θεός
English (LSJ)
ὁ, Boeot. θιός, Lacon. σιός (v. infr.), Cypr., Cret. θιός Inscr.Cypr.135.27 H., Leg.Gort.1.1, Dor. also θεύς Call.Cer.58; acc. θεῦν v.l. ib.130; voc. (only late) θεός, also
A θεέ LXXDe.3.24, Ev.Matt. 27.46, PMag.Lond.121.529, etc.; but classical in compd. names, Ἀμφίθεε, Τιμόθεε:—God, the Deity, in general sense, both sg. and pl. (εἰ καὶ ἐπὶ θεοὺς καὶ ἔτι μᾶλλον ἐπὶ θεὸν ἁρμόζει μεταφέρειν Plot.6.8.1), θ. δὲ τὸ μὲν δώσει τὸ δ' ἐάσει God will grant... Od.14.444; οὐδέ κεν ἄλλως οὐδὲ θ. τεύξειε 8.177, cf. 3.231, Il.13.730 (also θεὸς Ζεύς Od.4.236, 14.327); θ. καὶ ἀγαθὴ τύχη Pl.Lg.757e, cf. Timocl.3 D.; σὺν θεῷ Il.9.49, S.Aj.765, etc. (less freq. ξὺν τῷ θ. ib.383); σὺν θ. εἰρημένον Hdt.1.86, cf. 3.153; σὺν θ. εἰπεῖν Pl.Prt.317b: so in pl., σύν γε θεοῖσιν Il.24.430; οὔ τοι ἄνευ θεοῦ Od.2.372; οὐ θεῶν ἄτερ pi.P.5.76; ἐκ θεόφι Il.17.101; ὑπὲρ θεόν against his will, 17.327; ἂν θ. θέλῃ Alex. 231; θ. θέλοντος Men.Mon.671: in pl., ἂν θεοὶ θέλωσιν Alex.247; θεῶν συνεθελόντων, βουλομένων, X.Eq.Mag.9.8, Luc.Macr.29; εἰ ὀρθῶς ἢ μή, θ. οἶδε Pl.Phdr.266b, cf.R.517b, etc.; in oaths, θ. ἴστω S.OC522 (lyr.), etc.; πρὸς θεῶν Hdt.5.49, D.1.15, etc.: τοὺς θεούς σοι bless you! good heavens! for heaven's sake! M.Ant.7.17, Arr.Epict.2.19.15, al.; τὸν θ. σοι ib.3.7.19, al.: qualified by τις, Od.9.142, etc.; οὐκ ἄνευ θεῶν τινος A.Pers.164 (troch.), E.Ba.764; κατὰ θεόν τινα Id.IA411, Pl. Euthd.272e; κατὰ θεόν πως εἰρημένα Id.Lg.682a: doubled in poets, θεὸν θεόν τις ἀγλαϊζέτω B.3.21, cf. Diagor.1; θεοὶ θεοὶ τῶν ἀδίκων μέλουσι E.HF772, cf. Paus.Gr.Fr.203; θεοί (Cret. θιοί) as an opening formula in Inscrr. (sc. τύχην ἀγαθὴν διδοῖεν), Leg.Gort.1.1, IG 12.52, etc.: sg., θ. τύχη ib.5(2).1, etc.: in Prose also with the Art., ὁ θ. πάντων ἂν εἴη αἴτιος Pl.R.379c, cf. Lg.716c, etc.; τὰ πρὸς τοὺς θ., τὰ παρὰ τῶν θ., X.Mem.1.3.1, 2.6.8. b θεοί, opp. ἄνδρες, πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε Il.1.544; ὃν Ξάνθον καλέουσι θ., ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον 20.74: in Comparisons, θεοῖσιν ἶσ' ἔθελε φρονέειν 5.440; θεοῖς ἐναλίγκια μήδεα Od.13.89; also in sg., θεῷ ἐναλίγκιος αὐδήν Il.19.250; θεὸς ὥς 5.78; ὥς τε θεός 3.381: prov., θεὸς πρὸς ἀνθρώπους, of an 'angel's visit', Herod.1.9. c of special divinities, νέρτεροι θ. A.Pers.622, S.Ant.602 (lyr.); ἐνέρτεροι θ. Il.15.225; οἱ κάτωθεν θ. S.Ant.1070; θ. οὐράνιοι h.Cer.55, A.Ag.90 (anap.); οἱ δώδεκα θ. Ar.Eq.235, X.Eq.Mag.3.2, IG22.30, etc.; μὰ τοὺς δώδεκα θ. Men.Sam.91; in dual, τὼ σιώ (Lacon.), of Castor and Pollux, ναὶ τὼ σ. X.An.6.6.34, HG4.4.10, Ar.Lys.81: so in Boeot., of Amphion and Zethus, νεὶ τὼ σιώ (leg. θιώ) Id.Ach.905. d ὁ θ., of natural phenomena, ὁ θ. ὕει (sc. Ζεύς) Hdt.2.13; ὁ θ. ἐνέσκηψε βέλος Id.4.79; ἔσεισεν ὁ θ. (sc. Ποσειδῶν) X.HG4.7.4; of the sun, Hdt.2.24, A.Pers. 502, E.Alc.722; δύνοντος τοῦ θ. App.BC4.79; the weather, τί δοκεῖ τὰ τοῦ θεοῦ; Thphr.Char.25.2. e Astrol., θεοί,= ἀστέρες, Jul. Laod.in Cat.Cod.Astr.8(4).252. f θεός (sc. Ἥλιος), name of the 9th τόπος, Rhetor.ib.163, etc. 2 metaph., of abstract things, τὸ δ' εὐτυχεῖν τόδ' ἐν βροτοῖς θεός τε καὶ θεοῦ πλέον A.Ch.60; ἡ φρόνησις ἁγαθὴ θ. μέγας S.Fr.922; θ. γὰρ καὶ τὸ γιγνώσκειν φίλους E.Hel.<*>60; ὁ πλοῦτος τοῖς σοφοῖς θ. Id.Cyc.316; φθόνος κάκιστος θ. Hippothoon 2. 3 as title of rulers, θεῶν ἀδελφῶν (sc. Ptolemy Il and Arsinoe), Herod.1.30, etc.; Πτολεμαῖος ὑπάρχων θεὸς ἐκ θεοῦ καὶ θεᾶς OGI90.10(Rosetta, ii B.C.); Ἀντίοχος ὅτῳ θεὸς ἐπώνυμον γίγνεται App.Syr.65; θεὸς ἐκ θεοῦ, of Augustus, OGI655.2 (Egypt, 24 B.C.); θ. ἡμῶν καὶ δεσπότης IPE4.71 (Cherson., ii A.D.). b = Lat. Divus, Mon.Anc.Gr.10.4, Str.4.1.1, etc.; οἱ ἐν θεοῖς αὐτοκράτορες,= divi Imperatores, IG12(1).786 (Rhodes). c generally of the dead, καὶ ζῶντός σου καὶ εἰς θεοὺς ἀπελθόντος PPetr.2p.45 (iii B.C.); θεοῖς χθονίοις,= Lat. Dis Manibus, IG14.30,al. 4 one set in authority, judge, τὸ κριτήριον τοῦ θ., ἐνώπιον τοῦ θ., LXXEx.21.6, 22.8; θεοὺς οὐ κακολογήσεις ib.22.28(27). II θεός fem., goddess, μήτε θήλεια θεός, μήτε τις ἄρσην Il.8.7, cf. Hdt.2.35, al.; τοῖς θεοῖς εὔχομαι πᾶσι καὶ πάσαις D.18.1, cf. 141, Orac.ib.21.52; esp. at Athens, of Athena, Decr. ap. And.1.77, Pl.Ti.21a, etc.; ἁ Διὸς θεός, Ζηνὸς ἡ θ., S.Aj.401 (lyr.), 952 (ἡ Διὸς θεά ib.450); of other goddesses, ποντία θεός Pi.I. 8(7).36; ἡ νερτέρα θ.,= Περσεφόνη, S.OC1548, etc.; of Thetis, Pl. Ap.28c; of Niobe, S.El.150 (lyr.), Ant.834 (anap.): in dual, of Demeter and Persephone, τὰ τοῖν θεοῖν ψηφίσματα Ar.V.378 (lyr.); οὐδ' ἔδεισε τὼ θεώ And.1.125; freq. in oaths, νὴ τὼ θεώ Ar.Lys.112; μὰ τὼ θεώ Id.Ec.155,532. III as Adj. in Comp. θεώτερος, divine, θύραι θ., opp. καταιβαταὶ ἀνθρώποισιν, Od.13.111; χορὸς θ. Call.Ap. 93, cf.Dian.249, D.P.257. (Derived by Hdt.2.52 fr. τίθημι (κόσμῳ θέντες τὰ πρήγματα), by Pl.Cra.397d fr. θεῖν. Etym. dub.) [In Ep. (twice in Hom.) and Trag. (E.Ba.47, 1347, al., not in Com.), as monosyll. by synizesis, θεοί Il.1.18, Thgn.142; θεῶν h.Cer.55, 259; θεοῖς Thgn.171; θεοῖσιν Od.14.251; θεούς h.Cer.325: even in nom. θεός before a vowel, E.Or.399 (cf. Pors. ad loc.), HF347; in Pi.P. 1.56 apptly. a short monosyll.]
German (Pape)
[Seite 1197] ὁ (nach Her. 2, 52 ὅτι κόσμῳ θέντες τὰ πάντα πρήγματα καὶ πάσας νομὰς εἶχον, nach Plat. Crat. 397 d u. A. verwandt mit θέω, von den Gestirnen, die zuerst als Götter verehrt wurden; Andere bringen es mit Ζεύς, Διός, deus, zusammen; Andere mit θέσσασθαι, Curt. Grundz. d. Gr. Et. 2. Aufl. S. 230), dor. θεύς, Hdn. περὶ μ. λ. 6, 8, Call. Cer. 58, θεῦν 130, lacon. σιός; – Gott, Gottheit. Bei Hom. sowohl plur. als sing., so daß bei letzterm nicht immer an eine bestimmte Gottheit zu denken, wie etwa an Zeus, sondern an die über den Menschen waltende höhere Gewalt, Gottheit, die auch als θεοῦ μοῖρα bezeichnet wird, u. als μοῖρα allein, vgl. Nägelsbach Homerische Theologie. Sonst bestimmen Beiwörter oder die Zusammensetzungen, welcher Gott gemeint ist, z. B. ἐπερωτᾶν τὸν θεόν, das Orakel des Apollo befragen. Oft findet sich θεὸς ὥς, ὥστε θεός, θεῷ ἐναλίγκιος, um das Höchste u. Vollkommenste unter den Menschen zu bezeichnen, das an die Vortrefflichkeit der Götter hinanreicht; – ὑπὲρ θεόν, über, d. i. wider den Willen des Gottes, Il. 17, 327; σὺν θεῷ, unter Gottes Beistand, 9, 49; σὺν θεοῖς, 24, 230, auch bei Folgdn; Ggstz ἄνευ u. ἄνευθε θεοῦ, Od. 15, 530 Il. 5, 185, gegen den Willen der Götter, von Gott verlassen; πρὸς θεῶν, bei den Göttern, als Betheuerung. – Fem. ἡ θεός, Il. 1, 516; μήτε θήλεια θεός, μήτε τις ἄρσην 8, 7; Soph. Ai. 401. 925 u. a. D.; auch in Prosa, wie Dem. cor. init. u. Plat.; so sind in dem Schwur der Frauen, νή od. μὰ τὼ θεώ, Demeter u. Persephone gemeint, Ar. Lys. 112 Eccl. 532 u. A. – Als Adj. erscheint es Od. 13, 111, θύραι θεώτεραι, Thore, deren sich die Götter mehr bedienen, wie D. Per. 257 θεώτερος ναός sagt; χορὸς θεώτερος Callim. Ap. 93. – Bei Sp. ist ὁ θεὸς Καῖσαρ divus, Strab. IV, 177, oft, [Θεοί ist einsylbig gebraucht Il. 1, 17, θεῶν Hes. th. 44, θεοῖσιν zweisylbig Od. 14, 951, u. so oft bei att, Dichtern.]
Greek (Liddell-Scott)
θεός: ὁ, Βοιωτ. θιός ἢ σιός, Λακων. σιός (ἴδε κατωτ. ΙΙ)∙ Δωρ. θεύς, αἰτ. θεῦν (Καλλ. εἰς Δήμ. 58. 130), κλητ. (βραδύτερον) θεός, ἢ (παρὰ τοῖς Ἑβδ. καὶ ἐν τῇ Κ. Δ.) θεέ∙ ἀλλὰ δόκιμον ἐν τοῖς συνθέτοις ὀνόμασι, Ἀμφίθεε Ἀριστοφ. Ἀχ. 176, Τιμόθεε Λουκ. Ἁρμονίδ. 1. (Περὶ τῆς ῥίζης καὶ προσῳδίας ἴδε ἐν τέλ.)
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ, ἡ)
voc. θεός, postér. θεέ;
A. subst.
I. Dieu, la divinité : σὺν θεῷ, σὺν τῷ θεῷ SOPH, σύν γε θεοῖσιν IL d’accord avec les dieux, selon la volonté des dieux ; οὔτοι ἄνευ θεοῦ OD, οὐκ ἄνευθε θεοῦ IL non sans les dieux, non malgré les dieux ; ὑπὲρ θεόν IL contre la volonté des dieux ; πρὸς θεῶν au nom des dieux ; τὰ παρὰ τῶν θεῶν XÉN les signes, présages ou oracles par lesquels se manifeste la volonté des dieux ; ou le culte des dieux, la religion ; τὰ περὶ τοὺς θεούς XÉN ou πρὸς τοὺς θεούς XÉN le culte des dieux;
II. une divinité (particulière) :
1 κατὰ θεόν τινα EUR selon l’inspiration d’un dieu ; οἱ δώδεκα θεοί les douze grands dieux ; οἱ νέρτεροι θεοί SOPH, οἱ κάτω θεοί SOPH, οἱ κάτωθεν θεοί SOPH les dieux des enfers ; ναὶ τὼ σιώ (lac.) par les deux dieux, càd les Dioscures (Castor et Pollux);
2 ἡ θεός une déesse ; particul. ἡ θεός Athéna ; ἡ νερτέρα θεός Perséphone ; τὼ θεώ les deux déesses (Déméter et Perséphone);
III. dieu par apothéose, à Rome (lat. divus);
B. adj. divin, propre aux dieux;
Cp. θεώτερος.
Étymologie: R.Θεσ, prier « celui qu’on prie » ; cf. θέσσασθαι ; ou sel. d’autres, Θε placer, poser « celui qui pose, qui établit, qui crée » -- DELG étym. inconnue, « le rapprochement avec lat. deus, skr. devá- {étant} bien entendu impossible ».
English (Autenrieth)
gen. and dat. pl. θεόφιν: god (or goddess); of individual divinities, and collectively, the deity, God, σὺν θεῷ, ἄνευ θεοῦ, etc. Forms of the pl. are often to be read with synizesis, e. g. θεοῖσιν, Od. 14.251.
English (Slater)
θεός (ὁ, ἡ; v. θεά: θελτ;γτ;ός, θεός, θεοῦ, θεοῖο, θεῷ, θεῷ, θεόν; θεοί, θεοί, θεῶν, θεων, θεοῖς, θεοῖσι, θεούς, θεοί.)
1 god
1 unspecified. (Τάνταλος) θεοῖσι δεῖπνα παρέχων (O. 1.39) θεὸς ἐπίτροπος ἐὼν τεαῖσι μήδεται μερίμναισιν (O. 1.106) ὅταν θεοῦ Μοῖρα πέμπῃ ἀνεκὰς ὄλβον ὑψηλόν fate dispensed by god (O. 2.21) παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα (O. 2.66) θεὸς εὔφρων εἴη λοιπαῖς εὐχαῖς (O. 4.12) βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις at Olympia (O. 5.5) μὴ ματεύσῃ θεὸς γενέσθαι (O. 5.24) θεῶν κάρυκα Ἑρμᾶν (O. 6.78) θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας (O. 7.34) θεῶν δ' ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν (O. 7.65) Τλαπολέμῳ ἵσταται ὥσπερ θεῷ πομπὰ καὶ κρίσις (O. 7.79) ἐπεὶ τό γε λοιδορῆσαι θεοὺς ἐχθρὰ σοφία (O. 9.37) ἄνευ δὲ θεοῦ σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον (O. 9.103) μετὰ δώδεκ' ἀνάκτων θεῶν (cf. (O. 5.5) ) (O. 10.49) θεῶν ναοῖσιν οἰωνῶν βασιλέα δίδυμον ἐπέθηκ; (O. 13.21) Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν (O. 13.52) τελεῖ δὲ θεῶν δύναμις καὶ τὰν παῤ ὅρκον κτίσιν (O. 13.83) ἐν θεῷ γε μὰν τέλος (O. 13.104) οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας (θεοὶ etiam possis) (O. 14.8) θεῶν κρατίστου παῖδες (O. 14.14) θεῶν πολέμιος, Τυφὼς (P. 1.15) θεῶν παλάμαις (P. 1.48) οὕτω δ' Ἱέρωνι θελτ;γτ;ὸς ὀρθωτὴρ πέλοι (P. 1.56) θεὸς ἅπαν ἐπὶ ἐλπίδεσσι τέκμαρ ἀνύεται, θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε (P. 2.49) —50. χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν (P. 2.88) καὶ θεοὶ δαίσαντο παρ' ἀμφοτέροις (P. 3.93) εἰ δέ μοι πλοῦτον θεὸς ἁβρὸν ὀρέξαι (P. 3.110) “σὺν τιμᾷ θεῶν” (P. 4.51) ποινὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν (P. 4.63) θεῷ πίσυνος (P. 4.232) σὺν θεῶν τιμαῖς (P. 4.260) εἰ μὴ θεὸς ἁγεμόνεσσι κυβερνατὴρ γένηται (P. 4.274) παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν (P. 5.25) οὐ θεῶν ἄτερ ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν (P. 5.76) κτίσεν δ' ἄλσεα μείζονα θεῶν (P. 5.89) θεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν (P. 5.117) μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι (P. 6.24) “τύχᾳ θεῶν” (P. 8.53) θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω (P. 8.71) ὠκεῖα δ' ἐπειγομένων ἤδη θεῶν πρᾶξις (P. 9.67) μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν (P. 10.20) ἐμοὶ δὲ θαυμάσαι θεῶν τελεσάντων οὐδέν ποτε φαίνεται ἔμμεν ἄπιστον (P. 10.49) Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν (P. 11.62) θεῶν βασιλέα (N. 1.39) ὅταν θεοὶ ἐν πεδίῳ Φλέγρας Γιγάντεσσιν μάχαν ἀντιάζωσιν (N. 1.67) σὺν θεοῦ δὲ τύχᾳ (N. 6.24) τιμὰ δὲ γίνεται ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (N. 7.32) βασιλῆα δὲ θεῶν (N. 7.82) εἰ δ' αὐτὸ καὶ θεὸς ἀνέχοι (N. 7.89) ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν (N. 9.27) Διομήδεα δ' ἄμβροτον ξανθά ποτε Γλαυκῶπις ἔθηκε θεόν (N. 10.7) Ἥβα καλλίστα θεῶν (N. 10.18) ἐπεὶ τοῦτον ἢ πάμπαν θεὸς ἔμμεναι οἰκεῖν τ' οὐρανῷ, εἵλετ αἰῶνα Πολυδεύκης (N. 10.58) πολλὰ μὲν ἀγαζόμενοι πρώταν θεῶν (i. e. Ἑστίαν) (N. 11.6) καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας (I. 2.39) ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος (I. 4.1) Πηλέος ἥρωος, εὐδαίμονος γαμβροῦ θεῶν (I. 6.25) δεξαμένα τὸν φέρτατον θεῶν (I. 7.5) χαλκόπεδον θεῶν ἕδραν (I. 7.44) ἐπειδὴ τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός (I. 8.10) ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶν πραπίδες (I. 8.30) σὺν θεῶν δὲ αἴσᾳ (Boeckh: θεῶ codd.) (I. 9.1) θεοὶ συνετέλεσσαν (Pae. 2.65) ἐν θεῶν ξενίᾳ at the Delphic Theoxenia (Pae. 6.61) Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς (Pae. 6.94) ]τράπεζαν θεῶν ἐπ' ἀμβ[ρο (Pae. 15.7) δεῦτ ἐν χορόν, Ὀλύμπιοι, ἐπί τε κλυτὰν πέμπετε χάριν, θεοί fr. 75. 2. θεῶ[ν] Κυβέ[λαν] ματ[έρα (supp. Gomperz, Snell) fr. 80. ἀλλ' οἶος ἄπλατον κεράιζε θεῶν Τυφῶνα Ζεύς fr. 93. θεοῦ δὲ δείξαντος ἀρχὰν ἕκαστον ἐν πρᾶγος fr. 108a. 1. θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος fr. 108b. 1. θεῶν ἐπὶ βωμοῖς (haec verba praebent codd. Plutarchi, non habet, ut vid., Π.) Θρ. . 1. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 3. τί θεός; fr. 140d. σὺν θεοῖς (O. 8.14) σὺν θεοῖς ζεύξω τέλος (I. 1.6) σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος (N. 8.17) σὺν θεῷ θνατὸν διέρχονται βιότου τέλος (I. 4.5)
2 opposed to men, mortals. εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν (O. 1.64) τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; (O. 2.2) θάξαις δέ κε φύντ' ἀρετᾷ ἀνὴρ θεοῦ σὺν παλάμᾳ (O. 10.21) ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως (O. 11.10) ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι βροτέαις ἀρεταῖς (P. 1.41) θεῶν δ' ἐφετμαῖς Ἰξίονα φαντὶ ταῦτα βροτοῖς λέγειν (P. 2.22) γόνον οὔτ' ἐν ἄνδρασι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις (P. 2.43) κλέπτει τέ μιν οὐ θεὸς οὐ βροτὸς (P. 3.30) “παῖδες ὑπερθύμων τε φωτῶν καὶ θεῶν” (P. 4.13) “θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ” (P. 4.21) “ἔν τε θεοῖς κἀνθρώποις” (P. 9.40) θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ. εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς (P. 10.21) ἀρχαὶ δὲ βέβληνται θεῶν κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς (ἐκ θεῶν Σ: ?on analogy of ἄρχεσθαι) (N. 1.9) ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος (N. 6.1) ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι. καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος (N. 10.54) σὺν θεῷ θνατὸν διέρχονται βιότου τέλος (I. 4.5) ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ' ἀμάχανον εὑρέμεν (Pae. 6.51) οὐ γάρ ἔσθ ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει βροτέᾳ φρενί fr. 61. 3. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. θεῶν καὶ κατ' ἀνθρώπων ἀγυιάς fr. 194. 5. ἴσον μὲν θεὸν ἄνδρα τε φίλον λτ;θεῷ> (add. Heyne: sc. ὑποτρέσαι) fr. 224. ὁπόταν θεὸς ἀνδρὶ χάρμα πέμψῃ fr. 225. Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει (supp. Blass) ?fr. 333a. 4.
3 specific gods.
a Apollo. οὐδ' ἔλαθ Αἴπυτον κλέπτοισα θεοῖο γόνον (O. 6.36) ὣς ἦρα θεὸς σάφα εἴπαις (O. 8.46) φέροισα σπέρμα θεοῦ (P. 3.15) ἐν κοιλόπεδον νάπος θεοῦ (P. 5.39) ξυνὸν ἁρμόζοισα θεῷ τε γάμον μιχθέντα κούρᾳ θ' Ὑψέος εὐρυβία (P. 9.13) κλειτὰς ὄνων ἑκατόμβας ἐπιτόσσαις θεῷ ῥέζοντας (P. 10.33) θεοῦ παρ' εὐτειχέα δόμον (N. 7.46) καὶ τὸ μὲν διδότω θεός (Pae. 2.54) Πάριος ἑ[καβόλος βροτη]σίῳ δέμαι θεός (Pae. 6.80) ὤμοσε [γὰρ θ]εός (Pae. 6.112) θεοῦ ἄδυτον (Pae. 7.3) his temple in Delphi: μαντεύσατο δ' ἐς θεὸν ἐλθών (O. 7.31) ᾤχετο δὲ πρὸς θεόν (N. 7.40)
b Zeus. θεοῦ σάμασιν πιθόμενοι (P. 4.199) γνώτ ἀείδω θεῶ τε καὶ ὅστις ἁμιλλᾶται (οἶ pro θεῷ coni. Kayser) (N. 10.31) πέμψεν θεὸς ἀρχὸν οἰωνῶν μέγαν αἰετόν (I. 6.49)
c Poseidon. τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν (O. 1.86) θεὸς τῶνδε κείνων τε κλυτὰν αἶσαν παρέχοι φιλέων (O. 6.101) ὀρσοτρίαιναν εὐρυβίαν καλέων θεόν (P. 2.12) (Ἰσθμός) ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι σὺν καλάμοιο βοᾷ θεὸν δέκονται (N. 5.38)
d Helios. καί ῥά μιν χώρας ἀκλάρωτον λίπον, ἁγνὸν θεόν (O. 7.60)
e Dionysos. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον, τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν fr. 75. 9.
f Herakles. ἥρως θεὸς (N. 3.22)
g goddesses, Kybele, Great Mother. μεγάλας θεοῦ κύνα Pan. fr. 96. 2. Ματρί, τὰν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται θαμὰ σεμνὰν θεὸν ἐννύχιαι (P. 3.79)
h Thetis. πεπρωμένον ἦν, φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν (I. 8.34)
i Honour, Aidos. κείνα θεός (N. 9.36)
k Athene. εὗρεν θεός (P. 12.22)
l Psamatheia. βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ, ὃν Ψαμάθεια τίκτ' ἐπὶ ῥηγμῖνι πόντου (N. 5.13)
4 θεόθεν, from, inspired by heaven σύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν ἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας εὗρεν θεόθεν (O. 12.8) θεόθεν ἐραίμαν καλῶν (P. 11.50)
5 frag. ]οι· θεῶν[ (Pae. 4.17)
Spanish
English (Abbott-Smith)
θεός, -οῦ, ὁ, ἡ (Ac 19:37 only; v. M, Pr., 60, 244), late voc., θεέ (Mt 27:46; cf. De 3:24, al.), [in LXX chiefly for אֱלֹהִים, also for אֵל and other cognate forms, יהוה, etc.;]
a god or deity, God.
1.In polytheistic sense, a god or deity: Ac 28:6, I Co 8:4, II Th 2:4, al.; pl., Ac. 14:11 19:26, Ga 4:8, al.
2.Of the one true God;
(a)anarthrous: Mt 6:24, Lk 20:38, al.; esp. c. prep. (Kühner 3, iii, 605), ἀπὸ θ., Jo 3:2; ἐκ, Ac 5:39, II Co 5:1, Phl 3:9; ὑπό, Ro 13:1; παρὰ θεοῦ, Jo 1:6; παρὰ θεῷ, II Th 1:6, I Pe 2:4; κατὰ θεόν, Ro 8:27, II Co 7:9, 10; also when in gen. dependent on an anarth. noun (Bl., §46, 6), Mt 27:43, Lk 3:2, Ro 1:17, I Th 2:13; as pred., Lk 20:38, Jo 1:1, and when the nature and character rather than the person of God is meant, Ac 5:29, Ga 2:6, al. (M, Th., 14);
(b)more freq., c. art.: Mt 1:23, Mk 2:7, al. mult.; c. prep., ἀπὸ τ. θ., Lk 1:26; ἐκ, Jo 8:42, al.; παρὰ τοῦ θ., Jo 8:40; π. τῷ θ., Ro 9:14; ἐν, Col 3:3; ἐπὶ τῷ θ., Lk 1:47; ἐπὶ τὸν θ., Ac 15:19; εἰς τ. θ., Ac 24:15; πρὸς τ. θ., Jo 1:2; c. gen. pers., Mt 22:32, Mk 12:26, 27, Lk 20:37, Jo 20:17, al.; ὁ θ. μου, Ro 1:8, Phi 1:3, al.; ὁ θ. καὶ πατήρ κ. τ. λ., Ro 15:6, Eph 1:3, Phi 4:20, al.; c. gen. rei, Ro 15:5, 13, 33, II Co 1:3, I Th 5:23; τὰ τ. θεοῦ, Mt 16:23, Mk 12:17, I Co 2:11; τὰ πρὸς τὸν θ., Ro 15:17, He 2:17 5:1; τ. θεῷ, as a superl. (LXX, Jos 3:3), Ac 7:20, II Co 10:4; Hebraistically, of judges (Ps 81(82):6), Jo 10:34 (LXX), 35.
English (Strong)
of uncertain affinity; a deity, especially (with ὁ) the supreme Divinity; figuratively, a magistrate; by Hebraism, very: X exceeding, God, god(-ly, -ward).