προάγω: Difference between revisions

m
Text replacement - "συχν." to "συχν."
m (Text replacement - "v.l. " to "v.l. ")
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προάγω''': [ᾰ], μέλλ. -άξω· πρκμ. ἐνεργ. προῆχα Δημ. 346. 24., 772. 5, Παυσ.· ― οἱ ἀόρ. προῆξα, -ηξάμην ἐσχάτως ἀμφίβολοι, ἴδε ἐν λέξ. ἄγω. ― Μέσ., ἴδε κατωτ.: παθ. πρκμ. μετὰ μέσ. σημασ., κατωτ. Ι. 5. Ὁδηγῶ ἐμπρός, εἰς τόπον Ἡρόδ. 3. 148, κτλ.· [[ὡσαύτως]] ὡς τὸ [[προπέμπω]], [[συνοδεύω]], ὁ αὐτ. 8. 132· τοὺς πεζοὺς οὐ πολλὴν ὁδὸν Ξεν. Κυρ. 3. 3, 23. ― Παθητ., ἄγομαι ἐπί τι, βαίνω, προάγεσθαι ἐπὶ συμφορὰς Ἀνδοκ. 20. 42· προήχθη εἰπεῖν Ἀριστ. Φυσ. 2. 2, 8, πρβλ. Μένανδρ. ἐν «Ἐπικλήρῳ» 1. 2) ἄγω, [[φέρω]] εἴς τι, εἰς τὸ φανερόν, εἰς τὸ [[πρόσθεν]], Πλάτ. Νόμ. 960Α, Πολιτικ. 262C· τὴν φύσιν εἰς φῶς Πλάτ. Ἐπιστ. 341D· βουλὴν ἀπόρρητον εἰς φῶς ἡλίου Πλούτ. 2. 552D· οἱ πρ. εἰς φῶς = οἱ γονεῖς, Πολυδ. Γ΄, 8· ― ἐπὶ ἡλικίας, προάγει αὐτὸν ὁ [[χρόνος]] Ξεν. Κύρ. 1. 4, 4. 3) παρακινῶ, [[πείθω]] εἴς τι, δόλῳ πρ. τινὰ Ἡρόδ. 9. 90· ἡ [[χρεία]] προάγει Θουκ. 3. 59· ― τὸ ἀντικείμενον [[συχν]]. προστίθεται κατ’ ἀπαρ., πρ. τινὰ κινδυνεύειν [[αὐτόθι]] 45· ἐγὼ προήγαγον ὑμᾶς ἄξια τῶν προγόνων φρονεῖν Δημ. 296. 25· οὐ γὰρ ἔγωγε προαχθείην ἂν εἰπεῖν ὁ αὐτ. 540. 7, πρβλ. 63. 3., 316. 12· ― [[ὡσαύτως]] μετὰ προθ., πρ. θυμὸν ἐς ἀμπλακίην Θέογν. 386· τινὰ ἐς λόγους Πλάτ. Τίμ. 22Α· εἰς φιλοποσίαν, εἰς [[μῖσος]] Ξεν. Ἀπομν. 1. 2, 22, Ἑλλ. 3. 5, 2· εἰς ὀργὴν ἢ φθόνον ἢ ἔλεον Ἀριστ. Ρητορ. 1. 1, 5· εἰς γέλωτα [[αὐτόθι]] 3. 14, 7· εἰς τοῦτο ὀργῆς προήχθησαν [[ὥστε]]... Ἰσοκρ. 397Α· εἰς τοῦτο εὐηθίας καὶ ῥᾳθυμίας [[ὥστε]]... Δημ. 618. 2, κτλ.· τινὰ ἐπ’ ἀρετὴν Ξεν. Ἀπομν. 1. 4, 1· πάντας ἐκ... πολέμων ἐπὶ τὴν ὁμόνοιαν Ἰσοκρ. 111Α· [[πρός]]... κακίας ὑπερβολὴν Δημ. 468. 12· ― [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, εἰς τοῦτό σφεα προηγάγοντο, εἰς τοῦτο τὸ [[σημεῖον]] προήγαγον αὐτά, Ἡρόδ. 7. 50, 2· ἐς γέλωτα προαγαγέσθαι τινὰ ὁ αὐτ. 2. 121, 4· τινὰ εἰς ἔλεον Λυκοῦργ. 152. 12· εἰς ἀνάγκην Δημ. 60. 12· μετ’ ἀπαρεμφ., τοῦτο πολεμίους προάγεται ἁμαρτάνειν Ξεν. Ἱππαρχ. 5, 15, πρβλ. Αἰσχίν. 70. 12, Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 9, 18. 4) [[ἐπεκτείνω]], [[προεκβάλλω]], τὴν αἱμασιὰν Δημ. 1279. 13· [[προάγω]] τὴν πόλιν, [[προάγω]] αὐτὴν εἰς μείζονα ἰσχύν καὶ ἐπίδοσιν, Θουκ. 6. 18· πρ. αὐτὴν (δηλ. τὴν ἀρχὴν) ἐς τόδε ὁ αὐτ. 1. 75, πρβλ. Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 12, 4· λόγοισι προάγει..., ἔργοισι δ’ οὐδὲν κινεῖ Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 139b· οὕτω [[μέχρι]] [[πόρρω]] προήγαγον τὴν ἔχθραν Δημ. 282. 4· πρ. τὰ πράγματα ἐπὶ τὸ βέλτιον ὁ αὐτ. 1447. 2, κτλ.· πρ. τὴν πραγματείαν εἰς τὸ [[πρόσθεν]], [[φέρω]] πρὸς τὰ ἐμπρὸς τὴν σπουδήν, [[φέρω]] εἰς καλὸν [[σημεῖον]], [[προβιβάζω]], ἐνεργῶ [[ὥστε]] νὰ γίνῃ [[ἐπίδοσις]] εἰς..., Ἀριστόξ. ἐν Στοβ. Ἐκκλ. 1. 16· τὰ μαθήματα Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 5, 1· τὰς τέχνας ὁ αὐτ. π. Σοφιστ. Ἐλέγχ. 33, 15, πρβλ. Ποιητ. 4. 14· δόξειε δ’ ἂν παντὸς [[εἶναι]] προαγαγεῖν καὶ διορθῶσαι τὰ [[καλῶς]] ἔχοντα τῇ περιγραφῇ, ὅτι ἐπιβάλλεται εἰς πάντα νὰ προαγάγῃ καὶ νὰ διοθρώσῃ τὰ [[καλῶς]] ἔχοντα διὰ περιγραφῆς, ὁ αὐτ. ἐν Ἠθικ. Νικ. 1. 7, 17. ― Παθ., προάγομαι, Δημ. 426. 7. β) ἐπὶ προσώπων, [[προάγω]], [[προβιβάζω]], Πολύβ. 12. 13, 6, κτλ.· τινὰ εἰς δόξαν, ὑφ’ ἡγεμονίας Πλουτ. Θεμιστ. 7, Γάλβ. 20, κτλ.· ἐπὶ μέγα προαχθῆναι Λουκ. Ἀλέξ. 55. γ) προτιμῶ ἐπὶ ἐκλογῆς (ἴδε ἐν λέξ. [[προηγμένα]], τά). 5) ἐν τῷ παθ. πρκμ. μετὰ μέσ. σημασ., προῆκται παῖδας [[οὕτως]] [[ὥστε]]..., ἔχει ἀναθρέψῃ αὐτοὺς [[οὕτως]] [[ὥστε]] .., Δημ. 1264. 3· ἀλλ’ οὕτω καὶ ἐπὶ παθ. σημασ., ἐπιεικῶς τοῖς ἔθεσι προηγμένοι Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 10. 9, 10. 6) ἀντὶ τοῦ δάκρυα προῆγεν, ἐν Εὐρ. Ι. Α. 1550, ὁ Δινδ. διώρθωσε προῆκεν. 7) ἐπὶ φυτῶν, [[παράγω]], καρποὺς, φύλλα, κτλ. Ἀριστ. π. Φυτ. 1, 4, 1, κ. ἀλλ. ΙΙ. κατὰ τὸ φαινόμενον ἀμεταβ., [[κυρίως]] ἐπὶ στρατηγοῦ, ὁδηγῶ (στρατιὰν) ἐμπρός, προχωρῶ, Πολυβ. 2. 65, 1., 3. 35, 1, κτλ.· ἀκολούθως, ἡγοῦμαι τῆς ὁδοῦ, προπορεύομαι, πρόαγε δὴ Πλάτ. Φαῖδρ. 227C· σοῦ προάγοντος ἐγὼ ἐφεσπόμην ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 90Β, Ξεν. Ἀν. 6. 3, 6, κτλ.· ― [[ἐνίοτε]] ἀκολουθεῖ αἰτ., ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ προπορεύομαι, προῆγε πολὺ πάντας Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 6. 1, 6, πρβλ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. β΄, 9. 2) μεταφορ., ὁ προάγων [[λόγος]], ὁ προηγούμενος [[λόγος]], Πλάτ. Νόμ. 719Α· αἱ πρ. γραφαὶ Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 19. 6, 2. 3) προχωρῶ, ἐπὶ πολὺ προάγει τῇ τε βίᾳ καὶ τῇ ὠμότητι Ψήφισμα παρὰ Δημ. 289. 9· ἐκ τῶν ἀσαφεστέρων ἐπὶ τὰ σαφέστερα Ἀριστ. Φυσ. 1. 1, 2, πρβλ. Πολιτικ. 3. 12, 4· πολὺ πρ. ὕβρεως Κλέαρχ. παρ’ Ἀθην. 515F· [[οὕτως]] ὁ Schweigh. προτείνει ἐν Ἡροδ. 9. 92, τὸ [[ἔργον]] προῆγε ἀντὶ προσῆγε· ― ἐπὶ χρόνου, τῆς ἡμέρας ἤδη προαγούσης Πολύβ. 17. 8, 1. 4) [[ὑπερέχω]], [[ἐξέχω]], τινὸς Διοσκ. 1. 91, Ἰώσηπ. κατὰ Ἀπίωνος 2. 15. ― Καθ’ Ἡσύχ. : «προάγεσθαι· ἐπεξεργάζεσθαι» καὶ «προάγομαι· [[προέρχομαι]]» καὶ «προάγομεν· προφέρομεν. προτρέπομεν». ― Ἴδε Κόντου Παρατηρ. εἰς Ἀριστ. Πολιτ. ἐν Ἀθηνᾶς τ. Δ΄, σ. 45.
|lstext='''προάγω''': [ᾰ], μέλλ. -άξω· πρκμ. ἐνεργ. προῆχα Δημ. 346. 24., 772. 5, Παυσ.· ― οἱ ἀόρ. προῆξα, -ηξάμην ἐσχάτως ἀμφίβολοι, ἴδε ἐν λέξ. ἄγω. ― Μέσ., ἴδε κατωτ.: παθ. πρκμ. μετὰ μέσ. σημασ., κατωτ. Ι. 5. Ὁδηγῶ ἐμπρός, εἰς τόπον Ἡρόδ. 3. 148, κτλ.· [[ὡσαύτως]] ὡς τὸ [[προπέμπω]], [[συνοδεύω]], ὁ αὐτ. 8. 132· τοὺς πεζοὺς οὐ πολλὴν ὁδὸν Ξεν. Κυρ. 3. 3, 23. ― Παθητ., ἄγομαι ἐπί τι, βαίνω, προάγεσθαι ἐπὶ συμφορὰς Ἀνδοκ. 20. 42· προήχθη εἰπεῖν Ἀριστ. Φυσ. 2. 2, 8, πρβλ. Μένανδρ. ἐν «Ἐπικλήρῳ» 1. 2) ἄγω, [[φέρω]] εἴς τι, εἰς τὸ φανερόν, εἰς τὸ [[πρόσθεν]], Πλάτ. Νόμ. 960Α, Πολιτικ. 262C· τὴν φύσιν εἰς φῶς Πλάτ. Ἐπιστ. 341D· βουλὴν ἀπόρρητον εἰς φῶς ἡλίου Πλούτ. 2. 552D· οἱ πρ. εἰς φῶς = οἱ γονεῖς, Πολυδ. Γ΄, 8· ― ἐπὶ ἡλικίας, προάγει αὐτὸν ὁ [[χρόνος]] Ξεν. Κύρ. 1. 4, 4. 3) παρακινῶ, [[πείθω]] εἴς τι, δόλῳ πρ. τινὰ Ἡρόδ. 9. 90· ἡ [[χρεία]] προάγει Θουκ. 3. 59· ― τὸ ἀντικείμενον συχν. προστίθεται κατ’ ἀπαρ., πρ. τινὰ κινδυνεύειν [[αὐτόθι]] 45· ἐγὼ προήγαγον ὑμᾶς ἄξια τῶν προγόνων φρονεῖν Δημ. 296. 25· οὐ γὰρ ἔγωγε προαχθείην ἂν εἰπεῖν ὁ αὐτ. 540. 7, πρβλ. 63. 3., 316. 12· ― [[ὡσαύτως]] μετὰ προθ., πρ. θυμὸν ἐς ἀμπλακίην Θέογν. 386· τινὰ ἐς λόγους Πλάτ. Τίμ. 22Α· εἰς φιλοποσίαν, εἰς [[μῖσος]] Ξεν. Ἀπομν. 1. 2, 22, Ἑλλ. 3. 5, 2· εἰς ὀργὴν ἢ φθόνον ἢ ἔλεον Ἀριστ. Ρητορ. 1. 1, 5· εἰς γέλωτα [[αὐτόθι]] 3. 14, 7· εἰς τοῦτο ὀργῆς προήχθησαν [[ὥστε]]... Ἰσοκρ. 397Α· εἰς τοῦτο εὐηθίας καὶ ῥᾳθυμίας [[ὥστε]]... Δημ. 618. 2, κτλ.· τινὰ ἐπ’ ἀρετὴν Ξεν. Ἀπομν. 1. 4, 1· πάντας ἐκ... πολέμων ἐπὶ τὴν ὁμόνοιαν Ἰσοκρ. 111Α· [[πρός]]... κακίας ὑπερβολὴν Δημ. 468. 12· ― [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, εἰς τοῦτό σφεα προηγάγοντο, εἰς τοῦτο τὸ [[σημεῖον]] προήγαγον αὐτά, Ἡρόδ. 7. 50, 2· ἐς γέλωτα προαγαγέσθαι τινὰ ὁ αὐτ. 2. 121, 4· τινὰ εἰς ἔλεον Λυκοῦργ. 152. 12· εἰς ἀνάγκην Δημ. 60. 12· μετ’ ἀπαρεμφ., τοῦτο πολεμίους προάγεται ἁμαρτάνειν Ξεν. Ἱππαρχ. 5, 15, πρβλ. Αἰσχίν. 70. 12, Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 9, 18. 4) [[ἐπεκτείνω]], [[προεκβάλλω]], τὴν αἱμασιὰν Δημ. 1279. 13· [[προάγω]] τὴν πόλιν, [[προάγω]] αὐτὴν εἰς μείζονα ἰσχύν καὶ ἐπίδοσιν, Θουκ. 6. 18· πρ. αὐτὴν (δηλ. τὴν ἀρχὴν) ἐς τόδε ὁ αὐτ. 1. 75, πρβλ. Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 12, 4· λόγοισι προάγει..., ἔργοισι δ’ οὐδὲν κινεῖ Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 139b· οὕτω [[μέχρι]] [[πόρρω]] προήγαγον τὴν ἔχθραν Δημ. 282. 4· πρ. τὰ πράγματα ἐπὶ τὸ βέλτιον ὁ αὐτ. 1447. 2, κτλ.· πρ. τὴν πραγματείαν εἰς τὸ [[πρόσθεν]], [[φέρω]] πρὸς τὰ ἐμπρὸς τὴν σπουδήν, [[φέρω]] εἰς καλὸν [[σημεῖον]], [[προβιβάζω]], ἐνεργῶ [[ὥστε]] νὰ γίνῃ [[ἐπίδοσις]] εἰς..., Ἀριστόξ. ἐν Στοβ. Ἐκκλ. 1. 16· τὰ μαθήματα Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 5, 1· τὰς τέχνας ὁ αὐτ. π. Σοφιστ. Ἐλέγχ. 33, 15, πρβλ. Ποιητ. 4. 14· δόξειε δ’ ἂν παντὸς [[εἶναι]] προαγαγεῖν καὶ διορθῶσαι τὰ [[καλῶς]] ἔχοντα τῇ περιγραφῇ, ὅτι ἐπιβάλλεται εἰς πάντα νὰ προαγάγῃ καὶ νὰ διοθρώσῃ τὰ [[καλῶς]] ἔχοντα διὰ περιγραφῆς, ὁ αὐτ. ἐν Ἠθικ. Νικ. 1. 7, 17. ― Παθ., προάγομαι, Δημ. 426. 7. β) ἐπὶ προσώπων, [[προάγω]], [[προβιβάζω]], Πολύβ. 12. 13, 6, κτλ.· τινὰ εἰς δόξαν, ὑφ’ ἡγεμονίας Πλουτ. Θεμιστ. 7, Γάλβ. 20, κτλ.· ἐπὶ μέγα προαχθῆναι Λουκ. Ἀλέξ. 55. γ) προτιμῶ ἐπὶ ἐκλογῆς (ἴδε ἐν λέξ. [[προηγμένα]], τά). 5) ἐν τῷ παθ. πρκμ. μετὰ μέσ. σημασ., προῆκται παῖδας [[οὕτως]] [[ὥστε]]..., ἔχει ἀναθρέψῃ αὐτοὺς [[οὕτως]] [[ὥστε]] .., Δημ. 1264. 3· ἀλλ’ οὕτω καὶ ἐπὶ παθ. σημασ., ἐπιεικῶς τοῖς ἔθεσι προηγμένοι Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 10. 9, 10. 6) ἀντὶ τοῦ δάκρυα προῆγεν, ἐν Εὐρ. Ι. Α. 1550, ὁ Δινδ. διώρθωσε προῆκεν. 7) ἐπὶ φυτῶν, [[παράγω]], καρποὺς, φύλλα, κτλ. Ἀριστ. π. Φυτ. 1, 4, 1, κ. ἀλλ. ΙΙ. κατὰ τὸ φαινόμενον ἀμεταβ., [[κυρίως]] ἐπὶ στρατηγοῦ, ὁδηγῶ (στρατιὰν) ἐμπρός, προχωρῶ, Πολυβ. 2. 65, 1., 3. 35, 1, κτλ.· ἀκολούθως, ἡγοῦμαι τῆς ὁδοῦ, προπορεύομαι, πρόαγε δὴ Πλάτ. Φαῖδρ. 227C· σοῦ προάγοντος ἐγὼ ἐφεσπόμην ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 90Β, Ξεν. Ἀν. 6. 3, 6, κτλ.· ― [[ἐνίοτε]] ἀκολουθεῖ αἰτ., ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ προπορεύομαι, προῆγε πολὺ πάντας Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 6. 1, 6, πρβλ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. β΄, 9. 2) μεταφορ., ὁ προάγων [[λόγος]], ὁ προηγούμενος [[λόγος]], Πλάτ. Νόμ. 719Α· αἱ πρ. γραφαὶ Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 19. 6, 2. 3) προχωρῶ, ἐπὶ πολὺ προάγει τῇ τε βίᾳ καὶ τῇ ὠμότητι Ψήφισμα παρὰ Δημ. 289. 9· ἐκ τῶν ἀσαφεστέρων ἐπὶ τὰ σαφέστερα Ἀριστ. Φυσ. 1. 1, 2, πρβλ. Πολιτικ. 3. 12, 4· πολὺ πρ. ὕβρεως Κλέαρχ. παρ’ Ἀθην. 515F· [[οὕτως]] ὁ Schweigh. προτείνει ἐν Ἡροδ. 9. 92, τὸ [[ἔργον]] προῆγε ἀντὶ προσῆγε· ― ἐπὶ χρόνου, τῆς ἡμέρας ἤδη προαγούσης Πολύβ. 17. 8, 1. 4) [[ὑπερέχω]], [[ἐξέχω]], τινὸς Διοσκ. 1. 91, Ἰώσηπ. κατὰ Ἀπίωνος 2. 15. ― Καθ’ Ἡσύχ. : «προάγεσθαι· ἐπεξεργάζεσθαι» καὶ «προάγομαι· [[προέρχομαι]]» καὶ «προάγομεν· προφέρομεν. προτρέπομεν». ― Ἴδε Κόντου Παρατηρ. εἰς Ἀριστ. Πολιτ. ἐν Ἀθηνᾶς τ. Δ΄, σ. 45.
}}
}}
{{bailly
{{bailly