σημεῖον: Difference between revisions
Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...
(6) |
(nl) |
||
Line 33: | Line 33: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σημεῖον:''' τό, Ιων. [[σημήϊον]], Δωρ. σᾶμήϊον και σᾶμᾷον ([[σῆμα]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> [[σύμβολο]], [[σημάδι]], χαρακτηριστικό [[γνώρισμα]], σε Ηρόδ., Αττ.<br /><b class="num">2.</b> [[σημάδι]] που προέρχεται από τους θεούς, [[οιωνός]], σε Σοφ., Πλάτ.· λέγεται [[ιδίως]] για τους αστερισμούς, σε Ευρ.<br /><b class="num">3.</b> [[σημάδι]] για να κάνει [[κάποιος]] [[κάτι]] ή [[σινιάλο]], που δημιουργείται από τον κυματισμό σημαιών, σε Ηρόδ.· <i>αἴρειν</i>, κατασπᾶν τὸ [[σημεῖον]], [[υψώνω]] ή [[υποστέλλω]] το [[λάβαρο]] που λειτουργεί ως [[σύνθημα]] για τη [[μάχη]], σε Θουκ·. <i>τὰ σημεῖα ἤρθη</i>, δόθηκαν τα σινιάλα που είχαν συμφωνηθεί, στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> [[έμβλημα]] ή [[σημαία]] που κυματίζει στο [[πλοίο]] του ναυάρχου, σε Ηρόδ. ή στη [[σκηνή]] του στρατηγού, σε Ξεν.· [[κατόπιν]], γενικά, [[έμβλημα]], [[σημαία]], σε Ευρ.· απ' όπου, [[σύνορο]], όριο, σε Δημ.<br /><b class="num">5.</b> [[εικόνα]] ή [[σήμα]] χαραγμένο πάνω στην [[ασπίδα]], σε Ηρόδ., Ευρ.· στα πλοία, διακοσμητικές φιγούρες, όπως κεφαλές μυθολογικών προσώπων, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">6.</b> [[σινιάλο]], συνθηματική [[λέξη]], [[σύνθημα]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> στην επιχειρηματολογία, [[ένδειξη]] ή [[απόδειξη]], [[τεκμήριο]], σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.· [[σημεῖον]] δέ· ή [[σημεῖον]] γάρ· (για να παρουσιάσει [[επιχείρημα]]), αυτή είναι η [[απόδειξη]] γι' αυτό, σε Δημ. κ.λπ. | |lsmtext='''σημεῖον:''' τό, Ιων. [[σημήϊον]], Δωρ. σᾶμήϊον και σᾶμᾷον ([[σῆμα]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> [[σύμβολο]], [[σημάδι]], χαρακτηριστικό [[γνώρισμα]], σε Ηρόδ., Αττ.<br /><b class="num">2.</b> [[σημάδι]] που προέρχεται από τους θεούς, [[οιωνός]], σε Σοφ., Πλάτ.· λέγεται [[ιδίως]] για τους αστερισμούς, σε Ευρ.<br /><b class="num">3.</b> [[σημάδι]] για να κάνει [[κάποιος]] [[κάτι]] ή [[σινιάλο]], που δημιουργείται από τον κυματισμό σημαιών, σε Ηρόδ.· <i>αἴρειν</i>, κατασπᾶν τὸ [[σημεῖον]], [[υψώνω]] ή [[υποστέλλω]] το [[λάβαρο]] που λειτουργεί ως [[σύνθημα]] για τη [[μάχη]], σε Θουκ·. <i>τὰ σημεῖα ἤρθη</i>, δόθηκαν τα σινιάλα που είχαν συμφωνηθεί, στον ίδ.<br /><b class="num">4.</b> [[έμβλημα]] ή [[σημαία]] που κυματίζει στο [[πλοίο]] του ναυάρχου, σε Ηρόδ. ή στη [[σκηνή]] του στρατηγού, σε Ξεν.· [[κατόπιν]], γενικά, [[έμβλημα]], [[σημαία]], σε Ευρ.· απ' όπου, [[σύνορο]], όριο, σε Δημ.<br /><b class="num">5.</b> [[εικόνα]] ή [[σήμα]] χαραγμένο πάνω στην [[ασπίδα]], σε Ηρόδ., Ευρ.· στα πλοία, διακοσμητικές φιγούρες, όπως κεφαλές μυθολογικών προσώπων, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">6.</b> [[σινιάλο]], συνθηματική [[λέξη]], [[σύνθημα]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> στην επιχειρηματολογία, [[ένδειξη]] ή [[απόδειξη]], [[τεκμήριο]], σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.· [[σημεῖον]] δέ· ή [[σημεῖον]] γάρ· (για να παρουσιάσει [[επιχείρημα]]), αυτή είναι η [[απόδειξη]] γι' αυτό, σε Δημ. κ.λπ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σημεῖον -ου, τό, Ion. σημηίον, Dor. σᾱμεῖον [σῆμα] teken teken (van iets), kenmerk:; καθαρὴ τῶν προκειμένων σημηίων vrij van de beschreven kenmerken Hdt. 2.38.2; δεῖ δ ’ ἐξ ἐκείνου... σημεῖον... λαβεῖν we moeten van hem iets kenmerkends te pakken krijgen Eur. Hipp. 514; milit..; σημεῖ ( α )... ἀσπίδων schildtekens Eur. Phoen. 142; τὸ βασίλειον σημεῖον de koninklijke standaard Xen. An. 1.10.12; van een zegel; δακτυλίων σημεῖα zegels van ringen Plat. Tht. 191d; geneesk. symptoom; Hp.; mijlsteen; Plut. TG et CG 28(7).3; afkortingsteken; Plut. CMi 23.3; voorteken, wonderteken. τὰ ἀπὸ σημείων καὶ λογίων wat op te maken is uit voortekens en orakelspreuken Aristot. Rh. 1383b6; τέρατα καὶ σημεῖα wonderen en wondertekens NT Act. Ap. 2.43. teken (tot iets), milit. sein, signaal:. τὸ σημεῖον τοῦ πυρός het vuursignaal Thuc. 4.111.2; ἀπὸ σημείου op signaal Thuc. 3.91.4; ὕστερος ἐλθεῖν τοῦ σημείου na het beginsignaal komen Aristoph. Ve. 690; ἐπειδὴ τὰ σημεῖα ἤρθη toen de signaalvlaggen waren gehesen Thuc. 1.49.1. aanwijzing, bewijs:. σημεῖον δέ μοι, ὅτι voor mij is het bewijs het feit dat … Plat. Resp. 368b; σημεῖον δὲ μέγιστον en de voornaamste aanwijzing is … Aristot. Poët. 1453a26. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:08, 31 December 2018
English (LSJ)
τό, Ion. σημήϊον, Dor. σᾱμήϊον IG12(3).452 (Thera, iv B.C.), σᾱμεῖον IPE12.352.25 (Chersonesus, ii B.C.), IG5(1).1390.16 (Andania, i B.C.), σᾱμᾶον CIG5168 (Cyrene):—= σῆμα in all senses, and more common in Prose, but never in Hom. or Hes.:
A mark by which a thing is known, Hdt.2.38; σημεῖα τῶν δεδικασμένων... σημεῖα πάντων ὧν ἔπραξαν Pl.R.614c; sign of the future, τυραννίδος σ. A.Ag.1355; σ. λαβεῖν ἔκ τινος E.Hipp.514; trace, track, σημεῖα δ' οὔτε θηρὸς οὔτε του κυνῶν . . ἐξεφαίνετο S.Ant.257, cf. El.886; τῆς καταβάσεως X.An.6.2.2; of a cork on a buoy, Paus.8.12.1. b Dor., tomb, IG12(3).452 (iv B.C.), CIGl.c. 2 sign from the gods, omen, S.OC94; τὰ ἀπὸ τῶν θεῶν σ. γενόμενα Antipho 5.81, cf. Pl.Phdr. 244c, Ap.40b, X.Cyr.1.6.1; wonder, portent, LXX Ex.4.8, al.; σ. καὶ τέρατα Plb.3.112.8, Ev.Matt.24.24, Ev.Jo.4.48, cf. IPEl.c., D.S.17.114; φόβηθρα καὶ σ. ἀπ' οὐρανοῦ Ev.Luc.21.11; esp. of the constellations, regarded as signs, δύεται σημεῖα E.Rh.529 (lyr.), cf. Ion 1157. 3 sign or signal to do a thing, made by flags, ἀνέδεξε σημήϊον τοῖσι ἄλλοισι ἀνάγεσθαι he made signal for the rest to put to sea, Hdt.7.128; signal for battle, τὰ σ. ἤρθη, κατεσπάσθη, Th.1.49,63, etc.; καθαιρεῖν τὸ σ. to take it down, strike the flag, as a sign of dissolving an assembly, And.1.36; τὸ τῆς ἐκκλησίας σ. Ar.Th.278; ὕστερος ἐλθεῖν τοῦ σ. Id.V.690: generally, signal, σ. ὑποδηλῶσαί τινι ὅτι . . Id.Th.1011; τὰ σ. αὐτοῖς ἤρθη Th.4.42; τὸ σ. τοῦ πυρός, ὡς εἴρητο, ἀνέσχον ib.111; signal to commence work, [ἡ] τοῦ σημείου ἄρσις Ath.Mitt.35.403 (Pergam.); σημείῳ ἀβαστάκτῳ, σημείοις ἀβαστάκτοις with unremoved signal (s), of gymnasia, i.e. never closed, IGRom.4.446 (ibid.), Abh.Berl.Akad.1932(5).44(ibid., ii A.D.). 4 standard or flag, on the admiral's ship, Hdt.8.92; on the general's tent, X.Cyr.8.5.13; ἔξω τῶν σ. out of the lines, ib.8.3.19. b body of troops under one standard or flag, PAmh.2.39.2 (ii B.C.); cf. σημεία 1.2. 5 landmark, boundary, limit, ἔξω τῶν σ. τοῦ ὑμετέρου ἐμπορίου out of the limits of your commercial port, D.35.28; of milestones, Plu.CG7, Hdn.2.13.9. 6 device upon a shield, Hdt.1.171, E.Ph.1114; upon ships, figure-head, Ar.Ra.933, Th.6.31, E.IA255 (lyr.). 7 signet on ring, etc., Ar.Eq.952, V.585, Pl.Tht.191d, al., X.HG5.1.30, D.42.2, PRev.Laws 26.5 (iii B.C.); figure, image, Διὸς κτησίου Anticl.13; badge, τρίαιναν σ. θεοῦ A.Supp.218: pl., written characters, γράψαι σημήϊα . . φωνῆς IG14.1549 (Rome). b pl. (Dor.) σαμεῖα, stripes, ib.5(1).1390.16 (Andania, i B.C.); clavi· σημεῖα, Gloss. 8 watchword, war-cry, Plb.5.69.8; ἀπὸ σ. ἑνὸς ἐπιστρέφειν τὰς ναῦς Th.2.90, cf.X.HG6.2.28. 9 birthmark or distinguishing feature, Wilcken Chr.76.14 (ii A.D.), Sammelb.15.27 (ii A.D.), etc. II sign, token, indication of anything that is or is to be, S.OT1059, E.Ph.1332; σ. φαίνεις ἐσθλὸς . . γεγώς S.El.24, cf. OT710; τέχνης σ. τῆς ἐμῆς Id.Ant.998; so later τὰ σ. τῶν καιρῶν Ev.Matt.16.3, etc. 2 in reasoning, a sign or proof, Ar.Nu.369, Th.1.6,10, And. 2.25, etc.; τούτων ὑμῖν σημεῖα δείξω Aeschin.2.103, cf. 3.46; τάδε τὰ σ. ὡς . . X.Ages.1.5; σ. εἰ . . Pl.Grg.520e; ὅτι ἀγαθὸς ἦν... τοῦτο μέγιστον σ. Id.Min.321b; τὸ μὴ ἐκδυθῆναι οὐδὲν σ. ἐστι is no proof to the contrary, Antipho 2.2.5; also, instance, example, Hp.VM 20; σημεῖον δέ· to introduce an argument, D.21.149, Isoc.4.86,107, etc. 3 in the Logic of Arist., a sign used as a probable argument in proof of a conclusion, opp. τεκμήριον (a demonstrative or certain proof), APr.70a11, SE167b9, Rh.1357a33. b in Stoic and Epicurean philos., sign as observable basis of inference to the unobserved or unobservable, Epicur.Ep.2p.43U., Phld.Sign.27, al., S.E.M.8.142, al.; περὶ σημείων (dub. sens.), title of work by Zeno, Stoic.1.14. 4 Medic., symptom, Hp.Morb.3.6, 15, Aret.SD1.9, Gal.1.313, 18(2).306. b = Lat. lenticula, a kind of skin-eruption, Cels.6.5.1. 5 pl., shorthand symbols, Plu.Cat.Mi.23, Gal. Libr.Propr.1, POxy.724.3 (ii A.D.), Lib.Or.42.25. 6 critical mark, Heph.Poëm.p.73C., D.L.3.65. III = στιγμή, mathematical point, Arist.APo.76b5, Ph.240b3, Euc.Def.1, al.; also ς. (with or without χρόνου) point of time, instant, Arist.Cael.283a11, Ph.262b2sq. 2 in Prosody and Music, unit of time, Aristid.Quint.1.14, Longin.Proll. Heph.5.
German (Pape)
[Seite 874] τό, ion. σημήϊον, = σῆμα in allen Bedeutungen, Zeichen, woran man Etwas erkennt u. unterscheidet; Her. 2, 38; θεοῦ, Aesch. Suppl. 215; σημεῖά σοι τάδ' ἐστὶ τῆς ἐμῆς φρενός, Prom. 844; σημεῖα δ' οὔτε θηρὸς σὔτε του κυνῶν ἐξεφαίνετο, Soph. Ant. 251; σαφῆ σημεῖ' ἰδοῦσα, El. 874; dessen was da kommen soll, Anzeichen, O. C. 94; τὸ δαιμόνιον, Plat. Phaedr. 242 b; Apol. 40 b; vgl. τὰ τοῦ μεγίστου θεοῦ σημεῖα, Xen. Cyr. 1, 6, 1. 2, 4, 19; δακτυλίου, Ar. Equ. 947 Vesp. 585; auch an Schiffen, Ran. 931, Siegel, Xen. Hell. 5, 1, 30, vgl. Plat. Theaet. 191 d; Dem. u. Folgde. – Feldzeichen, Fahne, Abzeichen des Feldherrn, Her. 8, 92 (vgl. Xen. Cyr. 8, 5, 13 An. 1, 10, 12, ein Adler Cyr. 7, 1, 41, Schildzeichen, 1, 17) (wie Eur. Phoen. 1121 u. öfter), ein Zeichen Etwas zu thun, 7, 128; σημεῖον αἴρειν, Thuc. 1, 49, ἀπὸ σημείου, auf das gegebene Zeichen, 3, 9; auch Feldgeschrei, vgl. Pol. 5, 69, 8. – Σημεῖα καθαιρεῖν, Andoc. 1, 36; ἔξω τῶν σημείων, d. i. außerhalb des Lagers, Xen. Cyr. 8, 3, 19; u. danach gesagt ὅς ἐστιν ἔξω τῶν σημείων τοῦ ἡμετέρου ἐμπορίου, Dem. 35, 28. – Σημείοις χρῆσθαι περί τινος, Isocr. 4, 30; σημεῖον, ὅτι, ein Zeichen, Beweis daß, Andoc. 2, 4; σημεῖον δ' αὐτοῦ ἡ ἐν Τροίᾳ μονή, Plat. Crat. 395 a; ἱκανὸν δὲ σημεῖον, ὡς μαντικὴν ἀφροσύνῃ θεὸς ἀνθρωπίνῃ δέδωκεν· οὐδεὶς γὰρ –, Tim. 71 e; häufig bei den Rednern, σημεῖον δὲ τούτων· = γάρ, Isocr. 4, 107; σημεῖον τοῦ τάχους· οἱ μὲν γάρ, zum Beweise dient, daß, 4, 87; Folgde, wie Pol. 4, 44, 3. 9, 33, 4; vgl. Wolf Dem. Lpt. 225 u. τεκμήριον. – Bei den Mathematikern der Punkt, u. so auch Pol. 6, 28, 2; S. Emp. oft.
Greek (Liddell-Scott)
σημεῖον: τό, Ἰων. σημάτιον, Δωρ. σαμᾷον (ὃ ἴδε) = σῆμα ἐν πάσῃ ἐννοίᾳ, καὶ συνηθέστερον αὐτοῦ ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ, ἀλλ’ οὐδαμοῦ παρ’ Ὁμήρῳ ἢ Ἡσιόδῳ· σημεῖον, «σημάδι» διὰ τοῦ ὁποίου γνωρίζεταί τι, Ἡρόδ. 2. 38· σημεῖα τῶν δεδικασμένων ..., σημεῖα πάντων ὧν ἔπραξαν Πλάτ. Πολ. 614C· καὶ τοῦ μέλλοντος, τυραννίδος σ. Αἰσχύλ. Ἀγ. 1355· σ. λαβεῖν ἔκ τινος Εὐρ. Ἱππ. 514· ἴχνη, «σημάδια», σημεῖα δ’ οὔτε θηρὸς οὔτε καταβάσεως Ξεν. Ἀνάβ. 6. 2, 2· ἐπὶ τοῦ ἐπιπλέοντος φελλοῦ, Παυσ. 8. 12, 1. 2) σημεῖον ἐκ μέρους τῶν θεῶν, οἰωνός, Σοφ. Ο. Κ. 94· σ. ἀπὸ θεῶν Ἀντιφῶν 139. 2· πρβλ. Πλάτ. Φαῖδρ. 244C, Ἀπολογ. 40Β, Ξεν. Κύρ. 1. 6, 1· - μάλιστα ἐπὶ τῶν ἀστερισμῶν, οἵτινες ἐθεωροῦντο ὡς σημεῖα, δύεται τὰ σημεῖα Εὐρ. Ρῆσ. 529, πρβλ. Ἴωνα 1157.
30 σημεῖον ὅπως πράξῃ τίς τι, γενόμενον διὰ σημαιῶν, ἀνέδειξε σημήιον τοῖς ἄλλοις ἀνάγεσθαι, ἔκαμεν, ὕψωσε σημεῖον πρὸς τοὺς λοιποὺς διὰ νὰ ἐκπλεύσωσιν, Ἡρόδ. 7. 128· αἴρειν, κατασπᾶν τὸ σ., ὑψώνω ἢ καταβιβάζω τὸ σημεῖον τῆς μάχης, Θουκ. 1. 49, 63, κτλ.· καθαιρεῖν τὸ σ., καταβιβάζειν τὴν σημαίαν, - ὅπερ ἦν σημεῖον τῆς διαλύσεως τῆς ἐκκλησίας, Ἀνδοκ. 6. 4· ὕστερος ἐλθεῖν τοῦ σημείου Ἀριστοφ. Σφ. 690· καθόλου, σημεῖον συμπεφωνημένον, σ. ὑποδηλοῦν τινι ὅτι ... Ἀριστοφ. Θεσμ. 1111· τὰ σημεῖα αὐτοῖς ἤρθη, τὰ προηγούμενα συμφωνηθέντα, Θουκ. 4. 42· τὸ σ. τοῦ πυρός, ὡς εἴρητο, ἀνέσχον αὐτόθι 111. 4) σημαία ἐπὶ τοῦ πλοίου τοῦ ναυάρχου, Ἡρόδ. 8. 92· ἐπὶ τῆς σκηνῆς τοῦ στρατηγοῦ, Ξεν. Κύρ. 8. 5, 13· - ἀκολούθως καθόλου, σημαία, Εὐρ. Ι. Α. 255· ἔξω τῶν σημείων, ἔξω τῆς γραμμῆς, τῆς παρατάξεως, Ξεν. Κύρ. 8. 3, 19· ἐντεῦθεν, ὅριον, σύνορον, ἔξω τῶν σ. τοῦ ὑμετέρου ἐμπορίου, ἔξω τῶν ὁρίων τοῦ ἐμπορίου σας, Δημ. 932. 15· ἐπὶ τῶν λίθων τῶν δηλούντων τὰ μίλια, Πλουτ. Γ. Γράκχ. 7. 5) εἰκὼν ἢ χάραγμα ἐπὶ ἀσπίδος, Ἡρόδ. 1. 171, Εὐρ. Φοίν. 143. 1114· ἐπὶ πλοίων, ὡς αἱ κατὰ τὴν πρῷραν κεφαλαὶ ἢ παραστάσεις καὶ τὰ τοιαῦτα, Ἀριστοφ. Ἱππ. 952, Σφ. 585, Πλάτ. Θεαίτ. 191D, κ. ἀλλ., Ξεν. Ἑλλ. 5. 1, 30, πρβλ. Δημ. 1039. 11· - εἰκών, παράστασις, σ. Διὸα κτησίου Ἀντικλ. παρ’ Ἀθην. 473Β· εἰργασμένα ἐπὶ ταπήτων, Ἡσύχ. ἐν λ. ἱππαλεκτρυών· - δεῖγμα τοῦ ἀξιώματος, «παράσημον», τρίαιναν σ. θεοῦ Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 218· - ἐν τῷ πληθ., γραπτὰ σημεῖα, γράμματα, γράψαι σημήια .. φωνῆς Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 580. 11. 6) σύνθημα τῶν φρουρῶν ἢ τῶν μαχομένων, Πολύβ. 5. 69, 8· ἀπὸ σημείου ποιεῖν τι Θουκ. 2. 90, 4, πρβλ. Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 28. ΙΙ. σημεῖον, ἔνδειξις, φανέρωσις ὅτι πρᾶγμά τι εἶναι ἢ θὰ εἶναι, Σοφ. Ο. Τ. 1059, Εὐρ. Φοίν. 1332· σ. φαίνεις ἐσθλὸς ... γεγὼς Σοφ. Ἠλ. 24, πρβλ. Ο. Τ. 710· τέχνης σ. τῆς ἐμῆς ὁ αὐτ. ἐν Ἀντ. 998· - ἐν τῇ λογικῇ, σημεῖον ἢ ἀπόδειξις, Ἀριστοφ. Νεφ. 369, Θουκ. 1. 6, 10, κτλ., Ἀνδοκ. 22. 42, κτλ.· σ. ἐπιδεικνύναι ὅτι .. Αἰσχίν. 41. 35., 60. 8· ὅτι ἀγαθὸς ἦν, τοῦτο μέγιστον σ. ὁ αὐτ. ἐν Μίν. 321Β· τὸ μὴ ἐκδοθῆναι οὐδὲν σ. ἐστι, δὲν εἶναι ἀπόδειξις τοῦ ἐναντίου, Ἀντιφῶν 117. 2· ὡσαύτως, παράδειγμα, Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 17· - σημεῖον δέ· ἢ σημεῖον γάρ· προξαγγέλλει ἐπιχείρημα λογικὸν (πρβλ. τεκμήριον ΙΙ. 2), Δημ. 563. 6, Ἰσοκρ. 58C, 63Α, κτλ. 2) ἐν τῇ Λογικῇ τοῦ Ἀριστ. τὸ σημεῖον εἶναι πιθανὸν ἐπιχείρημα, εἰς ἀπόδειξιν τοῦ συμπεράσματος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ τεκμήριον (ἀπόδειξις βεβαία, ἐπιχείρημα ἀποδεικτικόν), ἴδε Ἀναλυτ. Πρότ. 2. 27, 2, Σοφιστ. Ἔλεγχ. 5. 9, Ρητορ. 1. 2, 16. 3) παρὰ τοῖς ἰατρ, συγγραφεῦσι, σύμπτωμα, Ἀρετ., κλπ. ΙΙΙ. = στιγμή, τὸ μαθηματικὸν σημεῖον, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 10, 3, Τοπ. 6. 4, 5, Φυσ. 8. 8, 6, Εὐκλ. Ὅρ.· ὡσαύτως, σ. χρόνου, punctum temporis, ὁ αὐτ. π. Οὐρ. 1. 12, 19, Φυσ. 8. 8, 20 κἑξ. 2) ἐν τῇ προσῳδίᾳ καὶ τῇ μουσικῇ, χρόνος, ἡ μονὰς τοῦ χρόνου, Λατ. mora, Ἀριστόξ. σ. 39· πρβλ. Ἑρμανν. Πονημάτ. 2. 108. - Καθ’ Ἡσύχ.: «σημεῖον· τέρας. ἢ σφραγίς». - Κατ’ Ἀμμών. π. διαφ. λέξ. σ. 127 «ἐν τῇ τέχνῃ τὰ μὲν παρῳχημένα σημείοις πιστοῦνται, τὰ δὲ μέλλοντα τεκμηρίοις».
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
I. signe :
1 marque distinctive, ce à quoi on reconnaît qqn ou qch ; trace : σημεῖον θηρός, κυνῶν SOPH trace laissée par un animal sauvage, par des chiens ; indice ; particul. signe précurseur, prélude;
2 preuve : σημεῖα φαίνειν τινός SOPH produire des preuves de qch ; avec un part. : σημεῖον φαίνεις ἐσθλὸς γεγώς SOPH tu donnes la preuve que tu es bon (fidèle) ; σημεῖον ἐπιδεικνύναι ὅτι ESCHN mettre sous les yeux la preuve que ; σημεῖον δέ μοι ὅτι PLAT la preuve pour moi, c’est que ; σημεῖον δὲ… γάρ la preuve c’est que;
3 signe d’en haut, prodige, présage;
4 signe gravé ou écrit, p. ext. signe de reconnaissance ; empreinte d’un cachet, sceau ; ciselure ou sorte d’armoiries sur un bouclier ; diadème ; inscription ou peinture sur un navire ; signe d’abréviation;
5 borne (d’un champ, d’une frontière, etc.);
6 drapeau sur la tente du général ; pavillon sur un vaisseau amiral ; en gén. enseigne militaire : ἔξω τῶν σημείων παρέπεσθαι XÉN suivre à côté, en dehors des lignes (litt. des enseignes);
II. signal pour faire qch : τὸ σημεῖον αἴρειν THC lever le signal ; σημεῖον κατασπᾶν THC abaisser le signal ; ἀπὸ σημείου ou ἀπὸ σημείων à un signal donné, d’après des signaux ; avec un inf. : σημεῖον μηκέτι ἄνω πορεύεσθαι XÉN signal pour ne pas continuer à s’avancer en haut.
Étymologie: σῆμα.
Spanish
English (Strong)
neuter of a presumed derivative of the base of σημαίνω; an indication, especially ceremonially or supernaturally: miracle, sign, token, wonder.
English (Thayer)
σημείου, τό (σημαίνω (or σῆμα)), from Aeschylus and Herodotus down, Hebrew אות, a sign, Mark , token;
1. universally, that by which a person or a thing is distinguished from others and known: σημεῖον περιτομῆς (explanatory genitive (cf. Buttmann, § 123,4)), equivalent to σημεῖον, ὁ ἐστι περιτομή, circumcision which should be a sign of the covenant formed with God, τά σημεῖα τοῦ ἀποστόλου, the tokens by which one is proved to be an apostle, τό σημεῖον τῆς σής παρουσίας, genitive of the object, τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, the sign which indicates that the Messiah will shortly, or forthwith, come from heaven in visible manifestation, τά σημεῖα τῶν καιρῶν, i. e. the indications of future events which οἱ καιροί furnish, what οἱ καιροί portend, T brackets WH reject the passage); a sign by which one is warned, an admonition, σημεῖον ἀντιλεγόμενον is said of Jesus Christ, Ἰωνᾶς ἐγένετο σημεῖον τοῖς Νινευίταις (τό σημεῖον Ἰωνᾶ, τό σημεῖον like to that ὅς ἦν Ἰωνᾶς, i. e. to the sign which was given by the mission and preaching of Jonah , to prompt men to seek salvation (Winer's Grammar, 189 (177)); in the same sense, ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου says that he will be a σημεῖον, to the men of his generation, τό σημεῖον Ἰωνᾶ is the miraculous experience which befell Jonah himself, cf. Matthew , the passage cited)).
2. a sign, prodigy, portent, i. e. an unusual occurrence, transcending the common course of nature;
a. of signs portending remarkable events soon to happen: διδόναι σημεῖα, by which men are deceived, is ascribed also to false teachers, false prophets, and to demons: σημεῖα καί τέρατα (וּמֹפְתִים אֹתות) or (yet less frequent) τέρατα καί σημεῖα (terms which differ not in substantial meaning but only in origin; cf. Fritzsche, Romans , vol. iii., p. 270f; (Trench, § xci.)) are found conjoined: Polybius 3,112, 8; Philo, vit. Moys. 1:16; Josephus, Antiquities 20,8, 6; b. j. prooem. 11; Plutarch, Alex. 75; Aelian v. h. 12,57); with καί δυνάμεσιν added, σημεῖα καί δυνάμεις, δυνάμεις καί τέρατα καί σημεῖα, διδόναι σημεῖα (see δίδωμι, B. II:1a.): Tdf. ποιεῖν, σημεῖον, see ποιέω, I:1c.); σημεῖα are said γίνεσθαι διά τίνος in ποιεῖν σημεῖον, see above); τό σημεῖον τῆς ἰάσεως, the miracle, which was the healing, Acts 4:22.
Greek Monolingual
τὸ, ΜΑ
βλ. σημείο.
Greek Monotonic
σημεῖον: τό, Ιων. σημήϊον, Δωρ. σᾶμήϊον και σᾶμᾷον (σῆμα),
I. 1. σύμβολο, σημάδι, χαρακτηριστικό γνώρισμα, σε Ηρόδ., Αττ.
2. σημάδι που προέρχεται από τους θεούς, οιωνός, σε Σοφ., Πλάτ.· λέγεται ιδίως για τους αστερισμούς, σε Ευρ.
3. σημάδι για να κάνει κάποιος κάτι ή σινιάλο, που δημιουργείται από τον κυματισμό σημαιών, σε Ηρόδ.· αἴρειν, κατασπᾶν τὸ σημεῖον, υψώνω ή υποστέλλω το λάβαρο που λειτουργεί ως σύνθημα για τη μάχη, σε Θουκ·. τὰ σημεῖα ἤρθη, δόθηκαν τα σινιάλα που είχαν συμφωνηθεί, στον ίδ.
4. έμβλημα ή σημαία που κυματίζει στο πλοίο του ναυάρχου, σε Ηρόδ. ή στη σκηνή του στρατηγού, σε Ξεν.· κατόπιν, γενικά, έμβλημα, σημαία, σε Ευρ.· απ' όπου, σύνορο, όριο, σε Δημ.
5. εικόνα ή σήμα χαραγμένο πάνω στην ασπίδα, σε Ηρόδ., Ευρ.· στα πλοία, διακοσμητικές φιγούρες, όπως κεφαλές μυθολογικών προσώπων, σε Αριστοφ.
6. σινιάλο, συνθηματική λέξη, σύνθημα, σε Θουκ.
II. στην επιχειρηματολογία, ένδειξη ή απόδειξη, τεκμήριο, σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.· σημεῖον δέ· ή σημεῖον γάρ· (για να παρουσιάσει επιχείρημα), αυτή είναι η απόδειξη γι' αυτό, σε Δημ. κ.λπ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
σημεῖον -ου, τό, Ion. σημηίον, Dor. σᾱμεῖον [σῆμα] teken teken (van iets), kenmerk:; καθαρὴ τῶν προκειμένων σημηίων vrij van de beschreven kenmerken Hdt. 2.38.2; δεῖ δ ’ ἐξ ἐκείνου... σημεῖον... λαβεῖν we moeten van hem iets kenmerkends te pakken krijgen Eur. Hipp. 514; milit..; σημεῖ ( α )... ἀσπίδων schildtekens Eur. Phoen. 142; τὸ βασίλειον σημεῖον de koninklijke standaard Xen. An. 1.10.12; van een zegel; δακτυλίων σημεῖα zegels van ringen Plat. Tht. 191d; geneesk. symptoom; Hp.; mijlsteen; Plut. TG et CG 28(7).3; afkortingsteken; Plut. CMi 23.3; voorteken, wonderteken. τὰ ἀπὸ σημείων καὶ λογίων wat op te maken is uit voortekens en orakelspreuken Aristot. Rh. 1383b6; τέρατα καὶ σημεῖα wonderen en wondertekens NT Act. Ap. 2.43. teken (tot iets), milit. sein, signaal:. τὸ σημεῖον τοῦ πυρός het vuursignaal Thuc. 4.111.2; ἀπὸ σημείου op signaal Thuc. 3.91.4; ὕστερος ἐλθεῖν τοῦ σημείου na het beginsignaal komen Aristoph. Ve. 690; ἐπειδὴ τὰ σημεῖα ἤρθη toen de signaalvlaggen waren gehesen Thuc. 1.49.1. aanwijzing, bewijs:. σημεῖον δέ μοι, ὅτι voor mij is het bewijs het feit dat … Plat. Resp. 368b; σημεῖον δὲ μέγιστον en de voornaamste aanwijzing is … Aristot. Poët. 1453a26.