εἷς

From LSJ
Revision as of 01:45, 3 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1b)

κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἷς Medium diacritics: εἷς Low diacritics: εις Capitals: ΕΙΣ
Transliteration A: heîs Transliteration B: heis Transliteration C: eis Beta Code: ei(=s

English (LSJ)

μίᾰ, ἕν (μίη only in late Ion. Prose): gen. ἑνός, μιᾶς, ἑνός:—Ep. ἕεις Hes.Th.145, AP7.341 (Procl.), cj.in Il.5.603:—Dor. ἧς Rhinth. 12, Tab.Heracl.1.136:—Ep., Aeol., and Ion. fem.

   A ἴᾰ Il.13.354, prob. in Hp.Morb.4.37; acc. ἴαν Alc.33.6(prob.), Sapph.69.1 (cf. μηδεΐα), Corinn.Supp.2.56, IG9(2).517.22(Thess.); gen.ἰῆς Il.16.173,24.496; dat. ἰῇ 9.319, 11.174, etc.: neut. dat. (ἰῷ κίον ἤματι) 6.422. (In Com. οὐδὲ (μηδὲ) εἷς, οὐδὲ (μηδὲ) ἕν, occur, mostly at the end of an iambic trimeter, without elision, Cratin.302,Ar.Ra.927, Pl.37,138,al.) (Orig. ἕνς, assim. ἔν (δ) prob. in Leg.Gort.9.50, from *εμς, I.-Eur. sem-(cf. ὁμός); μία from sm-ία; ἴα is not related to μία, but prob. to pronom. stem i-(Lat.is), cf.ἰός.)    1 as a Numeral, εἷς κοίρανος ἔστω Il.2.204, etc.; strengthd., εἷς οἶος, μία οἴη, a single

   A one, one alone, 4.397, Od.7.65; μία μούνη 23.227; εἷς μοῦνος Hdt.1.119, Ar.Pl.1053, etc.; εἷς καὶ μόνος D.H.1.74; εἷς ὤν S.OT247, E.Ph.894, etc.; opp.πολύς, μία τὰς πολλὰς ψυχὰς ὀλέσασα A.Ag.1456, cf.1465, Ch.299, etc.    b emphatically with a Sup., εἷς οἰωνὸς ἄριστος Il.12.243, etc.: freq. in Trag., εἷς ἀνὴρ πλεῖστον..πόνον παρασχών A.Pers.327; πλείστας ἀνὴρ εἷς.. ἔγημε S.Tr.460; κάλλιστ' ἀνὴρ εἷς Id.OT1380; ἕνακριθέντ' ἄριστον Id.Ph.1344; also in Prose, ἐπὶ πλεῖστον δὴ χλιδῆς εἷς ἀνὴρ ἀπίκετο Hdt.6.127, cf. Th.8.68; Μυτιληναίους μάλιστα δὴ μίαν πόλιν Id.3.39; πάντων εἷς ἀνὴρ μεγίστων αἴτιος κακῶν D.18.143: without a Sup., Ἐτεοκλέης ἂν εἷς πολὺς κατὰ πτόλιν ὑμνοῖθ' A.Th.6.    c in oppos., made emphatic by the Art., ὁ εἷς, ἡ μία, Il.20.272, Od.20.110, Pl.Cri.48a; τοῦ ἑνὸς οἱ δύο ἀγαθοὶ βελτίους Arist.Pol.1287b13, cf. Theoc.6.22.    d with a neg., εἷς οὐδείς no single man, Hdt.1.32; ἓν οὐδὲ ἓν ἴαμα Th.2.51; οὐκ ἐν ἄλλῳ ἑνί γε χωρίῳ in no other single country, Id.1.80; οὐχ εἷς, i.e. more than one, A.Th.103, E.Andr.96; εἷς οὐ.., εἷς μή.., emphatic for οὐδείς, μηδείς, Ar.Th.549, X.An.5.6.12; more emphatic, οὐδὲ εἷς, μηδὲ εἷς, v. οὐδείς, μηδείς.    e εἷς ἕκαστος each one, each by himself, Hdt. 1.123, Pl.Prt.332c, etc.; αἴσθησις μία ἑνός (sc. γένους) one of each, Arist.Metaph.1003b19: pl., ἑκάτεροι ἕνες POxy.276.8 (i A.D.).    f with κατά, καθ' ἓν ἕκαστον each singly, piece by piece, Hdt.1.9, etc.; καθ' ἕν one by one, Pl.Sph.217a, etc.; καθ' ἕν, τό, list, PEleph.20.7 (iii B.C.), etc.; καθ' ἕν' ἡμῶν ἕκαστον ἀποστερεῖν to deprive each of us singly, D.21.142, cf. Men.Epit.164,186; εἷς κατὰ εἷς one by one, Ev.Marc.14.19; but καθ' ἓν γίγνεσθαι, εἶναι, to be united, Th.8.46, X. HG5.2.16.    g with other Preps., ἓν ἀνθ' ἑνός above all, Pl.R. 331b, Phlb.63c; but μίαν ἀντὶ μιᾶς alternately, PStrassb.25.13, etc.; ἐπὶ μίαν ἑκάστην ῥάβδον τιθέντες θεσπίζουσι one by one, separately, Hdt. 4.67; ἐπὶ ἑνός Pl.Tht.157a; ἓν ἐφ' ἑνί Id.Sph.229b, Lg.758b: ἓν πρὸς ἕν, with or without συμβάλλειν, in comparisons, Hdt.4.50, Pl.Lg. 647b; πρὸς ἕν' εἷς D.21.131: παρ' ἕνα alternately, Luc.Salt.12; εἰς ἓν συναγαγεῖν E.Or.1640; ἰσχὺς τοσαύτη εἰς ἓν ξυστᾶσα Th.6.85; εἰς ἓν μοίρας συνέκυρσας E.Andr.1172; ἐς μίαν βουλεύειν Il.2.379; in full, ἐς μίαν βουλήν Th.5.111; εἰς μίαν νοεῖν Ael.NA5.9; ἓν ἐξ ἑνὸς ἐπισεσώρευκεν Arr.Epict.1.10.5, cf. Luc.Asin.54; ἀπὸ μιᾶς with one accord, Ev.Luc.14.18; ὑφ' ἕν at once, S.E.M.10.124; also ὑφ' ἓν θέσθαι τὸ ὂν τῷ μὴ ὄντι Plot.6.2.1; cf. ὑφέν.    h in compd. numerals, as an ordinal, τῷ ἑνὶ καὶ τριηκοστῷ [ἔτει] Hdt.5.89, cf.Th.8.109, etc.; so in Att. Inscrr., IG2.660.30, al,: later εἷς alone,=first, LXXGe.1.5; μιᾷ τοῦ μηνός ib.8.13.    i μίαν μίαν, = κατὰ μίαν, S.Fr.201; εἷς εἷς LXX 1 Ch.24.6.    2 one, i.e. the same, τώ μοι μία γείνατο μήτηρ Il. 3.238, etc.; εἷς καὶ ὁ αὐτός one and the same, ἓν καὶ ταὐτὸν ἀριθμῷ Arist.Metaph.1039a28, etc.; ὑπὸ μίαν καὶ τὰν αὐτὰν ἀρχάν Perict. ap. Stob.3.1.121; ταὐτὸν καὶ ἕν Arist.Ph.201b3; so ἓν καὶ ὅμοιον Pl.Phdr. 271a; εἷς καὶ κοινός Plu.2.699f: c. dat., ἐμοὶ μιᾶς ἐγένετ' ἐκ ματρός E. Ph.156; ἐκ μιᾶς οἰνοχόης Ἐπικούρῳ πεπωκότες Plu.2.1089a.    b possessing unity, ἧττον μία ἡ μίμησις ἡ τῶν ἐποποιῶν Arist.Po.1462b3; λίαν ἓν ποιεῖν τὴν πόλιν Id.Pol.1263b7; τὰ κυρίως ἕνα Dam.Pr. 437.    3 one, opp. another, ἓν μὲν..ἓν δὲ.. Arist.EN1139a6, Pol. 1285b38, etc.; ὁ μὲν..εἷς δὲ..εἷς δ' αὖ.. Od.3.421 sq., cf. Pl.R.369d; εἷς μὲν..ἕτερος δὲ.. X.HG1.7.23.    4 indefinitely, εἷς τις some one, S.OT118, Pl.Grg.471e, etc.; ἐξ ἑνός γέ του τρόπου Th.6.34; rarely τις εἷς S.Ant.269, Pl.Prm.145d; εἷς γάρ τις ἦν ἕκαστος οὑξειργασμένος each single one was suspected, S.Ant.262; εἷς ὁστισοῦν Arist.Pol. 1325b28; εἷς ὁ πρῶτος, Germ. der erste beste, Is.8.33, D.1.9, cf. Luc. Herm.61: alone, like our indef. Art., a, an, Κάδμου θυγατέρων μιᾷ E.Ba.917; εἷς κάπηλος, στρατηγός, Ar.Av.1292, Th.4.50; εἷς Ἀθηναίων D.21.87, cf. LXXGe.21.15, Ev.Matt.21.19, etc.; εἷς ἀπό.. LXX Le.6.3(22).    5 οὐχ εἷς many, A.Th.103, Call.Dian.33; οὐχ εἷς οὐδὲ δύο not one or two only, D.29.12; οὐ μίαν οὐδὲ δύο not once nor twice, LXX 4 Ki.6.10; ἓν ἢ καὶ δύο ληφθὲν μαρτύριον Plb.2.38.10; εἷς ἢ δεύτερος Jul.Or.6.190d: prov., εἷς ἀνὴρ οὐδεὶς ἀνήρ one man's no man, D.Chr.48.10.    6 Math., τὸ ἕν unity, opp.πλῆθος, Pythag.Fr.5, etc.: pl., ἕνα units, Arist.Metaph.1056b21; ὁ ἀριθμός ἐστιν ἕνα πλείω Id.Ph. 207b7; τῶν προτέρων ἑνῶν Dam.Pr.460.    7 Philos., ἕν, τό, unity, the One, ἐκ πάντων ἓν καὶ ἐξ ἑνὸς πάντα Heraclit.10, cf.Emp.17.1, etc.: later indecl., ἓν εἶναι τοῦ ἓν παρουσίᾳ Plot.6.6.14, cf.5.5.5.

German (Pape)

[Seite 738] μίᾰ (erst in späterer ion. Prosa u. bei späten Dichtern, wie Qu. Sm. 11, 361, μίη), ἕν, gen. ἑνός, μιᾶς, ἑνός; ep. ἕεις, Hes. Th. 145; Procl. 6 (VII, 341); dor. auch ἧς; nach Gramm., wie Arcad. p. 200, 7, auch der accus. εἷνα; einer, eine, eines, Cardinalzahl, von Hom. an überall; adj., εἱς ἀνήρ; subst., πλὴν εἱς τις Soph. O. R. 118; εἴτε εἷς ὢν λέληθεν 247; bes. εἷς τῶν πολιτῶν u. ä.; – bei Aufzählungen für die Ordinalzahl, wie Dion. Hal. C. V. p. 174 μία μὲν αὕτη συζυγία – αὕτη δὲ δευτέρα, wo erst der zweite Satz dem μία die Nebenbedeutung »die erste« giebt. Zuweilen in Verbindung mit Ordinalzahlen, wie τῷ ἑνὶ καὶ τριηκοστῷ ἔτει Her. 5, 89; bes. Sp., wie Dion. Hal. 3, 46 Diod. Sic. 16, 71. – Verstärkt εἷς οἶος, Od. 9, 207; Ap. Rh. 4, 286; εἷς μόνος, Od. 23, 227; Ar. Pl. 1054; Plat. Prot. 360 e; εἷς καὶ μόνος, Dion. Hal. 1, 74; Luc. Zeux. 2; μίαν γὰρ αὐτὴν ἄσχιστον εἴασε, sie allein, Plat. Tim. 36 d; vgl. Theocr. 6, 22. – Mit dem superlat.; εἷς ἄριστος Il. 12, 243; Soph. Ai. 1319; womit Vbdgn zu vergleichen, wie τοὺς ἀγωνιζομένους εἷς ἀνὴρ δυνάμενος ὠφελεῖν Thuc. 8, 68; Xen. An. 1, 9, 22. Auch πλεῖστοι δὴ αὐτῷ ἑνί γε ἀνδρὶ τῶν ἐφ' ἡμῶν ἐπεθύμησαν χρἠματα προέσθαι, Xen. An. 1, 9, 12, ihm dem einen Manne, im Ggstz gegen ganze Staaten, wo mit Krüger Cyr. 8, 2, 15 Thuc. 1, 80 Arr. An. 1, 12, 6 zu vgl. – Mit dem Artikel wird es verbunden, um es im Ggstz gegen andere hervorzuheben; δύο δ' ἔνδοθι κασσιτέροιο, τὴν δὲ μίαν χρυσέην, die eine von Gold, Il. 22, 272; αἱ μὲν ἄλλαι εὗδον, ἡ δὲ μί' οὕπω παύετο Od. 20, 110; im Ggstz von οἱ πολλοί Plat. Crit. 48 a. – Οὐδὲ εἷς, auch nicht Einer, nachdrücklicher als οὐδείς, w. m. s.; – εἷς τις, irgend Einer, Soph. O. R. 118; καὶ τὸ λέγειν μία τις τῶν πράξεών ἐστι Plat. Crat. 387 b; mit γέ, καὶ μὴν ἕν γέ τι τούτων ἀναγκαῖον Soph. 252 d. Auch εἷς allein geht in das unbestimmte Einer über, Ar. Av. 1292 Plat. Legg. XI, 855 d u. Sp.; εἷς ὁστισοῦν, Einer, wer es auch sei, ein Jeder, Arist. öfter; – εἷς ἕκαστος, ein jeder Einzelne, unus quisque; ἑνὸς ἑκάστου κειμένου χωρίς Plat. Soph. 253 d; ἑνὶ ἑκάστῳ τῶν ἐναντίων ἓν μόνον ἐστὶν ἐναντίον Prot. 332 c; auch εἷς γάρ τις ἦν ἕκαστος Soph. O. R. 262; καθ' ἓν ἕκαστον, jedes für sich, Her. 1, 9; Plat. Tim. 56 c Legg. IX, 853 a; – καθ' ἕν, für sich allein, einzeln, καθ' ἓν ὄνομα ἑκάστῳ προσῆπτον Plat. Soph. 217 a; καθ' ἕνα τῶν οἰκετῶν, einem Jeden, Plut. Cat. min. 68; im N. T. u. LXX. καθ' εἷς u. εἷς καθ' εἷς. Aber καθ' ἓν ὅτι μάλιστα ξύμπαντες, Plat. Legg. V, 739 d, ist »auf einmal Alle zusammen«, vgl. IV, 708 d καθ' ἕνα εἰς ταὐτόν, τὸ λεγόμενον, ξυμφυσῆσαι, von einem Pferdegespann hergenommen; καθ' ἓν γενέσθαι, sich (in Eins) vereinigen, Thuc. 3, 10, vgl. 8, 48; καθ' ἓν οὔσης τῆς ἰσ χύος ἀμφοτέρας Xen. Hell. 3, 4, 27; εἰς ἓν συνάγειν, ἁλίζειν, (in Eins) vereinigen, Eur. Or. 1640; Heracl. 404; συνελθεῖν Phoen. 465; ἰσχὺς τοσαύτη εἰς ἓν ξυστᾶσα Thuc. 6, 85; ἐπειδὴ ἡ πόλις εἰς ἓν ἦλθε, Harpocr. ὡμονόησε, von der Aussöhnung nach der Zeit der 30 Männer, Dem. 20, 11. Aehnlich ἐς μίαν βουλεύειν Il. 2, 379, wo man gewöhnlich βουλήν ergänzt; vgl. Thuc. 5, 111; Constructionen mit andern Präpositionen s. bei diesen. – Εἷς καὶ ὁ αὐτός, Einer u. derselbe, Arist. u. Sp.; εἷς καὶ ὅμοιος, Plat. Phaedr. 271 a; D. Sic. 17, 108; auch εἷς allein = Einer und derselbe; mit dem dat. Plat. Legg. V, 745 c.

Greek (Liddell-Scott)

εἷς: μίᾰ, ἕν, (μίη μόνον παρὰ μεταγεν. Ἴωσι πεζοῖς)· γεν. ἑνός, μιᾶς, ἑνός: - Ἐπ. ἐκτεταμέν. ἕεις Ἡσ. Θ. 145, Ἀνθ. Π. 7. 341: - Δωρ. ἧς, Ρίνθων ἐν Ὀξ. Ἀν. 1. 171, 11, Συλλ. Ἐπιγρ. 5774. 88: - Ἐπ. θηλ. ἴᾰ Ἰλ. Ν. 354, γεν. ἰῆς Ἰλ. Π. 173, Ω. 496· δοτ. ἰῇ Ι. 319., Λ. 174, κτλ.· δοτ. οὐδετέρου (ἰῷ κίον ἤματι) ὡσαύτως ἀπαντᾷ ἐν Ζ. 422. Παρὰ κωμ. οὐδὲ (μηδὲ) εἷς, ουδὲ (μηδὲ) ἓν τὸ πλεῖστον ἐν τέλει ἑξαποδίας ἄνευ ἐκθλίψεως, Κρατῖνος ἐν Ἀδήλ. 23, Ἀριστοφ. Βάτρ. 927, Πλ. 37. 138, κ. ἀλ. (Ὁ ἀρχικὸς τύπος ἦτο πιθανῶς ἕνς (ὡς ἐντὶ ἀντὶ εἰσί, κτλ.), πρβλ. Λατ. unus, Παλαιὸν Λατ. oinos, Γοτθ. ains, Παλαιο-Σκανδιν. cinn, Ἀγγλο-Σαξον. án. Τὸ θηλ. μία ὑποδηλοῖ ῥίζαν, πρβλ. οἶος, μόνος). 1) ὡς ἀριθμητικόν, Ὅμ., κλ.· ἐπιτεταμ., εἷς, οἷος, μία οἵη, εἷς μόνος, μία μόνη, Ὅμηρ.· μία μούνη Ὀδ. Ψ. 227· εἷς μόνος Ἡρόδ. 1. 119, Ἀριστοφ. Πλ. 1053. κτλ.· βραδύτερον, εἷς καὶ μόνος, μόνον εἷς Διον. Ἁλ. 1. 74, 3. 64· εἷς ὣν Σοφ. Ο. Τ. 247. Εὐρ., κλ.: ἀντιτίθεται τῷ πολύς, μία τὰς πολλὰς ψυχὰς ὀλέσασα Αἰσχύλ. Ἀγ. 1456, πρβλ. 1465, Χο. 299, κτλ. β) ἐμφατικῶς μετὰ ὑπερθ., εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης Ἰλ. Μ. 243, κτλ.· ἰδίως ἐν Ἀττ. φράσεσιν, ὡς ἡ Λατ. unus omnium maxime, εἷς ἀνὴρ πλεῖστον... πόνον παρασχὼν Αἰσχύλ. Πέρσ. 327· πλείστας ἀνὴρ εἷς... ἔγημε Σοφ. Τρ. 460· κάλλιστ’ ἀνὴρ εἷς ὁ αὐτ. Ο. Τ. 1380 ἕνα κριθέντ’ ἄριστον ὁ αὐτ. Φ. 1344· οὕτω παρὰ πεζογράφοις ἐπὶ πλεῖστον δὴ χλιδῆς εἷς ἀνὴρ ἀπίκετο Ἡρόδ. 6. 127, πρβλ. Θουκ. 8. 68· Μυτιληναίους μάλιστα δὴ μίαν πόλιν ὁ αὐτ. 3. 40· πάντων εἷς ἀνήρ τῶν μεγίστων αἴτιος κακῶν Δημ. 275. 15: - ὡσαύτως ἄνευ ὑπερθ., Ἑτεοκλέης ἂν εἷς... ὑμνοῖθ’ Αἰσχύλ. Θήβ. 6· ἢ παραλειπομένου τοῦ εἷς, πλεῖστ’ ἀνὴρ ἐπὶ ξένης ἤθλησα Σοφ. Ο. Κ. 563· θανὼν... κάλλιστ’ ἀνὴρ Εὐρ. Ἑκ. 310· ἴδε Ἐλμσλ. ἐν Εὐριπ. Ἡρακλ. 8. γ) ἐν ἀντιθέσεσι γίνεται ἐμφατικὸν διὰ τοῦ ἄρθρου, ὁ εἷς, ἡ μία Ἰλ. Υ. 272, Ὀδ. Υ. 110, Πλάτ. Κρίτων 48Α, Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 16. 9, Θεόκρ. 6. 22. δ) μετ’ ἀρνήσεως, εἷς οὐδείς, nullus unus, Ἡρόδ. 1. 32, Θουκ.· οὐκ ἐν ἄλλῳ ἑνί γε χωρίῳ ὁ αὐτ. 1. 80· οὐχ εἷς, «ὄχι ἕνας», δηλ. πλείονες, Αἰσχύλ. Θήβ. 103, Εὐρ.· εἷς οὐ..., εἷς μὴ..., ἐμφατικῶς ἀντὶ οὐδείς, μηδείς, Ἀριστοφ. Θεσμ. 549, Ξεν. Ἀν. 5. 6, 12· καὶ ἔτι ἐμφατικώτερον, οὐδὲ εἷς, μηδὲ εἷς, ἴδε τὰς λέξ. οὐδείς, μηδείς. ε) εἷς ἕκαστος, ἕκαστος καθ’ ἑαυτόν, ἕκαστος χωριστά, Λατ. unus quisque, Ἡρόδ. 1. 123, Πλάτ. Πρωτ. 332C. κτλ.· αἴσθησις μία ἑνὸς (ἐνν. γένους) Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσικ. 3. 2, 5. ζ) συχνάκις μετὰ τῆς προθ. κατά, καθ’ ἓν ἕκαστον, ἕκαστον χωριστά, ἓν πρὸς ἕν, Ἡρόδ. 1. 9, κτλ.· οὕτω, καθ’ ἕνα, καθ’ ἓν Πλάτ. Σοφ. 217A, κτλ.· καθ’ ἕνα ἕκαστον ἡμῶν ἀποστερεῖν Δημ. 560· ἐν τέλ. μίαν μίαν = κατὰ μίαν, Σοφ. Ἀποσπ. 201· - ἀλλὰ καθ’ ἓν εῑναι, νὰ εἶναί τις ἡνωμένος, Ξεν. Ἑλλ. 5. 2, 16. η) μετ’ ἄλλων προθέσεων, ἀλλά γε ἀνθ’ ἑνός, ὅταν βάλῃ, ὅταν συγκρίνῃ τις τὸ ἓν μετὰ τοῦ ἄλλου, (ὁ Stallb. ἀκολουθῶν τῷ Στοβαίῳ γράφει ἀλλ’ ἕν γε) Πλάτ. Πολ. 331B, Φίλ. 63C: - ἐπὶ μίαν ἑκάστην ῥάβδον τιθέντες θεσπίζουσι, ἐπὶ μίαν ἑκάστην χωριστά, Ἡρόδ. 4. 67· ἐπὶ ἑνὸς Πλάτ. Θεαίτ. 157A· ἓν ἐφ’ ἑνὶ ὁ αὐτ. Σοφ. 229B, Νόμ. 758B: - ἓν πρὸς ἕν, ἐπὶ συγκρίσεων, Ἡρόδ. 4. 50, Πλάτ. Νόμ. 647B· εἷς πρὸς ἕνα Δημ. 557. 27· - παρ’ ἕνα ἐναλλάξ, Λουκ. π. Ὀρχ. 12: - εἰς ἓν συνάγειν, κτλ., Λατ. in unum, ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἄγειν, συγκρούειν, Εὐρ. Ὀρ. 1640· εἰς ἓν μοίρας ὁ αὐτ. Ἀνδρ. 1172· ἐς μίαν βουλεύειν Ἰλ. Β. 379· πλῆρες, ἐς μίαν βουλὴν Θουκ. 5. 111· εἰς μίαν νοεῖν Αἰλ. π. Ζ. 5. 6· ὡσαύτως, μίαν (ἐνν. δίκην) δικάζειν Ἀριστοφ. Σφ. 595. 2) εἷς καὶ ὁ αὐτός, Λατ. unus et idem, ὑπὸ μίαν καὶ τὰν αὐτὰν ἀρχὰν Περικτυόνη Πυθαγορεία παρὰ Στοβ. 7. 3· ὁ αὐτὸς καὶ εἷς Ἀριστ. Φυσ. 3. 1, 9· οὕτως, εἷς καὶ ὅμοιος Πλάτ. Φαῖδρ. 271A: μετὰ δοτ. ποῦ δ’ ὃς ἐμοὶ μιᾶς ἐγένετ’ ἐκ ματρὸς πολυπόνῳ μοίρᾳ Εὐρ. Φοίν. 156, Πλούτ. 2. 1089A. 3) ἐν ἀντιθέσει, εἷς μέν, εἷς δὲ..., Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 6. 1, 5, Πολιτικ. 3. 15, 2, κτλ.· προσέτι, ὁ μὲν..., εἷς δὲ..., εἷς δ’ αὖ..., Ὀδ. Ε. 421 κἑξ., πρβλ. Πλάτ. Πολ. 369D· εἷς μὲν..., ἕτερος δὲ..., Ξεν. Ἑλλ. 1. 7, 23. 4) ἀορίστως, εἷς τις, κἄποιος, Λατ. unus aliquis, Σοφ. Ο. Τ. 118, Πλάτ., κλ.· σπανίως τις εἷς, ὡς: λέγει τις εἷς Σοφ. Ἀντ. 269· εἷς γάρ τις ἦν ἕκαστος οὑξειργασμένος, εἷς ἕκαστος ἐθεωρεῖτο ὑπὸ τῶν συντρόφων του ὡς ἐκτελέσας τὸ ἔργον, αὐτόθι 262· εἷς ὁστισοῦν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 3, ἐν τέλει· εἷς ὁ πρῶτος, Γερμ. der erste der beste, Ἰσαῖος 72. 28· ἑνὶ τῷ πρώτῳ Δημ. 11. 20, πρβλ. Λουκ. Ἑρμότ. 61· - ἀκολούθως, μόνον (πρβλ. unus paterfamilias Κικ., faber unus Ὁράτ.), πρέπεις δὲ Κάδμου θυγατέρων μορφὴν μιᾷ Εὐρ. Βάκχ. 917, Ἀριστοφ. Ὄρν. 1292, πρβλ. Θουκ. 4. 50, Πλάτ. Νόμ. 855D, καὶ συχνὸν παρὰ τοῖς Ἑβδ., καὶ τῷ Πλουτάρχῳ. 5) οὐδ’ εἷς οὐδὲ δύο, οὐχὶ μόνον εἷς ἢ δύο, Δημ. 848. 11· πρβλ. τις ἀόριστ. Ι. 15: παροιμ., εἷς ἀνὴρ οὐδεὶς ἀνήρ, «ἕνας κἀνένας», Παροιμιογρ. 6) πληθ. ἕνα, μονάδες, οὕτως γὰρ λέγομεν ἓν ἢ πολλά, ὥσπερ εἴ τις εἴποι ἓν καὶ ἕνα ἢ λευκὸν καὶ λευκὰ Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσικ. 9. 6, 4., 12. 8, 5, Φυσ. 3. 7, 2. Ἴδε Κόντον ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 51, 119, 144, 146, 150 κ. ἄλλ.

French (Bailly abrégé)

μία, ἕν, gén. ἑνός, μιᾶς, ἑνός, etc.
numéral;
un, une;
A. dét. numéral :
I. cardinal un ; καθ’ ἓν εἶναι XÉN être uni ; καθ’ ἓν οὔσης τῆς ἰσχύος ἀμφοτέρας XÉN les deux armées à la fois (celle de terre et celle de mer) étant réunies sous un même commandement. -- Comme n. de nombre, εἷς se joint à un autre n. de nombre avec ou sans καὶ : μίαν καὶ εἴκοσι ναῦς THC vingt et un vaisseaux ; en outre, ἑνός, μιᾶς entrent dans la formule servant à désigner un nombre, au-dessus de 10, terminé par un 9 : νῆες μιᾶς δέουσαι τεσσαράκοντα THC trente-neuf vaisseaux ; μιᾶς δεούσαις εἴκοσι ναυσίν THC dix-neuf vaisseaux;
II. ordinal, au sens de πρῶτος : premier ; ἓν καὶ εἰκοστὸν ἔτος THC vingt et unième année ; τῷ ἑνὶ καὶ τριηκοστῷ ἔτει HDT la trente et unième année;
III. pour marquer plus fortement l’idée d’unité, construit;
1 avec les adj. signifiant « seul »
οἶος, μόνος : ἕνα οἶον IL un seul ; μίαν οἴην OD une seule ; εἷς μόνος HDT un seul ; μία μούνη OD une seule;
2 avec un Sp. : εἷς ἄριστος IL (cf. lat. fortissimus unus) excellent entre tous, litt. excellent s’il en est un, s’il en est ; ἀποφαίνω Μυτιληναίους μάλιστα δὴ μίαν πόλιν ἠδικηκότας ὑμᾶς THC je veux vous démontrer que les Mytiléniens vous ont fait la plus cruelle offense que jamais cité ait faite ; ἐξῆν Κύρῳ θησαυρούς χρυσοῦ πλείστους ἑνί γε ἀνδρὶ ἐν τῷ οἴκῳ καταθέσθαι XÉN Cyrus pouvait déposer dans son palais plus de monceaux d’or qu’aucun homme n’en posséda jamais ; πάντων εἷς ἀνὴρ τῶν μεγίστων αἴτιος κακῶν DÉM auteur de tous les maux les plus graves qu’ait jamais causés aucun homme;
3 avec l’article : δύο δὲ… τὴν δὲ μίαν IL deux… et une;
4 avec une négation : εἷς οὐδείς HDT pas un seul ; εἷς μή XÉN m. sign. ; οὐκ ἐν ἄλλῳ ἑνί γε χωρίῳ HDT en aucun autre pays;
5 avec ἕκαστος, pour marquer la séparation, l’isolement : εἷς ἕκαστος, chacun séparément (cf. fr. un chacun, lat. unusquisque) ; καθ’ ἓν ἕκαστον HDT chaque chose une à une, séparément : ἐπὶ μίαν ἑκάστην ῥάβδον τιθέντες θεσπίζουσι HDT ils placent les baguettes l’une après l’autre séparément, puis rendent des oracles ; en ce sens, εἷς abs. l’un après l’autre, chacun séparément;
6 avec diverses prépositions : ἓν ἀνθ’ ἑνός PLAT une chose au lieu d’une autre, càd avant une autre, par-dessus tout ; ἐς μίαν βουλήν THC à l’unanimité ; ἐς μίαν βουλεύειν IL voter en un sens unanime ; παρ’ ἕνα LUC l’un alternant avec l’autre, alternativement, chacun à son tour;
B. par opp. à « autre » : εἷς μὲν … εἷς δε …, εἷς μὲν… ἕτερος δέ XÉN l’un … l’autre ; ὁ μὲν … εἷς δὲ … εἷς δ’ αὖ OD l’un …, un autre…, un autre encore;
C. un, au sens indéfini;
1 • avec un pron. indéfini ou un adj. : εἷς τις, rar. τις εἷς (cf. lat. unus aliquis) quelqu’un ; εἷςπρῶτος DÉM le premier venu;
2 • avec un gén. : Εὐρύμαχος εἷς αὐτῶν ἦν THC Eurymachos était l’un d’eux ; ἐστρατοπεδεύσαντο ἐν μιᾷ τῶν νήσων THC ils établirent leur camp dans une des îles.
Étymologie: pour *ἕνς, cf. lat. unus.

English (Autenrieth)

μία, ἕν: one; τούς μοι μία γείνατο μήτηρ, ‘one and the same.’ mother as my own, Il. 19.293; adv. phrase, ἐς μίαν βουλεύειν, be ‘at oneagain in counsel, Il. 2.379.

English (Slater)

εἷς (εἷς, ἑνός, ἑνί, ἕν(α); μία, μιᾶς, μιᾷ, μίαν; ἕν, ἑνός, ἕν.)
   a one opposed to other numbers. ἑπτὰ παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον ἔτεκεν (O. 7.73) τρεῖς, οἱ δύο μὲν εἷς δ (O. 8.40) ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ' ἐκπρεπὴς Διὸς Ὀλυμπιάς (P. 7.14) ἔγαμεν ὑψιθρόνων μίαν Νηρείδων (N. 4.65) λαβὼν δ' ἕν[α] φῷ[τ]ᾳ (supp. Lobel) fr. 169. 20. ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι (P. 3.81)
   b single πῦρ ἐξ ἑνὸς σπέρματος ἐνθορὸν ἀίστωσεν ὕλαν (P. 3.36) cf. (N. 6.1) infra. ἔργοις δὲ καλοῖς ἔσοπτρον ἴσαμεν ἑνὶ σὺν τρόπῳ, εἰ (N. 7.14) τυχεῖν δ' ἕν ἀδύνατον εὐδαιμονίαν ἅπασαν ἀνελόμενον (N. 7.55) ἀλλ' ἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ (I. 4.16)
   c one and the same ἐν δὲ μιᾷ μοίρᾳ χρόνου ἄλλοτ' ἀλλοῖαι διαιθύσσοισιν αὖραι (O. 7.94) κράτησαν μίαν ἔργον ἀν' ἁμέραν (O. 9.85) μία δοὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα (O. 9.106) ἁλίῳ ἀμφ' ἑνί (O. 13.37) “μία βοῦς Κρηθεῖ τε μάτηρ καὶ θρασυμήδει Σαλμωνεῖ” (P. 4.142) πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει (P. 10.2) ἓν ἀνδρῶν ἓν θεῶν γένος· ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν ματρὸς (v. Kornitz, Hermes, 1961, 370: Soph., fr. 591.) (N. 6.1) ]μιᾷ δ' ἐπὶ θήκᾳ[ fr. 169. 49.

Spanish (DGE)

μίᾰ, ἕν, gen. ἑνός, μιᾶς, ἑνός

• Alolema(s): ἕεις Hes.Th.145, AP 7.341 (Procl.); ἔνς ICr.4.72.9.50 (Gortina V a.C.); ἧς Rhinth.12, TEracl.1.136 (IV a.C.)

• Morfología: [ac. masc. εἷνα Hdn.Epim.50 (pero prob. interpr. como nom.-ac. neutro plu. en Hdn.Gr.1.546), ἕναν BGU 2033.7 (I d.C.), neutro ἕναν POxy.1683.12 (IV d.C.), Suppl.Mag.97.3, 4; dat. e-me (ἑμει) DMic., fem. μιῇ Hes.Th.278; plu. nom.-ac. neutro ἕνα Arist.Ph.207b7, gen. ἑνῶν Dam.in Prm.460]
I numeral
1 cardinal uno en combinación c. otros numerales δόυρατα ... καὶ ἓν καὶ ἐίκοσι δήεις Il.13.260, cf. Th.8.109, IG 22.1400.30 (IV a.C.), LXX 1Pa.24.17
op. dos τοῦ δὲ ἑνὸς οἱ δύο ἀγαθοὶ βελτίους dos (hombres) buenos son mejores que uno Arist.Pol.1287b13, οὐχ εἷς οὐδὲ δύο ταῦτ' ἴσασιν ni uno ni dos saben esto D.29.12, ac. adverb. οὐ μίαν οὐδὲ δύο no una ni dos veces LXX 4Re.6.10
en sumas τὰς δύο χαλκείας, δύο δ' ... κασσιτέροιο, τὴν δὲ μίαν χρυσέην de las cinco capas de un escudo Il.20.272, en pap. frec. unido a ἥμισυ: δέξε (l. -αι) ... ἐκ τοῦ μισθοῦ μου ἕναν ὕμισυ (l. ἥ-) (τάλαντον?) recibe de mi paga un (talento) y medio, POxy.1683.12 (IV d.C.)
op. δεύτερος: πρὸς δὲ τὸ παρὸν ἀρκέσει πίστεως χάριν ἓν ἢ καὶ δεύτερον ληφθὲν μαρτύριον para hacerlo creíble bastarán por ahora uno o dos ejemplos Plb.2.38.11, cf. Alciphr.1.9.2, τῶν περὶ Ἡρώδην πεσόντος ἑνὸς καὶ δευτέρου I.AI 16.350, ὕδωρ ὄμβριον ἔγχριε μέχρι μιᾶς καὶ δευτέρας ἡμέρας Gal.12.746, ὁρᾷς ὅτι πάντα τὸν βίον τοιοῦτον εἶναι δεῖ τῶν Χριστιανῶν, οὐ μίαν ἡμέραν καὶ δευτέραν Chrys.M.61.108
en constr. prep.: οἱ δὲ Ῥωμαίων παρ' ἕνα τοσοῦτοι y los de los romanos los mismos menos uno de los muertos en una batalla, Plu.Publ.9, ἐν ἑνί en conjunto, en total de pagos τιμᾶς ἀργυρίου ἐν ἑνὶ πάντων μνᾶν δέκα FD 3.337.2, cf. 301.3 (ambas II a.C.)
c. valores temporales πρὸ μιᾶς ἡμέρας el día anterior, la víspera LXX 2Ma.15.36, πρὸ μιᾶς ἀρνούμενος ... ὕστερον ὑπογράψας Ath.Al.Decr.3.3
ἀπὸ μιᾶς a una, a la vez ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς πάντες παραιτεῖσθαι todos a la vez comenzaron a excusarse, Eu.Luc.14.18
de una vez μέλλω γὰρ ἀπὸ μιᾶς αὐτὸν πληρῶσαι PSI 286.23 (III/IV d.C.); διὰ μιᾶς después de un intervalo de un día e.e. en días alternos ref. a las fiebres tercianas Suppl.Mag.34.11.
2 c. valor enf. uno solo, único
a) gener. εἷς κοίρανος ἔστω, εἷς βασιλεύς que uno solo sea el jefe, uno solo el rey, Il.2.204, ἕνα δ' οἶον ἵει οἶκόνδε νέεσθαι a uno solo permitió regresar a su casa, Il.4.397, μίαν οἴην παῖδα λιπόντα Ἀρήτην una hija única en casa dejó que fue Areta, Od.7.65, cf. 20.110, ὀφθαλμὸς ἕεις Hes.Th.145, cf. 278, Theoc.6.22, ἓν πέλαγος, μία ναῦς, εἷς τάφος Simon.FGE 1011, τὸ μῆκος τοῦ βίου ἡμέρα μιᾷ (ἔοικε) Antipho Soph.B 50, ὁ λαὸς ὡς ἀνὴρ εἷς LXX 2Es.3.1, ἔτι ἕν σοι λείπει todavía te falta una cosa, Eu.Luc.18.22, cf. I.BI 4.257, οὐθὲν ἰδίου πόρου δεῖται τὸ περίττωμα τῆς ὑγρᾶς τροφῆς, ἀλλ' εἷς ἀρκεῖ Plu.2.699f, μιᾷ δὲ ἡμέρᾳ un único día, sólo un día, IG 42.126.15 (Epidauro II d.C.), βούλομαι μισθώσασθαι ... εἰς ἐν[ι] αυτὸν ἕναν BGU l.c., ἓν σῶμα, μία φρόνησις, εἷς νοῦς de la Iglesia, Herm.Sim.9.18.4, prov. εἷς ἀνὴρ οὐδεὶς ἀνήρ un solo hombre es como ningún hombre D.Chr.48.10, μία χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ Zen.5.12, c. neg. πάταγος οὐχ ἑνὸς δορός no es fragor de una sola lanza (sino de muchas), A.Th.103;
b) op. πλείονες, πολλοί, πάντες: πάντα γὰρ μίαν ἱκνεῖται ... Χάρυβδιν Simon.17, εἴτε τις εἷς ὢν λέληθεν εἴτε πλειόνων μέτα S.OT 247, cf. E.Ph.894, μία τὰς πολλάς, τὰς πάνυ πολλὰς ψυχὰς ὀλέσασα la que ella sola hizo que perecieran muchas, muchas vidas A.A.1456, cf. Ch.299, πάρεστι δ' οὐχ ἓν ἀλλὰ πολλά μοι στένειν tengo no una única cosa sino muchas por llorar E.Andr.96, cf. Call.Dian.33, Men.Epit.31, ἡ γραμματικὴ μία οὖσα πάσας θεωρεῖ τὰς φωνάς Arist.Metaph.1003b19, ἓν ἐξ ἁπάντων Luc.Herm.28, πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ep.Gal.3.28, ἓν γὰρ τὸ ἀγαθὸν πολλὰ δὲ τὰ αἰσχρά Origenes Or.21.2;
c) reforzado c. μόνος: οἶοι σύ τ' ἐγώ τε καὶ ἀμφίπολος μία μούνη solo tú, yo y una única sierva (conocían cómo era el lecho de Odiseo y Penélope) Od.23.227, παῖς εἷς καὶ μοῦνος hijo único Hdt.1.119, εἷς μόνος σπινθήρ Ar.Pl.1053, πίναξ εἷς καὶ μόνος D.H.1.74;
d) c. πρῶτος: πρὸς ἕνα τὸν πρῶτον τῶν συγγενῶν προσάξω traeré a colación a uno solo, al primero de los parientes colaterales Is.8.33, cf. D.1.9, Luc.Herm.61;
e) en cont. c. sup. uno solo, único, el que más εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης uno solo es el mejor de los presagios, luchar por la patria, Il.12.243, εἷς ἀνὴρ πλεῖστον πόνον ἐχθροῖς παρασχών un varón que él solo dio el máximo trabajo a los enemigos A.Pers.327, πλείστας ἀνὴρ εἷς ... ἔγημε S.Tr.460, cf. Th.8.68, ἐγὼ κάλλιστ' ἀνὴρ εἷς ... τραφείς S.OT 1380, Ἑλλήνων ἕνα κριθέντ' ἄριστον S.Ph.1344, ὅς ἐπὶ πλεῖστον δὴ χλιδῆς εἷς ἀνὴρ ἀπίκετο Hdt.6.127, ἀποφαίνω Μυτιληναίους μάλιστα δὴ μίαν πόλιν ἠδικηκότας ὑμᾶς demuestro que Mitilene es la ciudad que más ofensas os tiene infligidas Th.3.39, πάντων εἷς ἀνὴρ μεγίστων αἴτιος κακῶν D.18.143, c. πολύς haciendo las veces de sup. Ἐτεοκλέης ἂν εἷς πολὺς κατὰ πτόλιν ὑμνοῖθ' Eteocles sería el único con mucho cantado aquí y allá por la ciudad A.Th.6, en la locución εἷς ἀπ' αἰῶνος único en el siglo, uno sin igual, A.Al.11B.3.9;
f) reforzando un n. propio εἷς δ' ἀπὸ τᾶσδε ... Μόλων ἄγχοιτο παλαίστρας ¡que sólo Molón se asfixie con esta palestra! Theoc.7.125, εἰς ἕνα Βάκχον ... Νύμφαι μισγόμεθ', οὐκ ἐς Ἄρη AP 9.258 (Antiphan.);
g) en constr. prep.: c. εἰς, reforzando el sent. de ‘unión’ de verbos c. συν-: Ἕλληνας εἰς ἓν καὶ Φρύγας συνήγαγον E.Or.1640, ἰσχὺς τοσαύτη ἐς ἓν ξυστᾶσα Th.6.85, εἰς ἓν μοίρας συνέκυρσας E.Andr.1172, συνάγειν εἰς ἓν τὰ ἔθνη D.H.2.45, cf. POxy.1411.3 (III d.C.); γενομένης δ' ἂν καθ' ἓν τῆς ἐς γῆν καὶ θάλασσαν ἀρχῆς habiéndose unido en uno sólo el imperio terrestre y el marítimo Th.8.46, τῆς Βοιωτίας ἐπιμεληθῆναι ὅπως μὴ καθ' ἓν εἴη ocuparse de Beocia para que no mantuviera la unidad X.HG 5.2.16
ind. op. o distinción ἐπὶ ἑνὸς νοῆσαι τι concebir una cosa separadamente de otra, Pl.Tht.157a, εἰ πρὸς ἕνα τὸ Ἑλληνικὸν ἐξοπλίσειεν si hubiera armado hasta al último de los griegos Synes.Insomn.13;
h) ac. adverb. μίαν una vez, una sola vez κἂν μίαν πρὸς ἡμᾶς οὔπω ἠξίωσας ἐλθεῖν BGU 984.20, cf. POxy.1593.11 en BL 3.138 (ambos IV d.C.).
3 c. noción de identidad asociada a la de unidad uno mismo, el mismo εἰ δέ ποτ' ἔς γε μίαν βουλεύσομεν si alguna vez llegamos a coincidir en la misma opinión, Il.2.379, esp. c. dat. de igualdad τώ μοι μία γείνατο μήτηρ a los cuales dos los parió la misma madre que a mí habla Helena de los Dióscuros Il.3.238, ὃς ἐμοὶ μιᾶς ἐγένετ' ἐκ ματρός E.Ph.156, οἱ Κυρηναϊκοί, καίπερ ἐκ μιᾶς οἰνοχόης Ἐπικούρῳ πεπωκότες Plu.2.1089a, γελοῖον γὰρ ὑφ' ἓν θέσθαι τὸ ὂν τῷ μὴ ὄντι Plot.6.2.1
c. diversos refuerzos: αὐτός, κοινός, ὅμοιος: ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ ὠυτή Heraclit.B 60, ὑπὸ μίαν καὶ τὰν αὐτὰν ἀρχάν Perict.146, ἓν καὶ ταὐτόν uno y el mismo ref. al género animal compartido por ‘hombre’ y ‘caballo’, Arist.Metaph.1039a28, cf. Ph.201b3, Gr.Agr.Eccl.M.98.748A, μιᾶς αὐτῆς οὔσης τῆς θεότητος Ath.Al.M.26.329A, τοῖς ἐγρηγορόσιν ἕνα καὶ κοινὸν κόσμον εἶναι Heraclit.B 89, ἓν καὶ ὅμοιον ref. al alma, Pl.Phdr.271a, ἐκ μιᾶς ἡλικίας ... καὶ ὁμοίας D.S.17.108, cf. Ael.NA 5.9.
4 numeral ordinal primero ἡμέρα μία el primer día de la Creación, LXX Ge.1.5, μιᾷ τοῦ μηνός LXX Ge.8.13, Nu.1.1, εἰς μίαν σαββάτων en el primer día de la semana, Eu.Matt.28.1, τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων Eu.Marc.16.2, ἤνοιξεν ... μίαν ἐκ τῶν ἑπτὰ σφραγίδων Apoc.6.1, πρὸ μιᾶς καλανδῶν Μαρτίων Plu.Publ.9
c. otros numerales τῷ ἑνὶ καὶ τριηκοστῷ (ἔτει) Hdt.5.89.
5 subst., c. un adv. o adj. uno, unidad ἧττον μία ἡ μίμησις ἡ τῶν ἐποποιῶν la epopeya posee menos unidad como principio literario, Arist.Po.1462b3, ταῦτά τε δὴ οὐ συμβαίνει τοῖς λίαν ἓν ποιοῦσι τὴν πόλιν esas cosas son incompatibles con una excesiva unificación del Estado Arist.Pol.1263b7, δοκεῖ ... ὡς ἓν ὁρᾶν τὸ ὁρώμενον parece que lo visto se percibe como unidad Alex.Aphr.in Sens.60.5
tb. plu. ὁ δ' ἀριθμός ἐστιν ἕνα πλείω el número es una multiplicidad de «unos» Arist.Ph.207b7, τὰ κυρίως ἕνα las unidades propiamente Dam.in Prm.437, τῶν προτέρων ἑνῶν Dam.in Prm.460
fil. τὸ ἕν el Uno como principio ἐκ πάντων ἓν καὶ ἐξ ἑνὸς πάντα Heraclit.B 10, cf. Emp.B 17.1 (= Fr.Pap.a, p. 127), Philol.B 8, εἰ πολλὰ εἴη, τοιαῦτα χρὴ εἶναι, οἷόν περ τὸ ἕν si hubiera seres múltiples, éstos habrían de ser precisamente como lo uno Meliss.B 8.6, οὕτως ἐξ ἑνός τε πάντα γίνεσθαι καὶ ἐκ πάντων εἰς ἓν συγκρίνεσθαι Cleanth.Stoic.1.111, τὸ ἕν op. πλῆθος Pythag.B 5, cf. Chrysipp.Stoic.2.160, tb. indecl. ἓν μὲν εἶναι τοῦ ἓν παρουσίᾳ una cosa es una por la presencia del uno Plot.6.6.14, cf. 5.5.5
crist. Uno en las doctrinas trinitarias ἑνὸς ὄντος τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ Athenag.Leg.10.2, ὅτι εἷς ἐστὶν ὁ θεός Herm.Mand.1.1, ἀδιαίρετον γὰρ τὸ ἕν dicho de Dios, Clem.Al.Strom.5.12.81, cf. Ath.Al.M.26.329A, αὗται αἱ δυνάμεις, ἥ τε μονότης καὶ ἑνότης, μονάς τε καὶ τὸ ἓν προήκαντο τὰς ... προβολὰς τῶν αἰώνων en la doctrina valentiniana, Val.Gn.Fr. en Iren.Lugd.Haer.1.11.3.
II usos no numerales
1 pron. indef. uno, alguien, alguno c. gen. part. τῷ δ' αἰεὶ πάρα εἷς γε θεῶν junto a éste siempre hay un dios, Il.5.603, εἷς τὼν δυοκαιδέκων uno de los doce Alc.349e, Κάδμου θυγατέρων μιᾷ E.Ba.917, εἷς Ἀθηναίων D.21.87, εἷς τῶν ἁλιείων (sic) PAmh.30.28 (II a.C.), εἷς τῶν δώδεκα Eu.Marc.14.20, ἐν μιᾷ τῶν πόλεων en cierta ciudad, Eu.Luc.5.12, καὶ ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν y aconteció un día, Eu.Luc.5.17, cf. Luc.Somn.9
tard. c. constr. prep. εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν Eu.Io.6.8, εἷς ἐξ αὐτῶν I.BI 7.47
como adj., en uso próximo al de un art. indeterminado un cierto, un πέρδιξ ... εἷς κάπηλος ὠνομάζετο χωλός Ar.Au.1292, prob. por anacoluto εἷς τῶν ἀργυρολόγων νεῶν Ἀθηναίων στρατηγός un cierto estratego e.e. uno de los estrategos que dirigía las naves recaudadoras atenieneses Th.4.50, ἐπηγγείλατο ἕνα ἀγῶνα ἱππικόν Str.5.3.2, ὑποκάτω μιᾶς ἐλάτης bajo un árbol resinoso LXX Ge.21.15, cf. Eu.Matt.8.19, 21.19, κατὰ μίαν κώμην καλουμένην Νασήρ Manes 111.14, μέρος ἓν ἥμισυ una media parte, una mitad (y no una parte y media) PPanop.3.8 (IV d.C.)
frec. c. otro indef. θνῄσκουσι γάρ, πλὴν εἷς τις ὃς ... S.OT 118, cf. Pl.Grg.471e, ἐξ ἑνός γέ του τρόπου de alguna manera Th.6.34, λέγει τις εἷς ὃς ... S.Ant.269, cf. Pl.Prm.145d, εἷς ὁστισοῦν Arist.Pol.1325b28
como adv. μίαν μίαν alguna vez, de vez en cuando χρὴ μίαν μίαν συγκαταβαίνειν τοῖς ἀδελφοῖς Apoph.Patr.M.65.80A, cf. POxy.940.6 (V d.C.).
2 c. neg. ninguno ἀνθρώπου σῶμα ἓν οὐδὲν αὔταρκές ἐστι ningún ser humano puede bastarse Hdt.1.32, οὐκ ἐν ἄλλῳ ἑνί γε χωρίῳ Th.1.80, μίαν γὰρ οὐκ ... ἂν εἴποις τῶν νῦν γυναικῶν Πηνελόπην a ninguna de las mujeres de hoy llamarías Penélope Ar.Th.549, εἰ μὲν μέλλει πλοῖα ἔσεσθαι ἱκανὰ ὡς ἀριθμῷ ἕνα μὴ καταλείπεσθαι ἐνθάδε X.An.5.6.12, c. rep. enfática ἕν τε οὐδὲ ἓν ... ἴαμα y ni un solo remedio Th.2.51.
3 en expresiones distrib. cada uno c. ἕκαστος: συμμίσγων ἑνὶ ἑκάστῳ ... τῶν πρώτων Μήδων entrevistándose en privado con cada uno de los principales medos Hdt.1.123, ἐπὶ μίαν ἑκάστην ῥάβδον τιθέντες colocando cada una de las varas al lado de otra Hdt.4.67, ἑνὶ ἑκάστῳ τῶν ἐναντίων ἓν μόνον ἐστὶν ἐναντίον un solo contrario hay para cada uno de los contrarios Pl.Prt.332c, cf. Men.Fr.700, Babr.103.8
en constr. prep. τῶν ἱματίων ... κατὰ ἓν ἕκαστον ἐκδύνουσα a medida que vaya quitándose cada una de sus ropas Hdt.1.9, καθ' ἕν' ἕκαστον ἡμῶν ἀποστερεῖν τοῦ δίκης ... τυχεῖν D.21.142, cf. Pl.Sph.217a, I.AI 12.191, ἔθνος ἓν πρὸς ἓν οὐκ ἔστιν ὅ τι δυνατὸν Σκύθαις ὁμογνωμονοῦσι ... ἀντιστῆναι no hay pueblo que, por separado, pueda hacer frente a los Escitas reunidos Th.2.97, ἕν ἐφ' ἑνί una (parte) por cada uno, respectivamente Pl.Lg.758b, διὰ τὸ παρὰ μίαν (ἡμέραν) ... μεταλαμβάνειν τὴν ἀρχὴν τοὺς ὑπάτους ya que los cónsules se alternaban cada día en el mando Plb.3.110.4, δίδι (sic) αὐτῇ ἀνὰ ἓν ἓν dáselos a ella (los pasteles) de uno en uno, PCol.215.31 (I/II d.C.), ὑπὸ ἕν ἐσθίει ... ἕνα ἢ δύο come uno o dos por vez Epiph.Const.Haer.64.72.7
en el NT c. transf. del sintagma prep. en forma cuasipronominal (cf. καθεῖς): ἤρξαντο ... λέγειν αὐτῷ εἷς κατὰ εἷς· μήτι ἐγώ; comenzaron a decirle uno por uno: ¿acaso yo?, Eu.Marc.14.19, ἐξήρχοντο εἷς καθ' εἷς se iban retirando uno a uno, Eu.Io.8.9, τὸ δὲ καθ' εἷς y en lo tocante a cada uno ..., Ep.Rom.12.5
subst. τὸ καθ' ἕν relación pormenorizada, lista ἔστιν δὲ τὸ καθ' ἕν PLille 11.8, cf. PEleph.20.7, PHib.117.7 (todos III a.C.), PTeb.47.34 (II a.C.).
4 como pron. correl. uno op. otro:
a) op. a un segundo εἷς uno ... otro: εἷς μὲν ... τρόπος τῆς γενέσεως τῶν χρωμάτων οὗτος, εἷς δέ ... ésta sería una forma de explicar el origen de los colores, otra forma ... Arist.Sens.440a6, cf. EN 1139a6, Pol.1285b38, X.Cyr.1.2.4, POxy.1153.14 (I d.C.), οἴκου πατριᾶς εἷς εἷς τῷ Ἐλεαζαρ καὶ εἷς εἷς τῷ Ἰθαμαρ LXX 1Pa.24.6, ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνὶ καὶ ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνὶ de los serafines, LXX Is.6.2, δύο ἀγγέλους ... καθεζομένους, ἕνα πρὸς τῇ κεφαλῇ καὶ ἕνα πρὸς τοῖς ποσίν Eu.Io.20.12, cf. Eu.Matt.17.4, Ep.Barn.7.9a, (γυνὴ) ἔχει δ' ἀγαθὰς δύω ὥρας, τὴν μίαν ἐν θαλάμῳ, τὴν μίαν ἐν θανάτῳ AP 11.381 (Pall.);
b) en enumeraciones, equiv. al numeral que corresponda ὁ μὲν ... ἴτω, ... εἷς δὲ ... ἀγέτω, ... εἷς δ' αὖ ... κελέσθω vaya el uno ... traiga el otro ... y un tercero ordene ref. varios hijos Od.3.423-425, ὁ εἷς θόλος ..., καὶ ὁ εἷς ἔνθα εἰργάζετο ..., καὶ ὁ ἄλλος Pall.H.Laus.35.1;
c) en correlación c. ἄλλος: οὐδὲ hῆς ... οὐδὲ ἄλλος τήνῳ ningún (arrendatario) ni otra persona por cuenta de él, TEracl.l.c., γεωργὸς μὲν εἷς, ὁ δὲ οἰκοδόμος, ἄλλος δέ τις ὑφάντες Pl.R.369d, cf. Apoc.17.10, I.AI 6.125;
d) c. ἕτερος: εἷς μὲν ... ἕτερος δὲ ... ἕτερος δὲ X.HG 1.7.23, ὅρους τε δύο, ἕνα μὲν ... ἕτερον δέ Val.Gn.Fr. en Iren.Lugd.Haer.1.11.1, τὸ ἓν μέρος op. τὸ ἕ<τερ>ον PMag.13.132;
e) en distintas constr. prep. expr. correlación, sucesión o alternancia ἓν πρὸς ἕν συμβάλλειν comparar uno con el otro Hdt.4.50, cf. Pl.Lg.647b, ἕν ἐφ' ἑνί una (parte) tras otra, en forma rotativa a lo largo de doce meses, de los miembros de una comisión permanente, Pl.Lg.758b, cf. Pl.Tht.157a, ἕνα παρ' ἕνα uno a uno, de uno en uno en un proceso de eliminación sucesiva por sorteo IGDS 197.7 (Halesa II a.C.), διαβάλλων με μίαν (ἡμέραν) ἐκ μιᾶς dándome largas un día sí y otro también, PFam.Teb.43.41 (II d.C.), cf. POxy.86.15 (IV d.C.), ἓν ἐξ ἑνὸς ἐπισεσώρευκεν ha acumulado un cargo tras otro Arr.Epict.1.10.5, cf. Luc.Asin.54, ὄρχησις ... κοινὴ ἐφήβων τε καὶ παρθένων παρ' ἕνα χορευόντων danza común de jóvenes y doncellas que bailan alternativamente Luc.Salt.12, (ἡμέραν) μίαν παρὰ μίαν en días alternos de fiebres tercianas Suppl.Mag.10.9, ἐποίσεις (sic) ... μέτρησιν μίαν Ἀθηναίῳ ἀντὶ μιᾶς δοχικῷ harás la medición alternativamente de una parte con la medida de Atenea y de la otra con la medida recipiente, PAmh.87.21, cf. 89.7, PStras.76.12 (todos II d.C.), POxy.740.18 (II/III d.C.), PStras.25.13 (III d.C.);
f) ac. fem. rep. c. valor adverb. una y otra vez, siempre S.Fr.201, τὸν δὲ Φοιβάμμωνα ... ἔχε ἐγγὺς σοῦ μίαν μίαν POxy.940.6 (V d.C.)
pero prob. a veces, en alguna ocasión χρὴ ... μίαν μίαν συγκαταβαίνειν τοῖς ἀδελφοῖς Apoph.Patr.M.65.80a;
g) εἷς τὸν ἕνα equiv. a ἀλλήλους 1Ep.Thes.5.11. Cf. ἰός, ἴα, ἰόν. • DMic.: e-me, e-me-de.

• Etimología: Ant. tema en -m, *sem- (cf. mic. e-me ἑμει), en fem. c. grado ø y suf. *-iH2, *smiă, cf. lat. semel, simul, toc.A sas, B ṣe-; c. otro grado voc. cf. ὁμ- en ὁμοῖος, etc. y en grado ø, ἅμα, ἅπαξ, etc.

English (Strong)

(including the neuter (etc.) hen); a primary numeral; one: a(-n, -ny, certain), + abundantly, man, one (another), only, other, some. See also εἷς καθ’ εἷς, μηδείς, μία, οὐδείς.

English (Thayer)

μία, ἐν, genitive ἑνός, μιᾶς, ἑνός, a cardinal numeral, one. Used:
1. universally,
a. in opposed to many; and α. added to nouns after the manner of an adjective: πέντε δύο); πάντες); L WH brackets); R G), and often; παρά μίαν namely, πληγήν (Winer s Grammar, 589 (548); Buttmann, 82 (72)), save one (Winer's Grammar, § 49, g.), ὁ εἰς ἄνθρωπος, the one Prayer of Manasseh , of whom I have spoken, β. substantively, with a partitive genitive — to denote one, whichever it may be: μίαν τῶν ἐντολῶν, one commandment, whichever of the whole number it may be, ἐκ with the genitive of a noun signifying a whole, to denote that one of (out of) a company did this or that: T WH Tr marginal reading in brackets), Tr omits ἐκ); omits ἐκ); omits ἐκ. γ. absolutely: Winer's Grammar, 593 (551)), συνάγειν εἰς ἐν, to gather together into one, ποιεῖν τά ἀμφότερα ἐν, ὁ εἰς, the one, whom I have named, ἐν σῶμα πολλά μέλη, ἐν εἶναι, to be united most closely (in will, spirit), ἐν ἑνί πνεύματι, μία ψυχή, Cicero, Lael. 25 (92) amicitiae vis est in eo, ut unus quasi animus fiat ex pluribus); ἀπό μιᾶς (see ἀπό, III., p. 59{b}), εἰς ... οὐ or μή (one ... not, i. e.) no one, (more explicit and emphatic than οὐδείς): ἐν ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται, none), but also Greek (Aristophanes ecclesiastical 153: thesm. 549; Xenophon, an. 5,6, 12; Dionysius Halicarnassus, verb. comp. 18, etc.), cf. Winer s Grammar, 172 (163); (Buttmann, 121 (106)).
2. emphatically, so that others are excluded, and εἰς is the same as 2. a single (Latin unus equivalent to unicus); joined to nouns: οὐκ ... εἰ μή ἕνα ἄρτον); οὐδέ εἰς, not even one: R G); οὐκ ἐστιν ἕως ἑνός (there is not so much as one), omnes ad unum, all to a man. Neuter, ἐν, one thing, exclusive of the rest; one thing before all others: WH only text); alone: οὐδείς ... εἰ μή εἰς ὁ Θεός, μόνος ὁ Θεός); one and the same (not at variance with, in accord with oneself): L omits); τό ἐν φρονεῖν, WH marginal reading αὐτό); ἕν εἶναι are one, i. e. are of the same importance and esteem, εἰς τό ἐν εἶναι (see εἰμί, V:2d.), τό ἐν καί τό αὐτό. ἐν καί τό αὐτό τίνι, εἰς is often so weakened that it hardly differs from the indefinite pronoun τίς, or from our indefinite article (Winer s Grammar, 117 (111) (cf. 29 note 2; Buttmann, 85 (74))): εἰς γραμματεύς); παιδάριον ἐν, where T Tr WH omit and L brackets ἐν); Aristophanes av. 1292; Xenophon, mem. 3,3, 12; Plato, de rep. 6, p. 494d.; legg. 9, p. 855d., etc.; especially later writings; (אֶחָד, εἰς τίς (Latin unus aliquis), a certain one; one, I know not who; one who need not be named: with a substantive, L Tr WH omit εἰς); or followed by a genitive L Tr omit; WH brackets τίς; followed by ἐκ, ἐξ, with the genitive: ἕν τί τῶν ῤημάτων, Wetstein on Matthiae, § 487).
4. it is used distributively (Winer s Grammar, § 26,2; especially Buttmann, 102 (90));
a. εἰς ... καί εἰς, one ... and one: L T Tr WH, R G L WH marginal reading); R G L Tr marginal reading WH marginal reading in brackets); εἰς μέν ... εἰς δέ, as Aristotle, eth. 6,1, 5; Xcn. Cyril 1,2, 4); with the article prefixed, ὁ εἰς the one, R G; followed by ὁ εἰς, the one ... the other, R G; followed by ὁ ἕτερος, R WH; R G T WH marginal reading; εἰς (without the article ... ὁ ἕτερος: G L T Tr; L Tr WH text; πέντε ... ὁ εἰς ... ὁ ἄλλος, εἰς ἕκαστος, everyone: Buttmann, 102 f (89f); ἀνά εἰς ἕκαστος (see ἀνά, 2), Lucian, solace. (Pseudosoph.) § 9; Winer s Grammar, § 37,3; Buttmann, 30f (26f); Fritzsche on Mark , p. 613 f; (Sophocles' Lexicon, under the word καθεῖς)), is καθ' εἰς, and in combination καθεῖς (so that either κατά is used adverbially, or εἰς as indeclinablc): ὁ καθ' εἰς, equivalent to εἰς ἕκαστος, L T Tr WH τό καθ', as respects each one, severally; cf. what is said against this reading by Fritzsche, commentary, iii., p. 44f, and in its favor by Meyer); with a partitive genitive εἰς καθ' (T WH Tr marginal reading κατά) εἰς, everyone, one by one, καθ' ἕνα, καθ' ἕν (as in Greek writings), of a series, one by one, successively: καθ' ἐν, all in succession, Tdf.); καθ' ἕνα πάντες, Xenophon, venat. 6,14); καθ' ἕν ἕκαστον, Xenophon, Cyril 1,6, 22 (27); Ages. 7,1); ὑμεῖς οἱ καθ' ἕνα ἕκαστος, ye severally, every one, אֶחָד, εἰς is put for the ordinal πρῶτος, first (Winer s Grammar, § 37,1; Buttmann, 29 (26)): μία σαββάτων the first day of the week, L T Tr WH μία σαββάτου); (in Greek writings so used only when joined with other ordinal Numbers , as εἷς καί τριηκοστος, Herodotus 5,89: Diodorus 16. 71. Cicero, de senect. 5 uno et octogesimo anna. (Cf. Sophocles Lexicon, under the word)).

Russian (Dvoretsky)

εἷς: (эп. тж. ἕεις), μία (эп. тж. ἴᾰ), ἕν, gen. ἑνός, μιᾶς (эп. тж. ἰῆς), ἑνός
1) один, единый: εἷς οἶος Hom. и εἷς μοῦνος Her. один единственный; πλὴν εἷς τις Soph. за исключением кого-то одного; εἷς οὐδείς Her., Thuc., тж. εἷς οὐ Aesch. и εἷς μή Xen. ни один, решительно никто; οὐχ εἷς Aesch., Eur.; не один; εἷς ἕκαστος Her., Plat., Plut.; каждый в отдельности; καθ᾽ ἕνα (καθ᾽ ἕν) Plat., Arst.; поодиночке, по одному, но тж. вместе, воедино; καθ᾽ ἓν ξύμπαντες Plat. все сразу; καθ᾽ ἓν γενέσθαι Thuc. объединиться; ἐς μίαν (βουλήν) Hom., Thuc.; единодушно; τὸ ἓν ἐπὶ πολλῶν Plut., Arst.; единство во множестве; ἓν καθ᾽ αὑτό Arst. абсолютное единство; ἓν κατὰ συμβεβηκός Arst. относительное единство; εἷς πρὸς ἕνα Dem. и ἓν πρὸς ἕν Plat., Arst.; ее поставляя одно с другим, т. е. при сравнительном рассмотрении; εἷς μὲν … εἷς (или ἕτερος) δε Xen., Arst.; один …, другой же, для усиления superl. что ни на есть (εἷς ἄριστος Hom., Soph.); εἷς αὐτῶν Thuc. один из них; τὰ ἕνα Arst. единства;
2) некий, какой-то, какой-л.: ἑνὶ τῷ τρόπῳ Plat. каким-л. способом; εἷς ὁ πρῶτος Dem. первый попавшийся, любой;
3) (= πρῶτος) первый (ἓν καὶ εἰκοστὸν ἔτος Thuc.).

Frisk Etymological English

Grammatical information: num.
Meaning: one
Other forms: Dor. ἧς; f. μία, n. ἕν, gen. ἑνός, μιᾶς etc.
Dialectal forms: Myc. eme dat. \/hemei\/
Origin: IE [Indo-European] [902] *sem- one
Etymology: PGr. *ἕνς (Gort. εν[δ] δ- < ἕνς δ-) from *ἕμ-ς, IE *sem-s with zero grade fem. μία < *sm-ih₂, ἑν-ός for *ἑμ-ός after *ἕνς, ἕν. - Old numeral, a. o. in Lat. sem-per in one stroke, ever, Toch. B ṣe(me), A sas m. etc. (details in Pedersen Tocharisch 129f., v. Windekens Lex. étym. s. v.), Germ. prob. in Goth. sin-teins dayly etc., Arm. mi unus, -a, -um (generalised from fem.). - Ablauting ὁμός, ἁ-, ἅμα (s. vv.) with deriv.; note further ἴγγια εἷς. Πάφιοι H. with velar suffix as in Lat. singulī. - Further see Schwyzer 588, W.- Hofmann s. semel and similis (also singulus); s. Hahn Lang. 18, 83ff.