομαι.    III pre-eminence, διαπρέπω, διαφέρω.    IV completion, to the end, utterly, διεργάζομαι, διαμάχομαι, διαπράττω, διαφθείρω: of Time, διαβιόω.    V to add strength, thoroughly, out and out, διαγαληνίζω, etc.; cf. ζά.    VI of mixture, between, partly, esp. in Adj., as διάλευκος, διάχρυσος, διάχλωρος, etc.    VII of leaving an interval or breach, διαλείπω, διαναπαύω. (Cogn. with δύο, δίς.)

Greek (Liddell-Scott)

διά: ποιητ. διαί, πρόθ. συντασσομένη μετὰ γεν. καὶ αἰτ. Ριζικὴ αὐτῆς σημασία, διὰ μέσου· οὐδέποτε πάσχουσα ἀναστροφὴν διὰ τὴν πρὸς τὸν Δία συνέμπτωσιν· ἴδε ὅμως τὸν Herm. εἰς Elmsl. Μηδ. 1143. [Κυρίως δῐᾰ· ἀλλ’ ὁ Ὅμηρος ἔχει ῑ ἐν ἄρσει ἐν ἀρχῇ στίχου, Ἰλ. Γ. 357, Δ. 135, κτλ.· ὡσαύτωςχάριν τοῦ μέτρου, συχν. παρ’ Ὁμ., ἀνθ’ οὗ ὁ Αἰσχύλ. μεταχειρίζεται διαί, Ἀγ. 448, 1133, 1453, 1485· ― διὰ ὡς μονοσύλλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 916, Ὄρν. 1752, Ἐκκλ. 1156, ὡς καὶ ἐν τῷ συνθέτῳ διαπρέπον παρ’ Αἰσχύλ. Πέρσ. 1006, ― ἐν τοῖς χωρίοις δὲ τούτοις πρὸς ἀποφυγὴν τῆς ἀσυνήθους συνιζήσεως ὁ Δινδ. προτείνει τὴν ἀνάγνωσιν ζά, ζαπρέπον (ὡς ζάπυρος ἀντὶ διάπυρος ἐν Αἰσχύλ. Πρ. 1084)· πρβλ. ζά]. Α. ΜΕΤΑ ΓΕΝΙΚΗΣ. Ι. ἐπὶ τόπου ἢ διαστήματος: 1) ἐπὶ κινήσεως κατὰ μίαν γραμμὴν ἀπὸ τοῦ ἑνὸς ἄκρου μέχρι τοῦ ἑτέρου, σημ. δηλ. κίνησιν διά τινος καὶ διαπέρασιν· παρ’ Ὁμ. συχν. ἐπὶ τοῦ ἀποτελέσματος τῶν ὅπλων, διὰ μὲν ἀσπίδος ἦλθε… ἔγχος, καὶ διὰ θώρηκος… Ἰλ. Γ. 357· δουρὶ βάλεν Δάμασον κυνέης διὰ Μ. 183· δι’ ὤμου… ἔγχος ἦλθεν Δ. 481· οὕτω παρ’ Ἀττ., τιτρώσκειν διὰ τοῦ θώρακος Ξεν. Ἀν. 1. 8, 26, κτλ.· ― συχνὸν ὡσαύτως ἐπὶ προσώπων, ἦλθε διὰ Σκαιῶν, ἐξῆλθε διὰ μέσου…, Ἰλ. Γ. 263· ― αὕτη ἡ ἔννοια φαίνεται σαφέστατα ἐν Ἰλ. Ξ. 288 δι’ ἠέρος αἰθέρ’ ἵκανεν, διὰ μέσου τοῦ ἀέρος εἰς τὸν αἰθέρα, πρβλ. Β. 458· οὕτω, διὰ Τρώων πέτετο, κατ’ εὐθεῖαν διὰ μέσου αὐτῶν, Ν. 755· οὕτω, δι’ ὄμματος… λείβων δάκρυον Σοφ. Ο. Κ. 1250, κτλ. Ἡ ῥιζικὴ αὕτη σημασία ἐνισχύεται διὰ συνθέσεων μετὰ τῆς πρὸ ἢ ἐκ· δόρυ δ’ ὀφθαλμοῖο διαπρὸ καὶ διὰ ἰνίου ἦλθεν Ἰλ. Ξ. 494, πρβλ. Ε. 280· (συχνάκις ὡσαύτως ὡς ἐπίρρ. ἄνευ πτώσεως, ἡ δὲ διαπρό… ἤιξεν μελίη Υ. 276, πρβλ. Φ. 164)· οὕτω, διὲκ προθύρου Ο. 124· διὲκ μεγάροιο Ὀδ. Κ. 388, κτλ.· ― παρ’ Ἀττ. ὡσαύτως, διὰ τέλους, ἐξ ἀρχῆς μέχρι τέλους, Αἰσχύλ. Πρ. 273· διὰ πάντων ἐλθεῖν, διέρχομαι ἅπαντας τοὺς βαθμοὺς τῶν ἀξιωμάτων κατὰ σειρὰν ἢ διαδοχικῶς, Ξεν Κύρ. 1. 2, 15, πρβλ. Δημ. 288. 10· πρβλ. διαπασῶν. 2) ἐπὶ κινήσεως διὰ μέσου διαστήματος ἀνοικτοῦ καὶ ἐλευθέρου, οὐχὶ κατὰ μίαν γραμμήν, διὰ μέσου, ἀνά…, ἔρχεσθαι διὰ πεδίοιο Ἰλ. Λ. 754· δι’ ὄρεσφι Κ. 185, κτλ.· ὀδύνη διὰ χροὸς ἦλθε, διὰ μέσου ὅλου τοῦ σώματός του, Λ. 398· τεῦχε βοὴν διὰ ἄστεος Ὀδ. Κ. 118· δι’ ὁμίλου Ἰλ. Ζ. 226, κτλ.· οὕτω παρ’ Ἀττ., θορύβου διὰ τῶν τάξεων ἰόντος Ξεν. Ἀν. 1. 8, 16, πρβλ. 2, 4, 26, κτλ.· ― μεταγεν. ἀναφερομένου χωρίου συγγραφέως, ἱστορεῖ διὰ τῆς δευτέρας, προβαίνων ἐν τῇ δευτέρᾳ συγγραφῇ, κτλ., Ἀθήν. 438Β. 3) μεταξύ, ἐν τῷ μέσῳ (ἄνευ ἐννοίας κινήσεως), κεῖτο τανυσσάμενος διὰ μήλων Ὀδ. Ι. 298· ἔπρεπε καὶ διὰ πάντων Ἰλ. Υ. 104· οὕτω παρ’ Ἡροδ., εὐδοκιμέοντι διὰ πάντων Ζ. 63, πρβλ. Α. 25, κτλ. 4) παρὰ πεζοῖς ἐνίοτε ἐπὶ ἐκτάσεως παραλλήλου, παρήκει διὰ τῆσδε τῆς θαλάσσης ἡ ἀκτὴ Ἡρόδ. 4. 39· λόφος, δι’ οὗ τὸ σταύρωμα περιεβέβληντο Ξεν. Ἑλλ. 7. 4, 22. 5) παρὰ πεζοῖς ὡσαύτως ἐπὶ διαστημάτων τοπικῶν, διὰ τριήκοντα δόμων, κατὰ διαστήματα τριάκοντα σειρῶν πλίνθων, δηλ. μεθ’ ἑκάστην τριακοστὴν σειράν, Ἡρόδ. 1. 179· διὰ δέκα ἐπάλξεων, μεθ’ ἑκάστην δεκάτην ἔπαλξιν, Θουκ. 3. 21· πρβλ. κατωτ. ΙΙ. 3· ― ἀλλ’ ὡσαύτως ἁπλῶς, διὰ πέντε σταδίων, κατὰ διάστημα ἢ ἀπόστασιν πέντε σταδίων, Ἡρόδ. 7. 30, πρβλ. 198· διὰ τοσούτου μᾶλλον ἢ διὰ πολλῶν ἡμερῶν ὁδοῦ, εἰς τόσον μικρὰν ἀπόστασιν, κτλ., Θουκ. 2. 29· διὰ πολλοῦ, εἰς μεγάλην ἀπόστασιν, 3. 94· διὰ πλείστου 2. 97· δι’ ἐλάσσονος 3. 51, κτλ. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, 1) ἐπὶ διαρκείας ἀπὸ τοῦ ἑνὸς ἄκρου περιόδου μέχρι τοῦ ἑτέρου = καθ’ ὅλην τὴν διάρκειαν, διὰ παντὸς τοῦ χρόνου Ἡρόδ. 9. 13· δι’ ὅλου τοῦ αἰῶνος Θουκ. 1. 70· δι’ αἰῶνος Σοφ. Ἠλ. 1024· δι’ ἡμέρας ὅλης Ἀριστοφ. Εἰρ. 27· δι’ ὅλης τῆς νυκτὸς Ξεν., κτλ.· καὶ ἄνευ ἐπιθέτου, δι’ ἡμέρης, καθ’ ὅλην τὴν ἡμέραν, Ἡρόδ. 1. 97· διὰ νυκτός, δι’ ἔτους, διὰ ἐνιαυτοῦ, διὰ βίου, κτλ. Ξεν. Ἀν. 4. 6, 22, κτλ.· ― ὡσαύτως μετ’ ἐπιθέτων μόνον, διὰ παντός, συνεχῶς, Αἰσχύλ. Χο. 862, κτλ.· δι’ ὀλίγου, δι’ ὀλίγον καιρόν, συντόμως, Θουκ. 1. 77· διὰ μακροῦ Εὐρ. Ἑκ. 320· ― οὕτω, διὰ τέλους, συνεχῶς, Αἰσχύλ. Πρ. 273, κτλ.· ὁ διὰ μέσου χρόνος Ἡρόδ. 8. 27. 2) ἐπὶ τοῦ διαστήματος τοῦ παρελθόντος μεταξὺ δύο σημείων τοῦ χρόνου, διὰ χρόνου πολλοῦ ἢ διὰ πολλοῦ χρ., μετὰ μακρὸν χρόνον, Ἡρόδ. 3. 27, Ἀριστοφ. Πλ. 1045· δι’ ὀλίγου χρ., διὰ μακροῦ χρ. Ξεν.· ὡσαύτως ἄνευ ἐπιθ., διὰ χρ., μετὰ χρόνον, Σοφ. Φ. 758, Ξεν. Κύρ. 1. 4, 28, κτλ.· καὶ μετ’ ἐπιθέτου μόνον, δι’ ὀλίγου αὐτόθι· οὐ διὰ μακροῦ Θουκ. 6. 15, 91· διὰ πολλοῦ Λουκ. Νιγρ. 2, κτλ.· ― οὕτω μετ’ ἀριθμητικῶν, δι’ ἐτέων εἴκοσι Ἡρόδ. 6. 118, κτλ.· ― ἀλλά, διὰ τῆς ἑβδόμης, μέχρι τῆς ἑβδόμης ἡμέρας, Λουκ. Ἱστ. Συγγρ. 21. 3) ἐπὶ διαδοχικῶν διαλειμμάτων, διὰ τρίτης ἡμέρης, κατὰ πᾶσαν τρίτην ἡμέραν, Ἡρόδ. 2. 37· διὰ τρίτου ἔτεος αὐτόθι 4, κτλ. (πρβλ. Lewis Astr. of Anc. σ. 115)· διὰ πεντετηρίδος, κατὰ πᾶσαν πενταετηρίδα, Ἡρόδ. 3. 97· δι’ ἔτους πέμπτου, ἐπὶ τῶν Ὀλυμπιακῶν ἀγώνων, Ἀριστοφ. Πλ. 583 (ἀλλά, δι’ ἑνδεκάτου ἔτεος, ἐνῷ διήρχετο τὸ ἑνδέκατον ἔτος, Ἡρόδ. 1. 62)· δι’ ἐνιαυτοῦ, δι’ ἔτους, καθ’ ἕκαστον ἐνιαυτόν, Ξεν. Πολιτ. Ἀθην. 1. 16, κτλ.· ἴδε ἀνωτ. Ι. 5. ΙΙΙ. ἐνεργητικῶς, διὰ μέσου, διά, α) ἐπὶ τοῦ πράκτορος ἢ μεσάζοντος ὑπηρέτου ἢ ἀντιπροσώπου, δι’ ἀγγέλων ἢ -ου ἐπικηρυκεύεσθαι Ἡρόδ. 1. 69., 6. 4, πρβλ. 1. 113· δι’ ἑρμηνέως λέγειν Ξεν. Ἀν. 2. 3, 17, κτλ., διὰ βασιλέων πεφυκέναι, ὀφείλειν τὴν ὕπαρξιν εἰς αὐτούς, Ξεν. Κύρ. 7. 2, 24· ― συχνάκις, δι’ ἑαυτοῦ ποιεῖν τι, ἀφ’ ἑαυτοῦ, οὐχὶ διὰ τῆς ἐνεργείας ἑτέρου, αὐτόθι 1. 1, 4, κτλ.· ἀλλ’ ὡσαύτως, καθ’ ἑαυτόν, μόνος, ἀβοήθητος, Δημ. 194. 9., 605. 10, κτλ. β) πρὸς δήλωσιν τοῦ ὀργάνου ἢ μέσου, διὰ χειρῶν = χερσί, μὲ τὰς χεῖρας (κυρίως, κρατῶν τι μεταξὺ ταῶν χειρῶν), Σοφ. Ο. Κ. 470· ὡσαύτως, διὰ χειρῶν ἢ χειρὸς ἔχειν, λαβεῖν, ἐν τῇ χειρί, ὁ αὐτ. Ἀντ. 916, 1258· διὰ στέρνων ἔχειν αὐτόθι 639· ἡ ἀκούουσα πηγὴ δι’ ὤτων ὁ αὐτ. Ο. Τ. 1387· διὰ στόματος ἔχειν Ξεν. Κύρ. 1. 4, 25· διὰ μνήμης ἔχειν Λουκ. Κατάπλ. 9· αἱ διὰ σώματος ἡδοναὶ Ξεν. Ἀπομν. 1. 5, 6, κτλ. γ) πρὸς δήλωσιν τοῦ τρόπου καθ’ ὃν πρᾶγμά τι γίνεται, ὁπότε ἡ διὰ μετὰ τοῦ πτωτικοῦ πολλάκις κεῖται ἀντὶ ἐπιρρήματος ἢ μετοχῆς τροπικῆς, διὰ λόγων συγγίγνεσθαι, Πλάτ. Πολιτ. 272Β· διὰ μέθης ὁ αὐτ. Συμπ. 176Ε· παίω δι’ ὀργῆς, ἐν ὁργῇ, μετ’ ὀργῆς, ὀργίλως, Σοφ. Ο. Τ. 807· διὰ τάχους = ταχέως, ὁ αὐτ. Αἴ. 822· διὰ σπουδῆς, σπουδαίως, ἐσπευσμένως, Εὐρ. Βάκχ. 212· δι’ αἰδοῦς, μετὰ σεβασμοῦ, αὐτόθι 441· διὰ ψευδῶν ἔπη, ψευδεῖς λόγοι, ὁ αὐτ. Ἑλ. 309· αἱ διὰ καρτερίας ἐπιμέλειαι, προσπάθειαι εἰς ἃς ἐπιμένει τις ἐπὶ μακρὸν χρόνον, Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 20· ὡσαύτως μετ’ ἐπίρρ., διὰ βραχέων, διὰ μακρῶν τοὺς λόγους ποιεῖσθαι, ἀντὶ βραχέως, μακρῶς, Ἰσοκρ. 297Β, Πλάτ. Γοργ. 449Β· ἀποκρίνεσθαι διὰ βραχυτάτων αὐτόθι D· ἴδε κατωτ. ΙV. 2) παρὰ μεταγεν. πεζοῖς, ἐπὶ τῆς ὕλης, ἐξ ἧς πρᾶγμά τι εἶνε κατεσκευασμένον, κατασκευάζειν εἴδωλα δι’ ἐλέφανντος καὶ χρυσοῦ Διόδ. 17. 115, πρβλ. Πλούτ. Νουμ. 8, Schäf. Διον. Ἁλ. π. Συνθέσ. σ. 167. ΙV. παρ’ Ἡροδ. καὶ τοῖς Ἀττ. εὑρίσκομεν ὡσαύτως ἰδιότροπόν τινα χρῆσιν, διά τινος ἔχειν, εἶναι, γίγνεσθαι, πρὸς ἔκφρασιν περιστάσεων ἢ καταστάσεως, διὰ πάσης ἀγωνίης ἔχειν Ἡρόδ. 2. 91· δι’ ἡσυχίης εἶναι ὁ αὐτ. 1. 206· δι’ ὄχλου εἶναι, γίγνεσθαι, εἶμαι, γ. ὀχληρός, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 888· δι’ ἀπεχθείας γίγνεσθαι Ξεν. Ἱέρ. 9, 2· διὰ μιᾶς γνώμης γίγνεσθαι Ἰσοκρ. 69Α· ― οὕτω καὶ μετὰ ῥημάτων κινήσεως, διὰ μάχης ἔρχεσθαι, ἔρχομαι εἰς μάχην, συνάπτω μάχην, Ἡρόδ. 6. 9, Θουκ., κτλ.· διὰ πολέμου, διὰ φιλίας ἰέναι τινὶ Ξεν. Ἀν. 3. 2, 8· διὰ δίκης ἰέναι τινί, ἔρχομαι εἰς δίκην μετά τινος, εἰς τὸ δικαστήριον, Σοφ. Ἀντ. 742, πρβλ. Θουκ. 6. 60· διὰ τύχης ἰέναι Σοφ. Ο. Τ. 773· δι’ ὀργῆς ἥκειν ὁ αὐτ. Ο. Κ. 905· διὰ λόγων ἑαυτῷ ἀφικέσθαι, ὁμιλεῖ μὲ τὸν ἑαυτόν του, Εὐρ. Μηδ. 868· διὰ λόγων, διὰ γλώσσης, ἰέναι, ἔρχομαι εἰς φανεροὺς λόγους, ἀρχίζω νὰ ὁμιλῶ φανερά, ὁ αὐτ. Τρῳ. 916, Ἱκέτ. 112· διὰ φιλημάτων ἰέναι, καταντῶ εἰς φιλήματα, ὁ αὐτ. Ἀνδρ. 416· διὰ δικαιοσύνης ἰέναι καὶ σωφροσύνης Πλάτ. Πρωτ. 232Α, κτλ.· καὶ μετὰ παθ. σημασ., δι’ ἀπεχθείας ἐλθεῖν τινι, μισοῦμαι ὑπό τινος…, Αἰσχύλ. Πρ. 121· ― οὕτω μετὰ μεταβ. ῥημάτων, δι’ αἰτίας ἔχειν ἢ ἄγειν τινά, αἰτιᾶσθαί τινα, Θουκ. 1. 35, κτλ.· δι’ ὀργῆς ἔχειν τινὰ ὁ αὐτ. 2. 37, κτλ.· διὰ φυλακῆς ἔχειν τι ὁ αὐτ. 7. 8· δι’ οἴκτου ἔχειν τινά, δι’ αἰσχύνης ἔχειν τι Εὐρ. Ἑκ. 851, Ι. Τ. 683· διὰ πένθους τὸ γῆρας διάγειν Ξεν. Κύρ. 4. 6, 6· δι’ οὐδενὸς ποιεῖσθαί τι Σοφ. Ο. Κ. 584. Β. ΜΕΤ’ ΑΙΤΙΑΤΙΚΗΣ, Ι. ἐπὶ τόπου, μόνον παρὰ ποιηταῖς, ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἐννοίας, ἐφ’ ἧς καὶ μετὰ γενικῆς, 1) διὰ μέσου, ἓξ δὲ διὰ πτύχας ἦλθε… χαλκὸς Ἰλ. Η. 247· ἤιξε διὰ δρυμά… καὶ ὕλην Λ. 118, πρβλ. Ψ. 122, κτλ.· διὰ τάφρον ἐλαύνειν, ἀπὸ τῆς μιᾶς ἄκρας εἰς τὴν ἑτέραν, Μ. 62· βῆ διὰ δῶμα κτλ.· οὕτω παρ’ Ἀττ. 2) καθ’ ὅλην τὴν ἔκτασιν, ἀνά…, ᾤκεον δι’ ἄκριας Ὀδ. Ι. 400, πρβλ. Ξ. 2· ἄραβος δὲ διὰ στόμα γίγνετ’ ὀδόντων Ἰλ. Κ. 375 (ἀλλά, μῦθον, ὅν… διὰ στόμα… ἄγοιτο, διὰ μέσου τοῦ στόματός του, Ξ. 91· οὕτω, διὰ στόματ’ ὄσσαν ἱεῖσαι Ἡσ. Θ. 65· ὡς καὶ παρὰ Τραγ.)· νόμοι δι’ αἰθέρα τεκνωθέντες Σοφ. Ο. Τ. 867. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου ὡσαύτως μόνον παρὰ ποιηταῖς, διὰ νύκτα Ἰλ. Β. 57, κτλ.· διὰ γλυκὺν ὕπνον, κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ γλυκέος ὕπνου, Μόσχ. 4. 91. ΙΙΙ. ἐνεργητ. 1) ἐπὶ προσώπων, ἐξ αἰτίας, τῇ βοηθείᾳ τοῦ…, νικῆσαι διά… Ἀθήνην Ὀδ. Θ. 520, πρβλ. Ν. 121· διὰ δμωάς… εἷλον Τ. 155· διά σε, ἐξ αἰτίας τοῦ ἰδικοῦ σου σφάλματος ἢ τῆς ἰδικῆς σου ὑπηρεσίας, Σοφ. Ο. Κ. 1129, Ἀριστοφ. Πλ. 145, πρβλ. 160, 170· ― οὕτω καὶ παρὰ πεζοῖς, ἐξ αἰτίας τινός, δι’ ἡμᾶς Θουκ. 1. 41, πρβλ. Ξεν. Ἀν. 7. 6, 33· οὐ δ’ ἐμὲ Ἀνδοκ. 18. 40· εἰ μὴ δι’ ἡμᾶς Λυσ. 125. 36· οὕτως, εἰ μὴ διά τινα, ἂν δὲν ἦτο αἰτία ἐκεῖνος, ἂν ἔλειπεν ἐκεῖνος, Μιλτιάδην εἰς τὸ βάραθρον ἐμβαλεῖν ἐψηφίσαντο, καὶ εἰ μὴ διὰ τὸν πρύτανιν ἐνέπεσεν ἂν ὁ αὐτ. Γοργ. 516Ε, πρβλ. Δημ. 364. 10 κἑξ.· εἰ μὴ διὰ τὴν ἐκείνου μέλλησιν Θουκ. 2. 18, πρβλ. Ἀριστοφ. Σφηξ. 558· Ὀδυσσέος λόγος ἐγένετο δι’ Ὅμηρον, ἡ περὶ τοῦ Ὀδυσσέως διήγησις εἶναι γνωστὴ ἐξ αἰτίας τοῦ Ὁμήρου, Πίνδ. Ν. 7. 30. 2) ἐπὶ πραγμάτων δηλούντων τὸ αἴτιον, ἀναγκαστικὸν ἢ τελικόν, δι’ ἐμὴν ἰσότητα, ἕνεκα τῆς θελήσεώς μου, Ἰλ. Ο. 41· διὰ μῆτιν Ἀθήνης, Ἀθηναίης διὰ βουλὰς Ὅμ.· δι’ ἀφραδίας, ἕνεκεν ἀπερισκεψίας, Ὀδ. Τ. 523· δι’ ἀτασθαλίας, κτλ.· οὕτω, συχνάκις παρ’ Ἀττ., δι’ ἀχθηδόνα, διὰ πείραγμα, χάριν πειράγματος, Θουκ. 4. 40, πρβλ. 102., 5. 53· δι’ ἔνδειαν, ἐξ αἰτίας πενίας, Ξεν. Ἀν. 7. 8, 6· διὰ καῦμα, διὰ χειμῶνα αὐτόθι 1. 7, 6· δι’ ἀφροσύνην, δι’ ἄγνοιαν, κτλ., Πλάτ., κλ.· συχνάκις ὡσαύτως μετ’ οὐδ. ἀντων. ἢ ἐπίθ., διά τί; διὰ ποίαν αἰτίαν; - διὰ τοῦτο, διὰ ταῦτα, ἕνεκα ταύτης τῆς αἰτίας· δι’ ὃ, δι’ ἣν αἰτίαν· διὰ πολλά, διὰ πολλοὺς λόγους, κτλ. Γ. ΑΝΕΥ ΠΤΩΣΕΩΣ ὡς ἐπίρρημα, ἐξ ὁλοκλήρου, ὁλοσχερῶς· Ὅμ., ὅστις καὶ ἐπιτείνει αὐτὸ μεταχειριζόμενος διὰ πρό, ἴδε ἀνωτ. Α. Ι. Ι. Δ. ΕΝ ΣΥΝΘΕΣΕΙ, Ι. διὰ μέσου, ἐπὶ τόπου, ὡς ἐν τοῖς: διαβαίνω, διέχω, διιππεύω. ΙΙ. κατὰ διαφόρους διευθύνσεις· οἷον ἐν τοῖς διαπέμπω, διαφορέω· ἐντεῦθεν ἐπὶ χωρισμοῦ, ὡς τὸ Λατ. dis (λέξεις συγγενὴς ἢ τουλάχιστον ἀντίστοιχος, ἴδε ἐν λ. δύο), ὡς ἐν τοῖς: διαιρέω, διαλύω, διασκεδάννυμι· - ἐντεῦθεν ἐπὶ διαφωνίας ἢ διαφορᾶς, ὡς ἐν τοῖς: διαφωνέω, διαφέρω· ἢ ἁπλῶς ἀμοιβαίαν ἅμιλλαν ὡς ἐν τοῖς: διαγωνίζομαι, διᾴδω, διαφιλοτιμέομαι, ἴδε Valck. Ἡρόδ. 5. 18., 6. 15, Kiessl. Θεόκρ. 5. 22. ΙΙΙ. δηλοῖ πολλάκις ὑπεροχὴν ὡς ἐν τοῖς διαπρέπω, διαφέρω. ΙV. μέχρι τέλους, ἐξ ὁλοκληρου, ἐντελῶς, ὡς ἐν τοῖς διεργάζομαι, διαμάχομαι (πρβλ. Λατ. decertare), διαπράττω, διαφθείρω· - ὡσαύτως ἐπὶ χρόνου, ὡς ἐν τῷ διαβιόω. V. ἁπλῶς πρὸς ἐπίτασιν = ἐντελῶς, «πέρα καὶ πέρα», ὡς ἐν τῷ διαγαληνίζω, κτλ.· ἴδε ζά. VI. ἐπὶ μιγμάτων, ἐν μέρει, κἄπως, ἰδίως ἐν ἐπιθ. ὡς: διάλευκος, διάχρυσος, διάχλωρος, κτλ.

French (Bailly abrégé)

adv. et prép. marquant une idée de séparation :
A. adv. 1 en déchirant, en divisant : διά τ’ ἔπτατο ὀϊστός IL et le trait s’enfonça litt. vola) en déchirant (l’armure et les chairs) ; τοὺς διὰ μελεϊστὶ ταμών OD litt. les ayant coupés en les divisant membre par membre, càd les ayant dépecés ; διὰ δ’ ἧκε σιδήρου OD et il a envoyé (la flèche) sur le fer (càd sur les douze haches) en le traversant ; διὰ δ’ αὐτοῦ πεῖρεν ὀδόντων IL et (lui) déchirant (la joue) il lui enfonça (sa lance) à travers les dents ; avec un adv. διὰ δ’ ἀμπερές IL, OD et traversant d’outre en outre;
2 en se dispersant de côté et d’autre : διά τ’ ἔτρεσαν IL ils s’enfuirent de côté et d’autre tremblants de peur ; ἐπὴν σχεδίην διὰ κῦμα τινάξῃ OD lorsque les vagues auront disjoint les planches de mon radeau ; κλέος διὰ ξεῖνοι φορέουσιν OD les étrangers vont annonçant (lat. portant) sa gloire de côté et d’autre;
B. prép. avec le gén. et l’acc. :
• GÉN. I. en déchirant, en séparant :
1 avec mouv. en traversant, à travers : διὰ μὲν ἀσπίδος ἦλθε ἔγχος καὶ διὰ θώρηκος IL la lance pénétra à travers le bouclier et à travers la cuirasse ; τιτρώσκειν διὰ τοῦ θώρακος XÉN blesser en pénétrant à travers la cuirasse ; φαίνεται πῦρ διὰ τοῦ ὀρόφου XÉN le feu brille à travers la toiture;
2 avec mouv. mais sans idée de violence, à travers : ἔρχεσθαι διὰ πεδίοιο IL aller à travers la plaine ; θορύβου διὰ τῶν τάξεων ἰόντος XÉN le bruit se propageant à travers les rangs;
3 sans mouv. entre, parmi : κεῖτο τανυσσάμενος διὰ μήλων OD il était couché, étendu au milieu de ses troupeaux ; en ce sens, διά forme avec son rég. des locut. équivalentes à un adjectif, à un adverbe ou à un verbe : δι’ ὀργῆς SOPH en colère, irrité ; δι’ ἠσυχίης εἶναι HDT être en repos, tranquille ; διὰ φόβου ἔρχεσθαι ou εἶναι THC en venir à craindre ou être en crainte ; διὰ τάχους, ou διὰ ταχέων = ταχέως, en hâte, promptement ; δι’ αἰτίας ἔχειν τινά THC ou ἄγειν τινά ÉL = αἰτιᾶσθαι, accuser qqn ; δι’ οἴκτου ἔχειν τινά EUR prendre qqn en pitié, s’apitoyer sur qqn ; διὰ πολέμου, διὰ φιλίας ἰέναι τινί XÉN se mettre en guerre, en relations d’amitié avec qqn ; δι’ οὐδενὸς ποιεῖσθαί τι SOPH tenir qch pour rien, ne faire aucun cas de qch;
4 à la distance de : δι’ ἄλλων εἴκοσι σταδίων ἄλλος ποταμός ἐστι HDT à vingt autres stades il y a un autre fleuve ; διὰ πολλοῦ THC à une grande distance ; δι’ ἐλάττονος THC à une moindre distance, plus près ; δι’ ἐγγυτάτου THC très près ; avec idée d’intervalles successifs διὰ τριήκοντα δόμων HDT à un intervalle de 30 rangées de briques, càd de 30 en 30 rangées de briques ; διὰ δέκα ἐπάλξεων THC à un intervalle de 10 créneaux, de 10 en 10 créneaux ; avec idée de temps à la distance de, après : διὰ χρόνου πολλοῦ HDT après un long temps ; διὰ χρόνου XÉN après un certain temps ; διὰ μακροῦ, longtemps après ; avec idée d’intervalles successifs διὰ τρίτης ἡμέρης HDT après le 3ᵉ jour, chaque 3ᵉ jour, tous les trois jours ; διὰ πεντετηρίδος HDT à chaque période de cinq ans ; δι’ ἐνιαυτοῦ, δι’ ἔτους XÉN etc. chaque année;
5 avec idée de distance ou de séparation en hauteur au-dessus ; fig. ἔπρεπε διὰ πάντων IL il l’emportait sur tous ; εὐδοκιμέων διὰ πάντων HDT renommé par-dessus tous ; διὰ πάντων θέης ἄξιον HDT digne d’être vu par-dessus tout;
II. p. suite de la distance qui sépare deux points extrêmes, avec idée de prolongement :
1 le long de : διὰ τῆς θαλάσσης HDT le long de la mer ; λόφος δι’ οὗ τὸ σταύρωμα περιεβέβληντο XÉN une colline par laquelle passait la palissade dont ils s’étaient entourés ; -- en parl. du temps durant, pendant : διὰ παντὸς τοῦ χρόνου HDT, δι’ ὅλου τοῦ αἰῶνος THC ou abs. δι’ αἰῶνος SOPH pendant toute la durée du temps, tout le temps ; δι’ ἡμέρης HDT pendant le jour ; διὰ παντός ESCHL continuellement;
2 jusqu’à : διὰ τῆς ἑβδόμης LUC jusqu’au 7ᵉ jour ; διὰ τέλους, du commencement à la fin, continuellement, complètement;
III. une idée d’agent, d’instrument ou de moyen en passant par ; par l’entremise de, au moyen de, par : δι’ ὄμματος λείβειν δάκρυον SOPH laisser couler une larme de ses yeux (litt. à travers) ; διὰ χειρῶν ou χειρὸς θιγεῖν, λαβεῖν, toucher de ses mains, prendre dans ses mains ; p. anal. en parl. d’une pers. qui sert d’agent ou d’intermédiaire : δι’ ἀγγέλου λέγειν HDT faire dire par un envoyé ; δι’ ἑρμηνέως λέγειν XÉN parler au moyen d’un interprète ; ἐκ θεῶν γεγονώς, διὰ βασιλέων πεφυκώς XÉN descendant des dieux, né des rois ; δι’ ἑαυτοῦ κτᾶσθαί τι XÉN acquérir qch par soi-même;
• ACC. I. en poésie à travers, par :
1 en déchirant, en perçant : ἓξ δὲ διὰ πτύχας ἦλθε χαλκός IL le fer pénétra à travers les six replis (du bouclier);
2 sans idée de violence en traversant, à travers, par : διὰ τάφρον ἐλαύνειν IL pousser un char à travers un fossé ; ἐρχόμενον κατὰ ἄστυ διὰ σφέας OD allant par la ville au milieu d’eux ; διὰ δῶμα OD à travers ou par la maison;
3 le long de, à travers, par : δι’ ἄκριας OD le long des hauteurs ; -- avec idée de temps au cours de, durant, pendant : διὰ νύκτα IL pendant la nuit;
II. p. anal. 1 avec idée d’agent, d’instrument ou de moyen νικῆσαι διὰ Ἀθήνην OD avoir vaincu par l’entremise ou avec l’aide d’Athènè : σῴζεσθαι δι’ ὑμᾶς XÉN être sauvé par vous;
2 par le fait de, à cause de : δι’ ἐμὴν ἰότητα IL par ma volonté ; Ἀθηναίης διὰ βουλάς IL par la volonté d’Athènè ; δι’ ἀφραδίας OD, δι’ ἀτασθαλίας OD par folie ; δι’ ἔνδειαν XÉN par besoin, à cause de (leur) pauvreté ; particul. dans la loc. εἰ μὴ διά : εἰ μὴ διὰ τὴν ἐκείνου μέλλησιν THC n’eût été leur lenteur, sans leur lenteur ; διὰ τοῦτο, διὰ ταῦτα ATT pour cette raison, pour ces motifs ; δι’ ὅ ATT à cause de quoi, par suite de quoi ; διὰ τί ; ATT pourquoi ?;
C. En compos. διά marque :
I. une idée de séparation :
1 en séparant, en divisant;
2 de côté et d’autre, ici et là;
3 d’une façon différente, diversement;
4 l’un avec l’autre, l’un contre l’autre;
5 en partie;
II. une idée de pénétration, à travers;
III. une idée de supériorité;
IV. une idée d’achèvement.
Étymologie: R. ΔϜι, séparer.