ἐμφανής: Difference between revisions

From LSJ

ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαroot of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money

Source
(c1)
(cc1)
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=([[see]] ἐν, III:3), ἐμφανές ([[ἐμφαίνω]] to [[show]] in, [[exhibit]]), [[manifest]]: [[γίνομαι]] τίνι, in its [[literal]] [[sense]], [[Aeschylus]] [[down]].)  
|txtha=([[see]] ἐν, III:3), ἐμφανές ([[ἐμφαίνω]] to [[show]] in, [[exhibit]]), [[manifest]]: [[γίνομαι]] τίνι, in its [[literal]] [[sense]], [[Aeschylus]] [[down]].)
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 44: Line 44:
}}
}}
{{Chinese
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':™mfan»j 恩-法尼士<p>'''詞類次數''':形容詞(2)<p>'''原文字根''':在內-顯出(的)<p>'''字義溯源''':顯然的,顯示的,明顯的,顯現;由([[ἐν]] / [[ἐμμέσῳ]] / [[ἐννόμως]])*=在,入)與([[φαίνω]])=發光,照耀)組成;其中 ([[φαίνω]])出自([[φῶς]])=光),而 ([[φῶς]])又出自([[φαῦλος]])X*=照耀,顯示)<p/>'''出現次數''':總共(2);徒(1);羅(1)<p/>'''譯字彙編''':<p>1) 顯現(2) 徒10:40; 羅10:20
|sngr='''原文音譯''':™mfan»j 恩-法尼士<br />'''詞類次數''':形容詞(2)<br />'''原文字根''':在內-顯出(的)<br />'''字義溯源''':顯然的,顯示的,明顯的,顯現;由([[ἐν]] / [[ἐμμέσῳ]] / [[ἐννόμως]])*=在,入)與([[φαίνω]])=發光,照耀)組成;其中 ([[φαίνω]])出自([[φῶς]])=光),而 ([[φῶς]])又出自([[φαῦλος]])X*=照耀,顯示)<br />'''出現次數''':總共(2);徒(1);羅(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 顯現(2) 徒10:40; 羅10:20
}}
}}

Revision as of 13:31, 3 October 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμφανής Medium diacritics: ἐμφανής Low diacritics: εμφανής Capitals: ΕΜΦΑΝΗΣ
Transliteration A: emphanḗs Transliteration B: emphanēs Transliteration C: emfanis Beta Code: e)mfanh/s

English (LSJ)

ές,

   A showing in itself, reflecting, of mirrors, Pl.Ti. 46a.    II visible to the eye, manifest,    a of persons, S.Tr.199, etc.; esp. of the gods appearing bodily among men, E.Ba.22, Ar.V. 733, Pl.Alc.2.141a; so ὄψις ἐ. ἐνυπνίων A.Pers.518; τέκμαρ Ch.667; ἐ. τινὰ ἰδεῖν see him bodily, S.Aj.538, cf. Ar. Th.682; μαθεῖν S.El. 1454; πῶς ἂν ὑμὶν ἐμφανὴς . . γενοίμην; how could I make it manifest? Id.Ph.531; ἐμφανὴς τιμαῖσιν, = ἐμφανῶς τιμώμενος, Id.OT909 (lyr.); ἐ. ζῷα familiar animals, Epicur.Ep.2p.43U.    b as legal term, ἐμφανῆ παρέχειν τινά to produce a person or thing in open court, Antipho 5.36, cf. D.56.38; so ἐμφανῆ καταστῆσαι produce in court, either the property or the vouchers, Id.52.10; ἐμφανῶν κατάστασις, actio ad exhibendum, Is.6.31, D.53.14.    c of things, οὐ γάρ ἐστι τἀμφανῆ κρύπτειν S.OC755; ἐ. τεκμήρια visible proofs, Id.El.1109; ἄλγος ἐ. Pi.Fr.210; κλαυθμός Hdt.1.111; μεῖξις ib.203; Χυμοί Thphr. CP6.3.4 (Sup.); ἐ. κόσμος visible sky, Vett. Val.8.12; τὰ ἐ. κτήματα the actual property, X.HG5.2.10; τοῦ μέλλοντος καὶ μὴ -οῦς Th.3.42; εἰς τοὐμφανὲς ἰέναι to come into light, come forward, X. Mem.4.3.13; εἰς τοὐ. ᾠοτοκεῖν, ζῳοτοκεῖν, Arist.HA510b20, 511a23; ἀεὶ ἐ. εἶναι to be constantly in evidence, X.Ages.9.1.    2 manifest, palpable, τυραννίς Ar.V.417; βία Th.4.86; ἐ. λόγος a plain speech, A.Eu.420; τῷ ἐμφανεῖ λόγῳ openly, Th.7.48; τὴν διάνοιαν ἐ. ποιεῖν διὰ φωνῆς Pl.Tht.206d; ἐμφανές ἐστιν ὅτι . . X.Hier.9.10.    3 wellknown, τὰ ἐ. Hdt.2.33; ἐμφανῆ γὰρ ἦν S.Ant.448; conspicuous, notable, ἀνήρ D.S.1.68.    III Adv. -νῶς, Ion. -νέως, visibly, openly, Hdt.1.140, A.Ag.626, Th.7.48, etc.; λέγειν Ar.Ach.312; ἐ. ἐλευθεροῦν without doubt, Hdt.6.123; ἐ. ἠμύνατο openly, i.e. not secretly or treacherously, S.Tr.278; οὐ λόγοις, ἀλλ' ἐ. but really, Ar.Nu.611: Comp. -έστερον Pl.Phlb.31e.    2 neut. Adj., ἐκ τοῦ ἐ. Hdt.3.150, 4.120, al.; ἐν τῷ ἐ. Th.2.21, X.An.2.5.25.

German (Pape)

[Seite 819] ές, sich zeigend, sichtbar, im eigtl. Sinne u. übertr., merklich, deutlich; ἄλγος Pind. frg. 229; τέκμαρ Aesch. Ch. 606 (wie τεκμήρια Soph. El. 1098); λόγος Eum. 398; οὐ γὰρ ἔστι τἀμφανῆ κρύπτειν Soph. O. C. 759; ἰδεῖν τινα ἐμφανῆ, leibhaftig, Ai. 534; Tr. 199; οὐδαμοῦ τιμαῖς Ἀπόλλων ἐμφ. O. R. 909; ἥκει πόσις – ὅδ' ἐμφ. Eur. Hel. 874; δεῖξαι ἐμφανῆ El. 586; vgl. Ar. Th. 682; Ggstz ἀφανής, Men. Stob. fl. 16, 13. Oft in Prosa von Her. 1, 203 an; ἐμφανὴς βία, τυραννίς, offenbare, Thuc. 4, 86 Ar. Vesp. 417; ἐμφανῆ ζῆν, im Ggstz von ἐν σκότῳ ἀποκρύπτεσθαι, Xen. Cyr. 8, 7, 23; τὴν διάνοιαν ἐμφανῆ ποιεῖν διὰ φωνῆς Plat. Theaet. 206 e; ἐμφανῆ καταστῆσαι τὰ χρήματα, Dokumente vorlegen, um vor Gericht den Beweis zu führen, Dem. 52, 10; so auch ἐμφανῶν κατάστασις, 53, 14; Is. 6, 31; vgl. παρέχειν, Dem. 56, 38 fl., u. ἀποδοῦναι τὰ ἐμφανῆ κτήματα, Xen. Hell. 5, 2, 10. – Subst., τὸ ἐμφανές, z. B. εἰς τοὐμφανὲς ἰέναι, ans Licht kommen, Xen. Hem. 4, 3, 13. – Bei Plat. Tim. 46 a = abspiegelnd. – Adv. ἐμφανῶς, Tragg. u. in Prosa; auch steht adv. ἐκ τοῦ ἐμφανέος, Her. 5, 37. 7, 205 u. öfter; μάχην συνάπτειν Xen. Cyr. 1, 6, 41, wie ἐν τῷ ἐμφανεῖ Thuc. 2, 21; Xen. An. 2, 5, 25.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμφᾰνής: -ές, (ἐμφαίνω) ὁ ἐν ἑαυτῷ δεικνύων, ἀντανακλῶν, περὶ στιλπνῶν καὶ λείων πραγμάτων, καὶ πάντα ὅσα ἐμφανῆ καὶ λεῖα Πλάτ. Τίμ. 46Α. ΙΙ. ὁρατὸς εἰς τοὺς ὀφθαλμούς, φανερός, α) ἐπὶ προσώπων, Τραγ., κλ., ἰδίως ὡς τὸ ἐναργής, ἐπὶ θεῶν ἐμφανιζομένων σωματικῶς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, Σοφ. Ο. Τ. 909, Εὐρ. Βάκχ. 22, Ἀριστοφ. Σφ. 733, Πλάτ. Ἀλκ. 2. 141Α˙ οὕτως, ὄψις ἐμφ. ἐνυπνίων Αἰσχύλ. Πέρσ. 518, πρβλ. Χο. 667˙ ἐμφανῆ τινα ὁρᾶν, ἰδεῖν, ὁρᾶν ἢ ἰδεῖν σωματικῶς, Σοφ. Αἴ. 538. Ἀριστοφ. Θεσμ. 682, πρβλ. Σοφ. Ἠλ. 1454˙ πῶς ἂν ὑμῖν ἐμφανὴς ἔργῳ γενοίμην; πῶς νὰ ἠδυνάμην νὰ δείξω ὑμῖν ἐμφανῶς δι’ ἔργων, ὁ αὐτ. Φιλ. 531˙ ἐμφανὴς τιμαῖσιν = ἐμφανῶς τιμώμενος ὁ αὐτ. Ο. Τ. 909: - ὡς δικανικὸς ὅρος, ἐμφανῆ παρέχειν τινά, προσάγειν τινὰ εἰς τὸ δικαστήριον, παρουσιάζειν, Ἀντιφῶν 133. 34, πρβλ. Δημ. 1294. 15˙ οὕτως, ἐμφανῆ καταστῆσαι τὰ χρήματα ἢ τὸν κεκομισμένον ὁ αὐτ. 1239. 5˙ ἐμφανῶν κατάστασις, πρβλ. Λατ. exhibitio, actio ad exhibendum, Ἰσαῖος 59. 22, Δημ. 1251. 3, Ἀριστ. Πολιτ. Ἀθηναίων σ. 83. 3 (ἔκδ. Blass). β) ἐπὶ πραγμάτων, οὐ γάρ ἐστι τἀμφανῆ κρύπτειν Σοφ. Ο. Κ. 755˙ ἐμφ. τεκμήρια, φανεραὶ ἀποδείξεις, ὁ αὐτ. Ἠλ. 1109˙ ἄλγος ἐμφ. Πινδ. Ἀποσπ. 229˙ κλαυθμὸς Ἡρόδ. 1. 111, κτλ.˙ τὰ ἐμφ. κτήματα, τὰ φανερά, τὰ γνωστά, Ξεν. Ἑλλην. 5. 2, 10. 2) μῖξιν δὲ τούτων τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἐμφανέα, ἐν τῷ φανερῷ, in propatulo, Ἡρόδ. 1. 203., 3. 101˙ τὸ ἐμφανές, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ μέλλον, Θουκ. 3. 42˙ εἰς τοὐμφανὲς ἰόντες, ἐρχόμενοι εἰς τὸ φανερόν, Ξεν. Ἀπομν. 4. 3, 13, πρβλ. Ἀγησ. 9. 1. 3) φανερός, κατάδηλος, τυραννὶς Ἀριστοφ. Σφ. 417˙ βία Θουκ. 4. 86˙ ἐμφ. λόγος, σαφής, Αἰσχίν. Εὐμ. 420˙ ἐν ἐμφανεῖ λόγῳ, παρρησίᾳ, φανερά, Θουκ. 7. 48˙ τὴν ἐμφ. ποιεῖν διὰ τῆς φωνῆς Πλάτ. Θεαίτ. 206D· ἐμφανές ἐστιν ὅτι... Ξεν. Ἱέρ. 9, 10. 4) κατάδηλος, γνωστός, τὰ ἐμφανῆ Ἡρόδ. 2. 33˙ ἐμφανῆ γὰρ ἦν Σοφ. Ἀντ. 448˙ ἐπιφανής, ἀνὴρ ἐμφανὴς Αἰγύπτιος Διόδ. 1. 68. ΙΙΙ. ἐπίρρ. -νῶς, Ἰων. -νέως, φανερῶς, Λατ. palam, Ἡρόδ. 1. 140, Αἰσχύλ. Ἀγ. 626, κτλ.˙ Ἀλκμαιωνίδαι δὲ ἐμφανέως ἐλευθέρωσαν, ἐνδήλως, ἀναμφιβόλως, Ἡρόδ. 6. 123˙ ἐμφανῶς ἠμύνατο, φανερῶς, δηλ. οὐχὶ ἐν κρυπτῷ ἢ δι’ ἀπάτης, Σοφ. Τρ. 278˙ οὐ λόγοις, ἀλλ’ ἐμφανῶς, ἀλλὰ πραγματικῶς, Ἀριστοφ. Νεφ. 661˙ ἐμφ. ἤδη λέγειν ὁ αὐτ. Ἀχ. 312˙ συγκρ. -έστερον, Πλάτ. Φίληβ. 31Ε. 2) οὕτω κατ’ οὐδέτερον ἐπίθ., ἐξ ἐμφανέος ἢ ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς Ἡρόδ. 3. 150., 4. 120 κ. ἀλλ.˙ ἐν τῷ ἐμφανεῖ Θουκ. 2. 21, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
1 qui se montre aux regards, qui se rend visible ; en parl. de choses visible, manifeste : ἐμφανῆ τεκμήρια SOPH preuves visibles, pièces à conviction ; οὐ γὰρ ἔστι τἀμφανῆ κρύπτειν SOPH car il n’est pas possible de cacher ce qui est visible pour tous ; ποιεῖν τὸ ἐμφανές HDT faire qch au grand jour, en public;
2 qui se fait sous les yeux de tous, en public ; ἐμφανές ἐστι ὅτι XÉN il est visible que ; τὸ ἐμφανές le grand jour ; εἰς τοὐμφανὲς ἰέναι XÉN aller au grand jour ; ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς XÉN, ἐκ τοῦ ἐμφανέος (ion.) HDT, ἐν τῷ ἐμφανεῖ THC au grand jour, publiquement;
3 évident, non dissimulé : βία ἐμφανής THC violence manifeste, force ouverte ; ἐμφανὴς λόγος THC parole non déguisée, déclaration nette;
4 connu de tous.
Étymologie: ἐν, φαίνω.

English (Slater)

ἐμφᾰνής
   1 manifest ἵστασιν ἄλγος ἐμφανές (sc. οἱ ἄγαν ἐν πόλεσι φιλοτιμώμενοι) fr. 210.

Spanish (DGE)

(ἐμφᾰνής) -ές

• Morfología: [ac. sg. masc. ἐμπανία ICr.4.47.32 (V a.C.)]
I ref. la percepción visual
1 de seres vivos y dioses que puede verse, visible frec. como pred. ὄψει δ' αὐτὸν αὐτίκ' ἐμφανῆ pero lo vas a tener ante tu vista enseguida S.Tr.199, cf. Ai.538, πάρεστ' ἄρ' ἡμῖν ὥστε ἐμφανῆ μαθεῖν; ref. al cuerpo de Orestes, S.El.1454, Ἀγησίλαος ... τῷ ἀεὶ ἐμφανὴς εἶναι ἠγάλλετο X.Ages.9.1, καθάπερ ἐν τοῖς ἐμφανέσι παρ' ἡμῖν ζῷοις Epicur.Ep.[3] 98
ref. la epifanía de una divinidad que se hace visible, que se manifiesta o aparece ante los hombres, gener. c. dat. de pers. ἵν' εἴην ἐ. δαίμων βροτοῖς E.Ba.22, cóm. σοὶ δὲ νῦν τις θεῶν παρὼν ἐ. Ar.V.733, εἴ σοι ἐ. γενόμενος ὁ θεóς Pl.Alc.2.141a, οὐδέποτε οὕτως οἱ θεοὶ ἐνφανεῖς δι' ἐπιστάσεων γεγενηνται nunca los dioses se han hecho visibles de este modo mediante apariciones, Didyma 496A.4 (II d.C.)
c. el doble sent. de visible, y fig. celebrado c. dat. κοὐδαμοῦ τιμαῖς Ἀπόλλων ἐμφανής S.OT 909
en superl., de emperadores divinizados ὁ θεῶν ἐνφανέστατος Σεβαστός SEG 37.855.5 (Apolonia Salbace I d.C.), cf. RECAM 4.47.8 (Licaonia II d.C.), IKibyra 16.1 (II d.C.)
subst. τὰ ἐμφανέα hechos visibles συμβάλλομαι τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα intento comprender lo desconocido a través de los hechos visibles Hdt.2.33, οὐ γὰρ ἔστι τἀμφανῆ κρύπτειν S.OC 755
neutr. en la locución adverb. ἐν τῷ ἐμφανεῖ ante la vista, ante sus ojos γῆς τεμνομένης ἐν τῷ ἐμφανεῖ Th.2.21
εἰς τὸ ἐμφανές a la vista εἰς ἐμφανὲς καταστάς situándose a la vista Plu.TG 18, εἰς τὸ ἐμφανὲς ἰέναι salir a la luz, e.e., aparecer, de divinidades, revelarse X.Mem.4.3.13.
2 de cosas claro, nítido, brillante πυρσός E.El.586, τὴν ἀτρεκῆ τῆς Σελήνης μοῖραν ἐμφανῆ <ποιεῖν> Vett.Val.343.26, fig. ὄψις ἐ. ἐνυπνίων nítida visión de los ensueños A.Pers.518
en reflexiones fil. y en cien., de elementos claro, expuesto a la luz πάντα ὅσα ἐμφανῆ καὶ λεῖα Pl.Ti.46a, διὰ τὸ εἶναι τὸ εἶδος τῆς ὕλης καὶ τὸ πλῆθος ἐμφανέστατον por ser la forma de la materia y su masa muy nítida Arist.PA 665b8, κόσμος Paul.Al.3.6, Vett.Val.8.6, χυμοὶ ἐμφανέστατοι los sabores que más claramente se preciben Thphr.CP 6.3.4
subst. τὸ ἐ. claridad ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς εἰς τὸ ἀειδές Simp.in Ph.39.18, cf. Heliod.Neop.26.2
que refleja la luz, reflectante τό τε ὕδωρ καὶ διαφανὲς καὶ ἐμφανές Alex.Aphr.in Sens.26.22.
3 de acciones y situaciones que se hace a la vista de todos, que está ante la vista, público μεῖξις ... τούτων τῶν ἀνθρώπων ... ἐ. Hdt.1.203, (κηρυχθέντα) ἐμφανῆ γὰρ ἦν pues (el bando) era cosa pública S.Ant.448, en uso pred. ἐμπανία δεικσάτο que (el acreedor) muestre (al esclavo fugitivo) en público, ICr.l.c.
de propiedades que está en el exterior τὰ ἐμφανῆ κτήματα bienes inmuebles X.HG 5.2.10
de pers. en posición pred. ἐμφανεῖς γίνεσθαι personarse, comparecer Plb.21.32.7, cf. Plb.31.28.4, POxy.3924.14 (III d.C.)
subst. τὸ ἐ. el exterior ᾠοτοκεῖν εἰς τοὐμφανές eclosionar los huevos en el exterior Arist.HA 510b20, cf. 511a23.
4 jur. que pertenece a lo público, ref. tribunales u otras instancias público ἐμφανῆ παρέχειν τὸν ἄνδρα hacer comparecer al individuo ante el tribunal Antipho 5.36, cf. POxy.4113.16 (II d.C.), PSI 1329.15 (III d.C.), παρασχῆσαι τὰ ὑποκείμενα ἐμφανῆ presentar las actas en público D.56.38, ἐμφανῆ καταστῆσαι τὰ χρήματα mostrar los bienes ante un tribunal D.52.10, καθιστάναι εἰς τὸ ἐμφανές D.56.3, ἐμφανῶν κατάστασις actio ad exhibendum, acción de exhibición de bienes Is.6.31, D.53.14
de documentos ἐμφανῶν γινομένων registrados en los archivos públicos Iust.Nou.46.1.
II ref. la percepción intelectual
1 c. abstr. manifiesto, evidente, patente ἄλγος ἐ. Pi.Fr.210, κλαυθμὸς κατεστεὼς ἐ. duelo que se hacía patente Hdt.1.111, τυραννίς Ar.V.417, κακόν Ar.Lys.261, τέκμαρ A.Ch.667, cf. S.El.1109, I.AI 16.337, περὶ τοῦ μέλλοντος ... καὶ μὴ ἐμφανοῦς φράσαι Th.3.42, βία Th.4.86, c. dat. διάγνωσιν ... ἐμφανέα παντὶ τῷ βουλομένῳ εἰδέναι Hp.Nat.Puer.13
fig. de un sonido E.El.754
en constr. pers. c. or. complet. πᾶσιν ἐμφανὴς ὁρᾶν ἔσται ... ὅτι ... para todos será la prueba evidente de que ... Ar.Th.682, πῶς ἂν ὑμὶν ἐμφανὴς ... γενοίμην ὡς ...; S.Ph.531, εἰ ... ἐμφανὲς εἴη ὅτι si estuviera claro que ... X.Hier.9.10
en locuciones adverb. a las claras, abiertamente ἐκ τοῦ ἐμφανέος Hdt.3.150, 4.120, X.Cyr.1.6.41, ἐν τῷ ἐμφανεῖ λέξω X.An.2.5.25.
2 en rel c. la lengua claro, diáfano λόγος A.Eu.420, Th.7.48, τὴν αὑτοῦ διάνοιαν ἐμφανῆ ποιεῖν διὰ φωνῆς Pl.Tht.206d, cf. Corn.ND 30, fig.
neutr. compar. como adv. ἐμφανέστερον δὲ ... ταῦτα πειρώμεθα λέγειν tratemos de decirlo más claramente Pl.Phlb.31e.
3 de pers. notable, eminente, famoso ἀνήρ D.S.1.68, cf. Gr.Nyss.Ep.17.13.
III adv. -ῶς, jón. -έως
1 a la vista de todos, públicamente ἐ. ποιέειν Hdt.1.140, ἀναχθεὶς ἐ. A.A.626, ἐ. ψηφίζεσθαι Th.7.48, ἐ. προκεῖσθαι ἐν ἀγορᾷ ser expuesto públicamente en el ágora Aen.Tact.10.15.
2 evidentemente, manifiestamente Ἀλκμεωνίδαι δὲ ἐ. ἠλευθέρωσαν (τὴν πόλιν) Hdt.6.123.
3 abiertamente, a las claras λέγειν Ar.Ach.312, εἰ γὰρ ἐ. ἠμύνατο S.Tr.278, οὐ λόγοις, ἀλλ' ἐ. no con palabras, sino de veras Ar.Nu.611, ὡς δεδηλώσεται ἐν τῇδε τῇ συγγραφῇ ἐ. Diog.Apoll.4.4, ἐ. δεικνύναι τοῦ θεοῦ τὴν οὐσίαν Gr.Nyss.Eun.2.141
con claridad τὸν κόσμον ἡμῖν ἐ. ἐσήμηνεν Heraclit.All.43.

English (Strong)

from a compound of ἐν and φαίνω; apparent in self: manifest, openly.

English (Thayer)

(see ἐν, III:3), ἐμφανές (ἐμφαίνω to show in, exhibit), manifest: γίνομαι τίνι, in its literal sense, Aeschylus down.)

Greek Monolingual

-ές (AM ἐμφανής, -ές)
ο καθαρά διακρινόμενος, έκδηλος, κατάδηλος, ορατός, φανερός, ολοφάνερος
αρχ.-μσν.
επιφανής, σημαντικός, ένδοξος («ἀποσταλεὶς ἀνήρ Αἰγύπτιος», Διόδ. Σικ.)
μσν.
1. φρ. «ἐμφανὴς γίγνομαι» — παρουσιάζομαι, εμφανίζομαι
2. φρ. «εἰς τὸ ἐμφανές» — ενώπιον, μπροστά
αρχ.
1. (για στιλπνή επιφάνεια, κάτοπτρο κ.λπ.) αυτός που αντανακλά, που αντικατοπτρίζει
2. (για θεούς) ο εμφανιζόμενος με ανθρώπινη μορφή («εἴ σοι ἐμφανὴς γενόμενος ὁ θεός», Πλάτ.)
3. (για λόγους ἡ πράγματα) γνωστός, φανερός, πασίγνωστος («οὐ γάρ ἐστι τἀμφανῆ κρύπτειν», Ξεν.)
5. φρ. α) «ἐκ τοῡ ἐμφανοῡς» ή «εἰς τοὐμφανὲς» ή «ἐν τῷ ἐμφανεῑ» — φανερά, έκδηλα
β) «ἐν ἐμφανεῑ λόγῳ» — με παρρησία, φανερά
γ) «ἐμφανὴς τιμαῑς» — εμφανώς τιμώμενος
δ) «ἐμφανῆ παρέχειν τινὰ» ή «ἐμφανῆ καταστῆσαι» — η προσαγωγή, η παρουσίαση κάποιου στο δικαστήριο
ε) «ἐμφανῶν κατάστασις» — η ενέργεια για παρουσίαση ή προσαγωγή κάποιου» — στ) «τὰ ἐμφανῆ κτήματα» — η υπάρχουσα τώρα ιδιοκτησία (Ξεν.).
επίρρ...
εμφανώς
φανερά, πραγματικά, καθαρά, σαφώς, χωρίς αμφιβολία.

Greek Monotonic

ἐμφᾰνής: -ές,
I. αυτός που αντανακλά τον εαυτό του, που καθρεφτίζει (είδωλο), λέγεται για καθρέφτες, σε Πλάτ.
II. 1. ορατός στο μάτι, φανερός, ιδίως λέγεται για τους θεούς που εμφανίζονται με υλική υπόσταση στους θνητούς, σε Σοφ. κ.λπ.· ομοίως και, ἐμφανῆ τινα ἰδεῖν, τον βλέπω με τη φυσική του μορφή, στον ίδ.· λέγεται για πράγματα, τἀμφανῆ κρύπτειν, στον ίδ.· ἐμφ. τεκμήρια, ορατές, απτές, φανερές, ολοφάνερες αποδείξεις, στον ίδ.· τὰ ἐμφ. κτήματα, φανερή περιουσία, πραγματική ιδιοκτησία, σε Ξεν.
2. ποιεῖν τι ἐμφανές, κάνω κάτι δημοσίως, Λατ. in propatulo, σε Ηρόδ.· τὸ ἐμφ. αντίθ. προς τὸ μέλλον, σε Θουκ.· εἰς τοὐμφανὲς ἰέναι, έρχεται κάτι στο φως, σε Ξεν.
3. φανερός, πραγματικός, ψηλαφητός, απτός, καταφανής, οφθαλμοφανής, σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.
4. εμφανής, γνωστός, πασίδηλος, τὰ ἐμφανῆ, σε Ηρόδ.
III. επίρρ., -νῶς, Ιων. -νέως, φανερά, ανοιχτά, Λατ. palam, στον ίδ., Αισχύλ. κ.λπ.· ανοιχτά, δηλ. όχι κρυφά ή δόλια, ύπουλα, σε Σοφ.· οὐ λόγοις, ἀλλ' ἐμφανῶς, αλλά πραγματικά, σε Αριστοφ.
2. ομοίως και ως ουδ. επίθ., ἐξ ἐμφανέος ή ἐκ τοῦ ἐμφ., σε Ηρόδ.· ἐν τῷ ἐμφανεῖ, σε Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

ἐμφᾰνής:
1) явный, зримый, видимый, очевидный (τινι Eur., Arph.; ποιεῖν ἐμφανῆ τὰ ἀποκεκρυμμένα Arst.): ἕδ᾽ ἐ. Eur. вот он налицо; ἐμφανῆ καταστῆσαι τὰ χρήματα Dem. представить неопровержимые доказательства; εἰς τοὐμφανὲς ἰέναι Xen. становиться очевидным, обнаруживаться; οὐδαμοῦ τιμαῖς Ἀπόλλων ἐ. Soph. нигде не видно, чтобы воздавались почести Аполлону;
2) действительный, подлинный, бесспорный (τέκμαρ Aesch. и τεκμήρια Soph.; κτήματα Xen.);
3) открытый, прямой, ясный (λόγος Thuc.): ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς Xen., ἐμφανέος Her. и ἐν τῷ ἐμφανεῖ Thuc., Xen. явно, открыто; βίᾳ ἐμφανεῖ Thuc. путем прямого насилия;
4) (обще)известный (τὰ κερυχθέντα Soph.): τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα τεκμαίρεσθαι Her. умозаключать от известного к неизвестному;
5) известный, выдающийся (ἀνὴρ ἐ. Αἰγύπτιος Diod.).

Middle Liddell

ἐμφᾰνής, ές adj
I. shewing in itself, reflecting, of mirrors, Plat.
II. visible to the eye, manifest, esp. of the gods appearing bodily among men, Soph., etc.; so, ἐμφανῆ τινα ἰδεῖν to see him bodily, Soph.:—of things, τἀμφανῆ κρύπτειν Soph.; ἐμφ. τεκμήρια visible proofs, Soph.; τὰ ἐμφ. κτήματα the actual property, Xen.
2. ποιεῖν τι ἐμφανές to do it in public, Lat. in propatulo, Hdt.; τὸ ἐμφ. opp. to τὸ μέλλον, Thuc.; εἰς τοὐμφανὲς ἰέναι to come into light, Xen.
3. open, actual, palpable, Ar., Thuc., etc.
4. manifest, well-known, τὰ ἐμφανῆ Hdt.
III. adv. -νῶς, ionic -νέως, visibly, openly, Lat. palam, Hdt., Aesch., etc.; openly, i. e. not secretly or treacherously, Soph.; οὐ λόγοις, ἀλλ' ἐμφανῶς but really, Ar.
2. so in neut. adj., ἐξ ἐμφανέος or ἐκ τοῦ ἐμφ., Hdt.; ἐν τῷ ἐμφανεῖ Thuc.

Chinese

原文音譯:™mfan»j 恩-法尼士
詞類次數:形容詞(2)
原文字根:在內-顯出(的)
字義溯源:顯然的,顯示的,明顯的,顯現;由(ἐν / ἐμμέσῳ / ἐννόμως)*=在,入)與(φαίνω)=發光,照耀)組成;其中 (φαίνω)出自(φῶς)=光),而 (φῶς)又出自(φαῦλος)X*=照耀,顯示)
出現次數:總共(2);徒(1);羅(1)
譯字彙編
1) 顯現(2) 徒10:40; 羅10:20