ἀμφί: Difference between revisions

From LSJ

Νέος πεφυκὼς πολλὰ χρηστὰ μάνθανε → Dum floret aetas, disce, quod scitum decet → In jungem Alter lerne viel, was brauchbar ist

Menander, Monostichoi, 373
m (Text replacement - " • Diccionario Micénico: " to "<br /><b class="num">• Diccionario Micénico:</b> ")
m (Text replacement - "τὰς" to "τὰς")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=<b>A.</b> <i>adv.</i> autour : ἀμφὶ δ’ ἑταῖροι εὗδον IL tout autour ses compagnons dormaient ; ἀμφὶ [[περί]] IL tout autour;<br /><b>B.</b> <i>prép. construite avec</i>;<br /><b>I. • GÉN.</b><br /><b>1</b> autour de : ἀμφὶ τῆς πόλιος HDT autour de la ville ; <i>fig.</i> au sujet de : μάχεσθαι ἀμφὶ πίδακος IL combattre au sujet <i>litt.</i> autour d'une source;<br /><b>2</b> [[au milieu de]], [[entre]];<br /><b>II. • DAT.</b> : ἀμφὶ κεφαλῇ IL, ἀμφὶ στῆθεσσι IL autour de la tête, de la poitrine ; <i>fig.</i> au sujet de : ἀμφ’ Ἑλένῃ μάχεσθαι IL combattre à cause d'Hélène ; ἀμφ’ [[ἐμοί]], ἀμφὶ [[σοί]] à cause de moi, de toi;<br /><b>III. • ACC.</b> :<br /><b>1</b> autour de : ἀμφὶ [[δέ]] μιν [[φᾶρος]] βάλον IL elles jetèrent un manteau autour de son cadavre ; οἱ ἀμφὶ Πρίαμον IL Priam et son entourage ; <i>pour désigner une personne seule</i> [[τῶν]] ἀμφὶ τὸν Θαλῆν PLAT Thalès;<br /><b>2</b> en faisant le tour de, en circulant à travers, à travers, par : [[ἀμφί]] [[τε]] [[ἄστυ]] IL par toute la ville ; <i>abs.</i> çà et là;<br /><b>3</b> au sujet de : κλαίειν [[ἀμφί]] τινα IL pleurer sur qqn ; τὰ ἀμφὶ τὴν δίαιταν XÉN les arrangements domestiques ; [[εἶναι]] ἀμφὶ τὰ [[ἱερά]] XÉN être occupé au sacrifice;<br /><b>4</b> aux environs de ; <i>avec idée de temps</i> ἀμφὶ τὸν χειμῶνα XÉN aux approches de l'hiver ; ἀμφὶ τοῦτον τὸν χρόνον XÉN vers ce temps ; <i>avec idée de nombre</i> ἀμφὶ [[τὰς]] [[δώδεκα]] μυριάδας XÉN environ 120 000 hommes ; ἀμφὶ τὰ [[πέντε]] καὶ [[τριάκοντα]] ἔτη XÉN vers les trente-cinq ans;<br /><b>IV.</b> <i>joint à</i> [[περί]] : ἀμφὶ περὶ στήθεσσι OD tout autour de la poitrine ; ἀμφὶ περὶ κρήνην IL tout autour de la source.<br />'''Étymologie:''' R. Ἀμφ entourer.
|btext=<b>A.</b> <i>adv.</i> autour : ἀμφὶ δ’ ἑταῖροι εὗδον IL tout autour ses compagnons dormaient ; ἀμφὶ [[περί]] IL tout autour;<br /><b>B.</b> <i>prép. construite avec</i>;<br /><b>I. • GÉN.</b><br /><b>1</b> autour de : ἀμφὶ τῆς πόλιος HDT autour de la ville ; <i>fig.</i> au sujet de : μάχεσθαι ἀμφὶ πίδακος IL combattre au sujet <i>litt.</i> autour d'une source;<br /><b>2</b> [[au milieu de]], [[entre]];<br /><b>II. • DAT.</b> : ἀμφὶ κεφαλῇ IL, ἀμφὶ στῆθεσσι IL autour de la tête, de la poitrine ; <i>fig.</i> au sujet de : ἀμφ’ Ἑλένῃ μάχεσθαι IL combattre à cause d'Hélène ; ἀμφ’ [[ἐμοί]], ἀμφὶ [[σοί]] à cause de moi, de toi;<br /><b>III. • ACC.</b> :<br /><b>1</b> autour de : ἀμφὶ [[δέ]] μιν [[φᾶρος]] βάλον IL elles jetèrent un manteau autour de son cadavre ; οἱ ἀμφὶ Πρίαμον IL Priam et son entourage ; <i>pour désigner une personne seule</i> [[τῶν]] ἀμφὶ τὸν Θαλῆν PLAT Thalès;<br /><b>2</b> en faisant le tour de, en circulant à travers, à travers, par : [[ἀμφί]] [[τε]] [[ἄστυ]] IL par toute la ville ; <i>abs.</i> çà et là;<br /><b>3</b> au sujet de : κλαίειν [[ἀμφί]] τινα IL pleurer sur qqn ; τὰ ἀμφὶ τὴν δίαιταν XÉN les arrangements domestiques ; [[εἶναι]] ἀμφὶ τὰ [[ἱερά]] XÉN être occupé au sacrifice;<br /><b>4</b> aux environs de ; <i>avec idée de temps</i> ἀμφὶ τὸν χειμῶνα XÉN aux approches de l'hiver ; ἀμφὶ τοῦτον τὸν χρόνον XÉN vers ce temps ; <i>avec idée de nombre</i> ἀμφὶ τὰς [[δώδεκα]] μυριάδας XÉN environ 120 000 hommes ; ἀμφὶ τὰ [[πέντε]] καὶ [[τριάκοντα]] ἔτη XÉN vers les trente-cinq ans;<br /><b>IV.</b> <i>joint à</i> [[περί]] : ἀμφὶ περὶ στήθεσσι OD tout autour de la poitrine ; ἀμφὶ περὶ κρήνην IL tout autour de la source.<br />'''Étymologie:''' R. Ἀμφ entourer.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 35: Line 35:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφί:''' πρόθ. με γεν., δοτ. και αιτ.· ριζική [[σημασία]], και στις [[δύο]] πλευρές (πρβλ. [[ἄμφω]], Λατ. [[ambo]]), ενώ η [[περί]] [[κυρίως]] σημαίνει [[τριγύρω]].<br /><b class="num">Α.</b> με ΓΕΝ.:<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[αιτία]], σχετικά με, για, εξαιτίας κάποιου πράγματος, <i>ἀμφὶ γυναικός</i>, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> σχετικά με, δηλ. αναφορικά ή εξαιτίας ενός ζητήματος, <i>ἀμφὶ φιλότητος ἀείδειν</i>, [[τραγουδώ]] σχετικά ή εξαιτίας της αγάπης, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για [[τόπο]], γύρω, [[τριγύρω]], <i>ἀμφὶ τῆς πόλιος</i>, σε Ηρόδ. <b>Β.</b> με ΔΟΤ.:<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[τόπο]]· και στις [[δύο]] μεριές, [[ολόγυρα]], <i>ἀμφὶ ὤμοις</i>, <i>στήθεσσι</i>, σε Όμηρ.· ομοίως, <i>ἀμφὶ περὶ στήθεσσι</i>, σε Ομήρ. Οδ.· [[έπειτα]] όπως ακριβώς το [[περί]], [[ολόγυρα]], [[τριγύρω]], [[κρέα]] ἀμφὶ ὀβελοῖς ἔπειραν, διαπέρασαν το [[κρέας]] [[ολόγυρα]], δηλ. από πάνω στις σούβλες, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, κοντά, γύρω, σε, <i>ἀμφὶπύλῃσι</i>, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II. 1.</b> σχετικά, [[συναφώς]], [[ἔρις]] ἀμφὶ μουσικῇ, σε Ηρόδ.· [[χάριν]], εξαιτίας, <i>ἀμφ' Ἑλένῃ μάχεσθαι</i>, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το Λατ. [[prae]], <i>ἀμφὶ τάρβει</i>, <i>ἀμφὶ φόβῳ</i>, [[prae]] pavore, φόβου [[ένεκα]], σε Αισχύλ., Ευρ. <b>Γ.</b> με ΑΙΤ.:<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[τόπο]]· [[περίγυρα]], [[ολόγυρα]], [[κυρίως]] με τη [[σημασία]] της κίνησης, [[ἀμφί]] μιν [[φᾶρος]] βάλον, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> [[παρά]], κοντά, <i>ἀμφὶ ῥέεθρα</i>, [[κάπου]] γύρω στις όχθες, στο ίδ.<br /><b class="num">3.</b> λέγεται για πρόσωπα που βρίσκονται γύρω από κάποιον, <i>οἱ ἀμφὶ Πρίαμον</i>, ο [[Πρίαμος]] και η [[ακολουθία]] του, στο ίδ.· <i>οἱ ἀμφὶ Ξέρξεα</i> δηλ. ο [[στρατός]] του, σε Ηρόδ.· στην Αττ., <i>οἱ ἀμφὶ Πρωταγόραν</i>, η [[σχολή]] του Πρωταγόρα ή ο [[ίδιος]] ο [[Πρωταγόρας]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">4.</b> κλαίειν [[ἀμφί]] τινα, [[κλαίω]], [[θρηνώ]] σχετικά ή για κάποιον, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">5.</b> [[εἶναι]], διατρίβειν [[ἀμφί]] τι, είμαι απασχολημένος με αυτό, σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> ως [[ασαφής]] [[δήλωση]] χρόνου, [[περίπου]], σε Πίνδ.· ἀμφὶΠλειάδων [[δύσιν]], σε Αισχύλ.· ομοίως για αριθμό, Λατ. [[circiter]], ἀμφὶ [[τὰς]] [[δώδεκα]] μυριάδας, γύρω, [[περίπου]] στους εκατόν είδοσι χιλιάδες, σε Ξεν. <b>Δ.</b> ΧΩΡΙΣ ΠΤΩΣΗ:<br /><b class="num">1.</b> ως επίρρ., και στις [[δύο]] μεριές, [[εκατέρωθεν]].<br /><b class="num">2.</b> [[ἀμφίς]] Α II, ξεχωριστά, [[εκτός]], σε Ομηρ. Ύμν. <b>Ε.</b> ΣΤΑ ΣΥΝΘ.:<br /><b class="num">I. 1.</b> αμφίπλευρως, όπως στο [[ἀμφίστομος]] = [[δίστομος]].<br /><b class="num">2.</b> [[ολόγυρα]], σε όλες τις πλευρές, όπως [[ἀμφιλαμβάνω]], [[ἀμφιλαφής]].<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για [[αιτία]]· εξαιτίας, [[χάριν]], [[ένεκα]], όπως στο [[ἀμφιμάχομαι]].
|lsmtext='''ἀμφί:''' πρόθ. με γεν., δοτ. και αιτ.· ριζική [[σημασία]], και στις [[δύο]] πλευρές (πρβλ. [[ἄμφω]], Λατ. [[ambo]]), ενώ η [[περί]] [[κυρίως]] σημαίνει [[τριγύρω]].<br /><b class="num">Α.</b> με ΓΕΝ.:<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[αιτία]], σχετικά με, για, εξαιτίας κάποιου πράγματος, <i>ἀμφὶ γυναικός</i>, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> σχετικά με, δηλ. αναφορικά ή εξαιτίας ενός ζητήματος, <i>ἀμφὶ φιλότητος ἀείδειν</i>, [[τραγουδώ]] σχετικά ή εξαιτίας της αγάπης, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για [[τόπο]], γύρω, [[τριγύρω]], <i>ἀμφὶ τῆς πόλιος</i>, σε Ηρόδ. <b>Β.</b> με ΔΟΤ.:<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[τόπο]]· και στις [[δύο]] μεριές, [[ολόγυρα]], <i>ἀμφὶ ὤμοις</i>, <i>στήθεσσι</i>, σε Όμηρ.· ομοίως, <i>ἀμφὶ περὶ στήθεσσι</i>, σε Ομήρ. Οδ.· [[έπειτα]] όπως ακριβώς το [[περί]], [[ολόγυρα]], [[τριγύρω]], [[κρέα]] ἀμφὶ ὀβελοῖς ἔπειραν, διαπέρασαν το [[κρέας]] [[ολόγυρα]], δηλ. από πάνω στις σούβλες, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, κοντά, γύρω, σε, <i>ἀμφὶπύλῃσι</i>, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II. 1.</b> σχετικά, [[συναφώς]], [[ἔρις]] ἀμφὶ μουσικῇ, σε Ηρόδ.· [[χάριν]], εξαιτίας, <i>ἀμφ' Ἑλένῃ μάχεσθαι</i>, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το Λατ. [[prae]], <i>ἀμφὶ τάρβει</i>, <i>ἀμφὶ φόβῳ</i>, [[prae]] pavore, φόβου [[ένεκα]], σε Αισχύλ., Ευρ. <b>Γ.</b> με ΑΙΤ.:<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[τόπο]]· [[περίγυρα]], [[ολόγυρα]], [[κυρίως]] με τη [[σημασία]] της κίνησης, [[ἀμφί]] μιν [[φᾶρος]] βάλον, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> [[παρά]], κοντά, <i>ἀμφὶ ῥέεθρα</i>, [[κάπου]] γύρω στις όχθες, στο ίδ.<br /><b class="num">3.</b> λέγεται για πρόσωπα που βρίσκονται γύρω από κάποιον, <i>οἱ ἀμφὶ Πρίαμον</i>, ο [[Πρίαμος]] και η [[ακολουθία]] του, στο ίδ.· <i>οἱ ἀμφὶ Ξέρξεα</i> δηλ. ο [[στρατός]] του, σε Ηρόδ.· στην Αττ., <i>οἱ ἀμφὶ Πρωταγόραν</i>, η [[σχολή]] του Πρωταγόρα ή ο [[ίδιος]] ο [[Πρωταγόρας]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">4.</b> κλαίειν [[ἀμφί]] τινα, [[κλαίω]], [[θρηνώ]] σχετικά ή για κάποιον, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">5.</b> [[εἶναι]], διατρίβειν [[ἀμφί]] τι, είμαι απασχολημένος με αυτό, σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> ως [[ασαφής]] [[δήλωση]] χρόνου, [[περίπου]], σε Πίνδ.· ἀμφὶΠλειάδων [[δύσιν]], σε Αισχύλ.· ομοίως για αριθμό, Λατ. [[circiter]], ἀμφὶ τὰς [[δώδεκα]] μυριάδας, γύρω, [[περίπου]] στους εκατόν είδοσι χιλιάδες, σε Ξεν. <b>Δ.</b> ΧΩΡΙΣ ΠΤΩΣΗ:<br /><b class="num">1.</b> ως επίρρ., και στις [[δύο]] μεριές, [[εκατέρωθεν]].<br /><b class="num">2.</b> [[ἀμφίς]] Α II, ξεχωριστά, [[εκτός]], σε Ομηρ. Ύμν. <b>Ε.</b> ΣΤΑ ΣΥΝΘ.:<br /><b class="num">I. 1.</b> αμφίπλευρως, όπως στο [[ἀμφίστομος]] = [[δίστομος]].<br /><b class="num">2.</b> [[ολόγυρα]], σε όλες τις πλευρές, όπως [[ἀμφιλαμβάνω]], [[ἀμφιλαφής]].<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για [[αιτία]]· εξαιτίας, [[χάριν]], [[ένεκα]], όπως στο [[ἀμφιμάχομαι]].
}}
}}
{{etym
{{etym

Revision as of 12:50, 6 December 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφί Medium diacritics: ἀμφί Low diacritics: αμφί Capitals: ΑΜΦΙ
Transliteration A: amphí Transliteration B: amphi Transliteration C: amfi Beta Code: a)mfi/

English (LSJ)

Prep. with genitive, dat., acc.: (cf. Skt. A abhitas 'on both sides', Lat. ambi-):—radic. sense, on both sides; chiefly Poet. and Ion. Prose, replaced by περί in later Gk. A C. GEN. (Poet., Hdt., X.): I causal, about, for the sake of, ἀμφὶ πίδακος μάχεσθαι fight for the possession of a spring, Il.16.285; ἀμφὶ γυναικός Pi.P.9.105, A.Ag.62; ἀμφὶ λέκτρων E.Andr.123: like πρός, in entreaties, πρὸς Ζηνός . . Φοίβου τ' ἀ. for Phoebus' sake, A.R.2.216. 2 about, concerning, once in Hom., ἀμφ' Ἄρεος φιλότητος ἀείδειν sing of love, Od.8.267; ἀμφὶ τιμῆς h.Merc.172 (cf. c. 4); once in Hdt., ἀμφὶ κρίσιος (as v.l. for κρίσι) μνηστήρων τοσαῦτα ἐγένετο 6.131; more freq. in poets, ἀμφὶ δαιμόνων Pi.O.1.35, cf. A.Th.1017, E.Supp.642, etc.; prob. l. in S.Ph.554. II of place, about, around, post-Hom., ἀμφὶ ταύτης τῆς πόλιος Hdt.8.104; τὸν ἀμφὶ Λίμνας τρόχον E.Hipp.1133. B C. DAT. (Poet., Ion. and later Prose): I of place, on both sides of, ἀμφ' ὀχέεσσι Il.5.723; ἀμφὶ κεφαλῇ, ὤμοισιν, στήθεσσι, ποσσί, about the head, etc., ib.24.163, 3.328, Od.16.174, Il.13.36; ἄ. δέρᾳ Sapph.Supp.23.16; ἀμφί οἱ around him, Il.12.396; μοι ἀμφ' αὐτῷ around me, 9.470; like wise ἀμφὶ περὶ στήθεσσι Od.11.609:—all round, κρέα ἀμφ' ὀβελοῖσι μεμύκει round, i.e. upon, spits, ib.12.395; πεπαρμένη ἀμφ' ὀνύχεσσι Hes.Op.250. 2 more generally, at, by, ἀμφὶ πύλῃσι μάχεσθαι at the gates, Il.12.175; ἀμφὶ [κόρυθι] διατρυφέν smashed on the helmet, 3.362; ἀμφὶ πυρί on the fire, 18.344; ἀμφ' ἐμοί clinging to me, Od.11.423; especially of falling over one, Il.4.493; of a guardian, over, φύλακα ἀμφὶ σοι λείψω S.Aj.562; ἀμφὶ γούνασι πίπτειν E.Alc.947. II of time, ἁλίῳ ἀμφὶ ἑνί in compass of one day, Pi. O.13.37. III generally, of connection or association, without distinct notion of place, ἀμφὶ νεκροῖσιν as concerning the dead, Il.7.408; freq. in Pi., ὅσσα δ' ἀμφ' ἀέθλοις as far as concerns games, N.2.17; ἐπ' ἔργοισιν ἀμφὶ τε βουλαῖς in deeds and counsels, Id.P.5.119; in virtue of, ἀμφὶ σοφίᾳ 1.12; ἐμᾷ ἀμφὶ μαχανᾷ 8.34; ἀμφ' ἀρετᾷ 1.80, cf. O.8.42; σέο ἀμφὶ τρόπῳ N.1.29; ἀμφὶ ἰατορίᾳ in respect of healing, B.1.39. IV causal, about, for the sake of, ἀμφ' Ἑλένῃ μάχεσθαι Il.3.70; ἀμφὶ γυναικὶ ἄλγεα πάσχειν ib.157, cf. Luc.D Deor.20.14; ἀμφὶ τοῖσδε καλχαίνων τέκνοις E.Heracl.40, cf. Rh.457 (lyr.); ἀμφὶ δώλῳ μωλίειν Leg.Gort.1.17; concerning, Od.1.48; εἰπὼν ἀμφ' Ὀδυσῆϊ 14.364; ἀρνεύμενον ἀμφὶ βόεσσι h.Merc.390; ἀμφὶ Τειρεσίαο βουλαῖς Pi.I.7(6).8; ἕξετ' ἀμφ' ἐμοὶ τροφήν S.OC1614, cf. El.1144; ἔρις ἀμφὶ μουσικῇ Hdt. 6.129; ἀμφὶ σοι A.Ag.890; ἀμφὶ τῷ θανάτῳ αὐτῆς λόγος λέγεται about her death it is reported, Hdt.3.32, cf. S.Aj.303; ἀμφὶ βοῶν ἀγέλαις δόμον αὔξειν B.9.44. 2 of impulses, ἀμφὶ τάρβει, ἀμφὶ φόβῳ for very fear, A.Ch.547, E.Or.825; ἀμφὶ θυμῷ S.Fr.565; ἀμφ' ὀδύνῃ A.R.2.96. V like ἐπί, added to, πόνος ἀμφὶ πόνῳ Simon.39. C C. ACC., most freq. in Prose (twice only in Th.): I of place, about, around, mostly with a sense of motion, ἀμφὶ μιν φᾶρος βάλον Il.24.588, cf. Od.10.365; ἀμφὶ βωμίαν ἔπτηξε παστάδα E.HF 984. 2 generally, by, on, ἀμφ' ἅλα by the sea, Il.1.409; ἀμφὶ ῥέεθρα somewhere by the banks, 2.461; ἀμφὶ περὶ κρήνην somewhere about the fountain, 2.305; ἀμφὶ ἄστυ all about in the city, 11.706; Τάρταρον ἀμφὶ μέγαν somewhere in Tartarus, h.Ap.336, cf. A.Pr.1029; ἀμφὶ Εὔβοιαν B.9.34; ἀμφὶ Θρῄκην E.Andr.215; ἀμφὶ ψάμαθον somewhere on the sand, S.Aj.1064; ἀμφὶ βωμόν at the altar, E.IT705; περὶ πίδακας ἀμφὶ Theoc. 7.142; of motion, to the neighbourhood of, ἦλθες ἀμφὶ Δωδώνην A.Pr. 830. 3 of persons grouped about one, οἱ ἀμφὶ Πρίαμον Priam and his train, Il.3.146, cf. 2.417,445; οἱ ἀμφὶ Ξέρξεα his army, Hdt.8.25; but οἱ ἀμφὶ Κορινθίους, οἱ ἀμφὶ Μεγαρέας καὶ Φλειασίους the Corinthians, Megarians, etc., and those next them, Id.9.69: hence Att., οἱ ἀμφὶ Πρωταγόραν the school of Protagoras or even Protagoras himself, Pl. Tht.170c; οἱ ἀμφὶ Εὐθύφρονα Euthyphro's friends, Cra.399e, cf. Th.8.65; of a single person, perhaps Pl.Hp.Ma.281c; so in later Prose, as Luc.VH2.18. 4 τὰ ἀμφὶ τι that which concerns a thing, τὰ ἀμφὶ τὸ ἄριστον Th.7.40; τὰ ἀμφὶ τὴν δίαιταν domestic arrangements, X.Cyr.8.2.6. 5 causal, about, for the sake of, κλαίειν ἀμφὶ τινα weep about or for one, Il.18.339; μνήσασθαι ἀμφὶ τινα make mention of one, h.Hom. 7.1, cf. Terp.2, Ar.Nu.595; κελαδέοντι φᾶμαι ἀμφὶ Κινύραν Pi.P.2.15, cf. I.7(6).9, A.Th.843; ἀμφὶ νιν γοώμενος S.Tr.937. 6 ἀμφὶ τι ἔχειν to be occupied about a thing, ἀμφὶ λιτάν' ἕξομεν A.Th.101; ἀμφὶ δεῖπνον εἶχεν X.Cyr.5.5.44, cf. 5.2.26; εἶναι ἀμφί τι 7.1.1; ἀμφὶ τὰν δαῖσιν Leg.Gort.5.46. II of time, throughout, for, τὸν λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον, τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον, Pi.O.1.97, 2.30; about, at the time of, during, ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν A.Ag.826; ἀμφὶ τὸν χειμῶνα X.Cyr.8.6.22, etc. 2 of Number, ἀμφὶ τὰς δώδεκα μυριάδας about 120,000, ib.1.2.15. D POSITION. In poets ἀμφί sometimes follows its case, οἱ δέ μιν ἀμφί Od.23.46, cf. 10.218, B.17.53; φρένας ἀμφὶ Hes.Th.554, Mimn.1.7; but never suffers anastrophe, Hdn.Gr.1.480. E WITHOUT CASE, as adverb, about, around, on both sides or on all sides, freq. in Ep., ῥῆξεν δέ οἱ ἀμφὶ χιτῶνα Il.13.439; ἀμφὶ δὲ λειμών around is meadow, Od.6.292; so ἀμφὶ περί Il.21.10, etc. F IN COMPOS.: I on both sides, ἀμφίστομος, ἀμφίαλος. 2 on all sides, ἀμφιβάλλω 1.3, ἀμφιλαμβάνω, ἀμφιλαφής. II causal, for the sake of, ἀμφιμάχομαι, ἀμφιτρομέω.

Spanish (DGE)

• Alolema(s): ἀμπί ICr.4.72.6.52, eol. según Hdn.Gr.2.376, 950 (prob. se trata de una forma falsa para explicar palabras con disim. como ἀμπέχω); ἀνπί ICr.4.72.1.18
• Prosodia: [-ῐ]
• Morfología: [alguna vez en poesía sigue a su régimen Od.10.218, 23.46, Hes.Th.554, Mimn.1.7, B.18.53; nunca tiene anástrofe ἡ ἀντί καὶ ἀμφί οὐκ ἀναστρέφονται Hdn.Gr.1.480]
A adv.
1 a ambos lados, por ambos lados ῥήξεν δέ οἱ ἀμφὶ χιτῶνα Il.13.439, φρένες ἀμφὶ μέλαιναι entrañas negras por ambos lados (de emoción, cólera, etc.) Il.1.103.
2 alrededor ἀμφὶ δ' ἐκτύπουν πέτραι S.Tr.787, ἀμφὶ βρόχον ... καθαρμόζουσα δείρᾳ E.Hipp.770, ἀμφὶ τρύχη τάδε ... ἀμείβομαι E.Ph.325
esp. en or. nominales ἀμφὶ δὲ λειμών alrededor hay una pradera, Od.6.292, ἀμφὶ δὲ Γοργόνες alrededor están las Gorgonas E.Io 224
reforzado por περί: ἀμφὶ περὶ ... ἴαχον Il.21.10.
B prep.
I c. dat.
1 de lugar
a) c. dat. plu. de cosas y verb. de ‘poner’, ‘vestiren o a ambos lados, a los dos lados ἀμφ' ὀχέεσσι βάλε καμπύλα τόξα Il.5.722, ἀμφ' ὤμοισιν ἐδύσετο τεύχεα Il.3.328, χιτῶνα θῆκ' ἀμφὶ στήθεσσι Od.16.174
en iguales cont. tb. alrededor, en derredor, en torno ἀ. ποσσὶ πέδας ἔβαλε Il.13.36, πεπαρμένη ἀμφ' ὀνύχεσσι Hes.Op.205, ὑπαθύμιδας πλέκταις ἀμφ' ἀπάλᾳ δέρᾳ Sapph.94.16
tb. c. verb. de ‘estar’ o ‘reposo’, gener. c. dat. de pers. ἀμφὶ δέ οἱ βράχε τεύχεα Il.12.396, ἀμφὶ ... κόπρος ἔην κεφαλῇ Il.24.163, μοι ἀμφ' αὐτῷ ... ἴαυον Il.9.470, κρέα ἀμφ' ὀβέλοισι μεμύκει Od.12.395, φύλακα ... ἀμφὶ σοὶ λείψω S.Ai.562;
b) c. dat. de cosa o pers. y verb. de ‘caer’ o semejantes en torno a, sobre ξίφος ... ἀμφὶ δ' ἄρ' αὐτῷ (κόρυθι) ... διατρυφὲν ἔκπεσε Il.3.362, ἤριπε δ' ἀμφ' αὐτῷ Il.4.493, cf. Od.11.423, ἀμφὶ γούνασι πίπτοντα E.Alc.947, ἔπεσ' ἀμφὶ τέκνοισι E.Ph.1578, ἀμφὶ πυρὶ στῆσαι τρίποδα Il.18.344, ὁ δ' ἀμφὶ νώτῳ δισσὸν ἐμβαλὼν ἴχνος PCair.Zen.532.19 (III a.C.), fig. πόνος ἀμφὶ πόνῳ (sobreviene) trabajo sobre trabajo Simon.15.3.
2 temp. alrededor de, en el tiempo de ἁλίῳ ἀμφ' ἑνί en el tiempo de un día, en un día Pi.O.13.37.
3 nocional, c. dat. de pers. o abstr.
a) c. verb. de acción o sentimiento en torno a, a causa de, por ἀμφ' Ἑλένῃ καὶ κτήματι ... μάχεσθαι Il.3.70, ἀμφὶ πύλῃσι μάχεσθαι Il.12.175, ἀμφὶ γυναικὶ ... πάσχειν Il.3.157, ἀμφ' Ὀδυσῆϊ ... δαίεται ἦτορ Od.1.48, ἀμφὶ ... χειρὸς ἐργασίαις ... ἁλίσκεται Pi.O.8.42, θυμὸν τεὸν εὔφρανας ... ἀμφὶ ... βουλαῖς Pi.I.7.8, θέλγει φρένας ἀμφὶ ... σοφίᾳ Pi.P.1.12, ἀμφὶ τάρβει ... ἐπῴμωξεν gritó de miedo A.Ch.547, ἀνπὶ δόλοι μολίοντι ICr.4.72.1.18 (Gortina V a.C.), ἀμφὶ βοῶν ἀγέλαις θυμὸν αὔξουσιν B.10.44, ἔριν εἶχον ἀμφὶ ... μουσικῇ Hdt.6.129, ἀ. θυμῷ S.Fr.565, ἀμφὶ φόβῳ ... ἰάχησε E.Or.825, ἀμφὶ τοῖσδε καλχαίνων τέκνοις E.Heracl.40, ἀμφ' ὀδύνῃ ... ἤριπεν A.R.2.96, πόλεμον ἀμφ' αὐτῇ Luc.DDeor.20.14;
b) c. verb. de lengua o pensamiento en torno a, sobre, en relación con, en lo concerniente a ἀμφὶ δὲ νεκροῖσι κατακαιέμεν οὔ τι μεγαίρω Il.7.408, εἰπὼν ἀμφ' Ὀδυσῆϊ Od.14.364, ἀρνεύμενον ἀμφὶ βόεσσιν h.Merc.390, ἀμφὶ δὲ τῷ θανάτῳ αὐτῆς ... λέγεται λόγος se cuenta en relación con su muerte Hdt.3.32, λόγους ἀνέσπα ... ἀμφ' Ὀδυσσεῖ S.Ai.303, ἀμφ' ἀέθλοις ... ἐξοχώτατοι προλέγονται Pi.N.2.17, ὕμνον ὃν ἐδέξαντ' ἀμφ' ἀρετᾷ Pi.P.1.80
tb. en uso más libre c. ‘dar’, ‘tener’, ὁμοῖα ... δίδοιτ' ἐπ' ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν Pi.P.5.119, κοὐκέτι ... ἕξετ' ἀμφ' ἐμοὶ τροφήν ya no tendréis que ocuparos de darme de comer S.OC 1614, cf. El.1144, τόσα ὤπασεν ἀμφί τ' ἰατορίᾳ B.1.149
en or. nominales σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρῆσις Pi.N.1.29, en uso libre c. un nombre τὰς ἀμφί σοι ... λαμπτηρουχίας las señales del fuego relativas a ti A.A.890, o un adj. ἐμᾷ ποτανὸν ἀμφὶ μαχανᾷ Pi.P.8.34.
II c. ac.
1 de lugar
a) c. verb. de mov. alrededor de, en derredor de (c. idea de acercamiento) ἀμφ' ἅλα ἔλσαι Il.1.409, ἀμφὶ ῥέεθρα ... ποτῶνται Il.2.461, ἀμφὶ δέ μιν φᾶρος ... βάλον Il.24.588, cf. Od.10.365, ἂν ... στρέφοιμί σ' ἀμφὶ τέρματα δρόμου Anacr.78.4, ἀμφὶ βωμίαν ἔπτηξε κρηπῖδ' E.HF 984
c. verb. de reposo en los alrededores de, cerca de, junto a ἄστερες ... ἀμφὶ ... σελάνναν ἂψ ἀπυκρύπτοισι ... εἶδος Sapph.34.1, ἀμφὶ πύλας ... ἄκρα κρατύνων Emp.B 100.19, ἀ. βωμὸν ἁγνισθεὶς φόνῳ E.IT 705, ἀμφὶ πλουσίαν τράπεζαν ἐγχυχλούμενοι Plu.2.50d, τοσούτων δὲ στρατιωτῶν ἀμφ' αὐτὸν ὄντων Ach.Tat.4.6.4
reforzado por περί: ἀμφί περὶ κρήνην ... ἕρδομεν ... ἑκατόμβας Il.2.305, cf. A.D.Adu.140.22, c. or. nominal pura χιτὼν ἀμφὶ τὰ στέρνα τῆς παρθένου un manto alrededor de los pechos de la doncella Ach.Tat.1.1.10;
b) c. unos y otros verb., c. ac. de ciudades y naciones como localización en, por ἀμφί τε ἄστυ ἕρδομεν ἱρά por la ciudad, hacíamos sacrificios, Il.11.706, ἦλθες ... ἀμφὶ Δωδώνην A.Pr.830, ἀ. Εὔβοιαν B.10.34, ἀ. Θρῄκην ... τύραννον ἔσχες ἄνδρα E.Andr.215, ναιετάοντες Τάρταρον ἀμφὶ μέγαν h.Ap.336, ἀμφὶ χλωρὰν ψάμαθον ἐκβεβλημένος arrojado en la arena amarillenta S.Ai.1064.
2 de tiempo y número alrededor de, sobre ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν A.A.826, ἀμφὶ μέσον ἡμέρας X.An.4.4.1, ἀμφὶ μέσην ἡμέραν hacia mediodía Longus 2.26, ἀμφὶ τὰς δώδεκα μυριάδας unos 120.000 X.Cyr.1.2.15, cf. D.C.62.2.3, ἐλέγοντο δὲ ἀμφὶ τοὺς μυρίους εἶναι dijeron que eran en torno a los diez mil Ach.Tat.3.14.1
de tiempos largos, prolongados a lo largo de λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον Pi.O.1.97, τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον Pi.O.2.30.
3 nocional
a) c. verb. de sentimiento por, a causa de ἀμφὶ δὲ σὲ ... κλαύσονται Il.18.339, ἀμφί νιν γοώμενος S.Tr.937;
b) c. verb. de lengua y pensamiento de, sobre ἀμφὶ Διώνυσον ... μνήσομαι h.Bacch.1, κελαδέοντι μὲν ἀμφὶ Κινύραν ... φᾶμαι Pi.P.2.15
de cosas esp. c. ἔχω estar sobre, ocuparse de, dedicarse a ἀμφὶ λιτὰν ἕξομεν A.Th.101, ἀμφὶ δεῖπνον εἶχεν X.Cyr.5.5.44, αἰδέκα ... με̄̀ συνγιγνόσκοντι ἀμπὶ τὰν δαῖσιν ICr.4.72.5.46 (Gortina V a.C.), καὶ τὸ λοιπὸν ἀμφὶ πλοῦν εἴχομεν y después nos ocupamos del viaje Luc.Nec.7
c. ‘estar’ οὖσιν ἀμφὶ τὰ ἱερά estando ocupados en el sacrificio X.Cyr.7.1.1
en uso más libre, casi adverbial ἀείδετο πᾶν τέμενος ... τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον todo el santuario resonaba ... con el modo triunfal Pi.O.10.77.
III tb. c. ac., mediando substantivación
1 en plu. ref. a una pers., esp. a reyes su séquito, corte o ejército οἱ δ' ἀμφὶ Πρίαμον Il.3.146, οἱ δ' ἀμφὶ Ξέρξην Hdt.8.25, οἱ μὲν ἀμφ' αὐτὸν τὸν βασιλέα δορύφοροι los guardias personales del rey Arist.Mu.398a20
de jefes políticos o de escuela o secta los partidarios de οἱ ἀμφὶ τὸν Μάρκιον D.C.9.3, οἱ ἀμφὶ Περικλέα Them.Or.20.239b, τις τῶν ἀμφὶ Πρωταγόραν Pl.Tht.170c, cf. Hp.Ma.281c, Luc.VH 2.18, οἱ ἀμφὶ τὸν Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαάκ Ph.1.622
de un particular τοῖς ἀμφὶ Εὐθυφρόνα los amigos de Eutifrón Pl.Cra.399e, cf. Th.8.65, τοὺς ἀμφ' αὐτὸν ὁρῶν Plu.2.10c, ὁ Βαγώας ἅμα τοῖς ἀμφ' αὐτόν Hld.8.14.4.
2 en plu. ref. a plu. los que están junto a, los vecinos οἱ μὲν ἀμφὶ Κορινθίους los corintios y sus vecinos Hdt.9.69.
3 en plu. τὰ ἀμφί c. ac. lo que se refiere a, lo concerniente a τὰ ἀμφὶ τὸ ἄριστον Th.7.40, τὰ ἀμφὶ τὴν δίαιταν lo que se refiere a la cocina X.Cyr.8.2.6, ἔμπειρος δὲ τῶν ἀμφὶ τὸ βασίλειον conocedor de lo que se refiere a la corte I.AI 17.325.
IV c. gen.
1 de lugar alrededor de τοῖσι ἀμφὶ ταύτης ... τῆς πόλιος οἰκέουσι Hdt.8.104, τὸν ἀμφὶ Λίμνας τρόχον κατέχων E.Hipp.1133.
2 nocional
a) en cont. sobre lucha, discusión, etc. por causa de, en torno a, por μάχεσθον πίδακος ἀμφ' ὀλίγης Il.16.825, ἀ. γυναικὸς ἔβαν ... πρὸς πόλιν Pi.P.9.105, πέμπει ἀμφὶ γυναικός A.A.62, ἔριδι ... συνέκλῃσαν ἀ. λέκτρων E.Andr.123
c. cont. de súplica, etc. πρὸς Ζηνὸς ... Φοίβου τ' ἀμφὶ ... λίσσομαι ¡por Zeus ... y por Febo! ... suplico A.R.2.216;
b) c. verbos de lengua y pensamiento acerca de, sobre, en relación con ἀείδειν ἀμφ' Ἄρεος φιλότητος Od.8.267, ἀμφὶ δὲ τιμῆς ... ἐπιβήσομαι h.Merc.172, φάμεν ... ἀμφὶ δαιμόνων Pi.O.1.35, cf. A.Th.1012, ἀμφὶ τέχνης ... εὖ δεδαῶτε Emp.B 23.2, μηδ' ἥντινα ἀμφὶ τοῦ σωθησομένου ἐλπίδα ἔχων y no teniendo ninguna esperanza acerca de (su) salvación I.AI 17.172
c. n. de igual significado τὴν τ' ἀμφὶ Θησέως βάξιν E.Supp.642, ἀμφὶ σοῦ νέα βουλεύματ' S.Ph.554, τῆς δίκης ... τῆς ἀμφὶ τοῦ πατρός X.Cyr.3.1.8.
• Diccionario Micénico: a-pi.
• Etimología: Cf. ai. abhi, lat. amb-, galo ambi-, galés am-, aaa. umbi, lo que hace proponer dos formas ide. ambhi y ṃbhi.

German (Pape)

[Seite 134] Advb. u. Praepos. mit gen. accus. dat.; verwandt mit ἀμφίς, ἄμφω, ἀμφότερος, das Latein. amb–, ambo, das deutsche um (umb); unterscheidet sich eigentlich u. ursprünglich von περί dadurch, daß dieses bedeutet »auf allen Seiten«, ἀμφί »auf beiden Seiten«, d. h. auf zwei einander entgegengesetzten Seiten eines Gegenstandes. Dieser Unterschied erhielt sich in einigen Zsstzgen, wie z. B. ἀμφήκης, auf beiden Seiten scharf, zweischneidig; ἀμφίδυμος λιμήν, auf beiden Seiten zugänglich; νῆες ἀμφιέλισσαι; in anderen composs. ist ἀμφίdurchaus = περί, z. B. ἀμφίρυτος, ἀμφιμάχεσθαι, ἀμφιτρομέω; in ἀμφίαλος ist, wenn es von einer Insel gebraucht wird, ἀμφί = περί, wenn es von einem Isthmus gebraucht wird, heißt es »auf beiden Seiten« vom Meere umgeben. Als selbstständiges Wortist ἀμφίüberall = περί, dessen einzelne Constructionen u. Bedeutungen es durchaus theilt, vgl. Epimerism. Hom. Cram. Anecd. Ox. 1 p. 41. 66. 336 Etym. m. p. 94; in Att. Prosa kommt ἀμφί cum dat. nicht vor, u. auch mit gen. u. accus. verbunden ist es seltner als περί u. hat überall den Charakter des Poetischenn der Reminiscenz oder Anspielungauf Dichterstellen; Dichtern empfahl sich ἀμφί durch seine Alterthümlichkeit u. aus metrischen Gründen, vgl. z. B. Iliad. 18, 564 ἀμφὶ δὲ κυανέην κάπετον, περὶ δ' ἕρκος ἔλασσεν κασσιτέρου, Od. 10, 262 αὐτὰρ ἐγὼ περὶ μὲν ξίφος ἀργυρόηλον ὤμοιιν βαλόμην, μέγα χάλκεον, ἀμφὶ δὲ τόξα. Man beachte die Verbindung von ἀμφί u. περί Iliad. 21. 10 ὄχθαι δ' ἀμφὶ περὶ μεγάλ' ἴαχον, 2, 305 ἡμεῖς δ' ἀμφὶ περὶ κρήνην ἱεροὺς κατὰ βωμοὺς ἔρδομεν ἀθανάτοισι τεληέσσας ἑκατόμβας, 23, 191 μὴ πρὶν μένος ἠελίοιο σκήλει' ἀμφὶ περὶ χρόα ἴνεσιν ἠδὲ μέλεσσιν, 15, 647 ἀμφὶ δὲ πήληξ σμερδαλέον κονάβησε περὶ κροτάφοισι πεσόντος, Od. 11, 609 σμερδαλέος δέ οἱ ἀμφὶ περὶ στήθεσσιν ἀορτὴρ χρύσεος ἦν τελαμών, 8, 175 ἀλλ' οὔ οἱ χάρις.ἀμφιπεριστέφεται ἐπέεσσιν, Iliad. 8, 348 Ἑκτωρ δ' ἀμφιπεριστρώφα καλλίτριχας ἵππους: in allen diesen Stellen ist kein Unterschied der Bedeutung zwischen beiden Wörtern, u. eines von beiden genügte um den Sinn präcis auszudrücken, so daß hier also überall ἀμφί u. περίπαραλλήλως stehen. – Als Ad ν b. ist ἀμφί bei Hom. sicher Iliad. 10, 151 ἀμφὶ δ' ἑταῖροι εὗδον, 22, 149 ἀμφὶ δὲ καπνὸς γίγνεται ἐξ αὐτῆς, 240 ἦ μὲν πολλὰ πατὴρ καὶ πότνιαμήτηρ λίσσονθ' ἑξείης γουνούμενοι, ἀμφὶ δ' ἑταῖροι, αὖθι μένειν, 24, 452 ἀμφὶδέ οἱ μεγάλην αὐλὴν ποίησαν ἄνακτι σταυροῖσιν πυκινοῖσι, Od. 3, 32 ἔνθ' ἄρα Νέστωρ ἧστο σὺν υἱάσιν, ἀμφὶ δ' ἑταῖροι δαῖτ' ἐντυνόμενοι κρέα ὤπτων, 9, 492 ἐγὼ Κύκλωπα προσηύδων· ἀμφὶ δ' ἑταῖροι μειλιχίοις ἐπέεσσιν ἐρήτυον ἄλλοθεν ἄλλος, 10, 94 λευκη δ' ἦν ἀμφὶ γαλήνη, 11, 136. 23, 283 ἀμφὶ δὲ λαοὶ ὄλβιοι ἔσσονται, 17, 208 ἀμφὶ δ' ἄρ' αἰγείρων ὑδατοτρεφέων ἦν ἄλσος. In anderen Stellen ist es zweifelhaft, ob man nicht lieber Tmesis annehmen soll, z. B. Iliad. 15, 9 ἀμφὶ δ' ἑταῖροι εἵαθ', 24, 83 ἀμφὶ δέ τ' ἄλλαι εἵαθ' ὁμηγερέες ἅλιαι θεαί, Od. 9, 544 ἀμφὶ δ' ἑταῖροι εἵατ' ὀδυρόμενοι. Bemerkenswerth Fälle wie Iliad. 4, 328 εὗρ' υἱὸν Πετεῶο Μενεσθῆα πλήξιππον ἑσταότ'· ἀμφὶ δ' Ἀθηναῖοι, μήστωρες ἀυτῆς; 10, 573 αὐτοὶ δ' ἱδρῶ πολλὸν ἀπενίζοντο θαλάσσῃ ἐσβάντες, κνήμας τε ἰδὲ λόφον ἀμφί τε μηρούς; 18, 414 σπόγγῳ δ' ἀμφὶ πρόσωπα καὶἄμφω χεῖρ' ἀπομόργνυ αὐχένα τε στιβαρὸν καὶ στήθεα; Od. 3, 429 δαῖτα πένεσθαι, ἕδρας τε ξύλα τ' ἀμφὶ καὶ ἀγλαὸν οἰσέμεν ὕδωρ; Iliad. 18, 564 Od. 10, 262 s. oben; Od. 2, 153 δρυψαμένω δ' ὀνύχεσσι παρειὰς ἀμφί τε δειρὰς δεξιὼ ἤιξαν; 6, 292 δήεις ἀγλαὸν ἄλσος Ἀθήνησἄγχι κελεύθου αἰγείρων· ἐν δὲ κρήνη νάει, ἀμφὶ δὲ λειμών, Scholl. ἀμφὶ δὲ λειμών: λείπει ἐστίν, ἢ θάλλει; – h. Merc. 172 Cer. 85, wo es den Nebenbegriff des Reichlichen hat; Hes. Sc. 172, auf beiden Seiten, s. ἀμφίς; Pind. P. 8, 88, in der Umgebung; Soph. Tr. 784; Eur. Phoen. 329; häufiger als Tmesen erklärt. – Praeposition, a) mit dem gen., 1) ein Verweilen um einen Ort ausdrückend, selten: οἱ ἀμφὶ τῆς πόλιος οἰκέοντες Her. 8, 104; wohin vielleicht Theocr. 25, 9 ἐπ' ὄχθαις ἀμφ' Ἐλισοῦντος gehört; ὁ ἀμφὶ Λίμνης τρόχος Eur. Hipp. 1133. – 2) Entfernung aus dem Orte: ἀμφὶ πορφυρέων πέπλων ξίφη σπάσαντες Eur. Or. 1457, aus dem umhüllenden Gewande hervorziehend. – 3) der Gegenstand, um dessentwillen etwas geschieht, zunächst in Fällen, wie μάχεσθαι ἀμφὶ πίδακος Il. 16, 825, wo noch an den Ort selbst gedacht werden kann; dann übh. der Gegenstand einer Rede, eines Thuns, ἀείδειν ἀμφὶ φιλότητος Od. 8, 267; σπουδὰν θέμεν ἀμφὶ Κυράνας Pind. P. 4, 276; τὰ Περσέως ἀμφὶ Μεδοίσας, die Thaten des Perseus um die Medusa, N. 10, 4; ἀμφὶ παγκρατίου στέφανον πλέκειν I. 7, 66; vgl. O. 12, 8 P. 9, 105; Aesch. ἆθλον ἀμφί τινος Pr. 704, παλαίσματα Ag. 62, λέγειν 1053 u. öfter, wie Eur. Hec. 580; vgl. Soph. Phil. 1354; Eur. El. 818 u. öfter. In Prosa sehr selten, τοσαῦτα ἐγένετο ἀμφὶ κρίσιος, in Bezug auf die Wahl, Her. 6, 131; ἡ δίκη ἡ ἀμφὶ τοῦ πατρός Xen. Cyr. 3, 1, 8; διαφέρεσθαι ἀμφί τινος, um etwas in Streit sein, An. 4, 5, 17. Cigenthüml. in der Betheuerung (= πρός) Ap. Rh. 2, 216; pleonastisch ἀμφὶ σοὔνεκα Soph. Phil. 550. – b) mit dem dat., 1) Verweilen um einen Ort, Hom. Iliad. 11, 527 ἀμφ' ὤμοισιν ἔχει σάκος, 18, 538 εἷμα δ' ἔχ' ἀμφ' ὤμοισι δαφοινεόν, 2, 388 ἱδρώσει μέν τευ τελαμὼν ἀμφὶ στήθεσσιν ἀσπίδος ἀμφιβρότης, 2, 544 μεμαῶτες όρεκτῇσιν μελίῃσιν θώρηκας ῥήξειν δηίων ἀμφὶ στήθεσσιν, u. so öfter vonnäherer, anschließender Umgebung, von seinem cas. getrennt Iliad. 24, 163 ἀμφὶ δὲ πολλὴ κόπρος ἔην κεφαλῇ τε καὶ αὐχένι τοῖο γέροντος; viele Fälle können besser als Tmesis erscheinen, z. B. Iliad. 1, 481 Od. 2, 427 Iliad. 3, 328. 334. 5, 722. 12, 396. 4, 493. 1, 465. 2, 428 Od. 12, 365 vgl. 395; Od. 5, 371. 24, 80. 16, 145 vgl. 12, 45; keine Tmesis Iliad. 18, 231 ἔνθα δὲ καὶ τότ' ὄλοντο δυώδεκα φῶτες ἄριστοι ἀμφὶ σφοῖς ὀχέεσσι καὶ ἔγχεσιν, sie stürzten über ihre Wagen u. Lanzen hin, vgl. Scholl. Ariston. u. Didym.; 3, 362 ἐρυσσάμενος ξίφος ἀργυρόηλον πλῆξεν ἀνασχόμενος κόρυθος φάλον· ἀμφὶ δ' ἄρ' αὐτῷ τριχθά τε καὶ τετραχθὰ διατρυφὲν ἔκπεσε χειρός, vgl. Didym.; von nicht anschließender Umgebung, wie sonst ἀμφί u. περί cum accus., Iliad. 12, 175. 15, 414 ἄλλοι δ' ἀμφ' ἄλλῃσι μάχην ἐμάχοντο πύλῃσιν (νέεσσιν), 5, 466 ἦ εἰς ὅ κεν ἀμφὶ πύλῃς εὐποιητῇσι μάχωνται, 15, 587 ὅς τε κύνα κτείνας ἢ βουκόλον ἀμφὶ βόεσσιν φεύγει vgl. Scholl. Ariston., Od. 10, 518. 11, 26 ἀμφ' αὐτῷ (τῷ βόθρῳ) δὲ χοὴν χεῖσθαι (χεόμην) πᾶσιν νεκύεσσιν, 11, 423 ἤκουσα ὄπα Κασσάνδρης, τὴν κτεῖνε Κλυταιμνήστρη δολόμητις ἀμφ' ἐμοί, Iliad. 9, 470 εἰνάνυχες δέ μοι ἀμφ' αὐτῷ παρὰ νύκτας ἴαυον; – oft Pind. u. Tragg., πέπλους ῥήγνυσι ἀμφὶ σώματι Aesch. Pers. 195, ἀμφὶ σώμασι πεπτωκότες Ag. 317; ἀμφὶ παίδοιν κακά, die Kinder umgebende Uebel, Soph. O. C. 366; τοῖον πυλωρὸν φύλακα ἀμφί σοι λείψω Ai. 559; ἔπεσε ἀμφὶ τέκνοις, inmitten ihrer Kinder, Eur. Phoen. 1572; κείσει ἀμφὶ μαστοῖς ματέρος Andr. 510; ἁλίῳ ἀμφ' ἑνί, im Laufe desselben Tages, Pind. Ol. 13, 37; Hes. O. 205 πεπαρμένη ἀμφ' ὀνύχεσσι, gepackt von den Klauen, so daß sie diese umgiebt; ἀμφὶ κάρᾳ τιθέναι, auf den Kopf setzen, Eur. Rhes. 209; ἀμφὶ κόμᾳ τιθέναι Med. 980; ὄρνις ἀμφὶ κλάδοις ἑζομέναι Phoen. 1530. – 2) Die Ursache angebend; in Betreff, de, = ἀμφί u. περί cum gen.; zuerst örtlich: ἀμφὶ νέκυι μάχεσθαι Iliad. 16, 565; dann schlechtweg den Grund angebend: νεῖκος ἐτύχθη ἀμφὶ βοηλασίῃ 11, 672, δαίεται ἦτορ ἀμφ'Ὀδυσῆι Od. 1, 48; vgl. Iliad. 3, 70. 91. 157. 7, 408 (vgl. Scholl. Nicanor.). 9, 548. 12, 421. 13, 382 (vgl. Eust. 938, 50). 15, 633. 23, 88 Od. 4, 151. 153. 5, 287. 11, 546. 4, 338. 364. 22, 227; – δέδια ἀμφὶ σαῖς τύχαις Aesch. Prom. 182 vgl. Pers. 8. 164; στείνεις ἀμφ' ἐμοί Soph. El. 1180; λόγος ἀμφί τινι Soph. Ai. 296; Her. ἀμφὶ τῷ θανάτῳ λόγος λέγεται 3, 32, ἔριν ἔχειν ἀμφὶ μουσικῇ 6, 129, φοβηθεὶς ἀμφὶ γυναικί 6, 62; Her. 5, 19 ἀμφὶ ἀπόδῳ τῇ ἐμῇ πείσομαί σοι, was meinen Abzug betrifft; das, Mittel, ἐμᾷ ποτανὸν ἀμφὶ μαχανᾷ, durch meine Kunst, Pind. P. 8, 34; Πέργαμος ἀμφὶ τεαῖς χερὸς ἐργασίαις ἁλίσκεται, durch deiner Hände Werk, Ol. 8, 42; die Ursache, ἀμφ' ὀδύνῃσι, vor Schmerz, Archil. frg. 1; Ap. Rh. 2, 96; Opp. C. 3, 426; ἀμφὶ θυμῷ Soph. frg. bei Ath. I, 17; ἀμφὶ φόβῳ Eur. Or. 825, aus Furcht. – c) mit dem accus., 1) vom Orte, um, herum, die nicht anschließende Umgebung bezeichnend, bes. bei verb. der Bewegung: ἀμφὶ Δωδώνην ἦλθες, in die Umgegend von D., nahe an D., Aesch. Prom. 830; ἔμολον ἀμφὶ ψάμαθον παρακτίαν Αὐλίδος Eur. Iph. A. 164; neben ἐπί Andr. 282; θαυμαστὸς ἐφάνη ἀμφὶ πανήγυριν, bei der Versammlung, Pind. Ol. 9, 96; – allgemeine Bestimmung der Gegend: ἀμφ' ἅλα, um's Meer her, Il. 1, 409; ἀμφὶ ῥέεθρα, um die Ufer her, 2, 461; ἀμφί τε ἄστυ ἔρδομενἱρὰ θεοῖς 11, 706; – πυκιναὶ δέ μοι ἀμφ' ἀδινὸν κῆρ ὀξεῖαι μελεδῶνες ὀδυρομένην ἐρέθουσιν Od. 19, 516; – Eur. ἀμφὶ ἑπταστόμους πύλας ἔθανον Suppl. 401 vgl. 673; ἀμφὶ μάχην Cycl. 5; ἀμφὶ Σικελίαν τρόπαια στήσαντες Plat. Men. 242 e; ἀμφὶ τὰ ὅρια Xen. Cyr. 2, 4, 16, wofür nachher πρὸς τοῖς ὁρίοις steht; ἀμφὶ ποταμόν 6, 2, 11; ἀμφὶ τὰ μέσα ᾠκῆσθαι, um die Mitte, Pol. 1, 6; – häufig von der Umgebung einer Person; zunächst wie Iliad. 2, 417 πολέες δ' ἀμφ' αὐτὸν ἑταῖροι πρηνέεσἐν κονίῃσιν ὀδὰξ λαζοίατο γαῖαν; οἱ ἀμφ' Ἀτρείωνα βασιλῆες Il. 2, 445; οἱ ἀμφὶ Πρίαμον κτἑ., Priamos und sein Gefolge, 3, 146; vgl. 6, 436 f; – Her. οἱ ἀμφὶ Ξέρξεα 8, 25; οἱ ἀμφὶ Μεγαρέας 9, 69, wofür nachher einfach οἱ Μεγαρέες steht; οἱ ἀμφὶ τὸν Κῦρον Xen. Cyr. 1, 4, 21, Cyrus mit seinem Gefolge; aber 3, 2, 8. 4, 2, 3 die Truppen des Cyrus; οἱ ἀμφὶ τὸν πάππον θεραπευταί, die Dienerschaft, 1, 3, 7; ἀνὴρ τῶν ἀμφὶ Κῦρον πιστῶν An. 1, 8, 3; οἱ ἀμφὶ Θράσυλον καὶ Ἐρασίδην, die neun Feldherren, Mem. 1, 1, 18; οἱ ἀμφὶ Εὐθύφρονα, Männer wie Euthyphron, Plat. Crat. 399 e; bes. zur Bezeichnung einer Schule, οἱ ἀμφὶὈρφέα, die Orphiker, ib. 400 c; οἱ ἀμφὶ Πρωταγόραν Theaet. 170 c Apol. 18 b. Bei Sp., wie Luc. u. Plut., ist oft die genannte Person allein zu verstehen, so jedoch, daß man mehr an den Charakter und die Eigenschaften, als an die Persönlichkeit denkt; so Luc. Tox. 21 οἱ ἀμφὶ τὸν Εὐθύδικον, vgl. Philops. 23 Conv. 29. – Von Sachen: τὰ ἀμφὶ τὸν πόλεμον, alles was zum Kriege gehört, Xen. Cyr. 2, 1, 21; τὰ ἀμφὶ τὴν δίαιταν 8, 2, 10 u. ä. – 2) drückt es den Gegenstand auf den sich eine Thätigkeit bezieht aus, = ἀμφί u. περί eum gen.; so vielleicht Hom. κλαίειν ἀμφί τινα, über Einen weinen, Il. 18, 339; μνήσασθαι, Einen erwähnen, H. h. 6, 1; häufiger bei Tragg., εἴρηκας ἀμφὶ κόσμον ἀψευδῆ λόγον Aesch. Suppl. 243; πολύθρηνον βίον ἀμφί τι ἀνατλᾶσα Ag. 697; μέριμνα ἀμφὶ πόλιν Spt. 825; διέστειλα ἱκέσθαι ἀμφὶ τοὺς παῖδας, über die Kinder zu berathen, Soph. Ant. 168; ἀμφί τι ἔχειν, εἶναι, sich mit etwas beschäftigen, vgl. Aesch. Spt. 98; öfter Xen., ἀμφὶ δεῖπνον ἔχειν, speisen, Cyr. 5, 5, 44; s. ἔχειν u. εἶναι. – 3) ungefähre Zeit- u. übh. Größen-Bestimmung: ἀμφὶ τὸν βίοτον, sein Leben lang, Pind. Ol. 1, 97; ἀμφὶ ὅλον τὸν χρόνον 2, 33, die ganze Zeit hindurch; ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν Aesch. Ag. 800; ἀμφὶ τὸν χειμῶνα, τὸ ἔαρ, Xen. Cyr. 8, 6, 90; ἀμφὶ μέσον ἡμέρας, um Mittag, An. 4, 4, 1; ἀμφ' ἀγορὰν πλήθουσαν oft; ἀμφὶ τὰς δυώδεκα μυριάδας, ungefähr 120, 000 Mann; ἤστην ἀμφὶ τετταράκοντα ἔτη 2, 6, 30, wo Krüger den Artikel hinzufügt, der sonst immer in dieser Verbindung sieht. S. Luc. Mort. D. 4, 1, 4. – Dem Worte, zu welchem es gehört, wird ἀμφί von Dichtern nachgestellt, s. z. B. Iliad. 16, 772. 18, 528. 24, 161 Od. 23, 46; aber es erleidet dabei nie Anastrophe des Accents, s. Scholl. Iliad. 17, 522 Epimer. Hom. Cram. Anecd. Oxon. 1, 41. 66. 336 f. Etymol. m. 94 Lehrs Quaestion. Epp. p. 71.

French (Bailly abrégé)

A. adv. autour : ἀμφὶ δ’ ἑταῖροι εὗδον IL tout autour ses compagnons dormaient ; ἀμφὶ περί IL tout autour;
B. prép. construite avec;
I. • GÉN.
1 autour de : ἀμφὶ τῆς πόλιος HDT autour de la ville ; fig. au sujet de : μάχεσθαι ἀμφὶ πίδακος IL combattre au sujet litt. autour d'une source;
2 au milieu de, entre;
II. • DAT. : ἀμφὶ κεφαλῇ IL, ἀμφὶ στῆθεσσι IL autour de la tête, de la poitrine ; fig. au sujet de : ἀμφ’ Ἑλένῃ μάχεσθαι IL combattre à cause d'Hélène ; ἀμφ’ ἐμοί, ἀμφὶ σοί à cause de moi, de toi;
III. • ACC. :
1 autour de : ἀμφὶ δέ μιν φᾶρος βάλον IL elles jetèrent un manteau autour de son cadavre ; οἱ ἀμφὶ Πρίαμον IL Priam et son entourage ; pour désigner une personne seule τῶν ἀμφὶ τὸν Θαλῆν PLAT Thalès;
2 en faisant le tour de, en circulant à travers, à travers, par : ἀμφί τε ἄστυ IL par toute la ville ; abs. çà et là;
3 au sujet de : κλαίειν ἀμφί τινα IL pleurer sur qqn ; τὰ ἀμφὶ τὴν δίαιταν XÉN les arrangements domestiques ; εἶναι ἀμφὶ τὰ ἱερά XÉN être occupé au sacrifice;
4 aux environs de ; avec idée de temps ἀμφὶ τὸν χειμῶνα XÉN aux approches de l'hiver ; ἀμφὶ τοῦτον τὸν χρόνον XÉN vers ce temps ; avec idée de nombre ἀμφὶ τὰς δώδεκα μυριάδας XÉN environ 120 000 hommes ; ἀμφὶ τὰ πέντε καὶ τριάκοντα ἔτη XÉN vers les trente-cinq ans;
IV. joint à περί : ἀμφὶ περὶ στήθεσσι OD tout autour de la poitrine ; ἀμφὶ περὶ κρήνην IL tout autour de la source.
Étymologie: R. Ἀμφ entourer.

Russian (Dvoretsky)

ἀμφί: (ρ)ρῠτος 2, эп. 3 обтекаемый, т. е. окруженный морем (νῆσος Hom., HH; Ἐρυθείη Hes.; Κέως Pind.; Σαλαμίς Soph.).
I (ῐ) adv.
1 кругом, вокруг; отовсюду, с обеих или со всех сторон: ἀ. περί Hom. досл. всюду кругом, т. е. куда ни глянь;
2 отдельно, самостоятельно: ἀ. δὲ κἀγὼ τιμῆς ἐπιβήσομαι HH добьюсь и для себя чести.
II
1 praep. cum gen.; 1.1) около, возле, близ (τῆς πόλιος Her.); 1.2) вокруг (ὁ ἀ. Λίμνας τρόχος Eur.); 1.3) внутри, между: ἀ. πέπλων Eur. из-под одежд; 1.4) ради, из-за (ἀ. τινος μάχεσθαι Hom.); 1.5) относительно, по поводу, о (ἀ. τινος ἀείδειν Hom.): ἀ. κρίσιος τοσαῦτα ἐγένετο Her. что до суждения, то вот что произошло, т. е. таким оказался выбор;
2 praep. cum dat.; 2.1) около, вокруг: ἀ. или ἀ. περί τινι Hom. вокруг кого(чего)-л.; ἀ. κάρα θέσθαί τι Eur. надеть что-л. на голову; κρέα ἀ. ὀβελοῖς Hom. мясо на вертелах; πεπαρμένος ἀ. ὀνύχεσσι Hes. пронзенный когтями; λείπειν τινὰ φύλακα ἀ. τινι Soph. оставлять кого-л. для охраны кого(чего)-л.; τὰ ἀ. τινι κακά Soph. постигшие кого-л. несчастия; 2.2) возле, подле, у (πύλῃσι Hom.); 2.3) между, на (δρυὸς ἀ. κλάδοις Eur.): μαστοῖς ματέρος ἀμφί (без анастрофы) Eur. на груди у матери; 2.4) относительно, по поводу: ἀ. τινι λόγος Her. рассказ о чем-л.; ἔρις ἀ. τινι Her. состязание в чем-л.; 2.5) из-за, ради (ἀ. τινι μάχεσθαι Hom.; πόλεμος ἀ. τινι Luc.); 2.6) из-за, по причине: στείνειν ἀ. τινι Soph. рыдать из-за кого-л., т. е. оплакивать чью-л. судьбу; ἀ. τεαῖς χερὸς ἐργασίαις Pind. из-за твоих рук, т. е. из-за тебя; ἀ. φόβῳ Eur. из страха; φοβηθεὶς ἀ. τινος Her. испугавшись за кого-л.; ἐμᾷ ἀ. μαχανᾷ Pind. благодаря моему искусству;
3 praep. cum acc.; 3.1) (преимущ. на вопрос «куда?») около, вокруг: ἀ. τινα χλαῖναν βαλεῖν Hom. надеть на кого-л. хитон; ἀ. περὶ κρήνην Hom. вокруг источника; ἀ. τὰ ὅρια τῆς χώρας Xen. у границ страны; οἱ ἀ. τὸν Θαλῆν Plat. (Ἴωνα Luc.) люди вроде Фалеса (Иона); οἱ ἀ. τινα Hom., Her., Xen., Plat., Luc.; сопровождающие или окружающие кого-л., т. е. его спутники, свита, войско или последователи, ученики; ἀ. τι ἔχειν или εἶναι Aesch., Xen.; заниматься чем-л.; τὰ ἀ. τι Thuc., Xen.; связанные с чем-л. дела, приготовления к чему-л.; 3.2) (по направлению) к, в: ἀ. ἅλα Hom. к морю; ἀ. ἄστυ Hom. по (всему) городу, в городе; ἀ. νεανίαν τ᾽ αὐλάν Eur. к юноше (жившему) в хижине; 3.3) около, приблизительно (ἀ. τοῦτον τὸν χρόνον Xen.; ἀ. τὰ ἑβδομήκοντα Luc.); 3.4) в течение (ἀ. τὸν βίοτον Pind.); 3.5) по поводу, относительно: κλαίειν ἀ. τινα Hom. плакать по ком-л.; μέριμνα ἀ. τι Aesch. тревога по поводу чего-л.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφί: πρόθ. μετὰ γεν., δοτ., καὶ αἰτ. - [Πρὸς τὴν √ΑΜΦ, ambh, amb, πρβλ. ἀμφίς, ἄμβω, ἀμπί, ἀμπέτιξ, Σανσκρ. abhitas· Λατ. amb- ἐν τοῖς ambages, ambiguus, ambulo, amplector, κτλ.· Παλ. Ὑψ. Γερμ. umpi (Γερμ. um)]: - Ἡ ῥιζικὴ σημασία εἶναι, κατ’ ἀμφότερα τὰ μέρη, ἑκατέρωθεν, ἰδίως ἐν χρήσει παρὰ τοῖς ποιηταῖς καὶ ἐν τῷ Ἰων. πεζῷ λόγῳ· πρβλ. περί. Α. ΜΕΤΑ ΓΕΝΙΚΗΣ, σχεδὸν καθ’ ὁλοκληρίαν ποιητικ., Ι. δηλοῖ αἰτίαν, ὡς τὸ ἕνεκα, ἕνεκά τινος, χάριν τινός, περί τινος, ἀμφὶ πίδακος μάχεσθαι, χάριν τῆς κτήσεως, τῆς κυριότητος πηγῆς, Ἰλ. ΙΙ. 825· ἀμφὶ γυναικός Πινδ. Π. 9. 184, Αἰσχύλ. Ἀγ. 62· ἀμφὶ λέκτρων Εὐρ. Ἀνδρ. 123: ἐντεῡθεν ὅπως ἡ πρὸς ἐπὶ δεήσεων, πρὸς Ζηνός... Φοίβου τ’ ἀμφί, χάριν τοῦ Φοίβου, Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 216. 2) περί τινος, ἐν σχέσει πρός τι ἢ ἀναφορικῶς πρός τι, ὡς τὸ περὶ μετὰ γεν. ἢ τὸ Λατ. circa ἀντὶ de, μόνον ἅπαξ παρ’ Ὁμ., ἀμφὶ φιλότητος ἀείδειν = περὶ ἀγάπης, Ὀδ. Θ. 267· ἅπαξ ὡσαύτως παρ’ Ἡροδ., 6. 131· συχνότερον παρὰ Πινδ., ὡς ἀμφὶ δαιμόνων Ο. 1. 56, καὶ Εὐρ.· περὶ τοῦ Σοφ. Φ. 554 ἴδε ἐν λ. ἕνεκα. ΙΙ. ἐπὶ τόπου, πέριξ, ὁλόγυρα, ἀλλ’ αὕτη ἡ χρῆσις εἶναι μεθ’ Ὅμηρον, ἀμφὶ ταύτης τῆς πόλιος Ἡρόδ. 8. 104· τὸν ἀμφὶ Λίμνας τρόχον Εὐρ. Ἱππ. 1133· ἀμφὶ πέπλων ὑπὸ σκότου ξίφη σπάσαντες = ὑπὸ τὴν σκέπην τῶν πέπλων αὑτῶν, ὁ αὐτ. Ὀρ. 1458. Β. ΜΕΤΑ ΔΟΤΙΚΗΣ Ι. ἐπὶ τόπου, ἐν ἑκατέρῳ μέρει, ἑκατέρωθεν, πέριξ, ἀμφ’ ὀχέεσσι Ἰλ. Ε. 723· ἀμφὶ κεφαλῇ, ὤμοις, στήθεσι, περὶ τὴν κεφαλὴν ἢ τῆς κεφαλῆς, κτλ. Ὅμ., ἀμφὶ οἱ, πέριξ αὐτοῦ, Ἰλ. Μ. 396· εἰνάνυχες δέ μοι ἀμφ’ αὐτῷ... ἴαυον, ἀμφὶ ἐμοὶ αὐτῷ, τριγύρῳ μου παρέμενον, Ἰλ. Ι. 470· ὡσαύτως ἀμφὶ περὶ στήθεσσι Ὀδ. Λ. 609: - ἀκολούθως, ἀκριβῶς ὅπωςπερί, ὁλόγυρα, κρέα ἀμφὶ ὀβελοῖς ἔπειραν, διεπέρασαν τὸ κρέας ὁλόγυρα, δηλ. ἐπὶ τῶν ὀβελῶν, οἵτινες καὶ ἐκαλύφθησαν οὕτως ὑπὸ τοῦ κρέατος, Ὀδ. Μ. 365· πεπαρμένη ἀμφ’ ὀνύχεσσι Ἡσ. Ἔργα κ. Ἡμ. 205 (πρβλ. πρόθεσιν περὶ Β. 1). 2) ἐπὶ καθολικωτέρας σχέσεως πρὸς τόπον, παρά, ἐγγύς, πλησίον, ὁμοῦ, ὡς τὸ ἐπί, ἀμφὶ πύλῃσι μάχεσθαι, πλησίον, τῶν πυλῶν, Ἰλ. Μ. 175· ἀμφὶ γὰρ αὐτῷ (τῷ φάλῳ δηλ.) ἐπὶ τῆς περικεφαλαίας. Γ. 362· ἀμφὶ πυρί, ἐπί, ὑπεράνω ἢ πλησίον τοῦ πυρός, Σ. 344· τὴν κτεῖνε Κλυταιμνήστρη... ἀμφ’ ἐμοὶ = «ἐπ’ ἐμοί, ἐπάνω μου» (Εὐστ.). Ὀδ. Λ. 423· ἰδίως ἐπὶ τῆς ἐννοίας τοῦ κρέμαμαι ἢ κεῖμαι ὑπεράνω τινός, Ἰλ. Δ. 493, Σοφ. Αἴ. 562· ἀμφὶ γούνασι πίπτειν Εὐρ. Ἄλκ. 947. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, ἁλίῳ ἀμφὶ ἑνί, ἐντὸς μιᾶς ἡμέρας, Πινδ. Ο. 13. 51. ΙΙΙ. καθόλου, ἐπὶ σχέσεως ἢ συναφείας, ἄνευ ἐναργοῦς ἐννοίας τόπου, συχν. παρὰ Πινδ., ἀμφ’ ἀέθλοις, ἐν ἄθλ. ἢ διὰ..., Ν. 2. 26· ἀμφὶ σοφία Π. 1. 22· σοῦ ἀμφὶ τρόπῳ Ν. 1. 42· ἐπ’ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς Π. 5. 160· οὕτως, ἔρις ἀμφὶ μουσικῇ Ἡρόδ. 6. 129, καὶ παρὰ μεταγεν. π.χ. Λουκ. Θε. Διάλ. 20. 14. IV. ἐπὶ αἰτίας, περί, διά, ἕνεκα, χάριν, ἀμφ’ Ἑλένῃ μάχεσθαι Ἰλ. Γ. 70· ἀμφὶ γυναικὶ ἄλγεα πάσχειν αὐτόθι 157: - περί τινος, ἐν σχέσει πρός τινα, Η. 408. Ὀδ. Α. 48· εἰπὼν ἀμφ’ Ὀδυσῆϊ Ὀδ. Ξ. 364· ἀμφ’ ἐμοί, δι’ ἐμὲ Σοφ. Ο. Κ. 1614· ἀμφί σοι Αἰσχύλ. Ἀγ. 890· ἀμφὶ τῷ θανάτῳ αὐτῆς λόγος λέγεται, φήμη ὑπάρχει περὶ τοῦ θανάτου αὐτῆς, Ἡρόδ. 3. 32, πρβλ. Σοφ. Αἴ. 303. 2) ὅπωςπερί, Λατ. prae δηλοῖ τὸ διότι ἤτοι τὸ ἐξ αἰτίας, ἀμφὶ τάρβει, ἀμφὶ φόβῳ, φόβου ἕνεκα, Αἰσχύλ. Χο. 547, Εὐρ. Ὀρ. 825· ἀμφὶ θυμῷ Σοφ. Ἀποσπ. 147: - δηλοῖ προσέτι τὸ διὰ μέσου, ἀμφ’ ἀρετᾷ δέχεσθαι, διὰ τῆς ἀρετῆς, Πινδ. Π. 1. 155· ἐμᾷ ἀμφὶ μαχανᾷ, διὰ τῆς ἐμῆς δεξιότητος ἢ δεινότητος, ὁ αὐτ. Π. 8. 47, πρβλ. Ο. 8. 55. Γ. ΜΕΤ’ ΑΙΤΙΑΤΙΚΗΣ, συχνότατα ἐν τῷ Ἀττικ. πεζῷ λόγῳ: Ι. ἐπὶ τόπου ὡς μετὰ τῆς δοτ., πέριξ, ὁλόγυρα, ἀλλ’ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον μετά τινος, ἰδέας κινήσεως, ἀμφὶ μιν φᾶρος βάλον, περιέβαλον αὐτὸν διά ..., Ἰλ. Ω. 588, πρβλ. Ὀδ. Κ. 365· ἦλθες... ἀμφὶ Δωδώνην Αἰσχύλ. Πρ. 830· ἀμφὶ βωμίαν ἔπτηξε κρηπῖδ’ Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 984. 2) ἐπὶ τόπου ἐν γένει, ἀμφ’ ἅλα, παρὰ τὴν θάλασσαν, Ἰλ. Α. 409· ἀμφὶ ῥέεθρα, κἄπου παρὰ τὰς ὂχθας, Β. 461· ὡσαύτως, ἀμφὶ περὶ κρήνην, κἄπου παρὰ τὴν κρήνην, Β. 305· ἀμφι ἄστυ, ἀνὰ τὴν πόλιν, Λ. 706· ἀμφὶ χλωρὰν ψάμαθον ἐκβεβλημένος, ἐρριμμένος εἰς κανὲν μέρος ἐπὶ τῆς ὠχρᾶς ἄμμου, Σοφ. Αἴ. 1064· περὶ πίδακας ἀμφὶ Θεόκρ. 7. 142. 3) ἐπὶ ἀνθρώπων οἵτινες εἶναι περί τινα, οἱ ἀμφὶ Πρίαμον, ὁ Πρίαμος καὶ οἱ περὶ αὐτόν, ἡ θεραπεία αὐτοῦ, Ἰλ. Γ. 146, πρβλ. Β. 417, 445· οἱ ἀμφὶ Ξέρξεα, ὁ στρατὸς αὐτοῦ, Ἡρόδ. 8. 25· ἀλλ’ οἱ ἀμφὶ Μεγαρέας καὶ Φλιασίους εἶναι οἱ αὐτοί, οἵτινες ἀμέσως μετὰ ταῦτα λέγονται Μεγαρέες καὶ Φλιάσιοι, Ἡρόδ. 9. 69. Ἐντεῦθεν ἡ ἰδιάζουσα τοῖς Ἀττικοῖς χρῆσις, οἱ ἀμφὶ Πρωταγόραν, ἡ σχολὴ τοῦ Πρωταγόρου ἢ καὶ αὐτὸς ὁ Πρωταγόρας (καὶ παρὰ μεταγεν. συγγραφεῦσι τίθεται ἡ φράσις ἐπὶ μόνου τοῦ ἑνὸς προσώπου), Πλάτ. Θεαίτ. 170C· οἱ ἀμφὶ Πλάτωνα, οἱ Πλατωνικοί, οἱ ἀμφὶ Εὐθύφρονα, οἱ τοῦ Εὐθύφρονος φίλοι, Heind. Πλάτ. Κρατ. 399Ε: - τὰ ἀμφί τι, τὰ ἀναφερόμενα εἴς τι, τὰ ἀμφὶ τὴν δίαιταν, τὰ περὶ τὴν δίαιταν, δηλ. τὰ ἀποβλέποντα τὴν οἰκιακὴν δίαιταν, Ξεν. Κύρ. 8. 2, 6: πρβλ. περὶ C. 1. 5. 4) ὡς τὸ ἀμφὶ Β. ΙΙΙ, κλαίειν ἀμφί τινα, ἐπί τινι, διά τινα, Ἰλ. Σ. 339· μνήσασθαι ἀμφί τινα, ποιοῦμαι μνείαν τινός, Ὕμ. Ὁμ. 6. 1· κελαδέοντι φᾶμαι ἀμφί τινα Πινδ. Π. 2. 27, πρβλ. Αἰσχύλ. Θ. 843· ἀμφί νιν γοώμενος Σοφ. Ἀποσπ. 937. 5) Ἀττ. φράσις, ἀμφί τι ἔχειν, μετ’ ἐπιρρ., ἐνασχολοῦμαι περί τι, ἀποδύομαι εἴς τι, Αἰσχύλ. Θ. 102, Ξεν. Κύρ. 5. 5, 44, κτλ.· οὕτως, εἶναι, διατρίβειν, στρατεύεσθαι ἀμφί τι ὁ αὐτ. Ἀν. 3. 5, 14, κτλ.: πρβλ. τὴν πρόθεσιν περὶ C. 1. 3. ΙΙ. ἐπὶ μὴ ἀκριβῶς ὡρισμένου χρόνου, τὸν λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον, τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον Πινδ. Ο. 1. 157., 2. 55· ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν, περὶ τὴν δύσιν τῶν Πλ., Αἰσχύλ. Ἀγ. 826· ἀμφὶ τὸν χειμῶνα, περὶ τὸν ..., Ξεν. Κύρ. 8. 6, 22, κτλ.: πρβλ. περὶ C. II. 2) οὕτως ἐπὶ ἀριθμοῦ, ἀμφὶ τὰς δώδεκα μυριάδας = circiter, περίπου 120.000, Ξεν. Κύρ. 1. 2, 15: - ἀκριβῶς ὅπως ἡ πρόθ. εἰς, πλὴν ὅτι ἐπὶ τῆς ἀμφὶ τίθεται ὁ ἀριθμὸς ἐνάρθρως, ἀνάρθρως δὲ ἐπὶ τῆς εἰς. Δ. ΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΘΕΣΕΩΣ. Παρὰ τοῖς ποιηταῖς ἡ ἀμφὶ ἐνίοτε τίθεται μετὰ τὸ ἐξ αὐτῆς ἐξαρτώμενον πτωτικόν, οἱ δέ μιν ἀμφὶ Ὀδ. Ψ. 46· ἀλλ’ οὐδέποτε πάσχει ἀναστροφὴν ὡς συμβαίνει εἰς τὴν περί, π.χ. Ἀγαμέμνονος πέρι Ἐτυμολ. Μ. 94. 16. Ε. ΑΠΤΩΤΟΣ, ὡς ἐπίρρ., πέριξ, ὁλόγυρα, ἀμφοτέρωθενπανταχόθεν. Συχνότατα παρ’ Ὁμ., ὅστις πολλάκις τοποθετεῖ αὐτὴν οὕτως, ὥστε δύναται νὰ θεωρηθῇ ἢ ὡς ἀνεξάρτητον ἐπίρρ. ἢ ὡς πρόθεσις ἀποκεχωρισμένη διὰ τμήσεως ἐκ τοῦ ῥήματος, ὡς ἐν Ἰλ. Ε. 310: συχνάκις δὲ τὸ προηγούμενον ῥῆμα πρέπει νὰ ἐπαναληφθῇ, ὡς ἐν Ὀδ. Κ. 218· ὡσαύτως ἀμφὶ περί, ὡς ἐπίρρ., Ἰλ. Φ. 10. 2) = ἀμφὶς ΙΙ. χωρίς, χωριστά, Ὕμ. Ὁμ. εἰς Δήμ. 85· ἀλλ’ ἴδε Βουττμ. Λεξίλ. ἐν λ. ἀμφὶς 12. Ζ. ΕΝ ΣΥΝΘΕΣΕΙ, Ι. πέριξ, ἑκατέρωθεν, οὕτως ὥστε ἐνίοτε φαίνεται κείμενον ἀντὶ τοῦ δύο ὡς πρώτου συνθετικοῦ μέρους καὶ ὑπομιμνήσκει ἡμᾶς τὸ ἄμφω (ambo), π.χ. ἀμφίστομος, = δίστομος, ἀμφίαλος. 2) ὁλόγυρα, πανταχόθεν, ὡς ἐν ἀμφιβάλλω Ι. 3, ἀμφιλαμβάνω, ἀμφιλαφής. ΙΙ. ἐπὶ αἰτίας, ἕνεκα, χάριν τινός, διά τι, ὡς ἐν τοῖς ῥήμασιν ἀμφιμάχομαι, ἀμφιτρομέω. Η. ΠΡΟΣῼΔΙΑ, ἴδε πρόθεσιν περὶ Η.

English (Autenrieth)

(cf. ἀμφίς, ἄμφω): on both sides; the distinction between ἀμφί and περί (‘around’) is of course not always observed; the two words are used together, ὄχθαι δ' ἀμφὶ περὶ μέγαλ ἴαχον, ‘round about,’ Il. 21.10, but on the other hand are sometimes interchangeable, ἀμφὶ δὲ κῦανέην κάπετον, περὶ δ' ἕρκος ἔλασσεν | κασσιτέρου, Il. 18.564; cf. Il. 23.561 f.—I. adv., on both sides (or ends, or above and below, Il. 6.115), about, around; here belongs the so-called use ‘in tmesi,’ and in many instances where the word seems to govern a subst., it is really adverbial, and the case of the subst. must be explained independently, ἀμφ' ὀβελοῖσιν ἔπειραν (ὀβ. dat. instr.), ἀμφὶ δὲ χαῖται | ὤμοις άίσσονται (ὤμ. local dat.). In case of an apparent ambiguity of construction the presumption is in favor of adverbial interpretation in Homer.—II. prep., (1) w. gen., about, concerning; ἀμφί τινος μάχεσθαι (Il. 16.825), ἀείδειν (Od. 8.267).—(2) w. dat., (a) local, Il. 2.388, Il. 3.328; ἤριπε δ' ἀμφ, αὐτῷ, ‘over,’ Il. 4.493; τὴν κτεῖνε ἀμφ' ἐμοί, ‘near,’ Od. 11.423, Il. 9.470; ἀμφὶ πυρί, ‘on,’ etc.—(b) causal, ‘for,’ ἀμφί τινι ἄλγεα πάσχειν, μάχεσθαι, δικάζεσθαι, εἴρεσθαι (Od. 19.95), ‘as regards’ (Il. 7.408). —(3) w. acc., local, mostly to denote motion or extension in space, ἀμφ' ἅλα ἔλσαι Ἀχαιούς, Il. 1.409; ἀμφὶ ἄστυ ἔρδειν ἷρά, ‘around in,’ Il. 11.706; οἱ ἀμφὶ Πρίαμον, ‘Priam and his followers.’

English (Slater)

ἀμφί <span class=mstonen>A prep. <span class=mstonen>I c. acc.
   1 of place.
   a beside, around παίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν (O. 1.17) γλυκὺν ἀμφὶ κᾶπον (P. 5.24) Ἐφυραίων ὄπ' ἀμφὶ Πηνειὸν γλυκεῖαν προχεόντων ἐμὰν (P. 10.56) οὐδέ ποτε ξενίαν οὗρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν (I. 2.40) ἥρωες αἰδοίαν ἐμείγνυντ' ἀμφὶ τράπεζαν θαμά fr. 187.
   b at, in θαυμαστὸς ἐὼν φάνη Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου (O. 9.96)
   c met., over, in defence of ἁνίκ' ἀμφὶ Πύλον σταθεὶς ἤρειδε Ποσειδάν (O. 9.31)
   2 of time. during, for λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον (O. 1.97) τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον (O. 2.30) τραπέζαισί τ' ἀμφὶ δεύτατα κρεῶν σέθεν διεδάσαντο (sign. dub.: during the last courses: others assume ἀμφί to be adverbial, or join it with τραπέζαις) (O. 1.50)
   3 in the manner of, after ἀείδετο δὲ πὰν τέμενος τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον (O. 10.77)
   4 about, concerning κελαδέοντι μὲν ἀμφὶ Κινύραν πολλάκις φᾶμαι Κυπρίων (P. 2.15) ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ κατά τιν ἁρμονίαν βλέπειν ἀμφ ἕκαστον ὅσα νέομαι (P. 8.69) εὐθὺς δ' ἀπήμων κραδία κᾶδος ἀμφ ἀλλότριον (N. 1.54) ἢ ἀμφ' Ἰόλαον; (sc. θυμὸν τεὸν εὔφρανας;) (I. 7.9) ]ν ἀμφὶ πόλιν φλεγε[ (Pae. 18.4) <span class=mstonen>II c. gen.
   1 about, concerning ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά (O. 1.35) σύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν ἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας εὗρεν θεόθεν (O. 12.8) μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος (N. 10.4)
   2 for the sake of τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας θέμεν σπουδὰν ἅπασαν (P. 4.276) οἷοι Λιβύσσας ἀμφὶ γυναικὸς ἔβαν Ἴρασα πρὸς πόλιν (P. 9.105) ἁλίκων τῶ τις ἁβρὸν ἀμφὶ παγκρατίου Κλεάνδρῳ πλεκέτω μυρσίνας στέφανον (I. 8.66) <span class=mstonen>III c. dat.
   1 beside ἦ πολλ' ἀμφὶ κρουνοῖς ἔπαθεν (O. 13.63) ἀμφὶ Παγγαίου θεμέθλοις ναιετάοντες (P. 4.180) τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν (P. 5.40) κεῖνος ἀμφ' Ἀχέροντι ναιετάων (N. 4.85) ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ (N. 8.30) βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου (N. 9.40) ἀμφί τε Παρνασσίαις πέτραις (Pae. 2.97)
   2 round, on ἀμφὶ κόμαισι βάλῃ κόσμον ἐλαίας (O. 3.13) ἀμφὶ δ' ἀνθρώπων φρασὶν ἀμπλακίαι κρέμανται (O. 7.24) τρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις (O. 13.39) φάρμακον πραὺ τείνων ἀμφὶ γένυι (O. 13.85) δεξιτέρῳ μόνον ἀμφὶ ποδί (P. 4.96)
   3 in respect of, in the field of, especially of what is at stake. αἰεὶ δ' ἀμφ ἀρεταῖσι πόνος δαπάνα τε μάρναται πρὸς ἔργον (O. 5.15) μήλων τε κνισσαέσσα πομπὰ καὶ κρίσις ἀμφ' ἀέθλοις (O. 7.80) εὔχομαι ἀμφὶ καλῶν μοίρᾳ νέμεσιν διχόβουλον μὴ θέμεν (O. 8.86) οἷον δ' ἐν Μαραθῶνι μένεν ἀγῶνα πρεσβυτέρων ἀμφ' ἀργυρίδεσσιν (O. 9.90) ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ (O. 13.52) καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν (P. 5.119) ὕπατος ἀμφὶ τοκεῦσιν ἔμμεν πρὸς ἀρετάν (P. 6.42) ξυναῖσι δ' ἀμφ ἀρεταῖς τέταμαι (P. 11.54) ὅσσα δ' ἀμφ ἀέθλοις Τιμοδημίδαι ἐξοχώτατοι προλέγονται (N. 2.17) πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας (N. 6.14) χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν· τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα (N. 8.42) ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἢ πολεμίζων ἄρηται κῦδος ἁβρὸν (I. 1.50) μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ' ἀέθλοισιν (I. 5.55)
   4 owing to “Πέργαμος ἀμφὶ τεαῖς, ἥρως, χερὸς ἐργασίαις ἁλίσκεται” (O. 8.42) κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας ἀμφί τε Λατοίδα σοφίᾳ βαθυκόλπων τε Μοισᾶν (P. 1.12) ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ (P. 1.80) τεὸν χρέος, ὦ παῖ, νεώτατον καλῶν, ἐμᾷ ποτανὸν ἀμφὶ μαχανᾷ (P. 8.34) μάντιν τ' ὄλεσσε κόραν, ἐπεὶ ἀμφ Ἑλένᾳ πυρωθέντων Τρώων ἔλυσε δόμους ἁβρότατος (P. 11.33) σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες (“ton caractère te permet d'employer l'une comme l'autre.” Puech.) (N. 1.29) τὸν γὰρ Ἴδας ἀμφὶ βουσίν πως χολωθεὶς (N. 10.60) ἢ ἀμφὶ πυκναῖς Τειρεσίαο βουλαῖς; (sc. θυμὸν τεὸν εὔφρανας;) (I. 7.8) Ζεὺς ὅτ' ἀμφὶ Θέτιος ἀγλαός τ ἔρισαν Ποσειδὰν γάμῳ (I. 8.27) πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι Παρθ. 2. 41.
   5 in honour of ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγἐλελίζων (O. 9.13) ἀναβάσομαι στόλον ἀμφ' ἀρετᾷ κελαδέων (P. 2.62) ἀμφὶ Νεμέᾳ πολύφατον θρόον ὕμνων δόνει ἡσυχᾷ (N. 7.80)
   6 of time, in the course of ἁλίῳ ἀμφ' ἑνί (O. 13.37) <span class=mstonen>B adv., all round ἀμφὶ δὲ παρδαλέᾳ στέγετο φρίσσοντας ὄμβρους (P. 4.81) εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (P. 9.120) οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν (P. 8.85)

Greek Monolingual

ἀμφὶ πρόθ. (Α)
(κυρίως στον ποιητικό και ιωνικό πεζό λόγο, η περὶ τών κλασικών κειμένων) και στις δύο πλευρές, και στα δύο μέρη
Α. (με γενική)
1. για, για χάρη, για το χατίρι κάποιου
«ἀμφί λέκτρων μάχεσθαι» (Ευρ. Ανδρομ. 123)
2. (όπως η πρός, για επικλήσεις, ικεσίες)
«πρὸς Ζηνός... Φοίβου τ’ ἀμφί», για το (στο) όνομα του Φοίβου (Απολλ. Ρόδ. 2.216)
3. αναφορικά με, για κάτι
«ἀμφ’ Ἄρεος φιλότητος ἀείδειν», τραγουδώ για την αγάπη... (8 267)
4. (με τοπική σημασία) γύρω, τριγύρω από
«ἀμφὶ ταύτης τῆς πόλιος» (Ηρόδ. 8.104)
Β. (με δοτική) Ι. (με τοπική σημασία)
1. και στις δύο πλευρές κάποιου, γύρω από κάποιον «ἀμφ’ ὀχέεσσι» (Ε 723)
«ἀμφὶ κεφαλῇ» (Ω 163)
2. ολόγυρα, τριγύρω από
«κρέα ἀμφ’ ὀβελοῖσι μεμύκει» (μ 395)
3. (γενικότερα) κοντά, δίπλα, πλάι (όπως η ἐπί)
«ἀμφὶ πύλῃσι μάχεσθαι» (Μ 175)
φρ. «ἀμφ’ ἐμοί», επάνω μου,
4. (κυρίως με τη σημασία του «κρέμομαι» ή «βρίσκομαι επάνω από κάποιον») «φύλακα ἀμφὶ σοι λείψω» (Σοφ. Αί. 562)
ΙΙ. (με χρονική σημασία) «ἀλίῳ ἀμφὶ ἑνὶ» μέσα σε μια μέρα (Πίνδ. Ολ. 13.37)
ΙΙΙ. (για σχέση ή συνάφεια χωρίς άμεση αναφορά στην έννοια του τόπου) «ἀμφὶ νεκροῖσιν» σχετικά με τους νεκρούς (Η 408)
«ἐπ’ ἔργοισιν ἀμφὶ τε βουλαῑς», με έργα και με σκέψεις (Πίνδ. Πυθ. 5.119)
ΙV. (για αιτία)
1. για χάρη, για το χατίρι κάποιου
«ἀμφ’ Ἑλένῃ μάχεσθαι» (Γ 70)
2. για, αναφορικά, σχετικά με
«ἀμφὶ τῷ θανάτῳ αὐτῆς λόγος λέγεται» (Ηρόδ. 3, 32)
3. από, εξαιτίας
«ἀμφὶ φόβῳ», από μεγάλο φόβο (Αισχ. Χοηφ. 547)
V. όπως η ἐπί, με τη σημασία του επί πλέον, της προσθήκης, «πόνος ἀμφὶ πόνῳ» (Σιμων. 39)
Γ. (με αιτιατική) Ι. (με τοπική σημασία)
1. γύρω, ολόγυρα (συνήθως με έννοια κινήσεως)
«ἀμφί μιν φᾱρος βάλον» (Ω 588)
2. κοντά, δίπλα, κάπου κοντά
«ἀμφὶ ῥέεθρα» (Β 461)
«ἀμφὶ ἄστυ», «ἀνὰ» την πόλη (Λ. 706)
3. (και με εύνοια κινήσεως), «ἦλθες ἀμφὶ Δωδώνην», στην περιοχή της Δωδώνης (Αισχ. Προμ. 830)
4. (για πρόσωπα που συσπειρώνονται γύρω από κάποιον ως ακόλουθοι, οπαδοί, μαθητές κ. λπ
«οἱ ἀμφὶ Πρωταγόραν», η σχολή του Πρωταγόρα (Πλίν. Θεαίτ. 170 ι)
αλλά «οἱ ἀμφὶ Κορινθίους, Μεγαρέας κ.λπ.», οι Κορίνθιοι, οι Μεγαρείς κ.λπ. και οι γείτονές τους (Ηρόδ. 9.69)
5. φρ. «τὰ ἀμφί τι», τα σχετικά με κάποιο πράγμα
«τὰ ἀμφί τὴν δίαιταν», ενδοοικιακές ενασχολήσεις
6. (για αιτία, όπως στο ΙV 1, 2)
«μνήσασθαι ἀμφὶ τινα» (Ομ. Ύμ. 7.1)
7. φρ. «ἀμφί τι ἔχω», είμαι απασχολημένος, ασχολούμαι με κάτι
ΙΙ. (με χρον. σημ.)
1. κατά, κατά τη διάρκεια
«τὸν λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον» (Πίνδ. Ολ. 1.97)
2. περίπου, κατά τη διάρκεια, γύρω στο(ν), περί (τον, την)
«ἀμφὶ τὸν χειμῶνα» (Ξεν. Κύρ. Αν. 8.6.22)
3. (για αριθμό κατά προσέγγιση) «ἀμφὶ τὰς δώδεκα μυριάδας», περίπου 120.000 (Ξεν. Κύρ. Αν. 1.2.15)
Δ. (ως επίρρ.) από όλες τις πλευρές, γύρω, ολόγυρα
«ἀμφὶ δὲ λειμὼν» (ζ 292)
Ε. (στα ποιητικά κείμενα συχνά βρίσκεται ύστερα από την πτώση που εξαρτάται από αυτήν, αλλά ποτέ με αναστροφή, «οἱ δέ μιν ἀμφὶ» (ψ 46).
[ΕΤΥΜΟΛ. Ἀμφί < ΙΕ ambhi και mbhi «γύρω, τριγύρω, κι από τις δύο μεριές», πρβλ. αρχ. ινδ. abhi, αλβ. bhi, λατ. ambi (ambiguous «αμφίβυλις»
amoamicio «περιβάλλω», και ananceps «αμφικέφαλος, δικέφαλος, δίστομος»), γερμ. um κ.ά.].

Greek Monotonic

ἀμφί: πρόθ. με γεν., δοτ. και αιτ.· ριζική σημασία, και στις δύο πλευρές (πρβλ. ἄμφω, Λατ. ambo), ενώ η περί κυρίως σημαίνει τριγύρω.
Α. με ΓΕΝ.:
I. 1. λέγεται για αιτία, σχετικά με, για, εξαιτίας κάποιου πράγματος, ἀμφὶ γυναικός, σε Αισχύλ.
2. σχετικά με, δηλ. αναφορικά ή εξαιτίας ενός ζητήματος, ἀμφὶ φιλότητος ἀείδειν, τραγουδώ σχετικά ή εξαιτίας της αγάπης, σε Ομήρ. Οδ.
II. λέγεται για τόπο, γύρω, τριγύρω, ἀμφὶ τῆς πόλιος, σε Ηρόδ. Β. με ΔΟΤ.:
I. 1. λέγεται για τόπο· και στις δύο μεριές, ολόγυρα, ἀμφὶ ὤμοις, στήθεσσι, σε Όμηρ.· ομοίως, ἀμφὶ περὶ στήθεσσι, σε Ομήρ. Οδ.· έπειτα όπως ακριβώς το περί, ολόγυρα, τριγύρω, κρέα ἀμφὶ ὀβελοῖς ἔπειραν, διαπέρασαν το κρέας ολόγυρα, δηλ. από πάνω στις σούβλες, στον ίδ.
2. γενικά, κοντά, γύρω, σε, ἀμφὶπύλῃσι, σε Ομήρ. Ιλ.
II. 1. σχετικά, συναφώς, ἔρις ἀμφὶ μουσικῇ, σε Ηρόδ.· χάριν, εξαιτίας, ἀμφ' Ἑλένῃ μάχεσθαι, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.
2. όπως το Λατ. prae, ἀμφὶ τάρβει, ἀμφὶ φόβῳ, prae pavore, φόβου ένεκα, σε Αισχύλ., Ευρ. Γ. με ΑΙΤ.:
I. 1. λέγεται για τόπο· περίγυρα, ολόγυρα, κυρίως με τη σημασία της κίνησης, ἀμφί μιν φᾶρος βάλον, σε Ομήρ. Ιλ.
2. παρά, κοντά, ἀμφὶ ῥέεθρα, κάπου γύρω στις όχθες, στο ίδ.
3. λέγεται για πρόσωπα που βρίσκονται γύρω από κάποιον, οἱ ἀμφὶ Πρίαμον, ο Πρίαμος και η ακολουθία του, στο ίδ.· οἱ ἀμφὶ Ξέρξεα δηλ. ο στρατός του, σε Ηρόδ.· στην Αττ., οἱ ἀμφὶ Πρωταγόραν, η σχολή του Πρωταγόρα ή ο ίδιος ο Πρωταγόρας, σε Πλάτ.
4. κλαίειν ἀμφί τινα, κλαίω, θρηνώ σχετικά ή για κάποιον, σε Ομήρ. Ιλ.
5. εἶναι, διατρίβειν ἀμφί τι, είμαι απασχολημένος με αυτό, σε Ξεν.
II. ως ασαφής δήλωση χρόνου, περίπου, σε Πίνδ.· ἀμφὶΠλειάδων δύσιν, σε Αισχύλ.· ομοίως για αριθμό, Λατ. circiter, ἀμφὶ τὰς δώδεκα μυριάδας, γύρω, περίπου στους εκατόν είδοσι χιλιάδες, σε Ξεν. Δ. ΧΩΡΙΣ ΠΤΩΣΗ:
1. ως επίρρ., και στις δύο μεριές, εκατέρωθεν.
2. ἀμφίς Α II, ξεχωριστά, εκτός, σε Ομηρ. Ύμν. Ε. ΣΤΑ ΣΥΝΘ.:
I. 1. αμφίπλευρως, όπως στο ἀμφίστομος = δίστομος.
2. ολόγυρα, σε όλες τις πλευρές, όπως ἀμφιλαμβάνω, ἀμφιλαφής.
II. λέγεται για αιτία· εξαιτίας, χάριν, ένεκα, όπως στο ἀμφιμάχομαι.

Frisk Etymological English

Grammatical information: adv., prep.
Meaning: around, on both sides (Il.).
Other forms: adv. (prep.) ἀμφίς
Dialectal forms: Myc. api e.g. in apiqoroi dat. pl. /amphikʷolos/ servant. In PN e.g. apia₂ro /Amphihalos/.
Origin: IE [Indo-European] [34] *h₂mbʰi on both sides, around
Etymology: Old adverb (PIE *h₂mbʰi), cf. Lat. amb(i)-, am-, an-, Alb. mbi at, W. ambi-, OIr. imb- around; OHG umbi, Skt. abhí, Av. aibi, aiwi on both sides. - Through dissimilation ἀμπ- in ἀμπ-έχω etc. - On Toch. B antapi cf. ἄμφω.

Middle Liddell


prep. with genitive, dat., and acc.—Radic. sense, on both sides (cf. ἄμφω, Lat. ambo), whereas περί properly means all round.
A. c. gen.:
I. Causal, about, for, for the sake of a thing, ἀμφὶ γυναικός Aesch.
2. about, i. e. concerning or of a thing, ἀμφὶ φιλότητος ἀείδειν to sing about or of love, Od.
II. of place, about, around, ἀμφὶ τῆς πόλιος Hdt.
B. C. DAT.:
I. of place, on both sides of, about, ἀμφὶ ὤμοις, στήθεσσι Hom.; likewise, ἀμφὶ περὶ στήθεσσι Od.:—then, just like περί, all round, κρέα ἀμφὶ ὀβελοῖς ἔπειραν they fixed the meat round, i. e. upon, the spits, Hom.
2. generally, about, near, at, ἀμφὶ πύληισι Il.
II. about, regarding, ἔρις ἀμφὶ μουσικῆι Hdt.; for the sake of, for, ἀμφ' Ἑλένηι μάχεσθαι Il., etc.
2. like Lat. prae, ἀμφὶ τάρβει, ἀμφὶ φόβωι, prae pavore, for very fear, Aesch., Eur.
C. C. ACC.:
I. of place, about, around, mostly with a sense of motion, ἀμφί μιν φᾶρος βάλον Il.
2. about, near, ἀμφὶ ῥέεθρα somewhere by the banks, ib.
3. of persons who are about one, οἱ ἀμφὶ Πρίαμον Priam and his train, Il.; οἱ ἀμφὶ Jέρξεα his army, Hdt.; in attic, οἱ ἀμφὶ Πρωταγόραν the school of Protagoras or Protagoras himself, Plat.
4. κλαίειν ἀμφί τινα to weep about or for one, Il.
5. εἶναι, διατρίβειν ἀμφί τι to be engaged about it, Xen.
II. as a loose definition of time, about, Pind.; ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν Aesch.:—so of Number, Lat. circiter, ἀμφὶ τὰς δώδεκα μυριάδας about 120, 000, Xen.
D. WITHOUT CASE, as adv., on both sides, about, around.
2. = ἀμφίς A. 11, apart, Hhymn.
E. IN COMPOS.:
I. about, on both sides, as ἀμφίστομος, = δίστομος.
2. all round, on all sides, as ἀμφιλαμβάνω, ἀμφιλαφής.
II. Causal, for, for the sake of, as ἀμφιμάχομαι.

Frisk Etymology German

ἀμφί: {amphí}
Meaning: Adverb herum, auf beiden Seiten (ep.), Präposition um;
Derivative: ἀμφίς Adv. ringsum, auf beiden Seiten, auseinander, seltener Präp. ringsum, außerhalb (ep.), vgl. Schwyzer 631: 9, Schwyzer-Debrunner 436ff. m. Lit., Solmsen Wortforschung 177ff.
Etymology: Altererbtes Adverb (idg. *ambhi) u. a. mit lat. amb(i)-, am-, an-, alb. mbi bei, auf, an identisch. Daneben mit Schwundstufe (idg. *m̥bhi) im Keltischen, Germanischen und Indoiranischen, z. B. gall. ambi-, air. imb- um; ahd. umbi um, aind. abhí-tas, aw. aiwitō zu beiden Seiten. Vgl. ἄμφω. — Durch Hauchdissimilation ἀμπ- in ἀμπέχω und ähnlichen Fällen. — Zu mehreren epischen und sonstigen Komposita mit ἀμφι-, ἀμφηρεφής, ἀμφιβρότη, ἀμφιλύκη usw. s. außer Schwyzer-Debrunner a. a. O. Bechtel Lex. s. vv. und unten zu den betreffenden Hintergliedern.
Page 1,98

English (Woodhouse)

about, concerning, of time, round about, with numbers

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)