πρύτανις

From LSJ
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρῠ́τᾰνῐς Medium diacritics: πρύτανις Low diacritics: πρύτανις Capitals: ΠΡΥΤΑΝΙΣ
Transliteration A: prýtanis Transliteration B: prytanis Transliteration C: prytanis Beta Code: pru/tanis

English (LSJ)

also πρότανις (q.v.), gen. -εως,
A ruler, lord, πρύτανις κύριε.. ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ Pi.P.2.58, cf. B.18.43; στεροπᾶν κεραυνῶν τε πρύτανις, of Zeus, Pi.P.6.24; ἵππων, of Poseidon, Stesich.49; ἀγορῆς πρύτανις, of Apollo, Simon.164; μακάρων πρύτανις, of Zeus, A.Pr.170 (anap.); Κρόνιε πρύτανι Φρύγιε E.Tr. 1288 (lyr.); πρύτανις συμποσίων, i.e. Dionysus, Ion Lyr.1.14; οἶνον.. ἀνθρώπων πρύτανις Id.9.3; δυσαμεριᾶν πρύτανις, of the Sphinx, A.Fr.236; Ἡρόδοτον.. ἱστορίης πρύτανιν App.Anth.2.21; πλούτου καὶ σοφίης πρύτανις, of Periander, Epigr. ap. D.L.1.97; πρύτανις ὕμνων (sc.ᾠδή) Lyr.Adesp.80; μούσης ὑψινόου πρύτανις Epigr.Gr.440.10 (Batanaea); τέχνας ὁ πρύτανις πέλεκυς AP6.205 (Leon.); πρυτάνεις κόσμου, of the stars, LXX Wi.13.2; ὅρκος.. ἀληθείας γενόμενος ἡμῖν πρύτανις Hierocl. in CA2p.422M.
II at Athens, member of the tribe presiding in βουλή or ἐκκλησία, τοὺς πρυτάνεις τοὺς τότε πρυτανεύσαντας And.1.46, etc.; in other states, οἱ πρυτάνεις οἱ πρυτανεύοντες τὸν μῆνα SIG1015.19 (Halic.), cf. IG12(3).169 (Astypalaea); at Calynda in Caria, PCair.Zen.341 (a).23 (iii B.C.).
2 πρυτάνεις τῶν ναυκράρων, officials of the ναύκραροι (q.v.).
3 prytanis, in other Greek states title of a chief magistrate, IG12(1).53,al. (Rhodes); in Lycia, Ephipp.5.19 (anap.); at Miletus, Arist.Pol.1305a18; as title of a chief priest, ib.1322b29: rarely of a woman, IGRom.4.1325 (Phocaea), CIG 3953d (Trapezopolis).
b pl., πρυτάνεις = title of a board of magistrates, SIG 581.91 (Hierapytna. ii B.C.), 976.3 (Samos, ii B.C.), etc.
c president of a council, POxy.77.2 (iii A.D.), etc.

German (Pape)

[Seite 802] ὁ, der Prytan, eigtl. Fürst, Herrscher, (verwandt mit πρῶτος); στεροπᾶν κεραυνῶν τε πρύτανις ist Zeus, Pind. P. 6, 24, u. πρύτανι κύριε πολλῶν ἀγυιᾶν, P. 2, 58, der König Hiero; μακάρων πρύτανις, Aesch. Prom. 169, Zeus; Κρόνιε πρύτανι, Eur. Troad. 1288; πρύτανιν καὶ ἐπιστάτην ἑλέσθαι, Plat. Prot. 338 a. – In mehrern griechischen Freistaaten die höchste obrigkeitliche Person; in Athen im Rate der Fünfhundert der zehnte Teil desselben, funfzig Senatoren aus einer φυλή, die nach dem Loose abwechselnd (vgl. πρυτανεία) den Vorsitz und Vortrag im Rate und in der Volksversammlung führten, die sämmtlichen Geschäfte des Rates leiteten und täglich im πρυτανεῖον zusammen speis'ten; πλὴν βουλῆς καὶ πρυτάνεων, Plat. Legg. VI, 766 b, u. öfter, vgl. Herm. gr. Staatsalterth. §. 127 u. s. ναύκραρος. – Bei sp. D. übh. Hauptperson, Meister, wie Herodot Ἰάδος ἀρχαίης ἱστορίης πρύτανις heißt, Ep. ad. 533 (App. 212); Leon. Tar. 4 (VI, 205) nennt auch das Beil τέχνας ὁ πρύτανις πέλεκυς.

French (Bailly abrégé)

εως (ὁ) :
1 chef, maître;
2 prytane, magistrat suprême dans les Cités grecques, particul. à Athènes un des 50 délégués choisis annuellement par chacune des dix tribus pour former le conseil des 500 οu Sénat. Les prytanes de chaque tribu, à tour de rôle, présidaient le Sénat et dirigeaient les affaires pendant 35 ou 36 jours (v. πρυτανεία) ; la tribu dont les délégués étaient en exercice était dite ἡ πρυτανεύουσα φυλή.
Étymologie: v. πρυτανεύω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πρύτανις en πρυτανεύς -εως, ὁ prytaan (hoogste magistraat); overdr. heerser:. μακάρων heerser der gelukzaligen (Zeus) Aeschl. PV 169.

Russian (Dvoretsky)

πρύτᾰνις: εως (ῠ) ὁ
1 правитель, властелин, повелитель (π. στεροπᾶν κεραυνῶν, т. е. Ζεύς Pind.; π. Φρυγίων Eur.; ἱστορίης π., т. е. Ἡρόδοτος Anth.): τέχνας ὁ π. πέλεκυς Anth. топор - царь ремесла;
2 (в Афинах) притан(ей) (член коллегии из 50 πρυτάνεις, по 5 от каждой филы, которые в течение 1 / 10 года председательствовали в βουλή и ἐκκλησία; из них по жребию избирался главный председатель, ἐπιστάτης, в помощь которому избирались 9 πρόεδροι и 1 γραμματεύς) Plat.;
3 (в Милете и др. городах) притан(ей) (глава государства) Arst.

Greek (Liddell-Scott)

πρύτᾰνις: [ῠ], γεν. εως (ὡσαύτως ἀρχιπρυτανίδος Συλλ. Ἐπιγρ. 2876-8), ὁ· πληθ. πρυτάνεις, ἡγεμών, κυβερνήτης, διοικητής, κύριος, ἄρχων, ἀρχηγός, ἐπὶ τοῦ Ἱέρωνος, Πινδ. Π. 2. 106· πρ. στεροπᾶν κεραυνῶν τε, ἐπὶ τοῦ Διός, ὁ αὐτ. 6. 24· οὕτω, πρ. ἵππων, ἐπὶ τοῦ Ποσειδῶνος, Στησίχ. 45· ἀγορῆς πρ., ἐπὶ τοῦ Ἀπόλλωνος, Σιμωνίδης ἐν Ἀνθ. Π. 6. 212· μακάρων πρ., ἐπὶ τοῦ Διός, Αἰσχύλ. Πρ. 169· Κρόνιε Φρυγίων πρύτανι, Εὐρ. Τρῳ. 1588· πρ. συμποσίων, ὃ ἐ. ὁ Διόνυσος, Ἴων 1. 14, πρ. 9· 3· οἶνον... ἀνθρώπων πρ. ὁ αὐτ. 9· δυσαμεριᾶν πρ., ἐπὶ τῆς Σφιγγός, Αἰσχύλ. ἐν Ἀρ. Βατρ.· Ἡρόδοτον... ἱστορίης πρύτανιν Ἀνθ. Π. παράρτ. 212. πλούτου καὶ σοφίης πρ., ἐπὶ τοῦ Περιάνδρου, Ἐπιγρ. παρὰ Διογ. Λ. 1. 97· πρ. ὕμνων (δηλ. ἡ ᾠδὴ) παρ’ Ἀην. 633Α· μούσης ὑψινόου πρ. Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 440. 10· τέχνας ὁ πρ. πέλεκυς Ἀνθ. Π. 6. 205. ΙΙ. ἐν Ἀθήναις, πρύτανιςπρόεδρος, ἀξίωμα πολιτικόν, πρυτάνεις τοὺς τότε πρυτανεύσαντας Ἀνδοκ. 7. 15, κτλ.· ἀπετέλουν δὲ μέρος ἐπιτροπείας ἢ σωματείου ἐκ 50, ὄντες βουλευταὶ διὰ κλήρου ἐκλεγόμενοι ἐξ ἑκάστης τῶν δέκα φυλῶν, ὥστε ἕκαστον τοιοῦτον σωματεῖον ἀπετέλει τὸ 1/10 μέρος τῆς βουλῆς τῶν 500· οἱ πρυτάνεις οὗτοι τῇ βοηθείᾳ γραμματέως ἐκυβέρνων τὰς ὑποθέσεις τῆς τε βουλῆς καὶ τῆς ἐκκλησίας (ἴδε ἐν λέξ.). - Ἡ φυλὴ ἡ πρώτη λαμβάνουσα τὴν ἀρχὴν ταύτην κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ ἔτους ὡρίζετο διὰ κλήρου· καὶ ὁ χρόνος τῆς πρυτανείας διήρκει περὶ τὰς πέντε ἑβδομάδας. Κατὰ τὸ χρονικὸν τοῦτο διάστημα ἅπασαι αἱ συνθῆκαι καὶ ἄλλαι δημόσιαι πράξεις ἔφερον τὸ ὄνομα αὐτῶν κατὰ τόνδε τὸν τύπον: Ἀκαμαντὶς [φυλὴ] ἐπρυτάνευε, Φαίνιππος ἐγραμμάτευε, Νικιάδης ἐπεστάτει (Θουκ. 4. 118, πρβλ. 6. 14, Πλάτ. Ἀπολ. 32Β, Ξεν. Ἑλλ. 1. 7, 14, Συλλ. Ἐπιγρ. 76, κ. ἀλλ.). - Οἱ πρυτάνεις κατεῖχον τὴν πρώτην θέσιν καὶ εἶχον πρῶτοι τὸ δικαίωμα τοῦ ὁμιλεῖν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, διηύθυνον τὰ ἔργα αὐτῆς καὶ ἐσιτοῦντο δημοσίᾳ δαπάνῃ ἐν τῷ πρυτανείῳ, ἴδε Hermann. Pol. Ant. § 127. - Περὶ τῶν πρυτάνεων τῶν ναυκράρων ἴδε ἐν λέξ. ναύκραρος. 2) ἐκαλεῖτο οὕτω καὶ ὁ πρόεδρος ἄλλων Ἑλληνικῶν πόλεων, οἷον ἐν Ῥόδῳ, Συλλ. Ἐπιγρ. 2530, πρβλ. 2189· ἐν Λυκίᾳ, Ἄρχιππος ἐν «Γηρυόνῃ» 1. 19.· ἐν Μιλήτῳ, Ἀριστ. Πολιτ. 5. 5, 8· λέγεται καὶ ὡς ἐπώνυμον ἀρχιερέως, αὐτόθι 6. 8. 20· - σπανίως ἐπὶ γυναικός, Συλλ. Ἐπιγρ. 3415, 3953b. (Ἀναμφιβόλως ἐκ τῆς προθέσεως πρό, ὄθεν κυρίως ὁ πρῶτος ἢ ὁ πρωτεύων, πρβλ. τὸν Αἰολ. τύπον πρύτανις). - Περὶ τῶν πρυτάνεων καθόλου ἴδε Ἀριστ. Ἀθην. Πολ. (Blass) σ. 64, 4 κἑξ. κ. ἀλλ. - Ἴδε Κόντου Σχόλια ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Β’, σ. 480 κἑξ.

English (Slater)

πρῠτᾰνις lord πρύτανι κύριε Hiero (P. 2.58) Κρονίδαν, βαρυόπαν στεροπᾶν κεραυνῶν τε πρύτανιν (P. 6.24) Κρον[ ] πρυτα[ν (Pae. 6.69) ]ιόν τε σκόπελον γείτονα πρύτανιν Δ. 3. 10.

Greek Monolingual

ο / πρύτανις, -άνεως, ΝΑ, και αιολ. τ. πρότανις Α
(στην αρχ. Αθήνα) καθένας από τους 50 βουλευτές της φυλής η οποία προήδρευε στη βουλή για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, που ισοδυναμούσε με το 1/10 του έτους
νεοελλ.
1. αιρετός και με ορισμένη θητεία προϊστάμενος ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος
2. ο αρχαιότερος ξένος διπλωμάτης σε μια χώρα
αρχ.
1. (για θεούς και ανθρώπους) άρχων, κυβερνήτης («Κρόνιε πρύτανι Φρύγιε», Ευρ.)
2. (για πρόσ.) αυτός που υπερέχει σε κάτι («πλούτου και σοφίης πρύτανις» — ο Περίανδρος, Διογ. Λαέρ.)
3. τίτλος αρχιδικαστή σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, όπως στη Ρόδο, στη Λυκία και στη Μίλητο
4. τίτλος αρχιερέα στη Μίλητο
5. ονομασία συλλόγου αρχόντων
6. πρόεδρος συμβουλίου
7. φρ. α) «πρυτάνεις τῶν ναυκράρων» — αξιωματούχοι ναύκραροι. β) «πρύτανις συμποσίων»
μτφ. ο Διόνυσος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Κατά την επικρατέστερη άποψη, η λ. πρύτανις, όπως και άλλοι πολιτικοί όροι της Ελληνικής (πρβλ. ἄναξ, βασιλεύς, τύραννος) είναι δάνεια πιθ. από κάποια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα της περιοχής της Μικράς Ασίας (πρβλ. το λυδικό ανθρωπωνύμιο brundś < πατρωνυμικό brdunlis) η της ανατολικής Μεσογείου (πρβλ. ετρουσκικό purθ, purθne, eprθni, puruθn, τίτλος υπαλλήλου). Την άποψη ότι πρόκειται για δάνεια λ. ενισχύει και η ποικιλία μορφών, που παρουσιάζει η λ. πρύτανις και τα παράγωγά της: πρβλ. αιολ. πρότανις, αττ. προτανεύω (τα οποία, όμως, μπορεί να προήλθαν από επίδραση της πρόθεσης πρό), κρητ. βρυτανεῖον, φωκ. βρυτανεύω. Τέλος, η παλαιότερη άποψη κατά την οποία η λ. πρύτανις προέρχεται από την πρόθεση πρό (για την τροπή του -ο- σε -υ-, πρβλ. διαπρύσιος: διαπρό, πρυμνός: πρό) δεν θεωρείται πιθανή].


Greek Monotonic

πρύτᾰνις: [ῠ], γεν. -εως, ὁ· πληθ. πρυτάνεις· (πιθ. από πρόθ. πρό
I. κυβερνήτης, διοικητής, άρχοντας, αρχηγός, λέγεται για τον Ιέρωνα, σε Πίνδ.· λέγεται για τον Δία, στον ίδ., Αισχύλ.
II. στην Αθήνα, πρύτανης ή πρόεδρος, πολιτικό αξίωμα· οι πρύτανεις ήταν η επιτροπή 50 βουλευτών, εκλεγμένη με κλήρο από καθεμία από τις 10 φυλές (φυλαί), ώστε η καθεμία από αυτές αποτελούσε το 1/10 της βουλής (βουλή) των 500· απ' αυτούς τους 50 πρυτάνεις, ένας ήταν εκλεγμενος με κλήρο, ως ο αρχηγός-πρόεδρος (ἐπιστάτης)· αυτός επέλεγε 9 προέδρους (πρόεδροι)· και η πραγματική εξουσία ήταν στα χέρια αυτού του μικρότερου σώματος, με ένα γραμματέα (γραμματεύς) επιπλέον· η φυλή που αναλάμβανε την εξουσία κάθε χρόνο αποφασιζόταν με κλήρο και ο χρόνος της διακυβέρνησής της (πρυτανεία) ήταν περίπου πέντε εβδομάδες· κατά το διάστημα αυτό, όλες οι συνθήκες και οι δημόσιες πράξεις έφεραν το όνομά τους ως εξής: Ἀκαμαντὶς (φυλὴ) ἐπρυτάνευε, Φαίνιππος ἐγραμμάτευε, Νικιάδης ἐπεστάτει, η Ακαμαντίς φυλή ήταν στην προεδρία, ο Φαίνιππος γραμματέας, ο Νικιάδης αρχηγός-πρόεδρος, σε Θουκ.

Frisk Etymological English

-εως
Grammatical information: m.
Meaning: des. of a leading official, in Athens member of the governing committee of the council, foreman, chief of affairs, prytan (Dor. IA.); also name of a Lycian (Ε 678).
Other forms: Aeol. πρό-.
Compounds: Some compp., e.g. ναυ-πρύτανις = ναύαρχος (Pi.).
Derivatives: 1. Adj. πρυταν-ικός (IA. inscr.), -ειος (Aristid.) belonging to p.; 2. subst. -εῖον, Ion. -ήϊον n. residence of p., city hall (IA.), in Athens also name of a (judicial) court; τὰ πρυτανεῖα legal costs (Att.); here Πρυταν-ῖτις (Herm. Hist.), -εία (Syros) f. surn. of Ἐστία as protectress of the Prytaneion (cf. Redard 212); 3. Verb πρυταν-εύω `to be P., to lead something (h. Ap. 68) with -εία, Ion. -ηΐη f. (term of) office of a p. (IA., Rhodes etc.), -ευμα = Lat. principatus (epigr. Ia), -εύς m. = πρύτανις (Rhodos; backformation, Bosshardt 77).
Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]
Etymology: Cognate with the Etruscan title of an official purʮne, eprʮni, πρύτανις belongs undoubtedly to the Anatolian-Aegaean element of the Greek constitutional terminology (cf. βασιλεύς, ἄναξ, τύραννος and Schwyzer 62 a. 462). The Aeol. byform πρότανις (Att. inscr. incid. προταν-εύω, -εία) can, like Phoc. a. Cret. βρυτανεύω, -εῖον, represent the uncertain pronunciation of a foreign word (but it may also go back on popular association wih πρό in front). Earlier (s. Curtius 283 w. older lit., WP. 2, 36; also Schwyzer-Debrunner 505) considered as IE, with πρυ- as old byform of προ; here further διαπρύσιος, πρυμνός, πρυλέες. -- For Pre-Gr.-IE origin Heubeck Praegraeca 67f.; cf also Linderski Glotta 40, 157 ff., who tries to connect also Hatt. puri lord.

Middle Liddell

[prob. from πρό]
I. a prince, ruler, lord, chief, of Hiero, Pind.; of Zeus, Pind., Aesch.
II. at Athens, a Prytanis or President: the πρυτάνεις were a committee of 50, chosen by lot from each of the 10 φυλαί, so that each set formed 1/10 part of the βουλή or Council of 500; out of these 50 πρυτάνεις one was chosen by lot as chief-president (ἐπιστάτησ); he chose 9 πρόεδροι; and the real business was in the hands of this smaller body, with a secretary (γραμματεύσ) added.—The φυλή which first entered office every year was determined by lot; and their term of office (πρυτανείἀ was about five weeks. During this time all treaties and public acts ran in their name, in this form: Ἀκαμαντὶς [φυλὴ] ἐπρυτάνευε, Φαίνιππος ἐγραμμάτευε, Νικιάδης ἐπεστάτει the Tribe Acamantis were the Presidency, Phaenippus the Secretary, Niciades the Chief-president, Thuc.

Frisk Etymology German

πρύτανις: -εως
{prútanis}
Forms: (äol. πρό-)
Grammar: m.
Meaning: Bez. eines führenden Beamten, in Athen Mitglied des diensttuenden Ratsausschusses, Obmann, Geschäftsleiter, Prytan (dor. ion. att.), auch N. eines Lykiers (Ε 678).
Composita: Einige Kompp., z.B. ναυπρύτανις = ναύαρχος (Pi.).
Derivative: Davon 1. die Adj. πρυτανικός (ion. att. Inschr.), -ειος (Aristid.) ‘zum P. gehörig’; 2. das substantive -εῖον, ion. -ήϊον n. ‘Amtshaus des P., Stadthaus' (ion. att.), in Athen auch N. eines Gerichtshofes; τὰ πρυτανεῖα Gerichtsgebühren (att.); dazu Πρυτανῖτις (Herm. Hist.), -εία (Syros) f. Bein. der Ἑστία als Beschützerin des Prytaneion (vgl. Redard 212); 3. das Verb πρυτανεύω ‘P. sein, etwas leiten’ (seit h. Ap. 68) mit -εία, ion. -ηΐη f. ‘Amt(szeit) eines P.’ (ion. att., Rhodos usw.), -ευμα = lat. principatus (Epigr. Ia), -εύς m. = πρύτανις (Rhodos; Rückbildung, Bosshardt 77).
Etymology: Mit dem etruskischen Beamtentitel purϑne, eprϑni zusammenhängend, gehört πρύτανις unzweifelhaft zum kleinasiat.-ägäischen Bestandteil der griech. staatsrechtlichen Terminologie (vgl. βασιλεύς, ἄναξ, τύραννος und Schwyzer 62 u. 462). Die äol. Nebenform πρότανις (att. Inschr. vereinzelt προτανεύω, -εία) kann, wie phok. u. kret. βρυτανεύω, -εῖον, die schwankende Aussprache eines Fremdworts widerspiegeln, aber auch auf volkstümliche Anknüpfung an πρό voran zurückgehen. Früher (s. Curtius 283 m. älterer Lit., WP. 2, 36; auch Schwyzer-Debrunner 505) als idg. betrachtet, wobei πρυ- als alte Nebenform von πρό aufgefaßt wurde; hierher dann noch διαπρύσιος, πρυμνός, πρυλέες. Die suffixale Ähnlichkeit mit dem Erbwort κοίρανος ist wohl ebenso zufällig wie der Anklang an προταινί (s.d.). — Für vorgr.-idg. Herkunft Heubeck Praegraeca 67f. mit weiteren Vermutungen und wichtigen Lit.angaben; dazu noch Linderski Glotta 40, 157 ff., der auch hatt. puri Herr einbeziehen will.
Page 2,606-607

Wikipedia EN

The prytaneis (πρυτάνεις; sing.: πρύτανις prytanis) were the executives of the boule of ancient Athens. The term (like basileus or tyrannos) is probably of Pre-Greek etymology (possibly cognate to Etruscan (e)prθni).

When Cleisthenes reorganized the Athenian government in 508/7 BCE, he replaced the old Solonian boule, or council, of 400 with a new boule of 500. The old boule consisted of 100 members of each of the four ancestral tribes. Cleisthenes created ten new tribes and made the boule consist of 50 men from each of these tribes. Each tribe's delegation would be an executive of the boule for one-tenth of the year, so that ten groups of prytaneis served each year, a position granted by sortition. The executive officers were known as prytaneis and their term of office as a prytany (πρυτανία).

The prytaneis served every day during their prytany. They formally called to meeting the full boule and the ecclesia of Athens, though in practice many meetings were mandatory and evidence suggests that persuasive individuals could enjoin the prytaneis to call or not to call a supplementary meeting. The prytaneis received ambassadors from foreign states and generally conducted the day-to-day business of the state. They ate at public expense in the Tholos, a circular edifice constructed for them next to the boule house.

Each day, for one 24-hour period, one member of the 50 prytaneis was selected by lot to serve as the foreman (ἐπιστάτης epistates, "caretaker"). He administered the state seal and the keys to the state treasuries and archives. He was, in effect, the chief executive officer of Athens. No man was allowed to hold this office more than once, and so probably more than half of all adult male Athenians held it, at one time or another.

During meetings of the ecclesia or boule, the current foreman also chaired these meetings. In the Fourth Century, this practice changed and the chairmanship of meetings was taken over by an office specifically created for this task (the πρόεδροι proedroi).

Prytanis as a title is used in other ancient Greek cities including Rhodes, Alexandria and other cities along the west coast of Asia Minor. Offices that use this title usually have responsibility for presiding over councils of some kind. In the city of Miletus, the prytanis had enough power that he was able to become a tyrannos (Aristotle Politics V.5, 1305a17).

Wikipedia DE

Prytan (altgriechisch πρύτανις prýtanis „Vorsteher“, „Erster“; äol. πρότανις; Plural πρυτάνεις prytaneis, „Prytanen“) bezeichnete führende Mitglieder der Regierung einer Stadt (Polis) im antiken Griechenland.

In vielen Städten, etwa in Korinth, gab es einen Prytanen als Einzelamt, der für ein Jahr die oberste Regierungsgewalt ausübte. Er war dort eponymer Magistrat (wie in anderen Städten Archonten oder Damiourgen).

In einigen Städten waren Prytanen Mitglieder eines Kollegiums, das politische Leitungsaufgaben ausübte. Am bekanntesten sind die Prytanen von Athen. In dieser Stadt, die anfangs in 4 Phylen zu je 12 Naukraria geteilt war, gab es seit der Regierung der ersten Archonten einen Rat (Bule), der aus 48 sogenannten Vorstehern einer Schiffshauptmannschaft (πρύτανις ναυκράρων) bestand. Nach den Kleisthenischen Reformen, die Athen in 10 Phylen einteilten, amtierten die 50 Ratsmitglieder einer Phyle jeweils für 35 oder 36 Tage (1/10 eines Jahres) als Prytanen, bevor sie von einer anderen Phyle abgelöst wurden.

Der Amtssitz der Prytanen in Athen war das Leiton (Volkshaus), das später Prytaneion genannt wurde. Hier befand sich der heilige Staatsherd zu Ehren der Göttin Hestia, dessen Feuer die Prytanen stets am Brennen halten mussten. Weitere Aufgaben der Prytanen war der Empfang und die Bewirtung von fremden Boten und von Ehrenbürgern und die Beratung bei Kriegshandlungen.

Weitere Prytanenkollegien, deren Organisation von der in Athen abwich, gab es etwa in Milet, Rhodos und Samos.

Wikipedia ES

En la democracia ateniense, a partir de la revolución isonómica de Clístenes, los pritanos (οἱ πρυτάνεις), seleccionados de entre los quinientos elegidos de la Boulé, ejercieron un papel político central, aunque su poder era limitado. Asumían las misiones de organización y de marco de funcionamiento de las instituciones.

Wikipedia IT

Un pritano era, ad Atene, ciascuno dei cinquanta membri della bulé, appartenenti a ognuna delle dieci tribù che a turno assumevano la presidenza della stessa bulé.

Il nome deriva dal greco antico Πρύτανις, a sua volta forse da πρῶτος = primo. Il termine Πρύτανις aveva inizialmente il significato generico di "signore", "padrone", "capo", "ordinatore", ed era attribuito a sovrani, magistrati, uomini illustri (per es. Gerone, tiranno di Siracusa) o divinità (Zeus Pritano, Posidone Pritano, Apollo Pritano, ecc.).

Dopo la riforma di Clistene, ad Atene la boulé era formata da 500 membri ("buleuti") sorteggiati da liste di cittadini scelti dalle dieci tribù. La direzione della boulé era esercitata a turno da dieci sezioni di cinquanta membri ciascuna, detti pritani, per un periodo corrispondente alla decima parte dell'anno ("pritania") in modo che ogni tribù potesse esercitare a turno la pritania secondo l'ordine determinato dal sorteggio. Non si poteva essere eletti membri del consiglio per più di 2 volte nella vita; ciò significa che ogni cittadino ateniese aveva grandi possibilità di far parte di questo consiglio, prima o poi.

Wikipedia FR

Dans la démocratie athénienne, les Prytanes sont des magistrats issus des Cinq-Cents élus de la Boulè; ils exercent un rôle politique central, mais leur pouvoir est limité. Ils assument les missions d'organisation et d'encadrement du fonctionnement des institutions.

Wikipedia PT

Prítane (em grego: πρύτανις; romaniz.: prýtanis; plural: πρυτάνεις; prytáneis) era a designação dada aos mais altos magistrados de muitas das cidades da Grécia Antiga. O termo é também usado num contexto mais específico para designar o representante das tribos no conselho dos Quinhentos (bulé) ou os membros executivos desse órgãos. O termo, como basileu ou tirano, é provavelmente de origem pré-grega, possivelmente cognato do etrusco "(e)pruni".

O mandato ou período de tempo entre a nomeação e substituição de um grupo de prítanes era designado pritania. Em Atenas, uma pritania tinha a duração de um décimo do ano (36 dias). Os prítanes tinham como sede um edifício chamado pritaneu, que normalmente se situava no centro da cidade, na ágora, ao lado ou anexo ao Buletério (sede do bulé, o governo da cidade). Durante todo o seu mandato, os prítanes permaneciam no pritaneu, 24 horas por dia, sendo as suas despesas de alojamento e alimentação pagas pela cidade.

Wikipedia RU

Притани́я (др.-греч. πρῠτᾰνείᾱ — председательство) — постоянно действующий орган Буле (государственного совета) в Древнеафинском государстве. 500 членов афинского совета избирали по жребию сроком на 1 месяц в качестве пританов 50 булевтов одной из 10 фил для исполнения текущих обязанностей. Притания созывала и вела экклесию, готовила заключения, вела переговоры, подсчитывала суточные, принимала послов. После отчётного доклада пританию принимала на себя следующая фила, так что в течение 10 месяцев афинского календарного года каждая фила исполняла пританию на протяжении одного месяца. Остальные 450 булевтов заседали в булевтерии (совете) по мере надобности.

Mantoulidis Etymological

Ἀντί πρότανις, ἀπό τήν πρόθ. πρό. Δές γιά ἄλλα παράγωγα τῆς πρό στή λέξη πόρρω. Παράγωγα τοῦ πρύτανις: πρυτανεύω, πρυτανεία, πρυτανεῖον, πρυτανικός.

Lexicon Thucydideum

prytanis, prytanis (Athenian magistrate), 4.118.14, 5.47.9. 6.14.1, 8.70.1.