τις
ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει → a fox, which, by spreading itself out, wards off the eagle's swoop
English (LSJ)
τι, Indef. Pron.
A any one, any thing, enclitic through all cases (for exceptions v. infr.):—but τίς; τί; Interrog. Pron. who? what?, oxyt. in the monosyll. cases, parox. in the others:—Dialectal forms: Cypr. σις (si se) Inscr.Cypr.135.10 H.; Arc. σις (with <*> for ς) IG5(2).262.25 (Mantinea, v B.C.); Thess. κις ib.9(2).515.12 (Larissa), 1226.4, 1229.27 (Phalanna), pl. κινες ib.517.41 (Larissa), neut. κι in διεκί, ποκκί (qq.v.); neut. pl. Dor. σά, Boeot. τά, Aeol. dat. τίω, τίοισι (v. infr. B). (I.-E. qu̯i-, cf. Lat. quis, quid, etc.; for σά, τά, v. ἄσσα, σά μάν; with τέο (v. infr. B) cf. OSlav. gen. c<*>eso.) A Indef. Pron. τις, τι, gen. Ion. τεο Od.16.305, Hdt.1.58; more freq. τευ Il.2.388, al., Hdt.4.30, al., Meliss.7, etc.; Trag. and Att. του A.Pr.21, Ar.Ach.329, Th.1.70, etc. (sts. fem., S.Aj.290, OT1107 (lyr.), E.Hec.370, etc.); του is rare after 300 B.C., never in LXX or NT, but found in IG12(5).798.17 (Tenos, iii B.C.), PCair.Zen.250.6, 647.23 (iii B.C.), Plb.3.23.3, revived by the Atticists, D.H.8.29, Plu.Fab.20, etc.; τινος Pi.P.2.90, IG12.16.17, 65.41, A.Eu. 5, Ch.102, S.Ant.698, al., Hdt.2.109, al. (Rh.Mus.72.483), etc.; dat. Ion. τεῳ Il.16.227, Od.11.502, Hdt.2.48, 5.86; Trag. and Att. τῳ (also in Hom., Il.1.299, 12.328, Od.13.308, 20.297, al., always in masc.) A.Th.1045, IG12.39.54, D.S.18.45; as fem., A.Th.472, S. OT80, etc.; τινι (Hom. in the form οὔ τινι Il.17.68, Od.14.96) Pi. O.9.26, al., B.17.12, Hdt.1.114 (elsewh. fem., 2.62, 3.69, 83, 4.113), A.Th.1041, S.Aj.443, 495, etc.; acc. τινα Il.1.62, 5.761, etc., neut. τι 2.122, etc.: dual τινε Od.4.26, Pl.Sph.237d, Prm.143c, 149e: pl. τινες (Hom. only in οὔ τινες Od.6.279, 17.587 and οἵτινες (v. ὅστις)); Dor. τινεν SIG527.127 (Drerus, iii B.C.); nom. and acc. neut. τινα (ὅτινα Il.22.450), never in Trag., Ar., Th., or Hdt., f.l. in Isoc.4.74, first in Pl.Chrm.163d, Ep.325a, D.47.63, Hyp.Ath.19, Alex.110, Sotad.Com.1.22, Arist.EN1094a5, IG42(1).121.35 (Epid., iv B.C.), etc.; ἄσσα (q.v.) Od.19.218, never in Trag. or Hdt.; Att. ἄττα first in Th.1.113, 2.100, Ar.Ra.173, al., Pl.R.400a, etc., never in LXX, Plb., D.S., Str., revived by the Atticists, D.H.Comp.3, etc.; gen. Ion. τεων Hdt.2.175, 5.57, τεῶν cj. for γε ῶν in 4.76; τινων not in Hdt., first in Ar.Eq.977 (lyr.); dat. τισι, τισιν, first in Hdt. 9.113, X.Ath.1.18; N.-W. Dor. τινοις GDI1409.5 (Delph., iii B.C.); Ion. τεοισι Hdt.8.113, 9.27 (for τεοις and τεον v. τεός); acc. τινας Il.15.735, Od.11.371 (also in οὕστινας, ὅτινας, v. ὅστις), etc.; neut. τινα (v. supr.):—any one, any thing, some one, some thing; and as Adj. any, some, and serving as the Indef. Art. a, an; θεός νύ τίς ἐστι κοτήεις Il.5.191; καί τις θεὸς ἡγεμόνευεν Od.9.142; οὐδέ τις αὐτὸν ἠείδη δμώων ib.205; ἤ τι ὀϊσάμενος, ἢ . .ib.339; μή τίς μοι ὑποδείσας ἀναδύη ib.377, cf. 405-410; εἴ τινά που μετ' ὄεσσι λάβοι ib. 418, cf. 421, al.; τις θεός construed as if τις θεῶν, 19.40, cf. 11.502, IG12.94.19, E.Hel.1039. II special usages: 1 some one (of many), i.e. many a one, ὧδε δέ τις εἴπεσκεν Il.7.201, etc.: sts. with meiosis, implying all or men, 13.638, Od.3.224; so in Prose, Hdt.5.49 fin., Th.2.37, etc. 2 any one concerned, every one, εὖ μέν τις δόρυ θηξάσθω Il.2.382; ἀλλά τις αὐτὸς ἴτω let every man come himself, 17.254; ἵνα τις στυγέῃσι καὶ ἄλλος 8.515, cf. 16.209, 17.227, al.; so in Trag. and Att., even with the imper., τοῦτό τις . . ἴστω S Aj.417 (lyr.), cf. E.Ba.346, Ar.Av.1187; ἀγορεύω τινὶ ἐμὲ μὴ βασανίζειν Id.Ra.628; τοὺς ξυμμάχους αὐτόν τινα κολάζειν that every man should himself chastise his own allies, Th.1.40, cf. 6.77; ὅ τί τις ἐδύνατο Id.7.75; ἄμεινόν τινος better than any others, D.21.66, cf. 19.35:—this is more fully expressed by adding other pronominal words, τις ἕκαστος Od.9.65, Th.6.31, etc.; πᾶς τις A.Ag. 1205, Hdt.6.80, Th.8.94, etc.; ἅπας τις Hdt.3.113, etc.; οὐδέν τι μᾶλλον Id.4.118. In these senses, τις is freq. combined with pl. words, οἱ κακοὶ . . οὐκ ἴσασι, πρίν τις ἐκβάλῃ, for πρὶν ἐκβάλωσι, S.Aj. 965; οἷς ἂν ἐπίω, ἧσσόν τις πρόσεισι, for ἧσσον προσίασι, Th.4.85; ἐτόλμα τις... ὁρῶντες Id.2.53, cf. 7.75; esp. after εἴ or ἤν τις, X. Mem.1.2.62, al. 3 in reference to a definite person, whom one wishes to avoid naming, οὐκ ἔφασαν ἰέναι, ἐὰν μή τις χρήματα διδῷ (i.e. Cyrus) Id.An.1.4.12, cf. Ar.Ra.552, Theoc.5.122; so also euphem. for something bad, ἤν τι ποιῶμεν Th.2.74; ἂν οὗτός τι πάθῃ D.4.11: hence for the 1st or 2nd pers. Pron., ἅ τιν' οὐ πείσεσθαι ὀΐω Il.1.289, cf. S.Ant.751; ποῖ τις τρέψεται; for ποῖ τρέψομαι; Ar.Th.603, cf. S.Aj.245 (lyr.), 1138, Th.4.59, X.An.3.4.40, 5.7.31, etc. 4 indefinitely, where we say they, French on, sts. with an ironical force, φοβεῖταί τις A.Ch.59 (lyr.); μισεῖ τις ἐκεῖνον D.4.8; as voc., τὸν Πλοῦτον ἔξω τις κάλει call P. out, somebody, Ar.Pl.1196. 5 τις, τι may be opposed, expressly or by implication, to οὐδείς, οὐδέν, and mean somebody, something, by meiosis for some great one, some great thing, ηὔχεις τις εἶναι you boasted that you were somebody, E.El.939; εἰσὶν ὅμως τινὲς οἱ εὐδοκιμοῦντες Arist.Pol.1293b13; τὸ δοκεῖν τιν' εἶναι Men.156; τὸ δοκεῖν τινὲς εἶναι D.21.213; ὡς σὲ μὲν ἐν τῇ πόλει δεῖ τινὰ φαίνεσθαι, τὴν πόλιν δ' ἐν τοῖς Ἕλλησι μηδενὸς ἀξίαν εἶναι Id.10.71; κἠγών τις φαίνομαι ἦμεν after all I too am somebody, Theoc.11.79, cf. Act.Ap.5.36; also in neut., οἴονταί τι εἶναι ὄντες οὐδενὸς ἄξιοι Pl.Ap.41e, cf.Phd.63c, Phdr.243a, Euthd.303c, etc.:— so τι λέγειν to be near the mark, opp. οὐδὲν λέγειν, Id.Prt.339c, R.329e, Phdr.260a, etc.; ἵνα καὶ εἰδῶμεν εἴ τι ὅδε λέγει Id.Cra.407e; οἴεσθέ τι ποιεῖν, οὐδὲν ποιοῦντες Id.Smp.173c. b τις is sts. opp. to another word, ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαί... τέρπεται δὲ καί τις . . Pi.Fr.221; τισὶ τῶν πολιτῶν ἀποροῦσι συνεξέδωκε θυγατέρας... τοὺς δ' ἐλύσατο ἐκ τῶν πολεμίων Lys.19.59; μέρος μέν τι σιδήρου, μέρος δέ τι ὀστράκινον LXX Da.2.33 (more freq. with the Article, v. infr. 10 c); ἔστιν οὖν οὐ πᾶν τὸ ταχύ, ἀλλά τι (sic codd. BT) αὐτοῦ ἀγαστόν Pl.Cra.412c; ἀναγκαῖον ἤτοι πᾶσι τοῖς πολίταις ἀποδίδοσθαι πάσας ταύτας τὰς κρίσεις ἢ τισὶ πάσας . . ἢ τινὰς μὲν αὐτῶν πᾶσι τινὰς δὲ τισίν Arist.Pol.1298a9, cf. 1277a23; τὸ μεῖζον τοῦθ' ὅπερ ἐστὶν ἑτέρου λέγεται· τινὸς γὰρ λέγεται μεῖζον greater than something, Id.Cat.6a38; τὸ πρώτως ὂν καὶ οὐ τὶ ὂν ἀλλ' ὂν ἁπλῶς Id.Metaph.1028a30; πότερον τῷ τυχόντι ἢ τισίν; Id.Pol.1269a26. 6 with pr. names τις commonly signifies one named so-and-so, ἦν δέ τις ἐν Τρώεσσι Δάρης Il.5.9, cf. X.An.3.1.4, etc.; with a sense of contempt, Θερσίτης τις ἦν there was one Thersites, S.Ph.442. b one of the same sort, converting the pr. name into an appellative, ἤ τις Ἀπόλλων ἢ Πάν an Apollo or a Pan, A.Ag.55 (anap.); [πόλιες] ταὶ μέλονται πρός τινος ἢ Διὸς ἢ γλαυκᾶς Ἀθάνας Lyr.in PVat.11v xi7; Σκύλλαν τινά A.Ag.1233, cf.Ar.V.181, Av.512, Ra.912: so also ὥς τις ἥλιος A.Ag.288; ἰσθμόν τιν' Ar. Th.647. 7 with Adjs. τις combines to express the idea of a Subst. used as predicate, ὥς τις θαρσαλέος καὶ ἀναιδής ἐσσι προΐκτης a bold and impudent beggar, Od.17.449, cf. 18.382, 20.140, Il.3.220; ἐγώ τις, ὡς ἔοικε, δυσμαθής a dullard, Pl.R.358a, cf. Prt.340e; φόβου πλέα τις εἶ a coward, A.Pr.696, cf. Th.979(lyr.), Ag.1140 (lyr.); ὡς ταχεῖά τις . . χάρις διαρρεῖ in what swift fashion ( = ταχέως πως), S.Aj.1266, cf. OT618, Hdt.4.198; δεινόν τι ποιεύμενος thinking it a terrible thing, Id.3.155, 5.33. 8 with numerals and Adjs. expressing number, size, or the like, εἷς δέ τις ἀρχὸς ἀνὴρ . . ἔστω some one man, Il.1.144; ἕνα τιν' ἂν καθεῖσεν Ar.Ra.911; δώσει δέ τι ἕν γε φέρεσθαι Od.15.83; τινὰ μίαν νύκτα Th.6.61; προσκαλεσάμενός τινας δύο τῶν ἑκατονταρχῶν Act.Ap.23.23; sts. the τις softens the definiteness of the numeral, ἑπτά τινες some seven, seven or so, Th.7.34; ἐς διακοσίους τινάς Id.3.111, cf. 7.87, 8.21; so without an actual numeral, ἡμέρας τινάς some days, i.e. several, Id.3.52; στρατῷ τινι of a certain amount, considerable, Id.8.3; ἐνιαυτόν τινα a year or so, Id.3.68; so οὐ πολλοί τινες, τινὲς οὐ πολλοί, A.Pers.510, Th. 6.94, etc.; ὀλίγοι τινές or τινὲς ὀλίγοι Id.2.17, 3.7; οὔ τινα πολλὸν χρόνον no very long time, Hdt.5.48; τις στρατιὰ οὐ πολλή Th.6.61; so also ὅσσος τις χρυσός what a store of gold, Od.10.45, cf. Hdt. 1.193, 2.18, etc.; κόσοι τινές Id.7.234; πηλίκαι τινὲς τιμωρίαι Isoc. 20.3; πολλὸς γάρ τις ἔκειτο Il.7.156; ἐκ πολλοῦ τευ χρόνου Hdt. 2.58. 9 with Pronominal words, ἀλλά τί μοι τόδε θυμὸς . . μερμηρίζει something, namely this, Od.20.38, cf. 380; οἷός τις what sort of a man, Il.5.638 (dub. l.), cf. Od.9.348, 20.377, Pl.Prt.313a, etc.; ποῖός τις S.Ant.42, OC1163, Hdt.3.34, X.An.7.6.24, etc.; ὁποῖός τις Id.Cyr.2.2.2, al.; εὐτυχίη τις τοιήδε Hdt.3.139, cf. X.Mem.1.1.1, etc.; τοιοῦτός τις Id.An.5.8.7. 10 with the Article, a when a noun with the Art. is in appos. with τις, as ὅταν δ' ὁ κύριος παρῇ τις when the person in authority, whoever he be, is here, S.OC289; τοὺς αὐτοέντας . . τιμωρεῖν τινας (v.l. τινα) Id.OT107. b in Philosophic writers, τις is added to the Art. to show that the Art. is used to denote a particular individual who is not specified in the general formula, although he would be in the particular case, ὁ τὶς ἄνθρωπος the individual man (whoever he may be), this or that man, opp. ἄνθρωπος (man in general), ὁ τὶς ἵππος, ἡ τὶς γραμματική, Arist.Cat.1b4, 8; τὸ τὶ μέγεθος, opp. ὅλως τὸ μέγεθος, Id.Pol.1283a4, cf. S.E.P.2.223; but in ἑνὸς γὰρ τό γε τὶ φήσεις σημεῖον εἶναι Pl.Sph.237d, the Art. is used as in Il. cc. s.v. ὁ, ἡ, τό B.1.5: later ὅ τις (or ὁ τὶς) much like ὁ δεῖνα, δεῦρο ὅ τις θεός, ὄφθητί μοι in a general formula of invocation, PMag.Par.1.236; αἴρω σε, ἥ τις βοτάνη ib.287; εἰς τήν τινα κρείαν (leg. χρείαν) ib.289. c freq. in opposed clauses, ὁ μέν τις... ὁ δὲ . . E.Med.1141, Hec.624, Pl.Phd.99b, etc.; ὁ μέν τις... ἄλλος δὲ . . E.IT1407; ὁ μὲν... ὁ δέ τις . . X.Cyr.1.4.15: pl., οἱ μέν τινες... οἱ δὲ . . Hdt.1.127, cf. Th.2.91; οἱ μέν τινες... οἱ δὲ... οἱ δέ τινες X.Cyr.3.2.10, etc.; οἱ μὲν... οἱ δέ τινες . .ib.6.1.26, etc.: also combined with other alternative words, ὁ μέν τις... ὁ δέ τις... ἕτερος δέ τις . . Id.Smp.2.6; ὁ μὲν... ἕτερος δέ τις... ὁ δὲ . ., etc., Ar. Pl.162 sq.: also in neut., τὸ μέν τι... τὸ δέ τι . . Pl.Ep.358a; τὸ μέν τι... τὸ δὲ . . Hdt.3.40; in adverb. sense, τὸ μὲν... τὸ δέ τι . .partly... partly . ., Plb.1.73.4; and τι remains unaltered even when the Art. is pl., τὰ μέν τι μαχόμενοι, τὰ δὲ καὶ ἀναπαυόμενοι X.An.4.1.14, cf. HG7.1.46; also τὸ δέ τι . .but in some measure... without τὸ μέν preceding, Th.1.107, cf. 118, 7.48. d later τις is used as in b supr. but without the Art., γράψον . . ὅτι τι καί τι εἴληφας that you have received such and such things, POxy.937.22 (iii A.D.); κληρονόμους καταλείπω τὴν θυγατέρα μού τινα καὶ τὸν σύντροφον αὐτῆς τινα καί τινα ib.1034.2 (ii A.D.); τίς τινι χαίρειν A to B greeting (in a draft letter), ib.509 (ii A.D.). II the neut. τι is used, a collectively, ἦν τι καὶ ἐν ταῖς Συρακούσαις there was a party . ., Th.7.48; so perh. τῶν ἄλλων οὔ πέρ τι πεφυγμένον ἐστ' Ἀφροδίτην, οὔτε θεῶν, οὔτ' ἀνθρώπων no class, h.Ven.34 (but masc. τις in h.Merc. 143). b euphem. for something bad, v. supr. 3. c joined with Verbs, somewhat, in any degree, at all, ἦ ῥά τί μοι κεχολώσεαι Il.5.421; παρεθάρρυνέ τι αὐτούς X.HG6.4.7, etc.: with Adjs. or Adverbs, οὕτω δή τι ἰσχυραί, οὕτω δή τι πολύγονον, etc., Hdt.3.12, 108, cf. 4.52; so also ὀλίγον τι ἧσσον Od.15.365; οὐδέ τι μᾶλλον Hdt.6.123, etc.; ἧσσόν τι Th.3.75, etc.; οὐ πάνυ τι, πολύ τι, σχεδόν τι, v. πάνυ 1.3, πολύς 111.1a, 2a, σχεδόν IV; also in conjunction with οὐδέν, μηδέν, οὐδέν τι πάντως Hdt.6.3; οὐδέν, μηδέν τι μᾶλλον, E.Alc.522, S.Aj.280; μηδέν τι λίαν E.Andr.1234:—also καί τι καὶ . . ὑποψίᾳ in part also from suspicion, Th.1.107; καί πού τι καί Pi.O.1.28. 12 τίς τε freq. in Hom., ὡς ὅτε τίς τε Il.3.33, 4.141, v. τε B. 13 ἤ τις ἢ οὐδείς few or none, next to none, Hdt.3.140, X.Cyr.7.5.45, D.C.47.5, 48.4; ἤ τι ἢ οὐδέν little or nothing, Pl.Ap.17b; ἢ οὐδεὶς ἤ τις D.C.41.62 (s. v.l.). 14 τις is pleonast. in such phrases as οὐδέν τι or μηδέν τι, v. supr. 11c. b repeated in successive clauses, ὅσα λέγει τις ἢ πράσσειτις ἢψέγειν ἔχει S.Ant.689; εἴ τις δύο ἢ καὶ πλέους τις ἡμέρας λογίζεται Id.Tr.944 (where however κἄτι πλείους is prob. cj.), cf. E.Or.1218 (whereas τις is sts. omitted in the first clause, οὔτε φωνὴν οὔτε του μορφὴν βροτῶν A.Pr.21, cf. S.Tr.3): but in E.Andr. 734, ἔστι γάρ τις οὐ πρόσω . . πόλις τις, the repetition is pleonastic, as also in A.Supp.57 sq. (lyr., s. v.l.). 15 τις is sts. omitted, οὐδέ κεν ἔνθα τεόν γε μένος καὶ χεῖρας ὄνοιτο (sc. τις) Il.13.287; ὡς δ' ἐν ὀνείρῳ οὐ δύναται (sc. τις) φεύγοντα διώκειν 22.199, cf. S.OC1226 (lyr.), Leg.Gort.2.2, X.Smp.5.2, Pl.Grg.456d: τις must often be supplied from what goes before, ib.478c, Prt.319d. b sts. also τις is omitted before a gen. case which must depend upon it, as ἢ [τις] τᾶς ἀσώτου Σισυφιδᾶν γενεᾶς S.Aj.189 (lyr.); ἢν γαμῇ ποτ' αὐτὸς ἢ [τις] τῶν ξυγγενῶν Ar.Nu.1128; ἐν τῶν πόλεων IG12.56.14.--Cf. ὅστις, οὔτις, μήτις, ἄλλο τι. III Accentuation and position of τις: 1 accentuation: τις is normally enclitic, but in certain uses is orthotone, i.e. theoretically oxytone (τίς, τινά, τινές, τινῶν, etc., cf. Choerob. in Theod.1.373 H.) and barytone when followed by another word (τὶς or τις, τινὰ, τινὲς, τινῶν, etc.). According to Sch. D.T.p.240 H. its orthotone accent is τίς (not τὶς) , τίνα, τίνες, etc. The orthotone form is used in codd.: a at the beginning of a sentence, τίς ἔνδον . .; is any one within? A.Ch.654 (τὶς cj. Hermann); τί φημι; = λέγω τι; am I saying anything? S.Tr.865, OT1471; <τίς ἦλθε;> ἦλθέ τις has anybody come? Somebody has come, Sch.D.T. l.c.; τὶς κάθηται, τὶς περιπατεῖ, so and so is sitting (walking), S.E.M.8.97; τὶς αἰπόλος καλούμενος Κομάτας Sch.Theoc.7.78; τίς ποτε οἰκοδεσπότης . . ἐκοπία Aesop. in Gloss. iii p.41; or after a pause, πῶς γὰρ ἄν, ἔφην ἐγώ, ὦ βέλτιστε, τὶς ἀποκρίναιτο Pl.R.337e; τι οὖν (τὶς ἂν εἴποι) ταῦτα λέγεις; D.1.14 (v.l.); ἔντοσθεν δὲ γυνά, τι θεῶν δαίδαλμα Theoc.1.32; οὐ γυμνὸν τὸ φίλαμα, τι δ' ὦ ξένε καὶ πλέον ἑξεῖς Mosch.1.5 (v.l. for τὺ). b when τις is opp. to another τις or to some other word, τισὶ μὲν συμφέρει, τισὶ δ' οὐ συμφέρει Arist.Pol.1284b40, cf. Th.2.92, Pl.Cri.49a, D. 9.2; τινὲς μὲν οὖν... ἡμεῖς δὲ . . Sor.1.1; τὸ τὶ μὲν ψεῦδος ἔχον, τὶ δὲ ἀληθές S.E.M.8.127; ἀλλὰ τινὰ μὲν... τινὰ δὲ . . Gem.14.6; ποτὲ μὲν πρὸς πάντα, ποτὲ δὲ πρὸς τινά Sor.1.48: without such opposition, τοῦτ' εἰς ἀνίαν τοὔπος ἔρχεται τινί for a certain person, S.Aj.1138. Codd. are not consistent; in signf.11.5a, 10c, 13 they make it enclitic; in signf. 11.5b sts. enclitic, sts. orthotone (v. supr.); sts. enclitic and orthotone in the same sentence, πάντα δὲ τὰ γιγνόμενα ὑπό τέ τινος γίγνεται καὶ ἔκ τινος καὶ τί Arist.Metaph.1032a14, cf. Pl.Chrm.165c. 2 position: a τις is rarely first word in the sentence, and rarely follows a pause (v. supr. 111.1a, b); it may stand second word, ἔσκε τις ἐνθάδε μάντις ἀνήρ Od.9.508, cf. Il.8.515, 23.331; but in general its position is not far before or after the word to which it belongs in sense, ἀλλ' ἄγε δή τινα μάντιν ἐρείομεν 1.62; φυλακὴ δέ τις ἔμπεδος ἔστω 8.521. b in Ion. Prose it sts. stands between its genitive and the Article of that genitive, τῶν τις Περσέων Hdt.1.85; τῶν τις ἱρέων Id.2.38; τῶν τινες Φοινίκων Id.8.90; ἐς τῶν τι ἄλλο στομάτων τοῦ Νείλου Id.2.179; so also in late Prose, Ath.3.108d, Eust.1402.18, 1659.27, 1676.1. c it stands between the Art. and Subst. in signf.11.10b. d τίς τι is the correct order, not τί τις, IG12.110.46, Th.7.10, X.An.4.1.14 (codd. dett.), D.22.22, etc. e whereas in Att. the order ἐάν τις is compulsory, in Dor. the usual order is αἴ τίς κα, Leg.Gort.9.43, al., Tab.Heracl.1.105, al. (but αἴ κά τις Epich.35, 159; αἰ δέ κα μή τις Leg.Gort.5.13): later Dor. εἴ τί κα GDI2101.3, al.; καἴ τι ἂν( = καὶ εἴ τι ἂν) IG5(1).1390.50 (Andania, i B.C., v. infr. B.11.1b):—this Dor. order influenced the Koine, as in the rare εἴ τις ἂν Plu.TG15.
Greek (Liddell-Scott)
τις: δάκρη Πίνδ. Ἀποσπ. 87, Ἀν. Ὀξ. 1. 121· ― δάκρυον, ὅπως καὶ παρ’ ἡμῖν, Ἰλ. Β. 266, Ὀδ. Δ. 114, Αἰσχύλ. Πρ. 638, κλπ. ΙΙ. ὡς τὸ δάκρυον 2· δ. πεύκινον Εὐρ. Μήδ. 1200. (Ἴσως ἐκ τῆς √ΔΑΚ (πρβλ. δάκνω), ἕνεκα τῆς ἐρεθιστικῆς φύσεως τῶν δακρύων· πρβλ. Λατ. lacruma (ἴδε Δ δ ΙΙ, 6, πρβλ. Fest. σ. 68)· Γοτθ. tagr· Παλαιο-Σκανδ. t ár· Ἀγγλο-Σαξ. tear· Παλαιο-Γερμ. zahar (z ãhre).)
French (Bailly abrégé)
τις, τι;
gén. τινός, etc., jamais accentué sur le ι;
duel τινέ, τινοῖν;
I. adj. et pron. indéf. enclit. un quelconque, un certain, quelqu’un, quelque :
1 quelqu’un, qui que ce soit, l’un et l’autre, celui-ci et celui-là en gén. : ὧδε δέ τις εἴπεσκεν IL et ils parlaient l’un ou l’autre ainsi ; τὶς ἄλλος IL quelque autre;
2 particul. toute personne parmi celles dont on parle, chacun : εὖ μέν τις δόρυ θηξάσθω IL que chacun aiguise bien son fer de lance ; ἔνθα τις ἄλκιμον ἦτορ ἔχων Τρώεσσι μαχέσθω IL qu’alors chacun ayant un cœur courageux lutte contre les Troyens ; ὅ τι τις ἐδύνατο THC ce que chacun pouvait dans la mesure de ses forces;
3 en parl. d’une pers. déterminée qu’on ne veut pas nommer;
4 quelqu’un, quelque chose, càd quelqu’un ou quelque chose d’important : οἴονταί τι εἶναι ὄντες οὐδενὸς ἄξιοι PLAT n’ayant aucune valeur, ils croient être quelque chose;
5 au plur. τινες quelques, plusieurs : ἡμέρας τινάς THC quelques jours ; τῶν Ἑλλήνων τινές XÉN quelques-uns des Grecs;
6 quelqu’un, p. opp. à d’autres : τινὲς μὲν… τινὲς δέ ARSTT les uns…, les autres ; ὁ μέν τις… ὁ δέ, ὁ μὲν… ὁ δέ τις l’un…, l’autre ; οἱ μέν τινες… οἱ δέ les uns…, les autres ; οἱ μὲν…, οἱ δέ τινες XÉN les uns…, les autres ; adv. τὸ μέν τι…, τὸ δέ HDT en partie…, en partie ; soit… soit;
7 joint à un n. de nombre ou autre mot exprimant une idée de quantité pour marquer une restriction τρεῖς τινες THC qch comme trois, peut-être trois ; ou comme opposition ὀλίγοι τινές, τινὲς ὀλίγοι quelques-uns en petit nombre ; avec le sing. ἕκαστός τις, τὶς ἕκαστος chacun ; πᾶς τις chacun, tous ; οὐδείς τις HDT pas un seul ; avec idée de temps οὔ τινα πολλὸν χρόνον HDT pendant un temps qui n’était pas tellement long ; ἐνιαυτόν τινα THC environ un an ; avec idée d’espace πολλὸς γάρ τις ἔκειτο παρήορος ἔνθα καὶ ἔνθα IL il était couché étendu tout au long sur un grand espace;
II. neutre adv. • τι d’une certaine façon, dans une certaine mesure, en quelque manière.
Étymologie: cf. lat. (si) quis.
English (Slater)
τῐς (τις, τινός, τινί, τιν(α), τινές; τι, τινί, τι.) <span class=mstonen>A subs.
1 anyone, anything
a εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεταί τι λαθέμεν (τι supp. byz., om. codd.: κε Turyn.: λελαθέμεν Mommsen) (O. 1.64) τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι; (O. 1.82) τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; (P. 8.95) συγγενεῖ δέ τις εὐδοξίᾳ μέγα βρίθει (N. 3.40) ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται (N. 3.71) ἐπεὶ ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν (N. 4.32) μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ (N. 7.68) ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν (N. 8.19) ἐμπείρων δέ τις ταρβεῖ fr. 110.
b c. neg. σύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν (O. 12.7) πόθον ἔνδαιεν Ἥρα ναὸς Ἀργοῦς μή τινα λειπόμενον μένειν (P. 4.185) μήτ' ὦν τινι πῆμα πορών (P. 4.297) πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν (P. 5.54) οὔτε τι μεμπτὸν οὔτ' ὦν μεταλλακτόν (sc. τῶν ἐπὶ ταῖς τραπέζαις) fr. 220. 1.
c c. gen. ἐμοὶ δ' ἄπορα γαστρίμαργον μακάρων τιν εἰπεῖν (O. 1.52) add. neg., (O. 12.7), (P. 1.49), (P. 3.103), fr. 109.
2 someone, something
a τὰ δ' ἀλιτρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις (O. 2.59) ἄπονον δ' ἔλαβον χάρμα παῦροί τινες (O. 10.22) ἔπορε μόχθῳ βραχύ τι τερπνόν (O. 10.93) σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν (P. 1.52) ἄγει δὲ χάρις φίλων ποί τινος ἀντὶ ἔργων ὀπιζομένα (codd.: ποίνιμος coni. Spiegel) (P. 2.17) [τινες ἑλκόμενοι (coni. Sheppard: τινος codd.) (P. 2.90) ] ἤ τινα Λατοίδα κεκλημένον ἢ πατέρος (P. 3.67) ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν (P. 8.88) τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (P. 9.89) ἐμὲ δ' οὖν τις ἀοιδᾶν δίψαν ἀκειόμενον πράσσει χρέος (P. 9.103) ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει τὸ δ οὔπω (P. 12.31) ποτίφορον δὲ κόσμον ἔλαχες γλυκύ τι γαρυέμεν (N. 3.32) ἐπεὶ ψεύδεσί οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι (N. 7.23) τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴπῃ τι (I. 4.41) γλυκύ τι δαμωσόμεθα καὶ μετὰ πόνον (I. 8.8) ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις (Pae. 2.66) ἐλαύνεις τι νεώτερον ἢ πάρος; (Pae. 9.6) μνάσει δὲ καί τινα ναίο[ν]θ' ἑκὰς ἡρωίδος θεαρίας (may refer to a particular person or generally to absentees, Lobel) Πα. 1. 3. γλυκύ τι κλεπτόμενον μέλημα Κύπριδος fr. 217. c. impv., μακρά μοι αὐτόθεν ἅλμαθ' ὑποσκάπτοι τις (N. 5.20) ἐγκιρνάτω τίς μιν (N. 9.50) μαρνάσθω τις (I. 5.54) Κλεάνδρῳ τις ἁλικίᾳ τε λύτρον εὔδοξον, ὦ νέοι, καμάτων ἀνεγειρέτω κῶμον (I. 8.1) cf. fr. 109, (I. 8.66), (Pae. 1.2)
b c. gen. ἔννεπε κρυφᾷ τις αὐτίκα φθονερῶν γειτόνων (O. 1.47) εἰ δέ τις ἤδη λέγει ἕτερόν τιν' ἀν Ἑλλάδα τῶν πάροιθε γενέσθαι ὑπέρτερον (P. 2.60) ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε (P. 4.86) καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῳν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (v. Radt, Mnem., 1966, 169) (N. 1.64) ποντίαν χρυσαλακάτων τινὰ Νηρείδων πράξειν ἄκοιτιν (N. 5.36) ἐχρῆν δέ τιν' ἔνδον ἄλσει παλαιτάτῳ Αἰακιδᾶν κρεόντων τὸ λοιπὸν ἔμμεναι (N. 7.44) ἁλίκων τῶ τις ἁβρὸν ἀμφὶ παγκρατίου Κλεάνδρῳ πλεκέτω μυρσίνας στέφανον (I. 8.66) πλέον τι λαχών (sc. Ζεύς) fr. 35a. τῶ[ν . . Λο]κρῶν τις fr. 140b. 4.
3
a εἴ τις, cf. B. c, C. a. εἰ δέ μιν ἔχων τις οἶδεν τὸ μέλλον (O. 2.56) ὑγίεντα δ' εἴ τις ὄλβον ἄρδει (O. 5.23) πολλοὶ δὲ μέμνανται, καλὸν εἴ τι ποναθῇ (O. 6.11) φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται (O. 7.1) παραπειρῶνται Διὸς ἀργικεραύνου, εἴ τιν' ἔχει λόγον ἀνθρώπων πέρι (O. 8.4) εἰ δὲ σὺν πόνῳ τις εὖ πράσσοι (O. 11.4) ἄνεται πάντα βροτοῖς, εἰ σοφός, εἰ καλός, εἴ τις ἀγλαὸς ἀνήρ (O. 14.7) εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει, μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν (P. 1.87) εἰ δέ τις ἤδη λέγει (P. 2.58) “μεμάντευμαι δ' ἐπὶ Κασταλίᾳ, εἰ μετάλλατόν τι” (P. 4.164) εἰ γάρ τις ὄζους ἐξερείψειεν (P. 4.263) κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι (P. 8.14) εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται (P. 8.73) εἰ φίλος ἀστῶν, εἴ τις ἀντάεις (P. 9.93) εἴ τις ἄκρον ἑλὼν ὕβριν ἀπέφυγεν (εἴ τις codd.: τίς Homan) (P. 11.55) εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων (N. 7.11) εἰ δέ τις ὄλβον ἔχων μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους (N. 11.13) εἰ δέ τις ἔνδον νέμει πλοῦτον κρυφαῖον (I. 1.67) εἴ τις ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων (I. 2.34) τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴπῃ τι (I. 4.41) τὰ μακρὰ δ' εἴ τις παπταίνει (I. 7.43) εἰ δέ τις ἀρκέων φίλοις, ἐχθροῖσι τραχὺς ὑπαντιάζει (Pae. 2.31) c. gen., λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται, εἴ τιν' ἀνθρώπων, ὁ μέγας πότμος (P. 3.86) εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῳν ἀλαθείας ὁδόν (P. 3.103) εἴ τις ἀνδρῶν κατέχει φρασὶν αἰανῆ κόρον (I. 3.1) εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς (I. 6.10)
b ὁπόταν τις τὺ δ' ὁπόταν τις ἀμείλιχον καρδίᾳ κότον ἐνελάσῃ (P. 8.8)
4
a πᾶς τις γαστρὶ δὲ πᾶς τις ἀμύνων λιμὸν αἰανῆ τέταται (I. 1.49)
b τις, many a one ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει (N. 8.24) c. gen., καὶ ὑψιφρόνων τιν' ἔκαμψε βροτῶν (P. 2.51) [cf. (N. 1.64) ] ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δὲ πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά, τέρπεται δὲ καί τις ἐπ οἶδμ ἅλιον ναὶ θοᾷ διαστείβων (bis) fr. 221.
nbsp; c a man i. e. men “ὄφρα τις τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων ἐπιψαύειν ἔραται” (P. 4.92)
d each σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων, ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον (P. 9.116) τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς ἐρευνασάτω φάος fr. 109. 1. τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι (Mingarelli: ἄν τις τύχῃ codd.) (N. 4.91) —2. <span class=mstonen>B adj.,
a a, any ὅταν τις βροτήσιος ἀνὴρ αὐτὸν ἀνάγῃ (P. 5.2) ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ κατά τιν ἁρμονίαν βλέπειν ἀμφ ἕκαστον ὅσα νέομαι (P. 8.68) κωφὸς ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει (P. 9.87) ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν (N. 8.50) add. neg., πέποιθα δὲ ξένον μή τιν' δαιδαλωσέμεν (O. 1.104) πεῖρας οὔ τι θανάτου (O. 2.31) τεκεῖν μή τιν' πόλιν ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν (O. 2.93) ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον (O. 13.31) ἕτερον οὔ τινα οἶκον ἀπεφάνατο πυγμαχία λτ;πλεόνωνγτ; ταμίαν (N. 6.25) ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις *fr. 104b. 4.*
b some, some sort of Μοῖρ' ἐπί τι καὶ πῆμ ἄγει (O. 2.37) αἰτέων λαοτρόφον τιμάν τιν' ἑᾷ κεφαλᾷ (O. 6.60) δόξαν ἔχω τιν' ἐπὶ γλώσσᾳ λιγυρᾶς ἀκόνας (O. 6.82) ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος (O. 7.45) εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν γαῖαν (O. 7.62) τεθμὸς δέ τις ἀθανάτων (O. 8.25) ἔστιν δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος (O. 8.77) σύν τινι μοιριδίῳ παλάμᾳ (O. 9.25) στάθμας δέ τινος ἑλκόμενοι περισσᾶς (τινες coni. Sheppard) (P. 2.90) “μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόν” (P. 4.155) καί τινα οἶμον ἴσαμι βραχύν (P. 4.247) οὐ θεῶν ἄτερ ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν (P. 5.76) ἤ μέ τις ἄνεμος ἔξω πλόου ἔβαλεν (P. 11.39) σπεῖρέ νυν ἀγλαίαν τινὰ νάσῳ (= ἀγλαίας τι, Radt) (N. 1.13) ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων, τετελεσμένον ἐσλὸν μὴ χαμαὶ σιγᾷ καλύψαι (N. 9.6) παθόντες πού τι φιλόξενον ἔργον (cf. C. b.) (I. 2.24) ἐπειδὴ τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός (I. 8.10) ἀπήμονα εἰς ὄλβον τινὰ τράποιο Θήβαις, ὦ πότνια, πάγκοινον τέρας (Pae. 9.9) πολέμοιο δὲ σᾶμα φέρεις τινός; (Pae. 9.13) ἐκράνθην ὑπὸ δαιμονίῳ τινὶ (δείματι e. g. supp. Wil.) Πα. . 3. ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι fr. 203. 1. εἶπεν ἐν Θήβαισι τοιοῦτόν τι ἔπος (O. 6.16) ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον (P. 2.13) [[[τις]] = quidam, cannot be shown to be a valid meaning in Pindar: it is a possibility in the following places, (O. 6.82), (O. 7.45), (O. 9.25), (P. 2.90), (P. 4.247), (N. 9.6), fr. 203. 1, v. supra.]
c εἴ τις εἰ δὲ δή τιν' ἄνδρα ἐτίμασαν (O. 1.54) εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν (O. 1.64) “Μοῖραι δ' ἀφίσταντ, εἴ τις ἔχθρα πέλει” (P. 4.145) εἰ δὲ τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν (P. 3.63) εἰ δέ τις ὄλβος ἐν ἀνθρώποισιν, ἄνευ καμάτου οὐ φαίνεται (P. 12.28) εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ατληκηκοτας προστύχῃ fr. 42. 5. εἰ καί τι Διωνύσου ἄρουρα φέρει βιόδωρον ἀμαχανίας ἄκος (Pae. 4.25) c. gen., κεἴ μοί τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4, cf. C. a. <span class=mstonen>C adv., τι
a c. εἰ, εἴπερ, in any way εἴ τί τοι Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν (O. 1.18) “φίλια δῶρα Κυπρίας ἄγ' εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς χάριν τέλλεται” (O. 1.75) εἴπερ τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν (P. 1.90) εἴ τι πέραν ἀερθεὶς ἀνέκραγον (N. 7.75) εἰ δὲ γεύεται ἀνδρὸς ἀνήρ τι (N. 7.87)
b c. που, somehow or other καί πού τι καὶ βροτῶν φάτις (O. 1.28) “οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων” (P. 4.87), cf. (I. 2.24)
c qualifying vb., somehow ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι φύσιν ἀθανάτοις (N. 6.4) νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι to some degree (P. 7.18) [τί οἱ (codd. contra metr.: τῷ Mingarelli.) (N. 10.15) ] <span class=mstonen>D fragg. ]ει τις ἄτερθεν[ Πα. 13. b. 13. ]ιν τοία τις εμ[ Πα. 13. c. 1. τί κέ τις εσχ[ Δ. 4. b. 11. ]και τι πατ[ Θρ. 5. b. 5. ἦν γὰρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43).
Greek Monolingual
τι, ΝΜΑ, και κυπρ. τ. και αρκαδ. τ. σις, και θεσσ. τ. αρσ. και θηλ. κις, ουδ. κι, Α
(αόρ. εγκλιτ. αντων.) (στη νεοελλ. μόνο ως λόγιος τ.)
1. κάποιος, ένας («καί τις θεὸς ἡγεμόνευεν», Ομ. Οδ.)
2. κάποιος από πολλούς
3. (με περιοριστική ή περιφρονητική σημ.) ένας οποιοσδήποτε, κάποιος ασήμαντος, κάποιος χωρίς αξία (α. «ανόητος τις νεαρός» β. «ὡς ταχεῑά τις... χάρις διαρρεῑ», Σοφ.)
4. στον πληθ. τινες
μερικοί
νεοελλ.
φρ. α) «μέχρι προ τινος»
(ενν. χρόνου) μέχρι πριν από λίγο καιρό
β) «από τινος»
(ενν. χρόνου) εδώ και λίγο καιρό
γ) «μέχρι τινος» — μέχρι ένα μικρό διάστημα, ώς ένα σημείο
(«μέχρι τινος θα έλθουμε μαζί σας»)
δ) «κατά τι» — εν μέρει, λίγο
ε) «κατιτί» — κάτι το ιδιαίτερο, κάτι το ξεχωριστό («δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά έχει κατιτί που μού αρέσει»)
αρχ.
Ι. ΚΛΙΣΗ: Α. (στον εν.)
1. (ονομ.) σπάν. ιων. και δωρ. τ. τεός
2. γεν. ιων. τ. τεο και τευ, ποιητ. και αττ. τ. του και τινος
3. δοτ. ιων. τ. τεῳ, ποιητ. και αττ. τ. τῳ και τινι, αιολ. τ. τίῳ
4. (αιτ.) αρσ. και θηλ. τινα και σπάν τ. τεός, ουδ. τι- Β. στον πληθ.
1. (ονομ.) αρσ. και θηλ. τίνες, δωρ. τ. τινεν, θεσσ. κινες, ουδ. τινα και ἄσσα, αττ. τ. ἄττα, δωρ. τ. σά, βοιωτ. τ. τά
2. γεν. ιων. τ. τέων και τεῶν και τινων
3. δοτ. τίσι(ν), δωρ. τ. τίνοις, αιολ. τ. τίοισι, ιων. τ. τέοισι
4. (αιτ.) αρσ. και θηλ. τινας, ουδ. τινα- II. ΣΥΝΤΑΞΗ - ΣΗΜΑΣΙΑ: 1. κάθε ενδιαφερόμενος, καθένας που αποβλέπει σε κάτι («ἵνα τις στυγέῃσι καὶ ἄλλος», Ομ. Ιλ.)
2. κανείς («μισεῑ τις ἐκεῑνον», Δημοσθ.)
3. (ως εμφαντικό) α) κάποιος μεγάλος, κάποιος σπουδαίος («τὸ δοκεῑν τιν' εἶναι», Μέν.)
β) αντί του άνδρας («ἦν δὲ τις ἐν Τρώεσσι Δάρης», Ομ. Ιλ.)
4. (με κύρια ον.) κάποιος όμοιος, κάποιος τέτοιος («ἤ τις Ἀπόλλων ἤ Πάν», Αισχύλ.)
5. (με αριθμτ.) α) ένας οποιοσδήποτε, αλλά ένας μόνον («δώσει δὲ τι ἕν γε φέρεσθαι», Ομ. Οδ.)
β) περίπου, κάπου («ἐς διακοσίους τινας», Θουκ.)
6. (με ουσ.) αρκετός («στρατῷ τινι» — με αρκετό στράτευμα, Θουκ.)
7. (με διάφορες αντων.) α) ὅσος τις
πόσο πολύς, πόσο μεγάλη ποσότητα («ὅσσος τις χρυσός τε καὶ ἄργυρος ἀσκῷ ἔνεστιν», Ομ. Οδ.)
β) οἶός τις
τί είδους άνθρωπος
8. (με αρθρ.) α) εκφέρεται ομοιόπτωτα με έναρθρο ουσ. («ὅταν δ' ὁ κύριος παρῇ τις», Σοφ.)
β) (στους φιλοσόφους) ο ορισμένος ή ο τέτοιος (α. «ὁ τὶς ἵππος», Αριστοτ.
β. «ἡ τὶς γραμματική», Αριστοτ.)
γ) σε αντιθετικές προτάσεις («ὁ μὲν τις..., ἄλλος δέ...», Ευρ.)
9. αντί της προσ. αντων. του α' και του β' προσ. («ποῑ τις τρέψεται;», Σοφ.)
10. αντί του ονόματος ενός προσώπου ή πράγματος το οποίο αποφεύγει κανείς να κατονομάσει, κυρίως για ευφημισμό (α «οὐκ ἔφασαν ἰέναι, ἐὰν μή τις χρήματα διδῷ [ενν. ὁ Κῡρος]», Ξεν.
β. «καὶ γὰρ ἄν οὗτός τι πάθῃ, ταχέως ὑμεῑς ἕτερον Φίλιππον ποιήσετε», Δημοσθ.)
11. (το ουδ.) α) (περιλπτ.) ένα μέρος, ένα τμήμα («ἦν τι καὶ ἐν ταῑς Συρακούσαις», Θουκ.)
β) (ως επίρρ.) σε έναν βαθμό, κάπως («παρεθάρρυνέ τι αὐτούς», Ξεν.)
12. φρ. α) «λέγω [ή ποιῶ] τι» — λέω [ή κάνω] κάτι σπουδαίο (Πλάτ.)
β) «καὶ τι» — εν μέρει
γ) «ἤ τι ἤ οὐδέν» — λίγο ή τίποτε, σχεδόν τίποτε (Πλάτ.)
δ) «ἤ τις ἤ οὐδείς» — σχεδόν κανείς (Ηρόδ.)
ε) «τὸ μέν... τὸ δὲ τι...»εν μέρει μεν... εν μέρει δε, κάπως (Θουκ., Πολ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. ερωτ. τίς].
Greek Monotonic
τις: τι, αορ. αντων., οποιοσδήποτε, οτιδήποτε, κλίνεται σε όλες τις πτώσεις· αλλά, τίς;τί; ερωτημ. αντων. ποιος; τί; οξύτονη στην ονομ. ενικ., παροξύτονη στις άλλες πτώσεις.
Α. αόρ. αντων., τις, τι· γεν. τινος, Ιων. τεο, τευ, Αττ. του· δοτ. τινι, Ιων. τεῳ, Αττ. τῳ· αιτ. τινα, τι· δυϊκ. τινε· πληθ. τινες, ουδ. τινα· γεν. τινων, Ιων. τεων· δοτ. τισι, τισιν· αιτ. τινας, ουδ. τινα·
I. οποιοσδήποτε, οτιδήποτε, κάποιος, κάτι· ως επίθ., κάποιος, ένας, χρησιμ. αντί του αορ. άρθρου, ένας, μία, ένα· στην περίπτωση αυτή συμφωνεί προς το ουσιαστικό του, φίλος τις, ένας φίλος, θεός τις, ένας θεός, δηλ. όχι άνθρωπος· με τη σημασία του «κάποιος» μπορεί να συνδυαστεί και με γεν. πληθ., φίλων τις, κάποιος από τους φίλους του, θεῶν τις, κάποιος από τους θεούς.
II. Ειδικές χρήσεις·
1. ένας(από πολλούς), δηλ. οι πολλοί, ὧδε δέ τις εἴπεσκεν, έτσι είπαν οι άνδρες, σε Όμηρ.
2. κάθε ενδιαφερόμενος, καθένας, σε Ομήρ. Ιλ.· τοὺς ξυμμάχους αὐτόν τινα κολάζειν, ότι ο κάθε ένας άντρας πρέπει ο ίδιος να τιμωρεί τους συμμάχους του, σε Θουκ.· ἄμεινόν τινος, καλύτερος από οποιουσδήποτε άλλους, σε Δημ.· αυτό εκφράζεται πληρέστερα με την προσθήκη αντων., τις ἕκαστος, σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.· πᾶς τις, σε Ηρόδ. κ.λπ.· οὐδείς ή μηδείς τις, σε Ευρ., Ξεν.
3. με αναφορά σε κάποιο πρόσωπο το οποίο αποφεύγει κάποιος να ονομάσει, δώσει τις δίκην, κάποιος που ξέρω θα υποφέρει, σε Αριστοφ.· επίσης, κατ' ευφημισμόν για κάποιο άσχημο πράγμα, ἤν τι ποιῶμεν, ἤν τι πάθωμεν, σε Θουκ.
4. αορίστως, όπου οι Γάλλοι χρησιμοποιούν το on και οι Άγγλοι το they, μισεῖ τις ἐκεῖνον, τον μισούν, σε Δημ.
5. τις, τι, χρησιμ. εμφατικά για πρόσωπο ή πράγμα, κάποιος πολύ σημαντικός, κάποιο εξαιρετικό πράγμα, ηὔχεις τις εἶναι, καυχιόσουν ότι ήσουν κάποιος μεγάλος, σε Ευρ.· δοκοῦσι τινὲς εἶναι, σε Δημ.· κἠγών τις φαίνομαι ἦμες, κι εγώ επίσης φαίνομαι ότι είμαι κάποιος, σε Θεόκρ.· ομοίως στο ουδ., οἴονταί τι εἶναι, σε Πλάτ.· ομοίως, λέγειν τι, πλησιάζω στον στόχο· αντίθ. προς το οὐδὲν λέγειν, στον ίδ.
6. εμφατικώς, ο άνθρωπος αντίθ. προς το κτήνος, τις ἢ κύων, σε Αριστοφ.· αντίστροφα, με σημασία περιφρόνησης, Θερσίτης τιςἦν, υπήρχε «ένας» Θερσίτης, σε Σοφ.
7. με κύρια ονόματα το τις σημαίνει κάποιος όμοιος, κάποιος τέτοιος, όπως, ἤ τις Ἀπόλλων ἢ Πάν, κάποιος Απόλλωνας ή Πάνας, σε Αισχύλ.· Ἀφροδίτη τις, σε Ευρ.
8. με επίθ., η αντων. τις λαμβάνει περιοριστική σημασία, ὥς τις θαρσαλέος ἐσσί, κάπως θαρραλέος, δηλ. πολύ θαρραλέος, σε Ομήρ. Οδ.· δυσμαθής τις, τύπος ανθρώπου που δεν μαθαίνει εύκολα, σε Πλάτ.
9. με αριθμητικά, ἑπτά τινες, κάπου επτά, περίπου επτά, σε Θουκ.· ἐς διακοσίους τινάς, στον ίδ.· ομοίως και χωρίς αριθμητικό, ἡμέρας τινάς, μερικές ημέρες, δηλ. αρκετές, στον ίδ.· ἐνιαυτόν τινα, ένα έτος περίπου, στον ίδ.· ομοίως, οὐ πολλοί τινες, τινες οὐ πολλοί, ὀλίγοι τινές, στον ίδ.· ομοίως επίσης, ὅσος τις χρυσός, τέτοιο χρυσάφι, σε Ομήρ. Οδ.
10. με αντων. λέξεις, οἷός τις, τέτοιου είδους άνθρωπος, σε Ομήρ. Ιλ.· ποῖόςκαι ὁποῖός τις, σε Σοφ., Ξεν. κ.λπ.· τις τοιόσδε, σε Ηρόδ.· τοιοῦτός τις, σε Ξεν.· ὅταν δ' ὁ κύριος παρῇ τις, όταν το πρόσωπο που έχει την εξουσία, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός είναι παρών, σε Σοφ.· στις αντιθετικές προτάσεις, ὁμέν τις..., ὁ δέ..., σε Ευρ., Πλάτ. κ.λπ.
11. το ουδ. τι χρησιμοποιείται ως επίρρ., κάπως, σε κάποιο βαθμό, καθόλου, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.
12. ἤ τις ἢ οὐδείς, λίγοι ή κανένας, σχεδόν κανένας, σε Ηρόδ.· ἤ τι ἢ οὐδέν, λίγο ή τίποτα, σε Πλάτ. Β. ερωτημ. αντων. τίς, τί· γεν. τίνος, Ιων. τέο, τεῦ, Αττ. τοῦ· δοτ. τίνι, Ιων. τέῳ· αιτ. τίνα, ουδ. τί· πληθ. τίνες, τίνα· γεν. τίνων, Ιων. τέων· δοτ. τίσι, Ιων. τέοισι, Αττ. τοῖσι· αιτ. τίνας, τίνα·
I. στις ευθείες ερωτήσεις, ποιος; ποια; ουδ. ποιο; τι; Λατ. quis, quae, quid?σε Όμηρ. κ.λπ.· σε σχέση με άλλες ομοιόπτωτες λέξεις, τίς δ' οὗτος ἔρχεται; ποιος είσαι εσύ που έρχεσαι; σε Ομήρ. Ιλ.· τίν'ὄψιν σὴν προσδέρκομαι; τί πρόσωπο είναι αυτό που σε βλέπω να έχεις; σε Ευρ.· τίς ἄν ή κεν, με ευκτ. εκφράζει αμφιβολία, ποιος θα μπορούσε; ποιος θα έκανε; σε Όμηρ.· στις διπλές ερωτήσεις, τί λαβόντα τί δεῖ ποιεῖν; τί έχει παραλάβει κάποιος και τί πρέπει κάποιος να κάνει; σε Δημ.· ομοίως, τίς πόθεν εἶς ἀνδρῶν; ποιος και από πού είσαι; σε Ομήρ. Οδ.
2. τίς μαζί με μόρια· τίς γάρ; Λατ. quisnam; ποιος τάχα; σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· τίς δή; ποιος τότε; σε Θέογν.· τίς δῆτα; σε Σοφ.· τίς ποτε; ποιος άραγε; σε Ξεν. 3. α) το ουδ. τί; ως απλή ερώτηση, όπως και σήμερα, τί; σε Αισχύλ.· επίσης, γιατί; σε Ομήρ. Ιλ. β) τί μοι; τί σοι; τί είναι για εμένα; τί για εσένα; σε Σοφ. κ.λπ.· με γεν., τί μοι ἔριδος; τί σχέση έχω να κάνω με τον καβγά; σε Ομήρ. Ιλ.· τί ἐμοὶ καὶ σοί; τί (κοινό) υπάρχει μεταξύ εμένα και εσένα; τί έχω να κάνω με σένα; σε Καινή Διαθήκη γ) τι μαζί με μόρια· τί γάρ; γιατί όχι; πώς αλλιώς; Λατ. quid enim? quidni?δηλ. βεβαίως, χωρίς αμφιβολία, σε Αισχύλ. κ.λπ.· τί δέ; Λατ. quid vero? σε Πλάτ.· τί δέ, εἰ..., αλλά τί, εάν...; σε Ευρ.· τί δή; τί δήποτε; γιατί άραγε; γιατί λοιπόν; σε Πλάτ.· τί μή; γιατί όχι; Λατ. quidni? σε Τραγ.· τί μήν; δηλ. βεβαίως, μάλιστα, σε Πλάτ. κ.λπ.
II. 1. η αντων. τίς χρησιμ. ενίοτε αντί ὅστις στις πλάγιες ερωτήσεις, ἠρώτα δή ἔπειτα, τίς εἴη καὶ πόθεν ἔλθοι, σε Ομήρ. Οδ.· οὐκ ἔχω τί φῶ, σε Αισχύλ.
2. τίς; τί; με μτχ. που ακολουθ. από ρημ. πρόταση, σχηματίζει μία μόνο πρόταση, ενώ στην αγγλική απαιτούνται δύο προτάσεις, εἴρετο τίνες ἐόντες προαγορεύουσι; ποιοι είναι και τί διακηρύσσουν; σε Ηρόδ.· καταμεμάθηκας τοὺς τί ποιοῦντας τοὔνομα τοῦτ' ἀποκαλοῦσιν; έχεις μάθει τί κάνουν εκείνοι τους οποίους αποκαλούν έτσι; σε Ξεν.
III. τίς; = ποῖος; σε Σοφ.
IV. το τί ποτέ δεν εκθλίβεται· αλλά η χασμωδία επιτρέπεται στους Αττ.· τί οὖν; σε Αριστοφ.· τί ἔστιν; σε Σοφ.· τί εἶπας; στον ίδ.
Middle Liddell
I. Indef. Pron. any one, any thing, some one, some thing; and as adj. any, some, and serving as the Indef. Art. a, an: in the latter case it agrees with its Subst., φίλος τις a friend, θεός τις a god, i. e. not a man; in the former it is followed by gen. pl., φίλων τις one of thy friends, θεῶν τις one of the gods.
II. special usages:
1. some one (of many), i. e. many a one, ὧδε δέ τις εἴπεσκεν so men said, Hom.
2. any one concerned, each one, Il.; τοὺς ξυμμάχους αὐτόν τινα κολάζειν that every man should himself chastise his own allies, Thuc.; ἄμεινόν τινος better than any others, Dem.:—this is more fully expressed by adding other pronominal words, τις ἕκαστος Od., etc.; πᾶς τις Hdt., etc.; οὐδείς or μηδείς τις Eur., Xen.
3. in reference to a person, whom one avoids naming, δώσει τις δίκην some one I know will suffer, Ar.; so euphem. for something bad, ἤν τι ποιῶμεν, ἤν τι πάθωμεν Thuc.
4. indefinitely, where we say they, French on, μισεῖ τις ἐκεῖνον they hate him, Dem.
5. τις, τι, emphat. of a person or thing, some great one, some great thing, ηὔχεις τις εἶναι you boasted that you were somebody, Eur.; δοκοῦσι τινὲς εἶναι Dem.; κἠγών τις φαίνομαι ἦμες I too seem to be somebody, Theocr.; so in neut., οἴονταί τι εἶναι Plat.; so, λέγειν τι to be near the mark, opp. to οὐδὲν λέγειν, Plat.
6. emphat. a man, opp. to a brute, τις ἢ κύων Ar.: reversely, with sense of contempt, Θερσίτης τις ἦν there was one Thersites, Soph.
7. with prop. names τις commonly signifies one of the same sort, as, ἤ τις Ἀπόλλων ἢ Πάν either an Apollo or a Pan, Aesch.; Ἀφροδίτη τις Eur.
8. with Adjs. τις takes a restrictive sense, ὥς τις θαρσαλέος ἐσσι a bold kind of fellow, i. e. very bold, Od.; δυσμαθής τις a dull sort of person, Plat.
9. with numerals, ἑπτά τινες some seven, seven or so, Thuc.; ἐς διακοσίους τινάς Thuc.; so without numeral, ἡμέρας τινάς some days, i. e. several, Thuc.; ἐνιαυτόν τινα a year or so, Thuc.; so, οὐ πολλοί τινες, τινες οὐ πολλοί, ὀλίγοι τινές Thuc.:—so also ὅσος τις χρυσός what a store of gold, Od.
with Pronominal words, οἷός τις what sort of a man, Il.; ποῖός and ὁποῖός τις Soph., Xen., etc.; τις τοιόσδε Hdt.; τοιοῦτός τις Xen.:— ὅταν δ' ὁ κύριος παρῇ τις when the lord, whoever he be, is here, Soph.:—in opposed clauses, ὁ μέν τις . . , ὁ δὲ . . Eur., Plat., etc.
11. the neut. τι is used as adv. somewhat, in any degree, at all, Il., etc.
12. ἤ τις ἢ οὐδείς few or none, next to none, Hdt.; ἤ τι ἢ οὐδέν little or nothing, Plat.